Ο Σταύρος Κοντονής με όσα είπε για τον Βαγγέλη Μαρινάκη επιβεβαίωσε την εκτίμηση ότι συγκεκριμένα κέντρα μέσα στην κυβέρνηση επιδιώκουν τη χειραγώγηση των δικαστηρίων. Και τους απειλούν και με διώξεις αν δεν καταδικάσουν τον εφοπλιστή. Κολομβία ακούει;
Ο Σταύρος Κοντονής ξαναχτύπησε. Μιλώντας σε εκπομπή του καναλιού Epsilon, του καναλιού του Ιβάν Σαββίδη, έσπευσε να επιτεθεί στον Βαγγέλη Μαρινάκη, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Δημήτρη Τζανακόπουλο και την τοποθέτησή του για τις «Δύο Ελλάδες» και εντυπωσιάζοντας με το ιδιότυπο θράσος που έχουν αποκτήσει συγκεκριμένα στελέχη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Καταρχάς επανέλαβε όλα τα χιλιοειπωμένα ότι αυτή η κυβέρνηση συνομιλεί με επιχειρηματίες αλλά δεν τους κάνει τα χατίρια. Εκτός βέβαια, θα προσέθετα εγώ, εάν πρόκειται για τον ιδιοκτήτη του καναλιού που τον φιλοξενούσε, ο οποίος είδε να γράφεται μια τροπολογία η οποία θα τον απαλλάξει από δεκάδες εκατομμύρια πρόστιμα για την ΣΕΚΑΠ, την οικογένεια Λάτση που βλέπει να προχωράει η επένδυση στο Ελληνικό, τους Καναδούς της Eldoraro Gold στη Χαλκιδική, τους Γερμανούς της Fraport και του Κινέζους της COSCO και τα fund που ελέγχουν τις τράπεζες και βλέπουν να προχωρούν οι πλειστηριασμοί.
Έπειτα μας είπε ότι κατά τη γνώμη του το τηλεφώνημα του Μαρινάκη στον Τζανακόπουλο «ήταν απειλητικό» και θύμισε «άλλες εποχές». Και αναρωτιέται κανείς το τηλεφώνημα του Πάνου Καμμένου στον ισοβίτη Γιαννουσάκη για να «δώσει τον Μαρινάκη», ποιες εποχές θύμιζε;
Ποιες εποχές θυμίζει το γεγονός ότι ο ίδιος ο Κοντονής μιλούσε, μεταμεσονύχτια με εισαγγελέα για το εάν ένας καταδικασμένος σε ισόβια έδωσε ή δεν έδωσε μια κατάθεση που θα ενοχοποιούσε έναν επιχειρηματία, παρότι δεν υπήρχαν σχετικά στοιχεία; Ποιες εποχές θυμίζει ότι ένας ανακριτικός υπάλληλος, αξιωματικός του λιμενικού, επισκέπτεται έναν καταδικασμένο σε ισόβια και του ασκεί κάθε δυνατή πίεση προκειμένου να «δώσει τη σωστή κατάθεση», στο πλαίσιο ενός – κατά δήλωση του ιδίου – ευρύτερου πολιτικού σχεδίου για να χτυπηθεί η οικογένεια Μητσοτάκη;
Και βέβαια, αυτός ο υπουργός Δικαιοσύνης, που υποτίθεται ότι εγγυάται το κράτος δικαίου και την ισονομία σπεύδει πρακτικά να παραβιάσει κάθε αναφορά στο τεκμήριο αθωότητας. Μπορεί να λέει ότι η κυβέρνηση απλώς μίλησε για «διωκόμενους» και δεν προκαταλαμβάνει αποφάσεις, όμως σπεύδει να μιλήσει για δύο τόνους ηρωίνης και για τον έλεγχο από την οικονομική αστυνομία που κατά τη γνώμη του ήταν η αφετηρία των επιθέσεων Μαρινάκη στην κυβέρνηση.
Κοντολογίς, είναι προφανές ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης έχει σχηματίσει εικόνα για την υπόθεση, έχει άποψη για το ποια πρέπει να είναι η ετυμηγορία και θεωρεί ότι μπορεί να την δημοσιοποιεί.
Μόνο που αυτό, ακριβώς εξαιτίας της ιδιαίτερης θεσμικής θέσης που έχει ο υπουργός Δικαιοσύνης, συνιστά παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, μια που ο πολιτικός προϊστάμενος έρχεται να κάνει σαφή τη γνώμη του για την υπόθεση, εμμέσως πλην σαφώς πιέζοντας τους δικαστές να κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση.
Ακόμη χειρότερα, ο υπουργός Δικαιοσύνης έρχεται να κάνει ακόμη πιο σαφή με τη γνώμη με μια σχεδόν ανατριχιαστική φράση: «Η δικαιοσύνη δεν έχει ανάγκη καθοδήγησης, θα κάνει τη δουλειά της. Εάν δε το κάνει καλά θα διωχθεί από τα αρμόδια όργανα»!
Δηλαδή, κατά τον υπουργό Δικαιοσύνης, εάν οι δικαστές δεν κινηθούν στην «ορθή» κατεύθυνση, αυτή την οποία ο ίδιος πριν περιέγραψε ως αυτή που οδηγεί στην καταδίκη του Βαγγέλη Μαρινάκη, τότε θα ενεργοποιηθούν πειθαρχικές διαδικασίες. Δηλαδή, η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη μόνο στο βαθμό που συμφωνεί με τις απόψεις του Σταύρου Κοντονή!
Δείχνει όλα αυτά τον θεσμικό κατήφορο της κυβέρνησης και προσωπικά του Σταύρου Κοντονή. Ο ίδιος υπουργός Δικαιοσύνης που στην υπόθεση της Ηριάννας έκανε κριτική στη δικαιοσύνη αλλά ποτέ δεν τόλμησε να αλλάξει την αντιτρομοκρατική νομοθεσία ώστε να σταματήσουμε να έχουμε υποθέσεις τύπου Ηριάννας, ο ίδιος υπουργός έρχεται όχι μόνο να νομιμοποιήσει όλες τις παρατυπίες με την «παράλληλη» δικογραφία για το Noor-1 που χειρίζεται η κ. Τζίβα αλλά και εμμέσως πλην σαφώς να απειλήσει με πειθαρχικά τους δικαστικούς που δεν θα ακολουθήσουν τη δική προκατασκευασμένη γνώμη.
Ο ίδιος υπουργός Δικαιοσύνης, που θεώρησε πριν από λίγες μέρες ότι λύση για την εγκληματικότητα είναι η αυτοάμυνα και το να αποκτήσουμε όλοι από ένα κουμπούρι (καλή ώρα σαν τον Ιβάν Σαββίδη), έρχεται ουσιαστικά να απαιτήσει καταδίκες σε μια συγκεκριμένη υπόθεση ακόμη και εάν δεν υπάρχουν στοιχεία που να τη δικαιολογούν.
Ο ίδιος υπουργός όταν ανέλαβε τον ευαίσθητο χώρο του ποδοσφαίρου ξεκίνησε την περιβόητη «εξυγίανση», τα αποτελέσματα της οποίας όλοι είδαμε φέτος, αυτός ο υπουργός έρχεται τώρα όχι απλώς να παρέμβει στη δικαιοσύνη αλλά πρακτικά να πιέσει ανοιχτά και δημόσια τους δικαστές να ακολουθήσουν ένα προκατασκευασμένο αφήγημα, κάνοντας αναφορές σε πειθαρχικά εάν δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους.
Με αυτό τον τρόπο δεν παραβιάζει μόνο ο ίδιος βασικές αρχές του κράτους δικαίου, αλλά κάνει κάτι πολύ χειρότερο: Υπονομεύει την ίδια την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στους θεσμούς, εφόσον επιβεβαιώνει την εικόνα ότι οι θεσμοί της δικαιοσύνης λειτουργούν με βάση τις εντολές της κυβέρνησης και όχι με βάση το δίκαιο και την ευθυκρισία των δικαστών. Και αυτό είναι παραπάνω από επικίνδυνο…