Το «κάλλιο πλούσιος και υγιής, παρά φτωχός και ασθενής» είναι αυτονόητο. Και αποτελεί ευχή. Η ζωή σχεδόν ποτέ δεν τα φέρνει έτσι. Και υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό…
Τραβάει το βλέμμα, όπως και να ‘χει το πράγμα, ένας τίτλος που, ειδικά αυτόν τον καιρό, αναφέρεται σε «ξένους επενδυτές που ασχολούνται με τον Παναθηναϊκό». Για τους φίλους της ομάδας, άλλωστε, ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχει λάβει σχεδόν μεσσιανικές διαστάσεις από την κατάρρευση της «πολυμετοχικότητας» και μετά.
Φευ, η ευχή για την άφιξη ενός σοβαρού, αξιόπιστου, μεγάλου επενδυτικού Ομίλου που θα έμπαινε στην ομάδα, θα την «καθάριζε» τσακ-μπαμ από χρέη και στο καπάκι θα την «απογείωνε» με τη μία, θυμίζει αρκετά το αυτονόητο… «κάλλιο πλούσιος και υγιής, παρά φτωχός και ασθενής».
Η ζωή δεν τα φέρνει σχεδόν ποτέ έτσι. Αυτό είναι και το νόημα των ευχών. Να έρθουν έτσι και να συνδυαστούν πράγματα που, κατά κανόνα, σπανίως προκύπτουν ταυτόχρονα. Τόσο σπάνια που, ακόμη κι όταν αυτό συμβεί, το αποκαλούμε «πολύ καλό για να είναι αληθινό».
Πέρα από τα μονίμως ευκταία, θέλω να πω, υπάρχουν και τα συνήθως εφικτά και η κοινή λογική επιβάλλει να προσεγγίσει κάποιος ένα τέτοιο θέμα με βάση γεγονότα και αριθμούς και όχι με ευχολόγια.
Τα γεγονότα και οι αριθμοί λένε ότι ειδικά αυτή τη στιγμή, σ’ αυτόν τον Παναθηναϊκό, που δραστηριοποιείται «παραγωγικά» σ’ αυτό το πρωτάθλημα, αυτής της χώρας, το να έλθει μεγάλος, σοβαρός και αξιόπιστος ξένος επενδυτικός όμιλος που να κάνει τα πιο πάνω ευκταία, είναι από χλωμό έως πεθαμενί –φτου φτου κιόλας.
Ο Παναθηναϊκός είναι πολύ σοβαρό αθλητικό band name, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό (όπου, λόγω μπάσκετ κυρίως τα τελευταία χρόνια, το όνομά του κάνει ακόμη γκελ). Συγχρόνως είναι και ένα brand name με πολύ μεγάλο αριθμό πιστών ακολούθων. Άρα και με πολύ μεγάλη δυναμική, θεωρητικά –εάν και εφόσον συγκινηθεί κατάλληλα και επαρκώς ώστε να δραστηριοποιηθεί και να συμμετέχει ενεργά στα της ομάδας, αυτός ο μεγάλος αριθμός ακολούθων.
Δυστυχώς, όμως, τα καλά νέα τελειώνουν κάπου εδώ.
Στα άλλα νέα, για τον Παναθηναϊκό ισχύουν τα εξής:
– Δε διαθέτει καν αξιόπιστο πλάνο γι’ αυτό που όπως πολλές φορές έχουμε τονίσει αποτελεί το βασικότερο asset μιας αθλητικής οντότητας: για ένα γήπεδο-καρδιά και πνεύμονα των δραστηριοτήτων της ομάδας.
– Κανείς δεν ξέρει πόσα ακριβώς, πάντως, κατά γενική ομολογία, χρωστάει πολλά.
– Παίζει στο ελληνικό πρωτάθλημα, που είναι καθαρά «εσωτερικού» ενδιαφέροντος διοργάνωση, τελεί υπό επιτήρηση διότι ταλανίζεται διαχρονικά από σοβαρά και διεθνώς αναγνωρισμένα προβλήματα αξιοπιστίας, έχει πολύ περιορισμένα έσοδα, κόβει πολύ λίγα εισιτήρια και είναι, γενικά, μικρής δυναμικής και χαμηλών προοπτικών ανάπτυξης.
– Ως σύλλογος κατέστη εφέτος τελείως αναξιόπιστος στο διεθνές περιβάλλον αθετώντας εν μέσω σεζόν ένα σωρό συμφωνίες –γεγονός που στην πράξη σημαίνει ότι στο μέλλον θα πληρώσει ακριβότερα από το κανονικό το όποιο καλό υλικό θα θελήσει να προσθέσει στην ομάδα.
–Οι ομάδες δεν είναι εργοστάσια παραγωγής κάποιου υλικού προϊόντος, ώστε να συμφέρει (θεωρητικά) κάποιον επενδυτή να παραδίδονται «γυμνές» από μισθοδοσίες και άλλα λειτουργικά έξοδα, εφόσον τα μηχανήματα παραμένουν στις εγκαταστάσεις και τα προϊόντα και οι πρώτες ύλες στις αποθήκες. Το αντίθετο: οι ομάδες παράγουν αθλητικό θέαμα και οι καλοί παίκτες είναι τα «μηχανήματα» αυτής της παραγωγής. «Γυμνή» από λειτουργικά έξοδα, για να είναι μια ομάδα, πάει να πει ότι το κόστος για να ξαναστηθεί έτσι ώστε να παραγάγει υψηλού επιπέδου και αποτελεσματικότητας προϊόν, είναι πολλαπλάσιο απ’ όσο θα ήταν εάν παρέμενε ανταγωνιστική κατά τη στιγμή της εκδήλωσης του ενδιαφέροντος, από τον όποιο επενδυτή.
– Σε σοβαρά έσοδα μπορεί να υπολογίζει μια ελληνική ομάδα μόνον εφόσον κατακτήσει εισιτήριο για το Τσάμπιονς Λιγκ και το αξιοποιήσει. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Και πάντως, υπό νορμάλ συνθήκες, δεν μπορεί να αποτελεί «σχεδόν βέβαιη» πρόβλεψη στη στήλη των «εσόδων», ούτε καν στις δυο-τρεις χρονιές ενός π.χ. πενταετούς πλάνου.
-Τελευταίο και ίσως πιο σημαντικό απ’ όλα: Το ελληνικό πρωτάθλημα διεξάγεται στη χώρα «Ελλάδα», όπου, τα τελευταία 18 χρόνια έχουν περάσει πάνω από 35 διαφορετικά φορολογικά νομοσχέδια, πάνω από 100 μεταβατικές διατάξεις και πάνω από 270 ρυθμίσεις για φορολογικά θέματα ως τσόντες σε τελείως άσχετα νομοσχέδια! Όσο για τις υπουργικές εγκυκλίους που έχουν εκδοθεί για να εξηγήσουν όλον αυτόν τον κυκεώνα, υπολογίζονται σε περίπου 200 ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ. Δηλαδή, πάνω από 3.000-3.500 από το 2000 και μετά! Η γραφειοκρατία θερίζει, η δικαιοσύνη απονέμεται με ρυθμό χελώνας που έχει περάσει τριπλό αιμορραγικό εγκεφαλικό, η χώρα είναι ψηλά ψηλά σε όλες τις λίστες διαφθοράς, αρνητικών δεικτών και αγκυλώσεων του δημόσιου τομέα, έχει ακόμη και σήμερα, εν έτει 2018, σοβαρές ελλείψεις σε μεταφορικές, παραγωγικές, τεχνολογικές και ενεργειακές υποδομές, το επιστημονικό της δυναμικό διαρρέει στο εξωτερικό, δεν προσέχει την έρευνα και την ανάπτυξη, ο πληθυσμός της είναι, εν πολλοίς, φτωχοποιημένος και μικρός σε αριθμό για να αποτελεί σοβαρή εσωτερική αγορά.
Η Ελλάδα, με άλλα λόγια, δεν προσφέρεται για επενδύσεις, σε κανέναν τομέα. Προσφέρεται μόνο για «αρπαγές» κάθε είδους. Και γι’ αυτό γενικώς δεν προσελκύει «μεγάλους, σοβαρούς και αξιόπιστους ξένους επενδυτικούς Ομίλους», αλλά συνήθως όρνεα που ταΐζονται από το κουφάρι της.
Και υπό αυτή την οπτική γωνία, δυστυχώς, όσο τραβάει το βλέμμα μια είδηση ότι «ξένοι επενδυτές ασχολούνται με τον Παναθηναϊκό», άλλο τόσο πρέπει και να βάζει σε σκέψεις. Σοβαρές και όχι τόσο χαρούμενες, ενδεχομένως. «Σεφερλίδικα» κιόλας διασκεδαστικές, όπως οι κωμικοτραγικοί… πρίγκιπες του Τσάκα, ίσως. Αλλά χαρούμενες, όχι.