Ο Μαουρίτσιο Σάρι απεκδύθηκε τη θρησκεία των Ναπολιτάνων, από σήμερα είναι ο νέος προπονητής της μισητής Γιουβέντους.
Τέλη Απρίλη του 2018 και το παιχνίδι στο Τορίνο ήταν προγραμματισμένο για τις 22:45. «Ο στόχος μας είναι να πάμε στους 87 βαθμούς, το οποίο θα είναι και ρεκόρ μας. Αυτό που έπρεπε να κάνουμε είναι να εξασφαλίσουμε την έξοδο στο Champions League. Το κάναμε και τώρα θα πάμε στο Τορίνο για να διασκεδάσουμε, χωρίς καθόλου άγχος, δεν έχουμε καμία πίεση για το πρωτάθλημα», δήλωνε. Πόσα ψέματα σε τρεις προτάσεις.
Η Νάπολι ήταν στο -4 από την κορυφή. Απέμεναν πέντε παιχνίδια την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος. Πρώτο εξ’ αυτών το ντέρμπι με την πρωταθλήτρια Γιουβέντους, μέσα στο σπίτι της. Μόνο ο Σαν Τζενάρο μπορούσε να ξέρει με συγκλονιστική ακρίβεια το πόσο ήθελαν οι Ναπολιτάνοι εκείνο το πρωτάθλημα. Το πόσο είχε ανθίσει στις καρδιές τους η ελπίδα. Εκείνος είχε πιστωθεί τις δύο αναπάντεχες γκέλες της μισητής Γιουβέντους με Σπαλ και Κροτόνε, με αποτέλεσμα το πρωτάθλημα να είναι ακόμη ζωντανό.
Το πούλμαν των Παρτενοπέι προσέγγιζε το Juventus Stadium. «Assaltare il palazzo», έπαιζε σε λούπα στο μυαλό του. Αυτή ήταν και η φιλοσοφία του όταν ανέλαβε την Νάπολι. Σε ελεύθερη μετάφραση να ρίξω το παλάτι, την αυτοκρατορία.
Οι οπαδοί των Μπιανκονέρι είχαν συγκεντρωθεί στα πέριξ του σταδίου για να κάνουν την… υποδοχή όσο πιο ανυπόφορη μπορούσε να γίνει. Ο Μαουρίτσιο Σάρι εκνευρισμένος που δεν μπορούσε να ανάψει τσιγάρο μέσα στο πούλμαν, είχε σηκωθεί από τη θέση του. Στεκόταν στον χώρο δίπλα από τον οδηγό και παρακολουθούσε το μίσος τους. Σχεδόν το χαιρόταν. Αυτή η αντιπαλότητα, ένα κομμάτι της, ήταν προσωπικό του επίτευγμα. Η δικιά του Νάπολι είχε πραγματοποιήσει σπουδαία σεζόν. Ήταν η χαρά του passing game. Μια ομάδα με ασφυκτικό πρέσινγκ. Ένα σύνολο συμπαγές, με τον φορ να είναι στα 20 μέτρα από τον τελευταίο αμυντικό κι έτοιμη να πιάσει από τον λαιμό κάθε της αντίπαλο.
Ολόκληρη η πόλη περίμενε με αγωνία εκείνο το παιχνίδι. Ήταν ζωής και θανάτου. Το πιο σημαντικό της σεζόν. Κανείς δεν πίστευε τις δηλώσεις του Σάρι λοιπόν. Η ζωή και το ποδόσφαιρο είναι εξάλλου αλλιώτικα στον ιταλικό νότο και οτιδήποτε αφορά τον εύρωστο Βορρά και τις ομάδες του, δεν ενδιαφέρει ούτε στο ελάχιστο. Για να τους νιώσεις, ίσως επιβάλλεται να γνωρίσεις Ναπολιτάνους. Να δεις την μπάλα μέσα από τα μάτια τους. Να ταυτιστείς με τον Θεό τους. Να ασπαστείς όσα ευαγγελίζεται ο Ντιέγκο Μαραντόνα.
Ο Μαουρίτσιο Σάρι, ήξερε. Όταν κάποια στιγμή ο Ντιεγκίτο του άσκησε δριμεία κριτική κι ερωτήθηκε γι’ αυτό, απάντησε ότι: ο Μαραντόνα είναι το ίνδαλμά μου και μπορεί να λέει ο,τι θέλει». Κι εκείνο το απόγευμα, λίγη ώρα πριν από την σέντρα στο ντέρμπι με την Γιουβέντους, αναίρεσε τα ίδια του τα λόγια, εκείνα περί έλλειψης άγχους, υψώνοντας το μεσαίο του δάχτυλο στο συγκεντρωμένο πλήθος…
Ένας από τους λόγους που «σκότωσε» το βράδυ της Κυριακής (22/04) τη Γιουβέντους μέσα στο Τορίνο (1-0), ήταν αυτός. Η κάψα ενός πρωταθλήματος μετά από 28 χρόνια τον έκαιγε ολόκληρο, κυρίως γιατί λόγιζε τον εαυτό του, ως έναν από εκείνους. Γι’ αυτό άντεξε την αμφισβήτηση. Το ταξίδι του στην προπονητική εκκινούσε από εκεί. Από τον ιταλικό νότο.
Κάθε φορά που κάποιος δημοσιογράφος ρωτούσε τον εκκεντρικό Αουρέλιο Ντε Λαουρέντις για την επιλογή του Μαουρίτσιο Σάρι ως διάδοχο του «πολύ» Ράφα Μπενίτεθ απαντούσε ως εξής: «Είμαι άνθρωπος του κινηματογράφου και ξέρω ότι οι καλύτερες ταινίες γυρίζονται στην επαρχία». Αυτός ο επαρχιώτης λοιπόν από την συνοικία Μπανιόλι της Νάπολη. Ο τύπος που δεν έπαιξε ποτέ του επαγγελματικό ποδόσφαιρο, αυτός που ασχολήθηκε με την προπονητική στα 40 του χρόνια, αυτός ο μανιώδης καπνιστής, ο λαϊκός, ο τσακωμένος με τον καθωσπεπισμό και τις politically correct απαντήσεις, είχε μεταμορφώσει τη Νάπολι, την είχε φέρει μια ανάσα μακριά από το πρωτάθλημα, είχε ετσιθελικά μπει στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
«Assaltare il palazzo» ως το τέλος. Κι ακόμα κι αν το πραξικόπημα απέτυχε τελικά, ο ρομαντισμός της επανάστασης που κήρυξε στη Νάπολη είχε ριζώσει για τα καλά. Ο ίδιος φώναξε «υπάρχω» μέσα από την τριετή του θητεία στη Νάπολι, μετακόμισε την στυλιζαρισμένη Premier League, ανέλαβε την Τσέλσι, την οδήγησε σε μια ευρωπαϊκή κούπα και μετά το τέλος του αγώνα, μετά την πρώτη μέθη των πανηγυρισμών από την επιτυχία, την πρώτη στην καριέρα, του δήλωσε στο Sky Sport Italia:
«Είμαι ευτυχής που η Νάπολι με συγχαίρει, δεν είχα καμία αμφιβολία ότι θα συμβεί. Οι Ναπολιτάνοι γνωρίζουν πόση αγάπη έχω για αυτούς και ότι πέρυσι πήγα στο εξωτερικό για να αποφύγω να πάω κατευθείαν σε άλλο ιταλικό σύλλογο. Θα έχουν πάντα την αγάπη και το σεβασμό μου.
Ο επαγγελματισμός σημαίνει κατά καιρούς ότι ίσως χρειαστεί να ακολουθήσουμε διαφορετικά μονοπάτια, αλλά αυτό ποτέ δεν θα αλλάξει την ιστορία μου ή το σεβασμό μου γι αυτούς. Το αφιερώνω αυτό, πρώτα στους φιλάθλους της Νάπολι, γιατί αυτή είναι μια μικρή ικανοποίηση που δεν μπόρεσα να τους δώσω πέρυσι»
Επιδεικνύοντας συγκλονιστική συνέπεια. Συνέπεια σε όσα πρέσβευε ως άνθρωπος κι ως προπονητής. Κρατώντας το αλλιώτικο, εκείνης της εποχής που νοσταλγούν πολλοί. «Οι γονείς μου ανήκουν στην λαϊκή τάξη και πληρώνομαι για κάτι που θα έκανα τσάμπα ούτως ή άλλως, και γι αυτό είμαι τυχερός άνθρωπος» είχε δηλώσει όταν ακόμα καθόταν στον πάγκο της Έμπολι και δεν φανταζόταν πιθανόν, ότι στα μέσα Ιούνη του 2019, η Γιουβέντους θα ανακοίνωνε την έναρξη της συνεργασίας τους.
«Οι φήμες αυτές μου προκαλούν δυσαρέσκεια. Έκανε τόσα πολλά για εμάς τους παίκτες και όλους τους Ναπολιτάνους. Επίσης είναι επαγγελματίας, αλλά το να διαλέξει τη Γιουβέντους δεν θα είναι καλό. Θα είναι προδοσία για εμάς τους Ναπολιτάνους αν γίνει επίσημο αυτό», ανέφερε ο Λορέντσο Ινσίνιε όταν τα ρεπορτάζ που ήθελαν τον δικό τους Σάρι, στον πάγκο της Γιουβέντους πλήθαιναν.
Καθώς πλησιάζει τα 60ά του γενέθλια, οι ιδέες του έχουν κερδίσει την αναγνώριση που τους αξίζει. Χρειάστηκε πολύς χρόνος για να επιτευχθεί αυτό. Έως το 2014, δεν είχε καν προπονήσει ποτέ σε κορυφαίο επίπεδο. Πλέον χαίρει της καθολικής εκτίμησης ως ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά μιας ολόκληρης γενιάς προπονητών. Από σήμερα (16/06) ανοίγει μπροστά του το πιο σπουδαίο κεφάλαιο της καριέρας του, στον πάγκο της πρωταθλήτριας Ιταλίας. Απλώς, κάπου ανάμεσα στην προσωπική του εξέλιξη, ξέχασε τα λόγια του Θεού. «Όταν μια μέρα φύγω από τη Νάπολη, θα κουβαλάω πάντα μαζί μου την επιθυμία να νικάει τη Γιουβέντους»… Τάδε έφη Ντιέγκο Μαραντόνα, ο μόνος εναπομείνας συνεπής, ο μόνος εναπομείνας … ηλίθιος!