Ο Τσιτσιπάς ισοπέδωσε το ίνδαλμά του, έφτασε σε ημιτελικό Γκραν Σλαμ, ανέβηκε στην υψηλότερη θέση που έχει φτάσει ποτέ Ελληνας τενίστας, μετράει εγκώμια και λόγια θαυμασμού από την ελίτ, είναι ο ίδιος στην ελίτ. Κι όμως, μόλις ξεκίνησε...
Οι ειδικοί συμφωνούν: Ζούμε την εποχή του νέου μεγάλου σταρ του παγκοσμίου Τένις. Ενός σπάνιου φαινομένου, που όμοιό του έχει να συναντήσει το άθλημα από την εποχή που 20 ετών παιδιά τότε, διέπρεπαν στα κορτς ο Ρότζερ Φέντερερ και ο Ράφα Ναδάλ. Ναι, ο Στέφανος Τσιτσιπάς μπαίνει σε αυτή τη λίστα. Των ξεχωριστών, των εν δυνάμει κορυφαίων του σπορ. Μπαίνει λόγω της αξίας του. Μπαίνει από εκείνους που μπορούν να την αναγνωρίσουν και τη θαυμάζουν… βροντόφωνα. Όπως βροντερή ήταν και η παρουσία του Ελληνα πρωταθλητή στο Αυστραλιανό Οπεν. Η ήττα από τον ασταμάτητο Ράφα Ναδάλ στον ημιτελικό, ήταν απλώς μια μικρή… διακοπή στην πορεία προς την κορυφή. Η νίκη επί του Ρότζερ Φέντερερ τους «16», ήταν η επιτομή της αναγνώρισης.
Ηταν και παραμένει τον ίνδαλμά του. Ο άνθρωπος που τον ενέπνευσε να παίξει τένις. Το κίνητρό του για να γίνει ο καλύτερος που μπορεί. Ο καλύτερος όλων. Ολα αυτά τα χρόνια, από τα μικράτα του, ο Στέφανος Τσιτσιπάς περίμενε, την ονειρευόταν, τη στιγμή που θα βρεθεί στο ίδιο κορτ με τον μύθο του παγκόσμιου Τένις. Και θα τον νικήσει. Αυτή η ημέρα έφτασε και ο Τσιτσιπάς πραγματοποίησε το τρελό του όνειρο. Ενα από τα πολλά προς εκπλήρωση. Ο Στέφανος έκανε την εμφάνιση της ζωής του και έριξε στο καναβάτσο τον μεγαλύτερο τενίστα όλων των εποχών, τον GOAT του αθλήματος, Ρότζερ Φέντερερ. Εκείνο το 3-1 επί του Ελβετού μύθου, ήταν το αποτέλεσμα του φετινού Αυστραλιανού Οπεν! Και το καλύτερο παιχνίδι της διοργάνωσης, όπως χαρακτηρίστηκε από τους ανθρώπους του σπορ. Εκείνη την ημέρα ο Στέφανος ξεδίπλωσε τις θεόσταλτες αρετές του. Κόντρα στον Ναδάλ ήταν ασταθής και νευρικός. Ετυχε. Η απειρία, βλέπε. Αλλά αυτές οι ήττες θα είναι η εξαίρεση εφεξής. Ο Τσιτσιπάς μπήκε στο κλειστό κλαμπ της ελίτ. Ανέβηκε στη 12η θέση της ΑΤΡ και έγινε και με τη… βούλα ο κορυφαίος αθλητής τένις στην ιστορία της Ελλάδας, ξεπερνώντας και την Ελενα Δανιηλίδου, που είχε φτάσει έως το 14. Ωστόσο, σύντομα το «12» θα φαντάζει μακρινό. Διότι ο δρόμος προς την κορυφή είναι… μονόδρομος για το ελληνικό φαινόμενο του τένις.
Ο Στέφανος Τσιτσιπάς την Κυριακή 12 Αυγούστου έκλεισε το 20ό έτος της ηλικίας του. Ανέβηκε σταδιακά. Πρώτα στην 100άδα, μετά στην 50άδα, την 20άδα της παγκόσμιας κατάταξης. Και πολύ σύντομα μέσα στη 10άδα. Δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για τον Στέφανο, ο οποίος είχε φτάσει ως την κορυφή στην κατηγορία των τζούνιορ. Ξέρει να διαχειρίζεται την πίεση και το δείχνει με τις συνεχόμενες νίκες του επί αντιπάλων που βρίσκονται πιο ψηλά από τον ίδιο στην παγκόσμια κατάταξη, αντιπάλων που κουβαλάνε περισσότερα «κιλά» εμπειρίας.
Ο ίδιος μιλώντας στους New York Times κατά τη διάρκεια του περίφημου Οπεν του Ρολάν Γκαρός στο Παρίσι, παραδέχτηκε ότι «είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι προέρχομαι από γονείς με εντελώς διαφορετική κουλτούρα, την ελληνική και τη ρωσική, οι οποίες έχουν διαμορφώσει όλη τη ζωή μου ως τώρα και μου έχουν δώσει μια εντελώς διαφορετική οπτική για το κάθε τι στη ζωή».
Πέρυσι βρισκόταν στις παρυφές του Νο200 στον κόσμο, ενώ εφέτος αγγίζει την πρώτη δεκάδα, πραγματοποιώντας καταπληκτικά τουρνουά. Ειδικότητά του το χώμα, τερέν το οποίο λατρεύει ο ίδιος καθώς σε αυτό έκανε τα πρώτα του βήματα. Εφτασε να γίνει Νο1 στην κατηγορία τζούνιορ, μια θέση την οποία είχε κατακτήσει και η μητέρα του στα δικά της νιάτα.
Η Γιούλια Αποστόλι-Σαλνίκοβα κάποτε ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ανερχόμενα αστέρια της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Οπως και ο γιος της, έτσι και εκείνη προέρχεται από οικογένεια με ισχυρά αθλητικά γονίδια. Ο πατέρας της, ο Σεργκέι Σαλνίκοφ (1925-1984) ήταν ποδοσφαιριστής της Σπαρτάκ Μόσχας με την οποία κατέκτησε τρία πρωταθλήματα (1954, 1956, 1958) και τέσσερα κύπελλα (1944, 1946, 1947, 1953, 1958), ενώ ήταν βασικό μέλος της εθνικής ομάδας της Σοβιετικής Ενωσης που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο τουρνουά ποδοσφαίρου στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης το 1956, ενώ συμμετείχε και στο Μουντιάλ του 1958 στη Σουηδία.
Στις μεγαλύτερες αθλητικές στιγμές της μητέρας του Στέφανου Τσιτσιπά συγκαταλέγεται η συμμετοχή της στο Φεντερέισον με τη Σοβιετική Ενωση και τη νίκη της επί της Βιρτζίνια Γουέιντ το 1981. Ωστόσο η καριέρα της δεν είχε εξέλιξη, κυρίως λόγω των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων και της διαμάχης της με τους προπονητές της ομοσπονδίας. Σύμφωνα με την ίδια το γεγονός ότι είχε σχέση με έναν Γιουγκοσλάβο τενίστα περιόρισε την καριέρα της.
«Ολοι οι αθλητές της Σοβιετικής Ενωσης είχαν παρόμοια προβλήματα, ωστόσο με εμένα ήταν ακόμη χειρότερα μιας και ήμουν πάντα στο μάτι των προπονητών» είπε η Γιούλια Σαλνίκοβα, η οποία εγκατέλειψε για έναν χρόνο το τένις και σπούδασε δημοσιογραφία στο πανεπιστήμιο της Μόσχας. «Δεν ήμουν έτοιμη να αντιμετωπίσω τις δυσκολίες της καριέρας μου, δεν είχα κάποιον προσωπικό προπονητή, τα έκανα όλα μόνη μου και ουσιαστικά έτσι δε μπορείς να πας μακριά».
Φεύγοντας από τη Σοβιετική Ενωση έπαιξε επαγγελματικά τένις στη Γαλλία και έφτασε το 1990 ως το Νο194 της παγκόσμιας κατάταξης. Κάτι που η ίδια θεωρεί εξαιρετικό επίτευγμα. «Τώρα μπορώ να καταλάβω πόσο μεγάλο επίτευγμα ήταν αυτό. Εκείνη την εποχή βέβαια, δεν το έβλεπα. Οταν δουλεύεις και έχεις κάποιο ταλέντο, όλα έρχονται φυσιολογικά, δε σε εντυπωσιάζουν τόσο. Ωστόσο τώρα μπορώ να καταλάβω τις δυσκολίες να πετύχεις κάτι τέτοιο, μιας και ο ανταγωνισμός ήταν πολύ μεγάλος».
Οταν παντρεύτηκε τον Απόστολο Τσιτσιπά, μεταβίβασε την αγάπη της για το τένις στα παιδιά της και ιδιαίτερα στο πρώτο, τον Στέφανο, ο οποίος έμοιαζε έτοιμος από την πρώτη στιγμή που ήρθε στον κόσμο. «Πιστέψτε με» λέει η μητέρα του, «ο μαιευτήρας που ήταν δίπλα μου στη γέννα μου είπε ότι ο Στέφανος βγήκε με το χέρι σηκωμένο, σαν τενίστας έτοιμος για σμας»…
Μολονότι η ίδια ήταν τενίστρια υψηλού επιπέδου σε νεαρή ηλικία, είχε τις αμφιβολίες της για το κατά πόσο θα μπορούσε να μεταβιβάσει σωστά τις γνώσεις της και να αναθρέψει έναν πρωταθλητή. «Ηξερα ότι θα ασχοληθώ με το τένις, αλλά δε γνώριζα ακόμη τον τρόπο» είπε. Και κάπου εκεί ανέλαβε ο πατέρας του Στέφανου.
Ο Απόστολος Τσιτσιπάς σπούδασε προπονητική, ώστε να μπορέσει να καθοδηγήσει τον γιο του. Η μητέρα του Στέφανου εξακολουθούσε να έχει άποψη, κυρίως στη διατήρηση ενός πλάνου, μιας δομής και φυσικά στο πώς θα μεταβιβάσει το Σοβιετικό αθλητικό ήθος στο παιδί της. «Γινόμουν έξαλλη, όταν για παράδειγμα η προθέρμανση δε γινόταν σωστά ή όταν παρουσιάζονταν προβλήματα πειθαρχίας» είπε η Γιούλια Σαλνίκοβα εξηγώντας ότι «στη χώρα μου αυτά τα θέματα τα αντιμετώπιζαν πάντα πολύ σοβαρά, όχι μόνο στο τένις, αλλά στον αθλητισμό γενικότερα».
Ο Ελληνας πρωταθλητής υποστήριξε ότι αυτές οι επιρροές από τη μητέρα του και τον πατέρα του, ήταν τα στοιχεία που τον διαφοροποίησαν από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του που ασχολήθηκαν με το τένις.
«Η μητέρα μου είναι εκείνη που μου έδωσε απόλυτη πειθαρχία στο παιχνίδι. Αυτό με βοήθησε αρκετά. Πειθαρχία. Κάτι που δεν είναι συνηθισμένο στην ελληνική κουλτούρα» είπε ο Στέφανος Τσιτσιπάς, ο οποίος πάντως δεν είναι ο μόνος από τους τενίστες της νέας γενιάς που έχουν τη σοβιετική αθλητική κουλτούρα στο αίμα τους.
Η διαφορά με τον Τσιτσιπά είναι προφανώς στην ισορροπία ανάμεσα στις διαφορετικές κουλτούρες. Οι σοβιετικές βάσεις του Στέφανου εξισορροπούνται με την ελληνική αισιοδοξία, το θετικό πνεύμα και τον ενθουσιασμό που κληρονόμησε από τον πατέρα του, με τον οποίο ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο από την ηλικία των 11 ετών.
«Τα συνεχόμενα ταξίδια με άγχωναν στην αρχή, ωστόσο μετά το αντιμετώπισα σαν κάτι διασκεδαστικό» είπε ο Στέφανος Τσιτσιπάς στη συνέντευξή του στην εφημερίδα των ΗΠΑ Νew York Times. «Προσπάθησα να είμαι επαγγελματίας και πειθαρχημένος, αλλά είχε πλάκα να ταξιδεύω με τον πατέρα μου. Τώρα καταλαβαίνω τη σημασία, όλης της διαδικασίας και το πόσο με βοήθησε στην καριέρα μου».
Ο Στέφανος Τσιτσιπάς συνεχίζει να διασκεδάζει γυρίζοντας τον κόσμο και παίζοντας τένις, ακόμη κι αν αυτό πια γίνεται υπό την πίεση του πρωταθλητισμού και του καθημερινού ανταγωνισμού. Για να εκτονώνει αυτή την πίεση άρχισε να… vlogάρει, βιντεοσκοπώντας τον εαυτό του και κάνοντας τον διαδικτυακό ξεναγό σε όσους παρακολουθούν τα βίντεο που ποστάρει.
Οπως λέει ο ίδιος «αυτά τα βίντεο με χαλαρώνουν και απορροφούν την πίεση και τις απογοητεύσεις που έχει ο αθλητισμός με τα συνεχόμενα πάνω – κάτω του. Θέλω να εμπνεύσω και άλλους ανθρώπους που θα ήθελαν να ασχοληθούν με το τένις και να τους δώσω μια ιδέα για το πώς είναι να ταξιδεύεις συνεχώς. Εχει κι αυτό κάπου – κάπου την πλάκα του».
Το παιδί – θαύμα του ελληνικού τένις αντιμετωπίζει με τον ίδιο ενθουσιασμό και το άθλημα που τον έχει αναδείξει εκμεταλλευόμενος αποτελεσματικά το ψηλό κορμί του και τα δυνατά χέρια του. Το παιχνίδι του είναι γεμάτο αυτοπεποίθηση από το ισχυρό σερβίς, τη διάθεση να ανέβει στο φιλέ, την ικανότητα να ανοίγει το παιχνίδι χρησιμοποιώντας τα χτυπήματα μπάκχαντ με το ένα χέρι του και φυσικά να τελειώνει τους πόντους με το αποτελεσματικό φόρχαντ.
«Αυτοπεποίθηση, αυτό είναι το παιχνίδι μου» λέει ο ίδιος. «Ολα είναι αυτοπεποίθηση και αυτό είναι που με χαρακτηρίζει ως άνθρωπο, αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσα»…