Πολύ πριν τον Ριμπολόβλεφ, ο Αμπράμοβιτς μπήκε στο «σημάδι» Αγγλων και Αμερικανών, δέχεται προτάσεις για την Τσέλσι, έβαλε τον Ζάχαβι να βρει 3 δισεκατομμύρια λίρες, αλλά επιμένει πως «δεν πουλάω». Η σημασία της αποχής από κάθε πολιτική ρητορική/δραστηριότητα και τα μπλεξίματα του κροίσου ιδιοκτήτη της Μονακό.
Το 2003, ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς, ένας ανώνυμος Ρώσος ολιγάρχης, έδωσε εντολή σε επενδυτική τράπεζα να του βρει μία ποδοσφαιρική ομάδα. Λίγους μήνες νωρίτερα ο Αμπράμοβιτς παρακολούθησε στο Ολντ Τράφορντ ένα παιχνίδι για τα προημιτελικά του Champions League, μεταξύ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της Ρεάλ Μαδρίτης. Αυτό ήταν. «Ερωτεύτηκε» το ποδόσφαιρο και προσπάθησε να αγοράσει τη Ρεάλ Μαδρίτης. Σύντομα διαπίστωσε ότι δεν ήταν νομικά εφικτό (σ.σ. η Ρεάλ ανήκει στα μέλη της). Η επενδυτική τράπεζα εξέτασε τα περιθώρια απόκτησης της Μάντσεστερ Γ. ή της Τότεναμ, αλλά τελικά κατέληξε στην Τσέλσι, ύστερα από συστάσεις των στενών του συνεργατών -ένας εκ των οποίων ήταν ο Ισραηλινός super agent Πίνι Ζάχαβι- λόγω της τοποθεσίας, του οικονομικού στάτους και της επαγγελματικής κατάστασης. Τέσσερις συνεργάτες συνόδευσαν τον Αμπράμοβιτς στις συζητήσεις με τον τότε μεγαλομέτοχο των Μπλε, Κεν Μπέιτς. «Μέσα σε 15 λεπτά είχε ολοκληρωθεί η συμφωνία», αποκάλυψε ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος των Λονδρέζων, Τρέβορ Μπιρτς.
Η Τσέλσι ήταν στο χείλος της χρεωκοπίας: Είχε χρέος ύψους 75.000.000 λιρών στις τράπεζες και πολλών ακόμη εκατομμυρίων σε προμηθευτές και άλλους. Ο Μπέιτς δήλωσε αργότερα ότι θεώρησε πως… κορόιδεψε τον Αμπράμοβιτς, παίρνοντας για τον εαυτό του 17.000.000 λίρες και αφήνοντας μία υπερχρεωμένη ομάδα, την οποία είχε αποκτήσει στα 80s με μόλις μία λίρα! Αλλά τα λεφτά δεν ήταν πρόβλημα για τον Ρώσο. Κάλυψε όλες τις υποχρεώσεις της Τσέλσι την ίδια χρονιά (περίπου 140.000.000 λίρες), αγόρασε όλες τις μετοχές, από όλους τους μετόχους και ξεκίνησε το χτίσιμο μίας σπουδαίας πορείας για τους «μπλε».
Μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια ο Αμπράμοβιτς έκανε ό,τι είχε στο μυαλό του. Σε ποδοσφαιρικό επίπεδο κατάφερε να πανηγυρίσει 15 τίτλους με την ομάδα του, την εξυγίανε και κατέστησε την Τσέλσι ως ένα από τα 10 πιο ακριβά brand στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, με αξία άνω του 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων!
Σε προσωπικό επίπεδο, ωστόσο, η επιτυχία του ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Διότι κατάφερε να ξεφύγει από την ανωνυμία και την ομπρέλα επιρροής του Βλάντιμιρ Πούτιν. Εξάλλου, αυτός ήταν ο βασικός λόγος που αποφάσισε να μπει στον γκλάμουρους χώρο του ποδοσφαίρου. Χρήματα είχε και έχει. Πάρα πολλά. Δεκάδες δισεκατομμύρια. Στην Τσέλσι απέκτησε υπόσταση, έγινε «κάποιος» για την παγκόσμια κοινότητα. Μπήκε στην επιχειρηματική ελίτ πλανήτη. Και κυρίως προστάτευσε τον εαυτό του από ένα πιθανό «ξέσπασμα» του Πούτιν εναντίον του. Διότι οι κροίσοι της μετασοβιετικής εποχής οφείλουν να είναι πιστοί και υπάκουοι στον «Τσάρο».
Καλύτερα από όλους το εξήγησε ο Τζέιμς Μοντάγκ, συγγραφέας του βιβλίου «The Billonaires Club». «Ο Αμπράμοβιτς αγόρασε την Τσέλσι για στρατηγικούς λόγους. Ο Πούτιν, που έλαβε στήριξη από τους ολιγάρχες, παρουσίασε σε όλους ένα την κατάσταση: «Εχετε όλα τα χρήματα, αλλά εγώ έχω όλα τα όπλα, θα είστε μαζί μου, θα πληρώνετε εμένα και τους οικείους μου και θα επιβιώσετε». Οποιοι πήγαν εναντίον του, δεν επιβίωσαν. Βρέθηκαν στη φυλακή, στη διασπορά ή ακόμη και νεκροί. Ο Αμπράμοβιτς αποφάσισε να είναι μαζί του και ήταν κομμάτι της θεσμικής διαφθοράς στη Ρωσία του Πούτιν. Η Τσέλσι του έδωσε κάτι που οι άλλοι ολιγάρχες δεν έχουν: Τον έκανε γνωστό, ορατό».
Ολα πήγαιναν καλά. Αλλά όλα άλλαξαν όταν οι σχέσεις Αγγλίας-Ρωσίας διαταράχθηκαν σφόδρα, με αφορμή την απόπειρα δολοφονίας του κατασκόπου Σεγκέρι Σκριπάλ. Ο Αμπράμοβιτς πλήρωσε τη σχέση του με τον Πούτιν. Για μήνες δεν έχει εμφανιστεί στο Λονδίνο, το οποίο καθυστερούσε επιδεικτικά την έκδοση βίζας, ενώ ο ίδιος έβγαλε μεν διαβατήριο του Ισραήλ, αλλά επέλεξε να μην το χρησιμοποιήσει, κράτησε χαμηλούς τόνους και επέλεξε να μην προκαλέσει. Εξάλλου ποτέ δεν ενεπλάκη στην πολιτική σκηνή του Ηνωμένου Βασιλείου, όπως άλλοι βαθύπλουτοι συμπατριώτες του και ήθελε να διατηρήσει το προφίλ του «no politica». Μάταια, βέβαια, καθώς ήδη το όνομά του βρίσκεται υπό έλεγχο από αμερικανικές και βρετανικές αρχές. Για κάθε τι. Εξάλλου, το χαρτοφυλάκιο του Αμπράμοβιτς στην Αγγλία φτάνει τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια! Καθώς πλην της Τσέλσι, έχει αναπτύξει και άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητας, ενώ έχει προχωρήσει και σε πανάκριβες αγορές κτηρίων!
Η πίεση από την πολιτική πόλωση έχει βάλει στη συζήτηση την πιθανή πώληση της Τσέλσι. Μέσα Ενημέρωσης από το Ισραήλ, της επιρροής του Πίνι Ζάχαβι, αναφέρουν ότι ο Αμπράμοβιτς έχει εξουσιοδοτήσει τον πανίσχυρο broker να βρει αγοραστή πρόθυμο να του προσφέρει 3 δισεκατομμύρια λίρες. Ποσό αδιαπραγμάτευτο για να δώσει τις μετοχές της Τσέλσι, την οποία ελέγχει στο 100%. Οι Ισραηλινοί αποκάλυψαν ότι λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή ο Πολ Αλεν, συνιδρυτής της Microsoft, είχε καταθέσει πρόταση, που απορρίφθηκε. Τον Ιούνιο ο πλουσιότερος Βρετανός, Τζιμ Ράτκλιφ, εξέφρασε το ενδιαφέρον του για την αγορά της Τσέλσι, προσέφερε 2 δισεκατομμύρια λίρες, με τον Αμπράμοβιτς να απαντά ότι δεν σκέφτεται να πουλήσει. Τις τελευταίες ημέρες προέκυψε το επίσημο ενδιαφέρον του πλουσιότερου Τσέχου και φίλου του Ρώσου, Πετρ Κέλνερ. Με περιουσία 15 δις δολάρια ο Τσέχος εξέφρασε την επιθυμία να αποκτήσει το 50% των Λονδρέζων. Αλλά ο Αμπράμοβιτς επιμένει: «Δεν πουλάω».
Και πώς να πουλήσει, άλλωστε, όταν η Τσέλσι αποτελεί ένα από τα πιο κερδοφόρα κλαμπ στον κόσμο, με αύξηση-ρεκόρ στα φετινά έσοδά της σε σχέση με το 2017 της τάξης του 12%! Αν και το χρήμα δεν είναι το βασικό ζητούμενο για τον 52χρονο κροίσο. Εξάλλου όποτε αποφασίσει να πουλήσει θα πάρει τουλάχιστον τα διπλάσια από όσα έχει βάλει όλα αυτά τα χρόνια (σ.σ. 1,1 δισεκατομμύρια). Αλλά η «προστασία» που του προσφέρει η Τσέλσι, δεν έχει τιμή.
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ»
Η «προστασία», είναι μια λέξη την αξία της οποίας ο Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ γνωρίζει καλά. Ειδικά τώρα, μετά τις σοβαρές περιπέτειες με τη δικαιοσύνη του πριγκιπάτου του Μονακό. Όπως γνωρίζει (πλέον) ότι το ποδόσφαιρο στην προσφέρει απλόχερα, αρκεί να μην μπαίνεις σε… ξένα χωράφια. Οποιος προσπαθεί να μπλεχτεί με την πολιτική σκηνή, πάντα οι εχθροί του γίνονται περισσότεροι και… ψάχνονται περισσότερο. Με τον Ρώσο ολιγάρχη και ιδιοκτήτη της Μονακό να ακούει τις εισαγγελικές αρχές του Πριγκιπάτου να τον χαρακτηρίζουν και επισήμως ύποπτο στο πλαίσιο ερευνών, που διεξάγουν για υπόθεση διαφθοράς, απάτης και δωροδοκίας, στην οποία φέρεται να εμπλέκεται. Οι έρευνες αυτές ξεκίνησαν πριν από τουλάχιστον ένα χρόνο για τον Ριμπολόβλεφ, ο οποίος έχει ποικίλες επιχειρηματικές δραστηριότητες εντός και εκτός Ρωσίας, είναι συλλέκτης πανάκριβων έργων τέχνης και μεταξύ άλλων έχει αγοράσει και την ποδοσφαιρική ομάδα AS Monaco. Οι αρχές του Μονακό υποψιάζονται ότι αποπειράθηκε να επηρεάσει τους κρατικούς λειτουργούς προς όφελός του στην επί μακρόν δικαστική διαμάχη του με τον Ελβετό έμπορο έργων τέχνης Ιβ Μπουβιέ. Το Κρεμλίνο, από την πλευρά του, δηλώνει πως παρακολουθεί πολύ προσεκτικά τα όσα γράφονται για τον Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ.
Το ποδόσφαιρο ανέκαφεν αποτελούσε και αποτελεί το καλύτερο «διαβατήριο» για κάθε ολιγάρχη που θέλει να βγει μπροστά από τις κάμερες, να μπει στην ελίτ και να αποκτήσει την «προστασία» της διασημότητας. Αλλά ακόμη και οι πιο ισχυροί επιχειρηματικοί «παίκτες» του πλανήτη γνωρίζουν ότι σε κάθε τέτοια ενέργεια υπάρχουν όρια. Ο Αμπράμοβιτς δεν τα ξεπέρασε ποτέ και για αυτόν τον λόγο οι αντιδράσεις προς το πρόσωπό του αποτελούν… νάζια με ημερομηνία λήξης. Ο Ριμπολόβλεφ τα ξεπέρασε και ενεργοποίησε μηχανισμούς που κάθε ολιγάρχης θέλει να παραμένουν ανενεργοί. Με την εικόνα του, να σύρεται στα κρατητήρια του Μονακό, να είναι από εκείνες που όσα λεφτά κι αν έχεις, δεν διορθώνονται εύκολα.