Από τον γερμανικό «εμφύλιο» ανάμεσα σε Ανατολική και Δυτική Γερμανία το 1974 και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 στην υπό δικτατορία Αργεντινή, στο Μουντιάλ του... Πούτιν!
«Μας εμπιστευτήκατε το Παγκόσμιο Κύπελλο για το 2018 και μπορώ να σας υποσχεθώ ότι ποτέ δεν θα το μετανιώσετε», ήταν η διακήρυξη του Αντιπροέδρου της Ρωσίας, Ιγκόρ Σουβάλοφ, στο κεντρικό κτίριο της FIFA στη Ζυρίχη τον Δεκέμβριο του 2010. Μια τολμηρή δήλωση, που λίγοι μπορούσαν να προβλέψουν πόσο λάθος θα ήταν. Ο Πρόεδρος της FIFA, Σεπ Μπλάτερ, υπέγραφε ουσιαστικά το δικό του… ένταλμα θανάτου εκείνη την ημέρα.
Από τις καταγγελίες περί απάτης και δωροδοκίας στη διαδικασία ψηφοφορίας – που συνέβαλαν στην κατάρρευση του Μπλάτερ και πολλών ανώτερων αξιωματούχων της FIFA – σε σημαντικές κατηγορίες σχετικά και γύρω από την ομοφοβία, τον ρατσισμό (η FIFA επέβαλε πρόστιμο ύψους 25.000 ευρώ στην ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας για ρατσιστικά συνθήματα στο φιλικό της Ρωσίας με τη Γαλλία στις 27 Μαρτίου) και τον χουλιγκανισμό, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018 «πνίγηκε» μέσα σε βαθιές αντιπαραθέσεις, ενώ από πολλούς θεωρείται ως το πλέον πολιτικοποιημένο.
Πολιτική, ο συνεχής αγώνας Δούρειων Ίππων
Η πολιτική και ο αθλητισμός βέβαια είναι δύο συνιστώσες μιας κοινωνίας άμεσα συνυφασμένες οι οποίες συνυπάρχουν και αλληλοεξυπηρετούνται. Η αναγκαιότητα του αθλητισμού ως μέσου εξυγίανσης κι επιβολής της δύναμης ξεπερνά πια τα οικονομικά οφέλη τα σχετιζόμενα άμεσα με το «προϊόν». Αυτά που διακυβεύονται πλέον είναι γεωπολιτικά συμφέροντα, ιμπεριαλιστικές κόντρες και αμιγώς πολιτικές εξυπηρετήσεις.
Ο πολιτικός εξτρεμισμός εξάλλου εν πολλοίς βασίζεται σε μία υπερβολικά απλοϊκή αντίληψη των αιτιών για τα παγκόσμια προβλήματα και σε εφεύρεση «εχθρών» για την ανάγκη αναγωγής του εκάστοτε πολιτικού, σε σωτήρα. Αφού πρώτα φυσικά, γίνει η… απαραίτητη αποποίηση των ευθυνών.
Όταν τον Μάρτιο του 2018 ένας άγνωστος επιτέθηκε χρησιμοποιώντας το ρωσικό νευροτοξικό δίαυλο Novichok (ένα από τα πλέον θανατηφόρα χημικά όπλα το οποίο προκαλεί επιβράδυνση του καρδιακού ρυθμού και στένωση των αεραγωγών των πνευμόνων, οδηγώντας σε αργό και συχνά επώδυνο θάνατο με ασφυξία) για να δηλητηριάσει τον Ρώσο πρώην διπλό πράκτορα Σεργκέι Σκρίπαλ και την κόρη του Γιούλια στο Σάλισμπερι, αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο πήρε τεράστιες διεθνείς διαστάσεις.
Για τον κύριο υπεύθυνο ελάχιστα αμφέβαλλε η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Τερέζα Μέι, καθώς 23 Ρώσοι διπλωμάτες απελάθηκαν από το βρετανικό έδαφος τις επόμενες εβδομάδες. Είκοσι επτά άλλες χώρες – όπως οι Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Λιθουανία – ακολούθησαν το παράδειγμα και προχώρησαν σε απέλαση Ρώσων διπλωματών στη μεγαλύτερη εκδίωξη του ρωσικού διπλωματικού προσωπικού από τον Ψυχρό Πόλεμο.
Παρόλο που η Ρωσία αμφισβήτησε έντονα οποιαδήποτε συμμετοχή στην προσπάθεια δολοφονίας, επισημαίνοντας τις κατηγορίες ως αβάσιμες και πολιτικά παρακινημένες, η διεθνής καταδίκη συνέχισε αμείωτη, καθώς το καθεστώς Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε νέες κυρώσεις στη χώρα στις αρχές Απριλίου, στηλιτεύοντας τις ρωσικές «προσπάθειες υπονόμευσης των δυτικών δημοκρατιών».
Αναπόφευκτα, με το μεγαλύτερο αθλητικό θέαμα στον κόσμο να είναι στον ορίζοντα, οι εκκλήσεις για μποϊκοτάζ του Παγκοσμίου Κυπέλλου έχουν αυξηθεί και γίνονται υπό διάφορες μορφές, από την μη συμμετοχή υψηλόβαθμων αξιωματούχων, μέχρι απειλές για την πλήρη απόσυρση αρκετών ομάδων από τη διοργάνωση. Αυτό, σύμφωνα με την εκπρόσωπο της υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρίας Ζαχάροβα, αποτελεί την κύρια πρόθεση των Δυτικών όλο αυτό το διάστημα, ο βασικός στόχος της Δύσης είναι δηλαδή να εμποδίσει τη Ρωσία να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. «Θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο. Το μυαλό τους είναι μόνο σε αυτό το ποδόσφαιρο και ο Θεός απαγορεύει να αγγίξουν ένα ρωσικό γήπεδο ποδοσφαίρου», είπε στο Channel 5 TV της Ρωσικής Κυβέρνησης.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Χίτλερ
Ο υπουργός Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπόρις Τζόνσον, προέβη σε αμφιλεγόμενες συγκρίσεις μεταξύ του Ρώσου Προέδρου Βλανταμίρ Πούτιν και του Αδόλφου Χίτλερ για τη χρήση των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου του 1936 ως ναζιστική προπαγάνδα. Στην Ολυμπιάδα της ναζιστικής Γερμανίας, ο Χίτλερ είχε φροντίσει τα πάντα. Είχε εξαφανίσει τις πινακίδες που έγραφαν: «Οι Εβραίοι δεν είναι ευπρόσδεκτοι εδώ» φοβούμενος το διεθνές μποϊκοτάζ. Είχε φροντίσει να κρύψει κάτω από το χαλί το αίσχος και ήταν καθόλα έτοιμος να προβάλει τις ιδέες του περί άριας φυλής. Το τέλειο σχέδιο του πατέρα της προπαγάνδας Γιόσεφ Γκέμπελς.Ήταν όλα στην εντέλεια. «Νομίζω ότι η σύγκριση με το 1936 είναι σίγουρα σωστή. Είναι μια εποικοδομητική προοπτική του Πούτιν να δοξαστεί σε αυτό το αθλητικό γεγονός», είπε συγκεκριμένα ο Τζόνσον ο οποίος φαίνεται πεπεισμένος για το… πολιτικό σθένος της Ρωσίας αναφορικά με τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Ο αθλητισμός είναι πολιτική και η πολιτική αθλητισμός
Κατά τη διάρκεια του δεκαετούς Ψυχρού Πολέμου, οι εντάσεις μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας ήταν εμφανείς. Η φυσική διάσπαση του Βερολίνου, ανάμεσα στην παραπαίουσα κομμουνιστική Ανατολή και την ευημερούσα καπιταλιστική Δύση μετά την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου το 1961, καθιέρωσε τη γερμανική πόλη ως μια… παραβολή μιας πρώτης γραμμής σε μάχη για… ιδεολογική υπεροχή. Κατά συνέπεια, όταν οι δύο «κόσμοι» συναντήθηκαν στους ομίλους του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974, το παιχνίδι έλαβε αναπόφευκτα έναν βαθύτερο συμβολισμό, αυτόν της ιδεολογικής και ταξικής πάλης.
Η πρώτη και μoναδική φορά που οι δύο πλευρές συναντήθηκαν στο ανώτερο διεθνές επίπεδο, στην πραγματικότητα σήμαινε πολλά περισσότερα από ένα ποδοσφαιρικό αγώνα, καθώς κάθε ομάδα πήρε στις πλάτες της κι ένα λαό. Έγινε φορέας της σημαίας και του τρόπου ζωής του έθνους της. Οι Ανατολικοί ήθελαν να υψώσουν ανάστημα, να αποδείξουν ότι μπορούν να κοιτάξουν κατάματα τους εύπορους «γείτονές» τους, οι Δυτικοί να επιβεβαιώσουν την υπεροχή τους. Άπαντες προέβλεπαν με ευκολία τον νικητή. Γινόταν απλώς λόγος για πόσο μεγάλη θα ήταν η συντριβή των Ανατολικογερμανών από τους Δυτικούς των Γκερντ Μίλερ, Μπεκενμπάουερ, Μπράιτνερ.
Μπροστά σε 62.000 οπαδούς στο Volksparkstadion στο Αμβούργο όμως, το γκολ του Γιούργκεν Σπαρβάσερ (1-0) ήταν εκείνο που θα έγραφε Ιστορία! Καμία σημασία δεν είχε το γεγονός ότι η Α. Γερμανία αποκλείστηκε και ότι οι Δυτικοί όχι απλώς προχώρησαν στην επόμενη φάση, μα κατέκτησαν εν τέλει και το βαρύτιμο τρόπαιο. Ο κομμουνισμός είχε θριαμβεύσει επί του καπιταλισμού, τουλάχιστον σύμφωνα με την ανατολικογερμανική πολιτική που ήξερε πως να χρησιμοποιήσει την… απολαυστικά απλή αλληγορία και προσέφερε το αποτέλεσμά της στον πληθυσμό της χώρας. «Όταν πεθάνω θέλω στην επιτύμβια πλάκα απλά να γραφεί ‘Αμβούργο 1974’. Τότε όλοι όσοι κοιτούν τον τάφο θα καταλαβαίνουν ποιος κείτεται εκεί», ήταν τα λόγια του χρυσού σκόρερ. Μπορείτε να καταλάβετε για τι πράγμα μιλάμε…
Αυτό που οι ηγέτες της Ανατολικής Γερμανίας κεφαλαιοποίησαν είναι η δύναμη του αθλητισμού στην πολιτική σφαίρα, καθώς οι άνθρωποι γραπώνονται γύρω από τις εθνικές τους ομάδες, καλλιεργούν έναν λανθάνον πατριωτισμό, εντείνοντας έτσι το φυλετικό διαχωρισμό ακόμα και στους πιο δυνατούς διεθνιστές. Το προαναφερθέν, δεν διαφοροποιείται ούτε στην περίπτωση που μία χώρα φιλοξενεί ένας αθλητικό γεγονός υψηλού προφίλ. Το παράδειγμα που έφερε ο Μπόρις Τζόνσον για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου του 1936, με τον Χίτλερ να χρησιμοποιεί εντυπωσιακά στάδια, αθλητικές ικανότητες και εξαιρετικά απολιθωμένες εικόνες της γερμανικής κοινωνίας για να διογκώσει το πρεστίζ του ναζιστή στη διεθνή σκηνή, επαναλαμβάνεται συνεχώς!
Παγκόσμιο Κύπελλο 1978
Ένα ακόμα παράδειγμα του κορυφαίου ποδοσφαιρικού ραντεβού ιδωμένου μέσα από πολιτικά συμφέροντα είναι το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 στην Αργεντινή. Ένα Μουντιάλ ντροπής που διοργανώθηκε σε μια Αργεντινή που ζούσε υπό την σκιά της χούντας και είχε έναν και μοναδικό σκοπό: Να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του Βιδέλα και να αποκρύψει την πολιτική καταπίεση και τις μαζικές αφανίσεις που έγιναν υπό την κυριαρχία της, μέσα από υποσχέσεις για ένα «Παγκόσμιο Κύπελλο Ειρήνης» που θα δίδασκε σε «όλους τους πατριώτες Αργεντινούς να ενωθούν πίσω από την εθνική σημαία της χώρας».
Βέβαια, η επιτυχία της Αργεντινής στο τουρνουά είχε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, όπως επισήμανε ο επιθετικός Λεοπόλδο Λούκε: «Οι οπαδοί φάνηκαν να ξεχνούν τη φτώχεια και τη στέρηση στις μεγάλες πόλεις. Τις περισσότερες ημέρες είχαμε τους οπαδούς να τρέχουν μαζί με το λεωφορείο της ομάδας μας, να προσεύχονται για μας κρατώντας ροζάρια. Μπορούσατε να δείτε στα μάτια τους, πόσα σήμαινε γι ‘αυπτούς. Εργαζόμασταν κάτω από μια τεράστια ευθύνη, να κερδίσουμε το τουρνουά για τους ανθρώπους μας και να τους βοηθήσουμε να ξεχάσουν τον πόνο τους. Πώς θα μπορούσαμε να μην κερδίσουμε το Παγκόσμιο Κύπελλο για αυτούς τους ανθρώπους;»
Ωστόσο, εν μέσω ισχυρισμών για παίκτες στους οποίους είχαν χορηγηθεί τροφές με αμφεταμίνη, βασανισθέντων οπαδών, εκφοβισμένων διαιτητών και στημένων αγώνων, τελικά ήταν η βίαιη στρατιωτική χούντα που εμφανίστηκε ως ο απόλυτος θριαμβευτής, καθώς όταν ο τεράστιος Ντάνιελ Πασαρέλα κρατούσε το τρόπαιο ψηλά στο Μπουένος Άιρες μπροστά σε εκατομμύρια λατρευτές της Αργεντινής στο Μονουμεντάλ, όσο η Ολλανδία υπέκυπτε στον τελικό (ήττα με 3-1), την στιγμή που ο Βιδέλα καυχιόταν για την επιτυχία της, οι συμπατριώτες τους βασανίζονταν, ένας λαός «λύγιζε» μπροστά στην απανθρωπιά της χούντας.
Πολλές δεκαετίας αργότερα, μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό Catalunia, ο θρυλικός Κρόιφ δήλωνε: «Για να παίξεις σε ένα παγκόσμιο κύπελλο θα πρέπει να είναι 200% συγκεντρωμένος. Εμένα με σημάδευαν στο κεφάλι και ήμουν δεμένος μαζί με τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου στο διαμέρισμα μας στη Βαρκελώνη. Είναι στιγμές που υπάρχουν άλλες αξίες στη ζωή»!
Η αναβίωση της ρωσικής αρκούδας
Λίγοι θα παραλληλίσουν τη Ρωσία του Πούτιν με τη βιαιότητα της δεκαετίας του 1970 της Αργεντινής, κι ακόμα λιγότεροι θα υποδηλώνουν ότι η ομάδα του Στάνισλαβ Τσερτσέσοφ έχει πολύ λίγες πιθανότητες να επαναλάβει την επιτυχία του Πασαρέλα τον Ιούλιο, η Ρωσία όμως φιλοξενώντας το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018 έχει πετύχει τις φιλοδοξίες της. Η επανεκλογή του Βλαντιμίρ Πούτιν το 2012 για την τρίτη του θητεία προκάλεσε μια νέα εποχή ρωσικής «αναζωπύρωσης» μετά από χρόνια σχετικής πολιτικής αφάνειας και αδιαμφισβήτητης της παγκόσμιας κυριαρχίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες τις δύο δεκαετίες μετά την… απόψυξη του Ψυχρού Πολέμου το 1991 .
Η ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, η αποφασιστική ρωσική παρέμβαση στη συριακή διαμάχη που ανέτρεψε την πορεία προς την κυβέρνηση Μπασίρ αλ-Ασαντ το 2015, η υποτιθέμενη ρωσική παρέμβαση στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016 και πιο πρόσφατα η δηλητηρίαση του Σεργκέι Σκρίπαλ δείχνουν μια ρωσική κυβέρνηση, η οποία επιχειρεί να ανακηρυχθεί ως σημαντικός παίκτης στη διεθνή σκηνή και να τοποθετηθεί ως αντιστάθμισμα της αμερικανικής ηγεμονίας. Δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι αυτές οι εξελίξεις έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την πιθανότητα ενός δεύτερου Ψυχρού Πολέμου. Ένας φόβος που διαδόθηκε, όχι σε μικρό βαθμό, από τους ίδιους τους Ρώσους αξιωματούχους.
Παράλληλα με αυτές τις προκλητικές πράξεις στη διεθνή πολιτική σκηνή, η Ρωσία φιλοξένησε τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2014 στο Σότσι. Αναμφισβήτητα λοιπόν το Μουντιάλ το επικείμενο καλοκαίρι είναι καθαρά υφασμένο σαν μια ελκυστικά «απλή αφήγηση», παρότι πρόκειται για ένα πολιτικό πραξικόπημα του Πούτιν για την αναβίωση της ρωσικής αρκούδας, καθώς ουσιαστικά με αυτόν τον τρόπο η χώρα τοποθετείται στο επίκεντρο, αυξάνοντας το κύρος της, φιλοξενώντας το πιο δημοφιλές ποδοσφαιρικό γεγονός στον κόσμο. Αλλά αν το παράδειγμα της Ανατολικής Γερμανίας μας δίδαξε κάτι, είναι ότι οι ελκυστικά απλές αφηγήσεις σπάνια προσφέρουν την πλήθη θέαση της πραγματικότητας.
Σύμφωνα με τον Sven Daniel Wolfe, εμπειρογνώμονα για τη ρωσική αθλητική πολιτική στο πανεπιστήμιο της Λωζάνης, έχει παρατηρηθεί… κόπωση στις τάξεις της πολιτικής ελίτ της χώρας μετά τον μακρόχρονο και πλατιά διευρυμένο δρόμο που έχουν διανύσει μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο αυτού του καλοκαιριού. Οι σκιές που έχουν απλωθεί πάνω από τη χώρα μετά από φαινομενικά ατέλειωτη δωροδοκία, ομοφοβία και σκάνδαλα για ρατσισμό έχουν προκαλέσει… παράπλευρες απώλειες. «Η γενική αίσθηση που έχω από τις αρχές είναι, «Ας το ολοκληρώσουμε»», σχολίασε το 2017. Εκφράζοντας ένα συναίσθημα που πιθανότατα επιδεινώθηκε από τις συνεχιζόμενες εκκλήσεις για μποϋκοτάζ του τουρνουά.
Συνδυάστε αυτό, με την έλλειψη ενδιαφέροντος του Πούτιν για το ποδόσφαιρο και το χαμηλό ποσοστό επιτυχίας του ρωσικού αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος. Όλα αυτά οδηγούν σε μια σχεδόν αναπόφευκτη πρόωρη εξάλειψη ενδιαφέροντος που πιθανόν θα μειώσει και δεν θα συμβάλει στο εθνικό κύρος – δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως τα καθήκοντα… φιλοξενίας της Ρωσίας ενδεχομένως να λογίζονται πια περισσότερο σαν επιβάρυνση, παρά σαν μια ευκαιρία ενίσχυσης της δυναμικής της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη.
Είτε ως πολιτικό όφελος, είτε ως ανεπιθύμητη υποχρέωση, αυτό που μπορεί να ειπωθεί με κάποιο βαθμό βεβαιότητας είναι ότι η Ρωσία το 2018 έχει φορέσει το μανδύα του πιο πολιτικοποιημένου Παγκοσμίου Κυπέλλου στην Ιστορία, μετά από εκείνο της Αργεντινή το 1978 και ακόμα δεν έχει γίνει καν η σέντρα…