Οι δύο προπονητές που κερδίζουν τις εντυπώσεις μέχρι στιγμής στη Super League, μαγνητίζουν τα βλέμματα στο μεγάλο ντέρμπι της Νέας Φιλαδέλφειας.
Την 8η Ιανουαρίου του 2023 την είχαν σημαδέψει εδώ και πολύ καιρό οι δυο τους. Από τότε που το πρωτάθλημα σταμάτησε λόγω του Μουντιάλ, ΑΕΚ και Παναθηναϊκός είχαν κυκλώσει ουσιαστικά τη συγκεκριμένη ημερομηνία όπου θα ανταμώσουν στην κατάμεστη «Opap Arena».
Για πρώτη φορά μετά τον Σεπτέμβριο του 2002 και εκείνο το 1-0 της Ένωσης με σκόρερ τον Ίλια Ίβιτς, η Νέα Φιλαδέλφεια θα φιλοξενήσει το αθηναϊκό ντέρμπι, με το ενδιαφέρον να είναι τεράστιο καθώς μετά από χρόνια οι δύο ομάδες μάχονται για τον τίτλο. Έστω κι αν αυτό το +7 δίνει ένα σημαντικό πλεονέκτημα στο «τριφύλλι».
Για κάποιον που έχει παρακολουθήσει έστω και στο ελάχιστο την πορεία των δύο ομάδων στο φετινό πρωτάθλημα, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Τόσο η ΑΕΚ όσο και ο Παναθηναϊκός, είναι ομάδες του προπονητή τους. Κι αν για τους «πράσινους» το είχαμε διαπιστώσει από την περσινή σεζόν όπου ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς είχε ήδη βάλει τη σφραγίδα του, αυτό που έχει καταφέρει ο Ματίας Αλμέιδα στην Ένωση, δεν θα μπορούσε να το φανταστεί ούτε ο πιο αισιόδοξος οπαδός του Δικεφάλου. Χάρη στη δουλειά τους αλλά και στη γενικότερη επιρροή που έχουν στα δύο μεγάλα κλαμπ από τη μέρα που ανέλαβαν, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως έχουν εξελιχθεί στους απόλυτους σταρ των δύο ομάδων.
Τον έκανε ξανά Παναθηναϊκό
Ξεκινώντας από τον φιλοξενούμενο, ο Γιοβάνοβιτς απολαμβάνει φέτος τους καρπούς από τη δουλειά που ξεκίνησε πριν από 1,5 χρόνο. Με πίστη και υπομονή σε ένα συγκεκριμένο πλάνο, όντας το απόλυτο αφεντικό στο ποδοσφαιρικό τμήμα, ο σέρβος τεχνικός άντεξε στις δυσκολίες του πρώτου διαστήματος, έφερε κούπα μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια και έβαλε ξανά τον Παναθηναϊκό σε τροχιά πρωταθλητισμού.
Τον έχει στην κορυφή από το ξεκίνημα της φετινής Super League, μα πάνω από όλα, ο Γιοβάνοβιτς κατάφερε να συσπειρώσει τον κόσμο. Η Λεωφόρος πηγαίνει από sold out σε sold out, οι οπαδοί του Παναθηναϊκού βλέπουν ότι απέναντί τους έχουν έναν σοβαρό άνθρωπο με τον οποίο μπορούν να κάνουν όνειρα ξανά. Δεν είναι λίγα πράγματα αυτά για μία ομάδα που όχι μόνο είχε ξεχάσει τι θα πει πρωταθλητισμός την τελευταία δεκαετία, αλλά είχε πέσει στην πλήρη ανυποληψία.
Ασφαλώς και κανένας δεν πετυχαίνει ποτέ τίποτα μόνος του σε ένα ομαδικό σπορ όπως το ποδόσφαιρο. Η αλήθεια είναι όμως πως η δική του παρουσία αποτέλεσε εγγύηση για όσα καλά ήρθαν στην πορεία. «Όπλο» του η ομοιογένεια, ο κυνισμός και η ταπεινότητα της ομάδας εντός κι εκτός αγωνιστικού χώρου. Απέναντί του το βράδυ της Κυριακής ο Γιοβάνοβιτς θα βρει έναν προπονητή (για δεύτερη φορά αντίπαλοι μετά το 2-1 της Λεωφόρου) με τον οποίο θα έλεγε κανείς πως έχει κοινά στοιχεία αλλά και διαφορές.
Ο άνθρωπός της
Η σημαντικότερη ομοιότητα στις δύο περιπτώσεις είναι πως αμφότεροι παρέλαβαν ένα χάος. Μεγαλύτερη διαφορά; Εκτός από το εντελώς διαφορετικό στυλ παιχνιδιού, με την ΑΕΚ να στηρίζεται σε ένα πιο άμεσο και παραγωγικό ποδόσφαιρο, το γεγονός ότι ο Αλμέιδα έφερε αποτελέσματα πολύ πιο γρήγορα όχι μόνο από τον Γιοβάνοβιτς , αλλά και από αυτό που θα περίμεναν ακόμη και εκείνοι που τον επέλεξαν για να αναλάβει αυτό το δύσκολο έργο.
Μέσα σε λίγους μήνες ο Αργεντινός έχει καταφέρει να δώσει ταυτότητα στην ομάδα του, να περάσει το πνεύμα του νικητή και να κάνει τον κόσμο να τον λατρέψει. Κάτι που είχε να συμβεί πάρα πολλά χρόνια με προπονητή στην ΑΕΚ. Σημαντικό ρόλο σε όλα αυτά έχει παίξει αναμφίβολα και η επιστροφή της ομάδας στη φυσική της έδρα, στη Νέα Φιλαδέλφεια. Για πρώτη φορά μετά από πάρα πολύ καιρό η κουβέντα πέριξ της Ένωσης για έναν προπονητή δεν έχει να κάνει με το πότε θα φύγει, αλλά με το πότε θα ανανεώσει για να μην φύγει ποτέ.
Κι αυτό το κέρδισε με τη δουλειά του ο Αλμέιδα. Όπως ο Παναθηναϊκός έτσι και η ΑΕΚ θυμήθηκε ξανά τι εστί πρωταθλητισμός, αλλά το σπουδαιότερο επίτευγμα του 49χρονου τεχνικού είναι πως δημιούργησε μία ομάδα η οποία κατά γενική ομολογία παίζει το καλύτερο ποδόσφαιρο μέχρι στιγμής. Στο τέλος θα κριθεί και εκείνος και η ΑΕΚ, ανάλογα με το τι θα έχουν πετύχει σε πρωτάθλημα και Κύπελλο. Μέχρι τώρα πάντως, το πρόσημο είναι κάτι παραπάνω από θετικό, με τους «κιτρινόμαυρους» να βάζουν τις βάσεις και για την επόμενη σεζόν.