Συμπληρώθηκαν 29 χρόνια από την 15η Απριλίου 1989, από την αποφράδα ημέρα που 96 ψυχές χάθηκαν στο γήπεδο. Η μεγαλύτερη αθλητική τραγωδία στην ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας.
Η Λίβερπουλ αντιμετώπιζε τη Νότιγχαμ Φόρεστ στο Σέφιλντ. Ακόμη ένας ημιτελικός του Κυπέλλου Αγγλίας, όπως τόσοι και τόσοι που έχουν διεξαχθεί στα σχεδόν 150 χρόνια της μακροβιότερης διοργάνωσης στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Κανείς δεν περίμενε, κανείς δεν υποπτευόταν ότι εκείνος ο αγώνας θα έμενε στην ιστορία ως μία από τις μεγαλύτερες τραγωδίες που έχουν συγκλονίσει τον παγκόσμιο αθλητισμό.
Πέρασαν 29 χρόνια από την Τραγωδία του Χίλσμπορο, όπου 96 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και περισσότεροι από 200 τραυματίστηκαν, μετά τη θανάσιμη απόφαση της αστυνομίας του Νότιου Γιόρκσιρ να επιτρέψει σε εκατοντάδες φιλάθλους της Λίβερπουλ, που βρίσκονταν απ’ έξω, να βρεθούν μέσα στην ήδη κατάμεστη εξέδρα. Στο πέταλο του Χίλσμπορο, στις θέσεις των ορθίων, δημιουργήθηκε πανικός, εκατοντάδες άνθρωποι ποδοπατήθηκαν.
Η τηλεόραση «βομβάρδιζε» με συνεχή έκτακτα δελτία, στα οποία ο αριθμός των νεκρών αυξανόταν διαρκώς: Οι πληροφορίες κάνουν λόγο για 15 νεκρούς στο Χίλσμπορο αργότερα άλλαξε το νούμερο, έγινε 25… 40… 60… και τελικά σταμάτησε στους 96…
Τρεις δεκεαετίες μετά οι συγγενείς των θυμάτων αναζητούν ακόμη απαντήσεις στα ερωτηματικά. Γιατί έμειναν ανοιχτές οι πόρτες; Ποιος έδωσε αυτή την εντολή; Που οφείλεται η κωλυσιεργία, τη στιγμή που όλοι έβλεπαν ότι στο πέταλο των οπαδών της Λίβερπουλ είχε δημιουργηθεί το αδιαχώρητο;
Γιατί η αστυνομία βιάστηκε να ενημερώσει ότι το πρόβλημα δημιουργήθηκε από «μεθυσμένους οπαδούς της Λίβερπουλ που προσπάθησαν να εισέλθουν χωρίς εισιτήριο»; Αυτή η ενημέρωση έμοιαζε με θανατική ποινή για πολλούς από τους 96 νεκρούς. Παραπλανήθηκε η κοινή γνώμη, δεν κινητοποιήθηκαν εγκαίρως οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, γενικά δεν εκτιμήθηκε η σοβαρότητα της κατάστασης.
Μέχρι σήμερα κανείς δεν είχε κατηγορηθεί. Τώρα, όμως, έξι άτομα θα καθήσουν στο σκαμνί και θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πράξεων, ή μάλλον της αδράνειάς τους. Εκτός από τον Ντάκενφιλντ, κατηγορούμενοι είναι ο τότε υπεύθυνος ασφαλείας του γηπέδου, ένας δικηγόρος ο οποίος εκπροσωπούσε τις αρχές και άλλοι τρεις αστυνομικοί. Οι εναντίον τους κατηγορίες περιλαμβάνουν παρακώλυση δικαιοσύνης, παραβίαση κανόνων ασφαλείας και παράνομη συμπεριφορά από δημόσιο αξίωμα.