Ο Πιτ Μάραβιτς έλαμψε σε μια εποχή πολύ διαφορετική στο NBA, χωρίς τρίποντα και social media, έφυγε όμως από τη ζωή σαν σήμερα το 1988, μόλις στα 40 του χρόνια από ανακοπή καρδιάς, έχοντας προβλέψει ο ίδιος το τέλος του νωρίτερα. To10.gr θυμάται την ιστορία του.
Τα τελευταία χρόνια στο NBA το «Talk of the town» δεν είναι άλλο από τον απίθανο Στεφ Κάρι και την απίστευτη έφεσή του στο τρίποντο. Όμως πριν από τον Κάρι υπήρξε ένας παίκτης με το ψευδώνυμο «πιστολέρο», που πρώτος έγινε γνωστός για την τέχνη του μακρινού σουτ και την εκπληκτική αίσθηση της μπάλας. Ο Πιτ Μάραβιτς ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του.
Δυστυχώς όμως, όσο γρήγορα ήρθε στο NBA, το ίδιο γρήγορα έφυγε από τη ζωή, μόλις σε ηλικία 40 ετών, από ανακοπή καρδιάς, προβλέποντας μάλιστα ο ίδιος το τραγικό του τέλος, όμως κατάφερε και πάλι να περάσει στην μπασκετική αιωνιότητα.
Ο αυταρχικός πατέρας και η σκληρή προετοιμασία για το μέλλον
Ο Πέταρ Μάραβιτς είχε το προσωνύμιο «Press», επειδή πουλούσε εφημερίδες όταν έφτασε στην Αμερική ως μετανάστης από τη Σερβία. Στα 32 του, το 1947, απέκτησε τον Πιτ και προσπάθησε να τον ωθήσει από νωρίς στο μπάσκετ, βλέποντας κάτι ξεχωριστό σε εκείνον, έχοντας πια ασχοληθεί με την προπονητική.
Ο μικρός τα πήγαινε καλά, όμμως η πατρική φιγούρα τον άγχωνε. Όταν έφτασε η ώρα για το κολλέγιο, δέχθηκε μάλιστα μια πολύ αυστηρή προειδοποίηση. «Αν ποτέ μεθύσεις, ή πάρεις ναρκωτικά θα σε πυροβολήσω» του είπε.
Στο κολλέγιο έπαιξε για τρία χρόνια κι έβαλε 3.667 πόντους, ρεκόρ που αντέχει μέχρι σήμερα. Είναι τρελό αν σκεφτούμε τρεις παράγοντες που μάλιστα τον περιόρισαν. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τρίποντα κι όμως εκείνος συνέχιζε να «πυροβολεί σαν πιστολέρο», όπως ήταν άλλωστε και το παρατσούκλι του.
Δεν υπήρχε ρολόι, που σημαίνει ότι καθένας καρατούσε την μπάλα στα χέρια του όση ώρα ήθελε και, ίσως, το πιο σημαντικό, του στέρησαν μια χρονιά. Τη δεκαετία του 1960 υπήρχε ακόμα σε ισχύ ένας τελείως ακατανόητος νόμος, που δεν επέτρεπε σε πρωτοετείς να παίζουν στο κολλέγιο.
Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο έγινε ο καλύτερος σκόρερ στην ιστορία του NCAA με τον απίστευτο μέσο όρο 44.2 πόντων ανά αγώνα.
Το πέρασμα στο NBA
Οι Χοκς τον επέλεξαν στο νούμερο 5 στο ντραφτ του 1970, όπου έπαιξε υπό τις οδηγίες του Ρίτσι Γκερίν, του ανθρώπου που κατείχε το ρεκόρ πόντων των Νικς με 57, μέχρι τα Χριστούγεννα του 1984 που το «έσπασε ο Μπέρναρντ Κινγκ. Από την αρχή έπαιζε αυτό το ελεύθερο κι ανένατχτο μπάσκετ, με ντρίμπλες, απίστευτες πάσες και κυρίως σουτ. Πολλά σουτ κι εύστοχα.
Στην Ατλάντα έμεινε μέχρι το 1974, όταν και μετακόμισε στους Τζαζ, που έδρευαν τότε στη Νέα Ορλεάνη.Εκεί πέρασε τα καλύτερά του χρόνια, με αποκορύφωμα το 1977, όταν κι αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ με 31.1 πόντους μέσο όρο κι έβαλε 13 φορές 40+ πόντους, 4 φορές 50+ κι έκανε και ρεκόρ καριέρας απέναντι στους Νικς με 68 πόντους.
Τότε ήταν η τρίτη καλύτερη επίδοση μετά από τους 71 του Έλτζιν Μπέιλορ, τότε προπονητή του και τους 100 του Γουίλτ Τσάμπερλαιν.
Έπαιξε συνολικά για 10 χρόνια στο NBA. Σε αυτά τα 10 χρόνια τελείωσε με μέσο όρο 24.2 πόντους, 5.4 ασίστ και 4.2 ριμπάουντ. Είναι ένας από τους μόλις έξι παίκτες με τέτοια ή καλύτερα νούμερα.
Οι άλλοι είναι ο Λάρι Μπερντ, ο Όσκαρ Ρόμπερτσον, ο Μάικλ Τζόρνταν, ο ΛεΜπρόν Τζέιμς κι ο Τζέρι Γουέστ. Από όλους αυτούς μόνον ι Μάραβιτς δεν πήρε ποτέ του πρωτάθλημα.
Η μακάβρια προφητεία του
Το 1980 απσύρθηκε, μετά από μια σεζόν στους Σέλτικς. Ήταν μόλις 32 ετών, είχε περάσει όμως πολλούς τραυματισμούς τα τελευταία χρόνια. Όταν τον ρώτησαν γιατί αποφασίζει να σταματήσει τόσο νωρίς είπε μια, δυστυχώς προφητική ατάκα: «Δεν θέλω να καταπονήσω το σώμα μου άλλο και να πεθάνω από ανακοπή στα 40 μου.»
Κι όμως σε αυτήν ακριβώς την ηλικία, στις 5 Ιανουαρίου του 1988, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του, θα τον έβρισκε το τέλος. Είχε αφήσει πίσω τα πρώτα δύσκολα χρόνια της απόσυρσης, το ποτό, είχε ξαναβρεί τη χαρά του κι έπαιζε μπάσκετ με φίλους σε ανοιχτό γήπεδο της Πασαντίνα.
Έλεγε ότι του άρεσε ξανά το παιχνίδι κι αισθανόταν τέλεια, όμως λίγα δευτερόλεπτα μετά τη φράση αυτή, κατέρρευσε. Έφυγε κάνοντας αυτό που ήξερε καλύτερα από όλους. Οι εξετάσεις έδειξαν ότι είχε μια σπάνια πάθηση στην καρδιά, την ύπαρξη της οποίας ουδέποτε γνώριζε.
Ο Στιβ Νας έχει πει για εκείνον ότι «κάνουμε όλα όσα έκανε πριν από εμάς». Καθόλου άδικο δεν έχει. Ο Άιβερσον, ο Μοράντ, όλοι όσοι παίζουν ελεύθερα, στα σαλόνια όπως στα αλώνια, αλλά και όλοι οι μεγάλοι σκόρερ και αρτίστες της «σπυριάρας» κουβαλούν μέσα τους λίγο από τον σπουδαίο Πιτ Μάραβιτς.