Ο Χοσέ Μανουέλ Πουέρτας, με την ιδιότητα του δημοσιογράφου πλέον, μιλάει στο δεύτερο μέρος της συνέντευξής του στο «10» για θέματα που άπτονται του ευρωπαϊκού μπάσκετ και δεν διστάζει να απαντήσει στο δίλημμα «Διαμαντίδης ή Σπανούλης».
Συνέντευξη: Κωνσταντίνος Γουλάρας, Γιώργος Διαλυνάς
Δημήτρης Διαμαντίδης ή Βασίλης Σπανούλης; Γιάννης Αντετοκούνμπο ή Πάου Γκασόλ; Τέσσερις κορυφαίοι Ευρωπαίοι μπασκετμπολίστες στο μικροσκόπιο του Χοσέ Μανουέλ Πουέρτας.
Ο Ισπανός συγγραφέας του βιβλίου του Γιάννη, αποποιείται το ρόλο του και επιστρέφει σε αυτόν που ξέρει να κάνει καλά. Του δημοσιογράφου.
Ο Πουέρτας γνωρίζει όσο λίγοι το ευρωπαϊκό μπάσκετ, καθώς ασχολείται καθημερινά μαζί του στην ιβηρική χώρα. Περιγράφει αγώνες της Ευρωλίγκας για το κανάλι DAZN, γράφει στην σελίδα «Gigantes del Basket», ενώ δραστηριοποιείται και στο ραδιόφωνο, με την εκπομπή «Tirando a fallar».
Το δεύτερο μέρος της συνέντευξης στο «10» είναι αφιερωμένο στα ζητήματα και τις εξελίξεις γύρω από το άθλημα στην Γηραιά Ήπειρο, με τον Πουέρτας να απαντά σε όλα, χωρίς να κάνει διπλωματία.
Πέρα από τα δύο σπουδαία διλήμματα, η κουβέντα πηγαίνει και στις εθνικές ομάδες, με τον 40χρονο δημοσιογράφο να εξηγεί τους λόγους της κυριαρχίας της «Φούρια Ρόχα» τα τελευταία χρόνια, όπως επίσης και το γιατί έχει εξελιχθεί στον κακό δαίμονα της Επίσημης Αγαπημένης.
Φτάνει όμως με τον πρόλογο, ήρθε η ώρα για το κυρίως πιάτο, το οποίο είναι το λιγότερο απολαυστικό.
*Διαβάστε ΕΔΩ το πρώτο μέρος της συνέντευξης,.
Είναι το καλοκαίρι των αποχωρήσεων. Ο Σπανούλης, ο Ρέγιες, ο Σαν Εμετέριο, ο Ζήσης, αποφάσισαν να τερματίσουν την καριέρα τους. Πόσο χάνει το άθλημα και τι σήμαιναν αυτοί οι παίκτες για σένα;
«Ήταν μια δύσκολη εβδομάδα για τους λάτρεις του μπάσκετ. Η γέννηση μου το 1980 συνέπεσε με την χρυσή γενιά του ισπανικού μπάσκετ. Ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο, ο Πάου Γκασόλ, ο Φελίπε Ρέγιες, ο Κάρλος Καμπέθας, ο Μπέρνι Ροντρίγκεθ, ίσως ο καλύτερος «κορμός» της χρυσής ισπανικής γενιάς, γεννήθηκαν όλοι εκείνη την χρονιά. Και επίσης ο Βασίλης Σπανούλης, ο Νίκος Ζήσης. Όλοι αποτελούν μέρος της ζωής μου γιατί τους έβλεπα να παίζουν 17 χρόνια, κάποιους και 20. Ειδικά για την Ισπανία είναι η χρυσή εποχή του μπάσκετ.
Κερδίσαμε δύο Παγκόσμια Πρωταθλήματα, τρία Ευρωμπάσκετ, δύο αργυρά και ένα χάλκινο μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Όλες αυτές οι επιτυχίες φάνταζαν απροσδόκητες μέχρι το 2000 στην χώρα. Ως Ισπανός είναι λυπηρό αν σκεφτούμε ότι ίσως μετά τους Ολυμπιακούς, ο Πάου Γκασόλ θα είναι ο επόμενος που θα αποχωρήσει και θα αφήσει ένα μεγάλο κενό στο άθλημα.
Όσον αφορά τους Έλληνες, μπορώ να πω ότι ο Σπανούλης είναι μοναδικός. Έχω υποφέρει και έχω χαρεί με τον Σπανούλη, ήταν ένα τέρας του μπάσκετ, ίσως ο πιο clutch παίκτης στην Ευρώπη. Πάντα έλεγα ότι αν δημιουργούσα μια ομάδα για να κερδίσω το παιχνίδι στα τελευταία λεπτά, τότε θα επέλεγα σίγουρα τον Σπανούλη. Θα μας λείψουν όλοι, άλλα ο «Kill Bill» ειδικά λίγο περισσότερο».
Και τώρα η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου. Διαμαντίδης ή Σπανούλης;
«Θα τους ήθελα και τους δύο στην ομάδα μου. Αν ήθελα να ελέγξω τον ρυθμό του παιχνιδιού, ο Διαμαντίδης είναι ο καλύτερος σε αυτό. Αν ήθελα όμως να κερδίσω το παιχνίδι στα τελευταία λεπτά, ακόμα και αν ο Διαμαντίδης ήταν καλός στις κρίσιμες στιγμές, θα επέλεγα τον Σπανούλη. Θα ήταν πολύ δύσκολο να επιλέξω μόνο έναν, αλλά αν έπρεπε, θα έλεγα τον Σπανούλη».
Αναφορικά με την Ευρωλίγκα, ήταν η Εφές η δίκαιη πρωταθλήτρια; Ήταν το φαβορί και την σεζόν 2019-20 αλλά την σταμάτησε η πανδημία.
«Νομίζω ότι η Εφές την περσινή χρονιά ήταν καταπληκτική. Το επίπεδο παιχνιδιού του Σέιν Λάρκιν δεν το έχουμε ξαναδεί πολλές φορές στην Ευρώπη. Ήταν ένα τέρας. Δεν σταματούσε να σκοράρει και να πασάρει. Το ίδιο και Βασίλιε Μίτσιτς, αν και νομίζω ότι ο Σέρβος ήταν λίγο καλύτερος από τον Λάρκιν φέτος. Ωστόσο αυτό που απέδειξαν είναι πως στο σύγχρονο μπάσκετ, πρέπει να διαθέτεις πολύ καλούς περιφερειακούς παίκτες από ότι ψηλούς.
Ίσως πριν από 15 χρόνια να ήταν διαφορετική η κατάσταση, αλλά το μπάσκετ έχει αλλάξει. Το βλέπουμε και από τους νικητές της Ευρωλίγκας. Για παράδειγμα ο Σπανούλης στον Ολυμπιακό, πρώτα ο Γιουλ και ο Σέρχιο Ροντρίγκεθ και μετά ο Ντόντσιτς και ο Καμπάσο στην Ρεάλ, ο Μπόγκνταν Μπογκντάνοβιτς στην Φενέρ και τώρα η Εφές με τον Λάρκιν και τον Μίτσιτς.
Οπότε νομίζω ότι ήταν δίκαιη η κατάκτηση της Εφές. Ο Εργκίν Αταμάν δήλωσε στην αρχή της χρονιάς πως θα ήταν άδικο να μην την κατακτήσουμε, αλλά αν το αξίζεις πρέπει να το αποδεικνύεις και μέσα στο γήπεδο. Νομίζω πως πέρυσι έπαιξαν καλύτερα, αλλά φέτος βρήκαν τον τρόπο και μπόρεσαν να κερδίσουν την Μπαρτσελόνα που είχε ένα καταπληκτικό ρόστερ».
Τι πιστεύεις ότι έλειψε από την Μπαρτσελόνα και δεν μπόρεσε να πάρει το τρόπαιο;
«Μιλούσα με δύο-τρεις φίλους μου λίγες μέρες πριν το Final-4 και θυμάμαι να τους λέω: «Δεν ξέρω αν η Εφές θα κερδίσει την ΤΣΣΚΑ, αλλά αν το κάνει τότε θα κερδίσει την Μπαρτσελόνα». Η Εφές ήταν το αδύνατο σημείο της Μπαρτσελόνα. Τα δύο τελευταία χρόνια την έχει νικήσει πέντε φορές, ενώ την σεζόν 2018-19 την απέκλεισε και προκρίθηκε στο Final-4.
Οπότε το παιχνίδι δεν εξαρτιόταν τόσο πολύ από την Μπαρτσελόνα, αν και δεν καταλαβαίνω κάποιες από τις κινήσεις του Γιασικεβίτσιους στον τελικό. Για παράδειγμα, η μη χρησιμοποίηση του Χάνγκα, όπως και τα πολλά λεπτά συμμετοχής του Μπολμάρο, ο οποίος είναι καλός αλλά του λείπει η εμπειρία σε αυτό το επίπεδο. Βέβαια σέβομαι τις αποφάσεις του Σάρας.
Όπως είπα όμως το κλειδί ήταν η Εφές, η οποία έπαιξε πολύ καλά και είχε τον Βασίλιε Μίτσιτς σε μεγάλη βραδιά. Πάντως, μερικές φορές ξέρεις πως για να κερδίσεις την Ευρωλίγκα, πρέπει πρώτα να χάσεις μία. Η Μπαρτσελόνα επέστρεψε μετά από 11 χρόνια στον τελικό και νομίζω πως η επόμενη χρονιά θα της ανήκει. Όπως συνέβη και με την Εφές, η οποία απέτυχε την πρώτη φορά και τα κατάφερε την επόμενη. Νομίζω λοιπόν πως, αν και πρέπει να δούμε τις κινήσεις που θα γίνουν το καλοκαίρι, η Μπαρτσελόνα θα είναι το απόλυτο φαβορί την επόμενη χρονιά».
Μπορεί ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους να γίνει ο επόμενος μεγάλος Ευρωπαίος προπονητής;
«Είναι πιθανό. Είναι πολύ καλός, στη Ζαλγκίρις βέβαια ήταν το απόλυτο αφεντικό, μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε, του είχαν παραδώσει τα κλειδιά της ομάδας. Και στην Μπαρτσελόνα όμως με κάποιο τρόπο, μάλλον επειδή προέρχονταν από μια πολύ κακή περίοδο πριν αναλάβει, βρήκε παρόμοια ελευθερία ώστε να κάνει η ομάδα βήματα μπροστά και να γίνει ξανά μεγάλη. Απολαμβάνει τη στήριξη και χτίζει την ομάδα όπως θέλει.
Δεν είχε την πίεση που θα συναντούσε κάποιος πιο παλιά στη δική του θέση. Δεν ανησυχούσε δηλαδή μήπως του κοστίσει ένα ενδεχόμενο άσχημο ξεκίνημα στη σεζόν. Έχει αυτοπεποίθηση επειδή είναι ένας μύθος του συλλόγου και τα πήγε εξαιρετικά στο πέρασμά του ως παίκτης.
Οπότε αυτό ήταν κάτι καλό για εκείνον. Δεν ξεκίνησαν καλά, χάνοντας το Σούπερ Καπ από τη Ρεάλ Μαδρίτης και μετά κάποια παιχνίδια στην αρχή της χρονιάς, αλλά δεν επηρεάστηκε καθόλου η αυτοπεποίθησή του, όπως θα συνέβαινε σε άλλον. Νομίζω είναι εμφανές πως η ομάδα έπαιξε πολύ καλά και κυριάρχησε εντός συνόρων. Ακόμα κι αν δεν τερμάτισε πρώτη στο τέλος της κανονικής περιόδου, όλοι ξέραμε ότι ήταν πολύ καλύτερη από τη Ρεάλ. Σε κάποια σημεία είδαμε να παίζει τρομερά, ειδικά στο αμυντικό κομμάτι.
Το γεγονός αυτό ήταν ένας από τους λόγους του καλού μπάσκετ, μαζί με την ένταξη του Πάου Γκασόλ τον Απρίλιο. Μην ξεχνάμε ότι ο Πάου ήταν ένας παίκτης με μέσο όρο 14 πόντων που είχε να παίξει δύο χρόνια λόγω σοβαρού προβλήματος στο πόδι. Ξέρετε κι εσείς ότι τέτοιοι τραυματισμοί είναι οι χειρότεροι για παίκτες με ύψος σαν το δικό του.
Ίσως είχε κάποιες δυσκολίες να μαρκάρει κοντούς παίκτες στο σύγχρονο μπάσκετ με τις συνεχείς αλλαγές στα σκριν, αλλά θεωρώ πως έπαιξε πολύ καλά. Φυσικά δεν ξέρουμε τι θα συνέβαινε εάν δεν ήταν στον τελικό. Μπορεί ο Οριόλα να μάρκαρε καλύτερα τον Μίτσιτς και τον Λάρκιν στις αλλαγές και τις διεισδύσεις, όσο αργά πόδια κι αν έχει είναι πιο γρήγορος από τον Πάου και μπορεί να αμυνθεί καλύτερα. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
Όπως και να ‘χει οφείλω να παραδεχτώ πως ο Πάου έπαιξε καλύτερα απ’ όσο περίμενα. Σίγουρα είναι ο καλύτερος Ισπανός όλων των εποχών, όμως με τα όσα πέρασε τα τελευταία χρόνια είχα κάποιες αμφιβολίες γι’ αυτόν. Με διέψευσε και φάνηκε ότι ήταν έτοιμος να παίξει. Όταν ήρθε στην ομάδα είχαν πιάσει την καλύτερή τους απόδοση και ο Σάρας μπόρεσε να τον ενσωματώσει χωρίς πολλά προβλήματα».
Θα πάει ποτέ στο NBA ως πρώτος προπονητής;
«Κάποια μέρα μπορεί να συμβεί, είναι δύσκολο να μη περάσεις την πόρτα του NBA. Νομίζω όμως πως δε θα μπορέσει να γίνει πρώτος προπονητής αν δεν περάσει αρκετά χρόνια ως βοηθός προπονητή. Η απόφαση είναι δική του, θέλει να πάει εκεί και να βρεθεί βοηθός πρώτα, π.χ. για 5 χρόνια αντί να παίρνει τις αποφάσεις και να βρίσκεται στο κορυφαίο επίπεδο σαν τον Ομπράντοβιτς, ας πούμε για τα επόμενα 10-15 χρόνια; Αυτός θα αποφασίσει. Μου είναι δύσκολο να φανταστώ κάποια ομάδα να του δίνει ευκαιρία χωρίς να έχει προηγούμενη εμπειρία.
Μιας κι ανέφερες τον Ομπράντοβιτς, πώς είδες την επιστροφή του;
«Είναι ο καλύτερος. Τώρα βρίσκεται εκτός Ευρωλίγκας, κάτι ασυνήθιστο, αλλά βλέπεις την επιρροή του. Έφερε τον Κέβιν Πάντερ, τον Άλεξ Αβράμοβιτς, αν και δεν είναι το ίδιο γιατί ο δεύτερος ήταν στην Εστουδιάντες που υποβιβάστηκε. Ο Πάντερ όμως ήταν ένα από τα ανερχόμενα αστέρια της Ευρωλίγκας, ένας από τους ηγέτες μιας ομάδας που έπαιξε σε Final 4. Και υπέγραψε σε μια ομάδα που την προηγούμενη σεζόν δεν ήταν καν ανταγωνιστική στο Γιούροκαπ, θα δούμε τι θα γίνει και με τον Μπιέλιτσα.
Πάντα λέω το ίδιο πράγμα για τον Ζέλικο. Είναι ένας τύπος που κερδίζει την εμπιστοσύνη των παικτών του. Θυμάστε ίσως το περιστατικό, νομίζω στη Μόσχα, που χτύπησε τον Μαχμούτογλου στο πρόσωπο. Όλοι στα κοινωνικά δίκτυα έλεγαν ότι ήταν απαράδεκτο κι ότι θα έπρεπε να απολυθεί. Είμαι σίγουρος πως αν του ζητούσε ένα λεπτό μετά να πάει να πέσει από μια γέφυρα, ο Μαχμούτογλου θα το έκανε.
Λίγοι είναι σαν τον Ζοτς που μπορούν να πουν ό,τι θέλουν. Μπορεί επειδή ξέρει ότι οι παίκτες του τον εμπιστεύονται, αλλά και εκείνος το ίδιο. Καμιά φορά παθιάζεται παραπάνω κι αντιδρά λίγο υπερβολικά, αλλά είναι εμφανές ότι στηρίζει απόλυτα τους παίκτες κι αυτοί με τη σειρά τους κάνουν το ίδιο. Αυτό είναι το κλειδί για μένα. Για παράδειγμα θυμάμαι ένα άλλο τάιμ-άουτ, πάλι στη Μόσχα, που είπε στον Ντατόμε να πάει να γ@@ει. Κι εδώ πάλι ό,τι είπα πριν. Αν στο άλλο παιχνίδι του ζητούσε κάτι θα το έκανε αμέσως».
Αν και είναι νωρίς, πώς είδες ως τώρα τις μεταγραφικές κινήσεις στην Ευρωλίγκα;
«Η Μπαρτσελόνα προσπαθεί να διατηρήσει την περσινή ομάδα. Πρέπει να πω πως εξεπλάγην με την προσθήκη του Σανλί γιατί δεν περίμενα να φύγει από την Εφές. Στην ιστορία της ACB δεν έχουν παίξει πολλοί Τούρκοι, θα δούμε πώς θα πάει.
Ο Χάνγκα είναι παίκτης που μπορεί να παίξει σε πολλές θέσεις, μου φαίνεται περίεργο που δεν τον υπολογίζει ο Σάρας. Φυσικά ξέρει καλύτερα εκείνος. Ο Ούγγρος ταιριάζει τέλεια στη Ρεάλ. Το πρόβλημα είναι πως το ρόστερ είναι λίγο γερασμένο. Ο Ρούντι, ο Γιουλ, ο Κοσέρ, ο Κάρολ, ο Τέιλορ, όλοι αυτοί είναι πάνω από 30. Κι αυτός που ήρθε τώρα είναι 32 και υπέγραψε για μια τριετία, ο μόνος νεαρός που πήγε τώρα και μπορεί να τα πάει πολύ καλά είναι ο Γιαρουσέλε.
Όσον αφορά τις ελληνικές ομάδες, Ο Παναθηναϊκός έχασε τον Μήτογλου, που θεωρώ πως είναι ο Ευρωπαίος με τις μεγαλύτερες δυνατότητες μετά τον Γιάννη, ήταν παίκτης-κλειδί. Ο Παπαπέτρου θα μείνει όπως κι ο Νέντοβιτς, περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει με Χεζόνια. Θα μιλήσω με τον Τσέμα Ντε Λούκας να μάθω (γέλια).
Στον Ολυμπιακό έχει ενδιαφέρον η έλευση Φαλ που τα πήγε εξαιρετικά με την Βιλερμπάν. Είναι 28 χρονών κι έπαιξε στην Ευρωλίγκα πρώτη φορά. Συνέχεια ήταν στο Γιούροκαπ και σε μέτριες ομάδες. Έδειξε ότι μπορεί να παίξει σε μια εποχή που γενικά δεν ευνοεί τους τόσο ψηλούς που δεν έχουν και σουτ απέξω.
Είχε κάποια προβλήματα στην άμυνα, δε μπορούσε να ακολουθήσει και έπρεπε να τον έχουν στον πάγκο στα τελευταία δευτερόλεπτα για να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές στα σκριν. Επιθετικά κυριάρχησε, έπαιξε στο low post όπως λίγοι στην Ευρώπη τώρα.
Θέλω να δω και τον Κώστα Αντετοκούνμπο. Η προσαρμογή του θα είναι δύσκολη, έχει κερδίσει ένα δαχτυλίδι χωρίς να παίζει πολύ, στην Ευρώπη όμως δεν έχει δείξει κάτι. Έχει φυσικά προσόντα, αλλά θέλει δουλειά.
Να δούμε και την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, έχει ανανεώσει τον Λούντμπεργκ, προσέθεσε τον Γκριγκόνις, η οποία ήταν πάρα πολύ καλή κίνηση. Και η Ζενίτ κάνει ενδιαφέρουσες κινήσεις όπως του Φράνκαμπ, περιμένει μήπως μείνει ο Πάνγκος αντί να πάει στην ΤΣΣΚΑ. Η Φενέρ χτίζει καλή ομάδα με Πιέρια Χένρι και Πολονάρα, πήρε και τον Ντέβιν Μπούκερ στη θέση «5».
Νομίζω θα είναι πάλι ενδιαφέρουσα η διοργάνωση, ίσως και η καλύτερη στον κόσμο. Παικτικά τα προσόντα των αθλητών στο NBA είναι πολύ ανώτερα, όμως όσον αφορά τον ανταγωνισμό μεταξύ των ομάδων για μένα είναι καλύτερη».
Δεν έχει γίνει καθόλου προβλέψιμη, βαρετή έστω σε κάποια σημεία; Πρέπει να αλλάξει κάτι;
«Δε μου φαίνεται βαρετή. Υπάρχουν σημεία που επιδέχονται βελτιώσεις πάντως. Υπάρχει μια περίοδος εκεί γύρω στο Μάρτιο που τα παιχνίδια αποκτούν διαδικαστικό χαρακτήρα. Θα ήθελα να δω π.χ. υποβιβασμό στο Γιούροκαπ για να παλεύουν όλες οι ομάδες κάθε ματς, όμως είναι και τα χρήματα στη μέση.
Σε μια κακή σεζόν μπορεί να μείνει εκτός playoffs ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ, η Μακάμπι. Η Ευρωλίγκα δε θέλει να πάρει το ρίσκο να χάσει κάποια από αυτές. Μακάρι να μείνει ανοιχτή σε νέες προτάσεις. Βλέπω να γίνεται κλειστή λίγκα 20-24 ομάδων στο μέλλον. Πάντως το μοντέλο είναι καλό γενικά και προτιμώ το format που έχουμε παρά την εποχή του τop16. Το μόνο που δε μου αρέσει είναι τα κλειστά συμβόλαια και η απουσία υποβιβασμού.
Ο Δημήτρης Ιτούδης έχει δηλώσει πως θα προτιμούσε σειρά αγώνων αντί για Final 4. Ποια η άποψη σου γι’ αυτό; Προτιμάς ένα πιο δίκαιο σύστημα ή τον παράγοντα έκπληξης;
«Σίγουρα θα είναι πιο δίκαιο με αυτόν τον τρόπο, καμία αμφιβολία. Πιστεύω όμως ότι το Final 4 είναι το πιο απρόβλεπτο κι απίθανο κομμάτι του θεσμού, οπότε καταλαβαίνω πλήρως το λόγο που η Ευρωλίγκα επιμένει σ’ αυτό. Είναι ένα τέλειο Σαββατοκύριακο. Αν κοιτάξετε θα δείτε ότι τα τελευταία 10 χρόνια σπάνια βγήκε νικητής το φαβορί.
Ξέρω ότι δεν είναι δίκαιο. Το καλύτερο από αυτήν την άποψη θα ήταν να το παίρνει όποιος τερματίζει πρώτος την κανονική σεζόν και το δεύτερο καλύτερο μια σειρά αγώνων. Όμως το Final 4 είναι ξεχωριστό».
Είδαμε φέτος παίκτες όπως ο Καμπάσο κι ο Ντεκ να φεύγουν στη μέση της χρονιάς για το NBA. Τι μπορούν να κάνουν οι ομάδες για να το σταματήσουν;
«Τίποτα. Το NBA έχει πολύ περισσότερα χρήματα και αν οι ομάδες του θέλουν να πληρώσουν κάποιον, τον παίρνουν ακόμα και στη μέση της σεζόν, οπότε εξαρτάται καθαρά από τη βούλησή τους. Και είναι κρίμα γιατί βλέπουμε περιπτώσεις είτε σταρ, είτε παικτών με ρόλο όπως ο Ντεκ να φεύγουν για να «σκουπίζουν» τον πάγκο. Παλιά ήταν αλλιώς, αλλά και οι παίκτες θέλουν χρήματα. Τι μπορείς να κάνεις όταν δίνουν 5 ή 10 φορές περισσότερα…».
Αφού αναφερθήκαμε σε δύο παίκτες της Ρεάλ, ας μείνουμε λίγο στη Liga Endesa. Τι την κάνει το καλύτερο πρωτάθλημα στην Ευρώπη;
«Νομίζω ότι το επίπεδο του πρωταθλήματος συνολικά είναι ανεβασμένο. Φυσικά δεν είναι εύκολο να δεις τη Ρεάλ να χάνει από την τελευταία ομάδα, αλλά μπορεί να συμβεί και συμβαίνει π.χ. πιο συχνά από κάτι αντίστοιχο ας πούμε στον Παναθηναϊκό στην Α1. Οι ομάδες που βρίσκονται πιο χαμηλά είναι πιο δυνατές σε σχέση με άλλες χώρες και αυτό κάνει το πρωτάθλημα κάπως πιο μοιρασμένο…».
Τι κάνει τις ισπανικές ομάδες να έχουν τόσο καλό αναπτυξιακό πρόγραμμα;
«Η δουλειά που γίνεται στις κατηγορίες των νέων. Πολλοί αστέρες ξεκίνησαν από την Ισπανία χωρίς να είναι Ισπανοί, αλλά έχουμε και γηγενείς, όπως ο Αλοθέν, ο Γκαρούμπα, ο Νούνιεθ που έρχεται. Οι καλοί από τους μικρούς θα βρουν χρόνο στην πρώτη ομάδα γιατί θα είναι έτοιμοι, όπως ο Ντόντσιτς. Αλλά νομίζω πως στην Ισπανία έχουμε θέμα στις ηλικίες 18-20 ετών.
Θα ήταν καλό να υπήρχε μια χωριστή διοργάνωση γι’ αυτούς που είναι ενήλικες στην πρώτη ή δεύτερη πια χρονιά με την κανονική ομάδα, γιατί οι περισσότεροι δεν παίζουν πολύ ούτε στην πρώτη, ούτε στη δεύτερη κατηγορία και πάνε έξω, ενώ άλλοι απογοητεύονται και σταματάνε. Θεωρώ πως έχουμε τους κορυφαίους προπονητές στην Ευρώπη στο επαγγελματικό επίπεδο, αλλά δεν αξιοποιούμε σωστά αυτήν την κρίσιμη ηλικία.
Ναι είχαμε τον Ρενέσες που είχε πάει στην Σεβίλλη για τον Πορζίνγκις. Εκεί βρήκε τον Ερνανγκόμεθ, τον Ραντίσεβιτς, τον Μπάλβιν, όλοι νεαροί και τους έφτιαξε. Είχε αναδείξει τον Πάου, τον Ναβάρο, τον Ρούντι, τον Ρούμπιο, αλλά ο Αΐτο είναι εξαίρεση και μια από τις μεγαλύτερες ιδιοφυίες του αθλήματος».
Πέρα από τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, τι γνώμη έχουν οι Ισπανοί για το ελληνικό μπάσκετ;
«Μας λείπουν πολύ οι εποχές που ο Άρης κι ο ΠΑΟΚ διεκδικούσαν τον τίτλο. Μια διοργάνωση για να μεγαλώσει, όπως είπα πριν, πρέπει να έχει αρκετές δυνατές ομάδες και τώρα στην Ελλάδα, ειδικά όσο ο Ολυμπιακός βρίσκεται στην Α2, ξέρετε ότι ο Παναθηναϊκός θα πάρει τον τίτλο. Το ίδιο συμβαίνει στην Ισπανία με το χάντμπολ, όπου η Μπαρτσελόνα έχει χάσει μόλις ένα ματς τα τελευταία οκτώ χρόνια και αυτό δεν είναι καλό για το θεσμό.
Μας λυπεί το θέαμα με τις άδειες εξέδρες όταν σκεφτόμαστε τη δεκαετία του 1980 με τα γήπεδα γεμάτα. Ακόμα και η ΑΕΚ δεν έχει τόσο κόσμο.
Σε λίγο αρχίζουν οι Ολυμπιακοί. Πάμε λίγο στο κεφάλαιο εθνικές ομάδες
«Θέλω να μιλήσω για την Ελλάδα. Χωρίς τον Γιάννη είναι δύσκολα. Αλλά είτε με είτε χωρίς αυτόν χρειάζεται καλούς σουτέρ. Ακόμα και τώρα που μιλάμε καλύτερος παραμένει ο Κώστας Βασιλειάδης που πλησιάζει τα 40. Θέλει σουτέρ οπωσδήποτε, ειδικά με τις δυσκολίες του Γιάννη στο μπάσκετ της FIBA. Μόνο αν μπουν τα σουτ θα βρει χώρο κα για αυτό χρειάζεται τρεις με τέσσερις Βασιλειάδηδες να ανοίξουν το γήπεδο».
Είδαμε την Ισπανία τα τελευταία 15 χρόνια να δείχνει δύναμη και συνέπεια, παίρνοντας σχεδόν τα πάντα. Πώς εξηγείται η πορεία της;
«Είμασταν πολύ τυχεροί να βρούμε τόσο πολλούς και καλούς παίκτες που είχαν διαφορά ηλικίας μάξιμουμ 5 ετών, τη γενιά του 1980 που ανέφερα πιο πριν. Ναβάρο, Πάου, Μαρκ, Ρέγιες, Ρούντι, Καλντερόν, Καμπέθας, Μπέρνι Ροντρίγκεθ, αλλά και μετά ήρθε ο Ρούμπιο και άλλοι.
Είναι αλήθεια ότι πήραμε σχεδόν τα πάντα. Από τις κατακτήσεις δεν περίμενα το 2019. Μας είχα για προημιτελικό, άντε ημιτελικό. Θα μπορούσαμε να χάσουμε από την Αυστραλία γιατί ήταν καλύτερη, αλλά παλέψαμε. Ούτε το Ευρωμπάσκετ του 2015 θεωρούσα πολύ πιθανό, εκεί όμως είχαμε τον Πάου οπότε μπορείς να πεις ότι ήταν λιγότερο ανέλπιστο.
Το 2006 είχαμε καλή ομάδα, αλλά μετά τον δικό σας ημιτελικό με τις ΗΠΑ φοβηθήκαμε. Είδαμε πως παίξατε, ήταν απών κι ο Πάου που έσπασε το πόδι του. Αλλά ήταν σημαντική η νίκη και κυρίως ο τρόπος που ήρθε.
Υπήρξαν δύο ήττες που ήταν απροσδόκητες αλλά είχαν κοινό σημείο. Τόσο το 2007, όσο και το 2014 η ομάδα δε φαινόταν τόσο καλά, σαν κάτι να έλειπε. Όμως ειδικά το 2014 παρόλο το κλίμα περιμέναμε τελικό κόντρα στην Team USA. Όπως φάνηκε όμως λογαριάζαμε χωρίς τους Γάλλους που μας πέταξαν έξω στη φάση των οκτώ».
Στο ίδιο διάστημα είδαμε την Ελλάδα να μη μπορεί να σας κοντράρει καθόλου. Η μεγαλύτερη διαφορά ποια ήταν;
«Ο Πάου. Κανείς στην δική σας ομάδα δε μπορούσε να τον σταματήσει. Σουτ, κορμί, γρήγορα πόδια, εξυπνάδα. Για μένα είναι ο πιο κυρίαρχος παίκτης της 15ετίας. Είχατε τον Σπανούλη που έμοιαζε κάπως με το Ναβάρο, αλλά όχι Πάου. Αυτός μας έκανε να πιστέψουμε ότι μπορούμε να είμαστε οι καλύτεροι.
Αν η ζωή του γινόταν βιβλίο ή ταινία θα έβαζα για τίτλο μόνο τη λέξη «Πάθος». Είναι τρομερός παίκτης. Δεν είναι ο πιο ταλαντούχος, αυτός είναι ο Ναβάρο, αλλά πάντα πολεμάει σαν να είναι ο τελευταίος του αγώνας. Κι αυτή η επιμονή του μας χάρισε τόσα πολλά».
Γιάννης ή Πάου;
«Είναι δύσκολο να συγκρίνεις διαφορετικά στυλ κι εποχές. Αν κοιτάξουμε το NBA, ο Πάου έχει δύο δαχτυλίδια. Ο Γιάννης έχει τώρα την ευκαιρία να πάρει το πρώτο και ίσως στο μέλλον τον ξεπεράσει. Στο επίπεδο της FIBA όμως ο Πάου είναι κορυφαίος.
Οπότε θα το θέσω ως εξής: Στο NBA ο Γιάννης και στην FIBA ο Πάου. Νομίζω είναι καλή απάντηση αυτή».