Σαν σήμερα, 30 Οκτωβρίου του 1960, Θεός και Διάβολος συνεργάστηκαν για να στείλουν στη Γη το δημιούργημά τους, τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.
Άτρωτος και τρωτός ταυτόχρονα. Φτωχός και πλούσιος. Ταλαντούχος και αυτοκαταστροφικός. Θεός και θνητός. Με ορκισμένους φίλους στο πλευρό του και φανατικούς εχθρούς στο πλάι του. Ο ίδιος, μεγάλος θαυμαστής κι εχθρός του εαυτού του. Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα είναι κάτι παραπάνω από ποδοσφαιριστής, είναι το δημιούργημα Θεού και Διαβόλου.
Δεν μπορούσε να είναι συμβατικός. Σε όλη του τη ζωή επέλεγε να είναι ή λευκός ή μαύρος, ποτέ γκρι. Ακροβατούσε ανάμεσα στην απόλυτη αποθέωση και στον πλήρη εξευτελισμό. Από τον παράδεισο, στην κόλαση και πάλι πίσω. Με μόνες σταθερές την μπάλα και τα πάθη του στα οποία παραδινόταν, σαν ελάχιστη απόδειξη του αληθινού της ύπαρξής του.
Γεννήθηκε σαν σήμερα, πριν από 57 χρόνια, σε μια φτωχογειτονιά του Μπουένος Άιρες της Αργεντινής στη δύση του καθεστώτος του Χουάν Περόν. Το ποδόσφαιρο άρχισε να τον μαγεύει πριν καλά καλά κλείσει τα 3 του χρόνια όταν πήρε στα χέρια του την πρώτη του μπάλα.
Το 1968, ο 8χρονος «Ντιεγκίτο» θα δοκιμαστεί στην Λος Σεμπογίτας. Ήταν βραχύσωμος και δεν σε έπειθε με το μάτι, μα μόλις έπαιρνε την μπάλα στα πόδια εκείνη υποτασσόταν στο θέλημά του και τότε έπειθε και τους πλέον δύσπιστους ότι έχει γεννηθεί για να παίξει ποδόσφαιρο. Δεν θα αργήσει να προβιβαστεί στην Αρχεντίνος Τζούνιορς και να ντεμπουτάρει (20/10/1976) πριν καν συμπληρώσει τα 16. Στο σύλλογο της Αργεντινής, θα πραγματοποιήσει 167 εμφανίσεις και θα πετύχει 115 γκολ. Είχε βρει την όαση, την φιλοσοφική του λίθο.
Μπόκα Τζούνιορς: Η «γέννηση» του ονείρου
Το «Μπομπονέρα» έμελλε να γίνει στο δεύτερο σπίτι του. Θα φορέσει την μπλε-κίτρινη φανέλα της Μπόκα, επειδή πολύ απλά την αγαπούσε. Κι ας του έγιναν εντυπωσιακές προσφορές από ευρωπαϊκές ομάδες, κι ας άπλωνε χρυσό στα πόδια του η Ρίβερ Πλέιτ που ήθελε να τον κάνει τον πιο ακριβοπληρωμένο παίκτη στην Ιστορία της.
Έκατσε εκεί λιγότερο από δύο χρόνια και πανηγύρισε τον πρώτο και μοναδικό τίτλο του στην Αργεντινή, το πρωτάθλημα του 1981. Η οικονομική κατάσταση της ομάδας όμως ήταν άθλια και το ταλέντο του «Χρυσού Παιδιού» της Αργεντινής δεν μπορούσε να περιοριστεί εντός των συνόρων.
Μπαρτσελόνα: Η «βασίλισσα» ατυχία
Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1982 στο «Μεστάγια» της Βαλένθια φορά για πρώτη φορά τα «μπλαουγκράνα» και πετυχαίνει και το πρώτο του τέρμα για την ομάδα της Καταλονίας. Κι ενώ όλα έδειχνα ιδανικά για το «Χρυσό Παιδί» της Αργεντινής, λίγους μήνες μετά την έλευσή του στη Βαρκελώνη διαγνώσθηκε με ηπατίτιδα. Συλλήβδην το ιατρικό επιτελείο της ομάδας, τον «αγκαλιάζει» και με τις κατάλληλες θεραπείες αναρρώνει και ρίχνεται πάλι στη μάχη. Μεγαλύτερο «παράσημο» το πηγαίο χειροκρότημα του Σαντιάγο Μπερναμπέου στο πρώτο παιχνίδι του ισπανικού Λιγκ Καπ ενάντια στην Ρεάλ Μαδρίτης.
Στη δεύτερη σεζόν του στους «μπλαουγκράνα», η ατυχία του χτύπησε εκ νέου την πόρτα με τη μορφή αυτή τη φορά του… «Χασάπη του Μπιλμπάο». Τον Σεπτέμβρη του 83’ σε μια αναμέτρηση της Αθλέτικ με την Μπαρτσελόνα, ο Ντιεγκίτο σε μία από τις γνωστές του επιδρομές στην αντίπαλη εστία, έρχεται αντιμέτωπος με τον Αντόνι Γκοϊκοετσέα ο οποίος τον χτύπησε από πίσω με δολοφονικό τάκλιν διαλύοντας τον αστράγαλο του αριστερού του ποδιού (κάταγμα και ολική ρήξη συνδέσμων). Ο τρόμος ενός πρόωρου τέλους στην καριέρα του τον έπνιγε, μαζί και όσους είχαν ασπαστεί την «θρησκεία» που άκουγε στο όνομά του.
Οι γιατροί της Μπαρτσελόνα σε συνδυασμό με την δική του πίστη στο θαύμα τον βοηθούν να επιστρέψει και πάλι στο χορτάρι (Γενάρη του 1984).
Τελικά συμπληρώνει 16 συμμετοχές στο ισπανικό πρωτάθλημα (11 τέρματα), αλλά η Μπάρτσα πλήρωσε για μια ακόμα φορά την απουσία του, χάνοντας ένα ακόμα πρωτάθλημα. Ο επίλογος για τον Ντιέγκο στην Μπαρτσελόνα γράφεται στο τέλος εκείνης της χρονιάς, μετά τον Μαραντόνα να έχει έρθει σε ανοιχτή ρήξη με τους διοικούντες την ομάδα και τον ατζέντη του να δυναμιτίζει κι άλλο το κλίμα, φεύγει έχοντας κατακτήσει 1 ισπανικό Σούπερ Καπ κι 1 Κύπελλο Ισπανίας.
Νάπολι: O διψασμένος Νότος, η ναπολιτάνικη μαφία
Ο ιταλικός νότος τον περίμενε να τον λατρέψει σαν Θεό και εκείνος, πήρε ένα καράβι εμπειρίες από τα «ευρωπαϊκά» σαλόνια, ένα πακτωλό χρημάτων, το ταλέντο του και τον προσωπικό του δαίμονα και μετακόμισε στην Νάπολη.Όπου προσωπικός δαίμονας, βλέπε ναρκωτικά. Ο «Ντιεγκίτο» συστήθηκε με την κοκαΐνη την περίοδο της αποθεραπείας του από τον τραυματισμό από τον Γκοϊκοετσέα (όπως λέγεται) και κουβάλησε αυτό το πάθος και στον περιθωριοποιημένο ιταλικό Νότο όταν και «κόντραρε» στα ίσα τον Σαν Τζενάρο (Άγιο Ιανουάριο) τον προστάτη δηλαδή της πόλης των φτωχών.
Στις 5 Ιουλίου 1984 γίνεται η επίσημη παρουσίασή του στο «Σαν Πάολο» μπροστά σε 70.000 θεατές. Εκείνη την ημέρα δηλώνει: «Θέλω να γίνω το είδωλο των φτωχών παιδιών της Νάπολης, επειδή αυτοί είναι όπως ήμουν εγώ στο Μπουένος Άιρες».
Έμεινε στην Νάπολι επτά χρόνια (1984-1991). Επτά χρόνια Άγιος και Δαίμονας. Έγινε πράγματι είδωλο όπως ονειρευόταν, αλλά τα ναρκωτικά, η ναπολιτάνικη μαφία (Καμόρα) και εν γένει τα προσωπικά προβλήματα παρέμεναν ένα βαρύ φορτίο που έπρεπε να κρύψει καλά στη σκιά που δημιουργούσε η λάμψη του ταλέντου του. Όταν έκλειναν οι προβολείς του γηπέδου, όταν σώπαιναν οι εκδηλώσεις λατρείας, όταν έβγαζε την φανέλα των «παρτενοπέι» και άφηνες παραπλεύρως την μπάλα, τότε γινόταν θνητός και αδύναμος, δεν έμοιαζε σε «σωτήρα της Νάπολη». Δεν ήταν σε θέση να σώσει τον εαυτό του, είχε τα πάντα, ό,τι μπορούσε να περιλαμβάνει η λέξη «καλοπέραση», όλα σε ευγενική προσφορά της Καμόρα, όλα συνοδευμένα με άσπρη σκόνη και άφθονο αλκοόλ.
Τελικά φεύγει ντροπιασμένος το 1992 για να επιστρέψει στην Ισπανία για λογαριασμό της Σεβίλλης έχοντας ήδη αρχίσει να χάνει το άστρο του.
Κατά τη διάρκεια της 7ετούς παραμονής του στην Ιταλική ομάδα, αγωνίζεται συνολικά σε 259 παιχνίδια έχοντας σημειώσει 115 τέρματα. κατακτώντας 2 Πρωταθλήματα, 1 Κύπελλο, 1 Σούπερ Καπ και 1 Κύπελλο UEFA.
Όλα είναι κύκλος: Eπιστροφή στην Αργεντινή
Στις 12 Ιουνίου του 1993 επιστρέφει εκεί από όπου ξεκίνησε, στην πατρίδα του την Αργεντινή (μετά κι από ένα σύντομο πέρασμα από την Νιούλες Ολντ Μπόις). Στην χώρα του τάνγκο κλείνει την καριέρα του στην πολυαγαπημένη του Μπόκα το 1997, έχοντας σε δύο περιόδους 30 συμμετοχές και 7 γκολ. Στις 30 Οκτωβρίου του 1998, ανήμερα των γενεθλίων του, στο Ροζάριο της Αργεντινής ιδρύθηκε η εκκλησία Iglesia Maradoniana, εκεί ο «Θεός του ποδοσφαίρου» Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα λατρεύεται και «επίσημα» σαν Θεός, έχοντας τον δικό του τόπο λατρείας.
Κεφάλαιο «Αλμπισελέστε»
Πέρασαν πολλά χρόνια για να βρει η Εθνική Αργεντινής το νέο της σύμβολο (Λιονέλ Μέσι). Κι αυτό γιατί η πολιτική και κοινωνική επιρροή που είχε «το χέρι του Θεού» αρκούσε για να ταυτιστεί ο Μαραντόνα με τη φανέλα της «αλμπισελέστε».
Ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Αργεντινής, Σέσαρ Λουίς, τον καλεί να φορέσει την φανέλα με το Εθνόσημο πριν συμπληρώσει τα 17 χρόνια ζωής, σε ένα φιλικό στις 27 Φεβρουαρίου του 1977 με αντίπαλο την Ουγγαρία στο «Μπομπονέρα».
Το 1978, είχε ήδη καταστεί τεράστιο επιθετικό όπλο στο αργεντίνικο πρωτάθλημα όμως δεν αρκούσε αυτό για να κερδίσει την συμμετοχή του στο Παγκόσμιο Κύπελλο καθώς ο Μενότι δεν τον θεωρούσε απαραίτητο για τα πλάνα του. Απόφαση φυσικά που δυσαρέστησε τον λαό της χώρας που ήδη προσκυνούσε τον νεαρό αρτίστα της μπάλας.
365 μέρες αργότερα, το 1979, 18 ετών ήταν το μεγάλο αστέρι της Αργεντινής στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νέων Κ20 και πήρε από το χεράκι την χώρα οδηγώντας την στην κατάκτηση του τροπαίου (νίκη 3-1 επί της Σοβιετικής Ένωσης στον τελικό).Το καλοκαίρι του ίδιου έτους, δεν μπορούσε να γίνει λόγος πια για απειρία. Καλείται, λοιπόν, στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της Αργεντινής (παγκόσμια πρωταθλήτρια) και στις 2 Ιουνίου 1979, σκοράρει για πρώτη φορά σε μια νίκη 3-1 επί της Σκωτίας.
Το 1982 συμμετέχει στο πρώτο Μουντιάλ της καριέρας του στα γήπεδα της Ισπανίας, με τους παγκόσμιους πρωταθλητές Αργεντινούς να αποχαιρετούν πρόωρα το θεσμό και τον ίδιο να συμμετέχει στη βασική ενδεκάδα σε όλα τα παιχνίδια αλλά χωρίς να αποδίδει τα αναμενόμενα.
Τέσσερα χρόνια αργότερα όμως πήρε την ρεβάνς και με τρόπο μοναδικό.
«Χώρεσε» σε δύο γκολ τα «πιστεύω», τα ιδανικά, τις αξίες, τα πάθη ενός ολόκληρου λαού, ενός Έθνους, του χρειάστηκαν μόλις τέσσερα λεπτά. Ήταν 22 Ιουνίου του 1986, όταν έγινε η πρώτη αναμέτρηση της Αργεντινής με την Αγγλία μετά τον πόλεμο των Φόκλαντς. Ένας ολόκληρος λαός βασανισμένος από την Χούντα, κοιμόταν και ξυπνούσε με μία ανάγκη. Μια προσευχή. Την ανάκτηση της πληγωμένης του υπερηφάνειας.
Σε εκείνο το παιχνίδι δεν έπαιζε η Εθνική Αργεντινής απέναντι στην Εθνική της Αγγλίας. Αγωνιζόταν ένας λαός που είχε βιώσει την καταπίεση απέναντι στην Θάτσερ και σε ό,τι «καθρέφτιζε» η πολιτική της. Ο Μαραντόνα δεν έστειλε απλά την μπάλα στα αντίπαλα δίχτυα εκείνη τη μέρα. Είχε μπροστά του «Σιδηρά Κυρία», την κοιτούσε κατάματα, ήξερε πως θα πάρει μια άτυπη εκδίκηση. Ήξερε πως θα έδινε στους συμπατριώτες του το αίσθημα λύτρωσης. Για κάθε άδικα χαμένη ψυχή. Το «Χέρι του Θεού» και το «γκολ του αιώνα» ήταν κάτι παραπάνω από ποδοσφαιρική ιστορία…
«22 Ιουνίου 1986. 10.6 δευτερόλεπτα, 52 μέτρα, 44 βήματα, 12 αγγίγματα και γίνεσαι θρύλος. Υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι στους οποίους δεν φτάνει όλη τους η ζωή για να δικαιολογήσουν ένα λεπτό της, υπάρχουν και αυτοί (πολύ λίγοι) στους οποίους αρκούν 10.6 δευτερόλεπτα για να δικαιολογήσουν όλη τη ζωή τους. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα είναι ένας από αυτούς», έχει γράψει ο ιστορικός γυμναστής του Μαραντόνα, Φερνάντο Σινιορίνι, περιγράφοντας το κατόρθωμά του εκείνη τη μέρα.
Φόρεσε την «αλμπισελέστε» φανέλα 91 φορές και πέτυχε 34 τέρματα, κατέκτησε θριαμβευτικά ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, κι έπαιξε σε έναν ακόμα τελικό καταφέρνοντας να χτίσει έναν τεράστιο ποδοσφαιρικό μύθο.
Ο Μαραντόνα προπονητής
Το ποδόσφαιρο κυλούσε μέσα στο αίμα του κι έτσι, ακόμα κι όταν κρέμασε τα παπούτσια του δεν μπόρεσε να το κόψει. Ξεκίνησε έτσι το 2008 μια μακρά πορεία ως προπονητής. Η ομοσπονδία της Αργεντινής δεν μπορούσε να επιλέξει άλλον, οπότε επένδυσε στο «χρυσό της παιδί» με στόχο το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010. Ένας κύκλος που έκλεισε πρόωρα φέροντας μέσα του εκρήξεις, λάθος (;) κλήσεις παικτών, κόντρες, τιμωρίες από την παγκόσμια ποδοσφαιρική ομοσπονδία.
Όσον αφορά το συλλογικό επίπεδο, ο προπονητής Μαραντόνα είχε ένα σύντομο πέρασμα από τις Μαντιγιού, Ράσινγκ Κλουμπ, Αλ Βασλ ενώ φέτος ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Al-Fujairah, η οποία αγωνίζεται στη δεύτερη κατηγορία του πρωταθλήματος των ΗΑΕ.
Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα με δυσκολία χωράει στις λέξεις. Μπορεί να οριστεί μόνο ως Θεός και ως Δαίμονας, ως θείος διάβολος. Ως η προσωποποίηση της ελπίδας και του αδύνατου. Είναι έρωτας και θάνατος, οι δύο όψεις της ζωής. Θείος και ανθρώπινος. Η μπάλα τον χρειαζόταν, οι λάτρεις της, επίσης. Της αφιερώθηκε, μέχρι να οριστεί από τα πάθη του. 57 χρόνια παραμένει θεϊκά ανθρώπινος, πολύ ανθρώπινος…
Χρόνια πολλά «Ντιεγκίτο»!