Στη χώρα μας εκτιμάται ότι έχει νοσήσει το 0,5% του πληθυσμού, σύμφωνα με τον καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα
Συνεχίζουν με αμείωτο ρυθμό τη… μάχη με τον κορωνοϊό οι Έλληνες επιστήμονες. Έχοντας αντιμετωπίσει πλέον σημαντικά τη διασπορά του ιού και τη μετάδοση της λοίμωξης Covid-19 στη χώρα μας -όπως αυτό αποτυπώνεται και στον πολύ χαμηλό αριθμό νέων κρουσμάτων σε ημερήσια βάση- ετοιμάζονται να…πολεμήσουν με τον ιό, αλλά αυτή τη φορά στο στο ερευνητικό πεδίο αναζητώντας στοιχεία για την ανοσία του πληθυσμού.
Στην Ελλάδα, όπως ανέφερε χθες ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον κορωνοϊό, καθηγητής Παθολογίας Λοιμωξιολογίας, κ. Σωτήρης Τσιόδρας, εκτιμάται ότι έχει νοσήσει το 0,5% του πληθυσμού με κορωνοϊό, δηλαδή σε σύνολο 10 εκατ. κατοίκων στη χώρα, μόλις οι 50.000. Υπενθυμίζεται ότι μέχρι χθες είχαν καταγραφεί 2.770 επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Πρόκειται για πολύ χαμηλό ποσοστό ανοσίας, όπως και αναμενόμενο βεβαίως αφού η επιδημία κινήθηκε ελεγχόμενα στη χώρα μας και δεν τέθηκε σχεδον καθόλου εκτός ελέγχου, χάρη στα μέτρα περιορισμού και στην ιχνηλάτηση.
«Όταν ένας ιός όπως αυτός εμφανίζεται για πρώτη φορά και δεν υπάρχει ανοσία στον πληθυσμό, ούτε αποτελεσματικό για την ώρα εμβόλιο, είναι δύσκολο να προβλέψεις για πόσο θα υπάρχει. Ακόμα μαθαίνουμε για το πλήρες κλινικό εύρος των εκδηλώσεών του, πέραν της κλινικής πνευμονίας. Άρα, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη να τον περιορίσουμε, να τον αντιμετωπίσουμε. Το ότι όλοι μαζί στην Ελλάδα δεν τον αφήσαμε να κάνει την ανεξέλεγκτή του διαδρομή, δεν σημαίνει ότι τον εξαφανίσαμε» ανέφερε ο ειδικός κατα τη χθεσινή ενημέρωση, σημειώνοντας ότι είναι μεγάλη η πιθανότητα ο ιός να γίνει ενδημικός, δηλαδή να κυκλοφορεί με περιόδους έξαρσης και ύφεσης, όπως συμβαίνει και με άλλους ιούς, για παράδειγμα της γρίπης.
Για να μελετηθούν τα επίπεδα ανοσίας οι Έλληνες επιστήμονες δρομολογούν τέσσερις μελέτες τα αποτελέσματα των οποίων θα είναι έτοιμα το επόμενο διάστημα, και σε κάθε περίπτωση πριν από το φθινόπωρο και το ενδεχόμενο δεύτερο κύμα της λοίμωξης Covid-19.
Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Τσιόδρας παρουσίασε τις εξής μελέτες, οι οποίες θα καταδείξουν καλύτερα το ποσοστό αυτών που πέρασαν τη νόσο και έχουν δημιουργήσει αντισώματα:
1. Προοπτική μελέτη αντισωμάτων με συγκεκριμένα επιδημιολογικά κριτήρια, μελέτη η οποία μπορεί να δείξει διαφορετικά ποσοστά ανά περιοχή με βάση και τις παραμέτρους που θα δοθούν.
2. Μελέτη με το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, όπου ελέγχονται τουλάχιστον 10.000 δείγματα από υγιείς αιμοδότες. Ο έλεγχος γίνεται μέσω της αιμοδοσίας και έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ αφορά άτομα από 18 έως 65 ετών, που αποτελούν και το 70% όσων νόσησαν.
3. Η τρίτη μελέτη αφορά εναπομείναντες ορούς αίματος, που προέρχονται από τυχαίο δείγμα μικροβιολογικών εξετάσεων σε ιδιωτικά και δημόσια εργαστήρια. Έχει ξεκινήσει από τις αρχές Μαρτίου σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας σε 5.000 δείγματα, τα οποία θα αναλυθούν από την επόμενη εβδομάδα.
4. Η τέταρτη μελέτη, όρο-επιδημιολογική, ξεκινά στην Κρήτη και υποστηρίζεται από τους τοπικούς φορείς, αλλά και από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ο καθηγητής σημείωσε ότι οι ειδικοί της Επιτροπής εμπειρογνωμόνων σκέφτονται να διεξάγουν στο μέλλον μελέτες για έλεγχο αντισωμάτων σε ειδικές ομάδες, όπως είναι οι υγειονομικοί. «Στο μέλλον σκεφτόμαστε και ειδικές κατηγορίες πληθυσμού, για να μάθουμε για την εξάπλωση καθώς συγκεκριμένες ομάδες έχουν υψηλότερα ποσοστά, όπως οι υγειονομικοί. Αυτή τη στιγμή ο κόσμος γνωρίζει και πρέπει να τον κρατάμε σε έλεγχο με τα μέτρα υγιεινής και απόστασης, ώστε να έχουμε τον έλεγχο στα χέρια μας, καθώς με τα ως τώρα δεδομένα θα παλεύουμε πολύ καιρό ακόμη» κατέληξε ο κ. Τσιόδρας.