Ως σπίτια με συνωστισμό ορίζονται εκείνα που δεν έχουν αρκετά δωμάτια σε σχέση με τον αριθμό των ατόμων της οικογένειας
Την ώρα που τα μέτρα των κυβερνήσεων ανά την Ευρώπη και τον κόσμο επικεντρώνονται στο πώς θα αποφευχθεί ο συγχρωτισμός σε δημόσιους χώρους, υπάρχουν και εκείνοι, οι οποίοι τηρούν μεν τα μέτρα και δεν κυκλοφορούν, ωστόσο δεν μπορούν να αποφύγουν τον συνωστισμό μέσα στο… σπίτι τους!
Όπως φαίνεται από το γράφημα της Eurostat, το ποσοστό αυτών των ανθρώπων ανέρχεται σε 17,1% του πληθυσμού της Ευρώπης και στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλότερο, αφού φτάνει στο 29,2%.
Τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Eurostat και παρουσιάζει σήμερα αφορούν το 2018, αλλά εκτιμάται ότι δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα την τελευταία διετία.
Ως σπίτια με συνωστισμό ορίζονται εκείνα που δεν έχουν αρκετά δωμάτια σε σχέση με τον αριθμό των ατόμων της οικογένειας.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως επισημαίνει η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, αυτά τα σπίτια τα αισθανόμαστε ακόμη μικρότερα σήμερα στην εποχή των κλειστών σχολείων και της τηλεργασίας, όταν για παράδειγμα τα παιδιά δεν έχουν άλλο χώρο να παίξουν παρά εκείνον στον οποίο οι γονείς τους εργάζονται.
Επιπλέον στα περιβάλλοντα με συνωστισμό υπάρχει υψηλότερος κίνδυνος εξάπλωσης των ιών.
Την αρνητική πρωτιά έχει η Ρουμανία, όπου σχεδόν το ήμισυ του πληθυσμού (46,3%) ζούσε σε σπίτι με συνωστισμό το 2018.
Πολύ κοντά το ποσοστό και στη Λετονία (43,4%), ενώ ακολουθούν Βουλγαρία (41,6%), Κροατία (39,3%) και Πολωνία (39,2%).
Στον αντίποδα το ποσοστό είναι μόλις 2,5% στην Κύπρο, 2,7% στην Ιρλανδία, 3,4% στη Μάλτα και 4,1% στην Ολλανδία.
Βέβαια, υπάρχει και το αντίθετο «πρόβλημα». Σε ορισμένες χώρες της Ε.Ε. όπως φαίνεται οι κάτοικοι ζουν σε σπίτια υπερβολικά μεγάλα για τον αριθμό μελών της οικογένειας.
Στη Μάλτα το ποσοστό αυτό είναι 73,4%, ενώ τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ιρλανδία είναι 71,4%.
Αρκετά υψηλά είναι τα ποσοστά επίσης στο Βέλγιο (58,6%), την Ισπανία (56,3%) και την Ολλανδία (53,7%). Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι μόλις 10,4% και στη Ρουμανία 7,3%. Σε «άδεια» σπίτια τείνουν βεβαίως να ζουν περισσότερο οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας.
Περίπου το ήμισυ των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω (46,9%) ανά την Ε.Ε. ζούσε το 2018 σε υπερβολικά μεγάλο σπίτι.