Η Αγγλία είναι το ποδοσφαιρικό σπίτι του Βίκτορ Μόουζες, ο οποίος όμως θα εκπροσωπήσει την εθνική Νιγηρίας (και) στο προσεχές Μουντιάλ. Μια ασυνήθιστη επιλογή, από έναν παίκτη με ασυνήθιστη ιστορία.
Για εξτρέμ ξεκίνησε, μπακ βρέθηκε στο Λονδίνο, κάπoυ στη μέση κατέληξε, ως εξτρέμ αγωνίζεται (συνήθως) φορώντας το εθνόσημο. Μπέρδεμα; Ίσως. Δεν του πήγε όμως και άσχημα. Καθόλου άσχημα. Στα 27 του χρόνια ο Βίκτορ Μόουζες και στην πρώτη γραμμή των επιλογών της Τσέλσι βρίσκεται και πιθανότατα απολαμβάνει την καλύτερη φάση της καριέρας του στα Αγγλικά γήπεδα όπου τα νοιώθει σπίτι του από μικρό παιδί (εμφανίστηκε στο προσκήνιο το 2008, από τα τμήματα υποδομής της Κρίσταλ Πάλας).
Τόσο Άγγλος που αν κοιτάξει κάποιος προσεκτικά το βιογραφικό του, πιθανότατα θα βρει τις μπόλικες παρουσίες στις «μικρές εθνικές» των Λιονταρίων. Έπαιξε στην κ-16, κ -17, κ-19, κ-21 με την Αγγλία μέχρι να… βρει τις ρίζες του και να κάνει το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Νιγηρίας τον Φλεβάρη του 2012. Από τότε μετρά 32 συμμετοχές και 11 γκολ με τους Super Eagles, που εν έτη 1994 έφτασαν στο 5 της παγκόσμιας κατάταξης (ΦΙΦΑ), κάτι που μέχρι σήμερα αποτελεί ρεκόρ για εθνική ομάδα της Αφρικής. Πως ο γιος Πάστορα από το Λάγος, βρέθηκε να δηλώνει… Άγγλος;
Η ιστορία του δεν είναι ακριβώς συνηθισμένη. Ξαφνικά στα 11 του χρόνια έμεινε ορφανός, μιας και οι γονείς του χάθηκαν μαζί, υπό συνθήκες αδιευκρίνιστες. Λίγες εβδομάδες αργότερα ο ίδιος μετακόμισε στην Αγγλία. Μέσα από τις ποδοσφαιρικές του επιδόσεις με την ομάδα του σχολείου του έγινε γνωστός, υπό τις οδηγίες του Κόλιν Πέιτς άλλοτε άσου της Άρσεναλ και της Τσέλσι. Στα 14 του χρόνια θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του νησιού. Την πόρτα της Νιγηρίας ουσιαστικά την είχε κλείσει πίσω του.
Η εθνική ομάδα είναι που χρόνια μετά του την άνοιξε εκ νέου. Ο Μόουζες δεν έχασε ματς στα προκριματικά για τους Σούπερ αετούς. Καταλυτικός παράγοντας για την πρόκριση. Ο ομοσπονδιακός, Γκέρνοτ Ρορ τον εμπιστεύεται στον δεξιό διάδρομο ως winger και εκείνος του δίνει τα χαρακτηριστικά που χρειάζεται για την λειτουργία του 4-3-3 που αποτελεί το σήμα κατατεθέν του Γερμανού προπονητή.
Είναι σίγουρα ο πιο «επώνυμος» ποδοσφαιριστής της Νιγηρίας σε αυτό το Μουντιάλ, και πολύ πιο σημαντικός από τον ρόλο που είχε στο αντίστοιχο τουρνουά του 2014 στα γήπεδα της Βραζιλίας όταν αγωνίστηκε σε μόλις δύο από τα τέσσερα ματς που έδωσε η Νιγηρία στη διοργάνωση (αποκλείστηκε από τη Γαλλία στη φάση των «16»). Μαζί με τον Μίκελ Τζον Όμπι (Τιανγίν Τέντα) και τον Κελέτσι Ιχεανάτσο (Λέστερ/Αγγλία) θα ηγηθούν της προσπάθειας για κάτι καλύτερο από τα… προηγούμενα. Σε πρώτη φάση όμως το ζητούμενο είναι η «επανάληψη». Η πρόκριση στους «16»