Υπήρξε η θρυαλλίδα που πυροδότησε τις δραματικές εξελίξεις που οδήγησαν στη διπλή τουρκική εισβολή και τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Υπήρξε η θρυαλλίδα που πυροδότησε τις δραματικές εξελίξεις που οδήγησαν στη διπλή τουρκική εισβολή και τη διχοτόμηση της Κύπρου. Το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 1974 κατά του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπου Μακάριου Γ’ εκδηλώθηκε σε μια από τις πλέον ασταθείς περιόδου της ιστορίας της χώρας.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είχε ιδρυθεί το 1960 και μετά τις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963 οι Τουρκοκύπριοι μετακινήθηκαν σε θύλακες. Στα χρόνια που ακολούθησαν στο νησί δρούσαν παραστρατιωτικές οργανώσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων εθνικιστών και παραστρατιωτικών.
Ο Μακάριος βρισκόταν σε σύγκρουση με την Χούντα των Αθηνών, ενώ παράλληλα αντιμετωπιζόταν με καχυποψία από τις ΗΠΑ. Στην Κύπρο υπηρετούσαν Έλληνες στρατιωτικοί και στρατιώτες τόσο ως ξεχωριστή δύναμη (ΕΛΔΥΚ) όσο και στο πλαίσιο της Εθνικής Φρουράς.
Το πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στις 15 Ιουλίου από την Εθνική Φρουρά, την ΕΛΔΥΚ και την ΕΟΚΑ Β΄ ήταν αιματηρό και χρειάστηκε δύο ημέρες για να επικρατήσει πλήρως. Σε συνδυασμό με τη διαφυγή του Μακαρίου, δεν άφησε τους χουντικούς συνωμότες να χαρούν τον «θρίαμβό» τους. Την αρχική ευφορία διαδέχθηκε η αμηχανία και στη συνέχεια η ανησυχία και η αναστάτωση. Τα γεγονότα είχαν λάβει διαφορετική τροπή απ’ ότι υπολόγιζαν.
Στις 16 Ιουλίου ο Μακάριος διέφυγε με βρετανικό αεροπλάνο στη Μάλτα και από εκεί στο Λονδίνο όπου αφίχθη το βράδυ της ίδιας ημέρας. Την επομένη έγινε δεκτός από τον Βρετανό πρωθυπουργό Χάρολντ Γουίλσον και τον υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν, στελέχη του Εργατικού Κόμματος που κυβερνούσε εκείνη την περίοδο τη Μεγάλη Βρετανία.
Και οι δύο τον διαβεβαίωσαν ότι η Μεγάλη Βρετανία εξακολουθεί να τον αναγνωρίζει ως τον νόμιμο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ωστόσο, την ίδια ημέρα, δέχθηκαν για διαβουλεύσεις και τον Τούρκο πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ, ο οποίος τους πρότεινε η Τουρκία και η Μεγάλη Βρετανία να αναλάβουν κοινή δράση ως εγγυήτριες δυνάμεις στην Κύπρο. Οι Βρετανοί απέρριψαν την εισήγηση του Ετσεβίτ και ταυτόχρονα τον απέτρεψαν από το να προχωρήσει σε στρατιωτική επέμβαση στην Κύπρο.
Στις 17 Ιουλίου στην υπόθεση ενεπλάκησαν και οι ΗΠΑ, τις οποίες είναι αλήθεια πως την περίοδο εκείνη ήταν απασχολημένες με άλλα, σημαντικότερα, ζητήματα, όπως οι τεταμένες σχέσεις με την ΕΣΣΔ, η ασφάλεια του Ισραήλ (σ.σ. είχε μόλις προηγηθεί ο αραβοισραηλινός πόλεμος του Γιομ Κιπούρ), ενώ αναβρασμός επικρατου΄σε και στο εσωτερικό με το πολύκροτο σκάνδαλο Γουότεργκέιτ.
Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Χένρι Κίσινγκερ ανέθεσε στον υφυπουργό του, Τζόζεφ Σίσκο, να μεταβεί στο Λονδίνο, την Άγκυρα και την Αθήνα, για την αποφυγή πολεμικών ενεργειών. Τον συνοέδευε ο βοηθός Υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ Έλσγουορθ. Το κατεστημένο της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής είχε πάρει την απόφαση να μην παρέμβει δυναμικά. «Δεν θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε την Τουρκία, αν σημειωθεί και νέα ανάφλεξη στο νησί» είχε δηλώσει στις 23 Ιανουαρίου του 1968 ο Σάιρους Βανς, σε συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου.
Στις 18 Ιουλίου ο Σίσκο και η συνοδεία του έφθασαν στην Αθήνα και συναντήθηκαν με τον άχρωμο πρωθυπουργό της χούντας Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο, πρωί και απόγευμα. Στην πρωινή σύσκεψη παρών ήταν και ο ισχυρός ανήρ του καθεστώτος, ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης, ο οποίος αποχώρησε οργισμένος με τη φράση «Αν οι Τούρκοι θέλουν πόλεμο θα τον έχουν», όταν δέχθηκε πιέσεις από τον Σίσκο για παραχωρήσεις στους Τουρκοκυπρίους.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας έφθασε η πληροφορία στην Αθήνα για στρατιωτικές κινήσεις στις τουρκικές ακτές απέναντι από την Κύπρο. Η πληροφορία αυτή μάλλον δεν ανησύχησε την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, η οποία θεώρησε πως επρόκειτο για τα συνήθη για την εποχή στρατιωτικά γυμνάσια των Τούρκων. Παρόλα αυτά έλαβε κάποια πρώτα μέτρα, αποστέλλοντας δύο υποβρύχια στα ανοικτά της Ρόδου και ένα σμήνος αεροσκαφών F-84 στην Κρήτη.
Στην Άγκυρα οι εφημερίδες είχαν αρχίσει να καλλιεργούν κλίμα πολεμικό. Στη μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα Χουριέτ δημοσιεύτηκε το ανθελληνικό ποίημα Kin (Το Μίσος):
Το Μίσος
Όσο υπάρχει ο πρόστυχος ο Έλληνας σ’ αυτό τον κόσμο
δε βγαίνει μα τον Αλλάχ αυτό το μίσος από μέσα μου.
Σαν στέκομαι και τον κοιτάζω τον σκύλο
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.
Εκδίκηση να πάρω είναι ο μοναδικός μου στόχος
σαν αναμετρηθώ στης μάχης το πεδίο
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια να κλαδέψω σε μια μέρα
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.
Τα κεφάλια τριάντα χιλιάδων να πολτοποιούσα
Τα δόντια δέκα χιλιάδων με την τανάλια να έβγαζα
εκατό χιλιάδων τα πτώματα να σκορπούσα στις ρεματιές
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.
Ο κόσμος όλος ξέρει πόσο ανώτερος είναι ο Τούρκος
και πόση κακοήθεια φωλιάζει στο μυαλό του Έλληνα
πέντε χιλιάδων τα πτώματα να έκαιγα στους κλιβάνους
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος.
Σαράντα χιλιάδες τους να σούβλιζα με την λόγχη μου,
ογδόντα χιλιάδες τους να έστελνα στη κόλαση
εκατό χιλιάδες τους να κρεμούσα στο σκοινί
δε βγαίνει μα το θεό αυτό το μίσος από μέσα μου,
χιλίων γκιαούρηδων τα κεφάλια δεν σβήνουν ένα μίσος!
Στις 19 Ιουλίου, ο Μακάριος έφθασε στη Νέα Υόρκη και το απόγευμα της ίδιας ημέρα απευθύνθηκε ενώπιον τουΣυμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ καταγγέλλοντας, μεταξύ άλλων, το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας για παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
«Καλώ το Συμβούλιο Ασφαλείας να χρησιμοποιήσει όλους τους τρόπους και εις την διάθεσίν του μέσα, ώστε η συνταγματική τάξις εν Κύπρω και τα συνταγματικά δικαιώματα του λαού της Κύπρου να αποκατασταθούν άνευ καθυστερήσεως […] Το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας είναι μια εισβολή και εκ των συνεπειών της θα υποφέρει όλος ο λαός της Κύπρου, αμφότεροι Έλληνες και Τούρκοι […] Το Συμβούλιον Ασφαλείας πρέπει να καλέσει το στρατιωτικόν καθεστώς της Ελλάδος να ανακαλέση εκ Κύπρου τους Έλληνας αξιωματικούς […] και να θέση τέρμα εις την εισβολήν αυτού εις Κύπρον…», ανέφερε.
Περίπου την ίδια ώρα που ο Μακάριος μιλούσε ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας, οι εξελίξεις στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν δραματικές. Ο Σίσκο είχε συνάντηση στην Άγκυρα με τον Ετσεβίτ, ο οποίος τον ενημέρωσε πως συνεδρίαζε το υπουργικό συμβούλιο για τη λήψη αποφάσεων. Ο Σίσκο κατάλαβε ότι οι Τούρκοι ήταν αποφασισμένοι να δράσουν και προσπάθησε να κερδίσει χρόνο.
Ωστόσο ήταν αργά… Στις 4 το πρωί της 20ης Ιουλίου ο Τούρκος πρωθυπουργός του ανακοίνωσε ότι η Τουρκία θα πραγματοποιούσε επέμβαση στην Κύπρο. Άλλωστε, οι δυνάμεις απόβασης είχαν ήδη ξεκινήσει από τη Μερσίνα με προορισμό την Κερύνεια…