Γιαννούλης Χαλεπάς: O εγκλεισμός στο Ψυχιατρείο, η καταστροφη των γλυπτών από τη μητέρα του και η μοναξιά

Γιαννούλης Χαλεπάς: O εγκλεισμός στο Ψυχιατρείο, η καταστροφη των γλυπτών από τη μητέρα του και η μοναξιά

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε το 1851 στον Πύργο της Τήνου από οικογένεια μαρμαρογλυπτών. Ολοκλήρωσε λαμπρές σπουδές, πρώτα στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, με δάσκαλο τον νεοκλασικό γλύπτη Λεωνίδα Δρόση, και έπειτα στην Ακαδημία του Μονάχου, όπου με υποτροφία του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, μαθήτευσε πλάι στον επίσης κλασικιστή γλύπτη Max Ritter Von Widnmann. […]

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε το 1851 στον Πύργο της Τήνου από οικογένεια μαρμαρογλυπτών. Ολοκλήρωσε λαμπρές σπουδές, πρώτα στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, με δάσκαλο τον νεοκλασικό γλύπτη Λεωνίδα Δρόση, και έπειτα στην Ακαδημία του Μονάχου, όπου με υποτροφία του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, μαθήτευσε πλάι στον επίσης κλασικιστή γλύπτη Max Ritter Von Widnmann.

Ο Χαλεπάς ανήκει στις σπάνιες περιπτώσεις καλλιτεχνών που δεν ξεκινούν την δημιουργία τους με πρωτόλεια. Από την πρώτη στιγμή η τέχνη του παρουσιάζει μια πρωτόγνωρη ωριμότητα, γεγονός που μαρτυρούν τα τρία μνημειακά έργα που σώζονται ακέραια από την πρώιμη περίοδο της δημιουργίας του: η Φιλοστοργία (1835), ο Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα (1877) και φυσικά η θρυλική Κοιμωμένη (1877).

Διαβάστε επίσης: Αυτά χρειάζεται για την πρόκριση η Εθνική – Τι ισχύει στα προημιτελικά

O εγκλεισμός στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας

Ακολούθησε η γνωστή τραγωδία που ακύρωσε, πάνω στην άνθησή του, το λαμπρό του ταλέντο. Είναι γνωστός ο εγκλεισμός του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας, όπου θα παραμείνει σε πλήρη δημιουργική αδράνεια δεκατέσσερα χρόνια από το 1888 ως το 1902. Μετά το θάνατο του πατέρα του το 1900, που φαίνεται να ευθύνεται για τον εγκλεισμό του, η μητέρα του τον φέρνει πίσω στο νησί, όπου ως το θάνατό της το 1916 ο Χαλεπάς ζει απομονωμένος και περιφρονημένος σ’ ένα είδος καθαρτηρίου, βόσκοντας πρόβατα και κάνοντας θελήματα. Η μητέρα του, που έχει συνδέσει την τρέλα με την τέχνη του, τον εμποδίζει να δημιουργεί και ό,τι κάνει του το καταστρέφει.

Το στίγμα του τρελού

Αυτή η ιερατική μορφή της γλυπτικής ζούσε πάμφτωχα, βόσκοντας πρόβατα και φέροντας το βαρύ στίγμα του τρελού του χωριού. Τον επόμενο χρόνο η μητέρα του πέθανε ξαφνικά, ενώ είχε θρηνήσει ήδη τον θάνατο δύο παιδιών της, της Κατερίνας και του Πραξιτέλη.

Δίπλα στη σορό της μητέρας του ο Γιαννούλης στεκόταν αδιάφορα, υποτονικά και με απάθεια. Κάποια στιγμή, ενώ ήταν άφαντος, τον βρήκαν στο υπόγειο, όπου είχε αρχίσει να πλάθει τον πηλό. Φέρεται να είπε στις ανιψιές του που μοιρολογούσαν: «Σωπάστε κι εγώ θα πιάσω την τέχνη να δουλεύω». Αισθανόταν πια ελεύθερος. Βέβαια, ο σπαραγμός του είχε έλθει ετεροχρονισμένα.

Η πορεία της αφύπνισης και η κοιμωμένη

Από το 1918 έως το 1930 ακολουθεί μια μακρά πορεία αφύπνισης στο φως της λογικής και στον κόσμο της τέχνης. Οι επαφές με τον πνευματικό κόσμο της Αθήνας πυκνώνουν και το ενδιαφέρον της πολιτείας αφυπνίζεται. Σημαντικοί άνθρωποι από τον χώρο των τεχνών τον επισκέπτονται, όπως ο ακαδημαϊκός Θωμάς Θωμόπουλος και ο Διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Το 1925 η Ακαδημία Αθηνών οργανώνει έκθεση των έργων του και το 1927 τον τιμά με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Το 1930, με τη φροντίδα της ανιψιάς του Ειρήνης Χαλεπά, εγκαθίσταται στην Αθήνα, στο σπίτι της. Θα ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του ως τον θάνατό του το 1938 μέσα σ’ ένα κλίμα γενικού θαυμασμού, που όμως δεν τον αγγίζει, καθώς δουλεύει με πάθος, προσπαθώντας να κερδίσει τον χαμένο χρόνο. Οι μελετητές διακρίνουν δυο φάσεις στη «μεταλογική» δημιουργία του Χαλεπά.

Η πρώτη αντιστοιχεί στα χρόνια της ανάνηψης στην Τήνο από το 1918 ως το 1930, ενώ η δεύτερη καλύπτει τα τελευταία χρόνια της ζωής του από το 1930 έως το θάνατό του το 1938. Το ανανεωτικό και καινοτόμο στοιχείο της «μεταλογικής» του περιόδου δεν έγκειται στα θέματά του, αλλά στις ελευθερίες που διεκδικεί και κατακτά ο καλλιτέχνης για να τα ερμηνεύσει: όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος «Ο νέος (γέρος) Χαλεπάς ξεπέρασε τον παλιό (νεαρό)». Στα έργα αυτά, ο παγανιστικός κόσμος της Αρχαιότητας συνυπάρχει ειρηνικά με τον χριστιανικό. Κλίμακες και ιεραρχίες παραβιάζονται, επιτρέποντας την συγκατοίκηση του μικρού με το μεγάλο, του κατά συνθήκην σημαντικού με το ασήμαντο για την κοινή λογική. Όνειρο, φαντασία και πραγματικότητα δεν έχουν σύνορα στα μεταλογικά έργα του Χαλεπά. Λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Η ενότητα του χρόνου και του τόπου καταλύεται.

Οι συνθέσεις του είναι κλειστές, χωρίς εξέχοντα μέλη, καθώς αναπτύσσονται γύρω από ένα στερεομετρικό πυρήνα. Το πλάσιμο είναι ελλειπτικό, αποφασιστικό, με καθαρά επίπεδα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο γλύπτης δηλώνει σ’ αυτή τη φάση την προτίμησή του στην «προ Φειδίου» αρχαία τέχνη. Το ερώτημα αν ο Χαλεπάς γνώριζε τα ρεύματα του μοντερνισμού και αν επηρεάστηκε από αυτά παραμένει για τους μελετητές ανοικτό.

Φαίνεται, ωστόσο, πως η απόσταση που χωρίζει τον τέλειο νεοκλασικό γλύπτη της Κοιμωμένης από τα τολμηρά γυμνάσματα της ωριμότητάς του δεν εξισώνεται με το απόλυτο κενό. Η φρενοβλάβεια, η μοναξιά, η σιωπή, «ο πόνος που είναι άντρας», όπως ο ίδιος έλεγε, λειτούργησαν σαν μυστικό εργαστήρι απ’ όπου αναδύθηκε ένας αναγεννημένος, ένας άλλος Χαλεπάς.

Η Κοιμωμένη

Ο ύπνος αντιμετωπίζεται σε πολλές παραδόσεις ως η άλλη όψη του θανάτου- ίσως γιατί ακούγεται λιγότερο τελεσίδικος από τον ίδιο τον θάνατο- ίσως γιατί πετυχαίνει να συντηρήσει την ψευδαίσθηση της επιστροφής στην ζωή, όπως ακριβώς συμβαίνει και την περίπτωση της Κοιμωμένης. Η γλυπτή απεικόνιση της νεκρής Σοφίας Αφεντάκη είναι το τελευταίο έργο του Γιαννούλη Χαλεπά πριν την ψυχιατρική του κατάρρευση. Σε αντίθεση με τον καλλιτεχνικό θάνατο που ακολούθησε εκείνος, το έργο μοιάζει γεμάτο ζωή – τα τσαλακωμένα σεντόνια, η κίνηση του σώματος και η πνοή στα χείλη μαρτυρούν πιο πολύ το νεαρό της ηλικίας παρά την νεκρική φύση της κοπέλας.

Υποστηρίχθηκε ότι ο Χαλεπάς γνώριζε την Σοφία Αφεντάκη και ήταν ερωτευμένος μαζί της ή ακόμα ότι την ερωτεύθηκε αφού την έπλασε και συνδέθηκε παθολογικά με το δημιούργημα του. Η πραγματικότητα, ωστόσο, σε ότι αφορά την νοσηλεία του, ισορροπεί μεταξύ μίας σειράς ατυχών γεγονότων και όχι μόνο μίας ερωτικής απογοήτευσης. Από την άλλη, η καταστροφή του προπλάσματος θα μπορούσε να ιδωθεί ακόμη και ως μία πράξη διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αδιαφανές καθεστώς που δεν μπορεί να ξεχωρίσει τον καλλιτέχνη από τον τεχνίτη, τον εργάτη. Ίσως ήταν ο καλλιτεχνικός του οίστρος που αντέδρασε σπασμωδικά στις τυπικές υποδείξεις μιας λυπημένης μητέρας.

Tα 75 γλυπτά

Μετά τον θάνατο της μητέρας του, ο Χαλεπάς στην ηλικία των εξήντα πέντε ετών ξανασυναντήθηκε με τον εαυτό του. Αποτίναξε την ταυτότητα που του φόρεσε με τη βία το παρελθόν του και απέδειξε ότι η φρενίτιδα με την οποία τον στιγμάτισαν σε καμία περίπτωση δεν αφορμόταν από την γλυπτική. Γιατί χάρη στην γλυπτική αναγεννήθηκε παρά την ώριμη πλέον ηλικία του και δημιούργησε την δεύτερη αυτή περίοδο ενασχόλησης του εβδομήντα πέντε νέα γλυπτά. Η περίοδος αυτή της δημιουργίας ακολούθησε έστω και καθυστερημένα την αναγνώριση.

Ο Γιαννούλης αποδεσμεύτηκε από τους χαλεπούς καιρούς που του επέβαλε η τυχαιότητα του επιθέτου του. Δυστυχώς για εκείνον, το μάρμαρο της ζωής του δεν το καθόριζε μόνο εκείνος. Ευτυχώς για εκείνον, ήταν τόσο δεξιοτέχνης που πέτυχε να δώσει εκείνος το τελικό λάξευμα…

Αυτή η ασκητική μορφή υπήρξε το σύμβολο της δύναμης του ταλέντου αλλά και της τραγικής μοναξιάς του ασυμβίβαστου καλλιτέχνη. Γνώρισε την απόρριψη, την απογοήτευση, τα υποτιμητικά βλέμματα, την απαξίωση και την περιθωριοποίηση. Όταν τελικά βίωσε τη δόξα, την πανελλήνια αναγνώριση και την πανθομολογούμενη εκτίμηση ήταν πια αργά.

Πηγές: Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα | culturenow.gr |wilkipedia| Lifo

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΡΘΡΑ