Ο μηχανισμός τίθεται σε εφαρμογή από 15 Ιουνίου έως και 15 Οκτωβρίου και δίνει το δικαίωμα σε εργοδότες να μειώνουν έως και κατά 50% το χρόνο εβδομαδιαίας εργασίας του προσωπικού τους, με το κράτος να καλύπτει το 60% των απωλειών του μισθού.
Κατατέθηκε η τροπολογία-προσθήκη στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Υγείας «Κύρωση α) της από 13.4.2020 ΠΝΠ “Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κοροναϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις” (A΄ 84) και β) της από 1.5.2020 ΠΝΠ “Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κοροναϊού COVID-19 και την επάνοδο στην κοινωνική και οικονομική κανονικότητα” (Α΄ 90) και άλλες διατάξεις».
Με την τροπολογία, θεσπίζονται, μεταξύ άλλων, ο Μηχανισμός Ενίσχυσης της Απασχόλησης «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» και μέτρα οικονομικής ενίσχυσης εποχικά εργαζομένων, ενώ περιλαμβάνονται σε αυτήν και άλλες διατάξεις.
Ο μηχανισμός τίθεται σε εφαρμογή από 15 Ιουνίου έως και 15 Οκτωβρίου και δίνει το δικαίωμα σε εργοδότες να μειώνουν έως και κατά 50% το χρόνο εβδομαδιαίας εργασίας του προσωπικού τους, με το κράτος να καλύπτει το 60% των απωλειών του μισθού.
Μάλιστα, από την έναρξη εφαρμογής του μέτρου, ήτοι τις 15 Ιουνίου καταργείται η δυνατότητα του εργοδότη να θέτει με διευθυντικό δικαίωμα το προσωπικό του στη διαδικασία ασφαλούς λειτουργίας της επιχείρησης, καθώς κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο για την εφαρμογή του μηχανισμού.
Μείωση ωρών
Οι εργοδότες που θα ενταχθούν στον μηχανισμό «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», θα μπορούν να προβαίνουν σε μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας μέχρι και 50%, είτε για μέρος είτε για το σύνολο των εργαζομένων τους, ανάλογα με τις λειτουργικές τους ανάγκες. Η μείωση του χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας δεν επιφέρει μετατροπή της σύμβασης εργασίας των εργαζομένων που εντάσσονται στον μηχανισμό, για το χρονικό διάστημα που οι επιχειρήσεις-εργοδότες κάνουν χρήση του μέτρου. Θα εφαρμόζεται, όπως αναφέρει το euro2day, βέβαια μόνο σε εργαζομένους που έχουν εξαρτημένη σχέση εργασίας, πλήρους απασχόλησης, και ο εργοδότης μπορεί να κάνει χρήση του μηχανισμού για το σύνολο των εργαζομένων και για όσο χρονικό διάστημα θεωρεί ότι είναι απαραίτητο από έναν έως και περισσότερους μήνες.
Το κράτος θα χρηματοδοτεί το 60% των καθαρών αποδοχών των εργαζομένων, που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο δεν εργάζονται. Τις ασφαλιστικές εισφορές θα τις καλύπτει ο εργοδότης επί του ονομαστικού μισθού των εργαζομένων.
Εάν ο μισθός υπολείπεται του κατώτατου, το κράτος θα αναπληρώνει τη διαφορά ώστε στην τσέπη του εργαζόμενου να φθάνουν τα 650 ευρώ (μεικτά).