Τα νέα δεδομένα στην Τουρκία οδηγούν το κυβερνών κόμμα σε περισσότερο εθνικιστικές θέσεις και αύξηση των πολιτικών προστατευτισμού. Γιατί η στρατηγική που ακολουθεί σήμερα γιγαντώνει τα προβλήματα του αύριο.
Εν μέσω των κλιμακούμενων εγχώριων και παγκόσμιων επιπτώσεων της κρίσης της Covid-19, το κόμμα του AKP του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αντιμετωπίζει μια πρωτοφανή πολιτική και οικονομική πρόκληση με ελάχιστες βιώσιμες επιλογές εξόδου από αυτήν.
Για να ενισχύσει τα όσα έχουν απομείνει από τη νομιμοποίησή του, εν όψει των εκλογών του 2023, το κυβερνών κόμμα πιθανότατα θα ενισχύσει τις εθνικιστικές πολιτικές και τις πολιτικές προστατευτισμού.
Όμως, καθώς δεν καταφέρνει να αντιμετωπίσει τα βασικά προβλήματα που μαστίζουν την οικονομία της Τουρκίας, περιλαμβανομένων της υψηλής ανεργίας και του αυξανόμενου χρέους, αυτές οι βραχυπρόθεσμες προσπάθειες ενίσχυσης της εξουσίας του τελικά θα αποτύχουν να εξασφαλίσουν και τη θέση του AKP στην εξουσία.
Και ως αποτέλεσμα αυτού, η όλο και βαθύτερη χρηματοοικονομική κρίση της χώρας μπορεί να φέρει όχι μόνον τον πρόωρο «θάνατο» τουρκικών επιχειρήσεων, αλλά και της συνεχιζόμενης πολιτικής κυριαρχίας του AKP.
Η Covid-19 «σακατεύει» την τουρκική οικονομία
Καθώς παράπαιε ακόμα λόγω της ύφεσης του 2018, η εύθραυστη οικονομία της Τουρκίας δεν ήταν προετοιμασμένη για τις βαθιές εγχώριες και παγκόσμιες επιπτώσεις της κρίσης της Covid-19.
Η Άγκυρα έχει απαγορεύσει τα περισσότερα ταξίδια και έχει επιβάλει απαγορεύσεις κυκλοφορίας από τότε που άρχισε η έξαρση του ιού στα μέσα Μαρτίου, κατά τα άλλα όμως απέφυγε ένα πλήρες εθνικό lockdown για να περιορίσει την μετάδοση του ιού.
Αλλά ακόμα και αυτό το μερικό lockdown είχε μεγάλο τίμημα για την τουρκική οικονομία και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας.
Τον Απρίλιο, το ΔΝΤ προέβλεψε πως η οικονομία της Τουρκίας θα συρρικνωθεί κατά 5% το 2020, αν και ο αριθμός αυτός μπορεί και πάλι να είναι αισιόδοξος.
Η ανεργία, που μαστίζει από καιρό τη χώρα, πιθανότατα θα είναι πολύ υψηλότερη από το ήδη υψηλό 13,8% που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο, καθώς ο τουρισμός «στέγνωσε» και τα καταστήματα έχουν κλείσει.
Επίσης, η τουρκική λίρα διολίσθησε στις επτά και πλέον λίρες ανά δολάριο, ξεπερνώντας τα ιστορικά χαμηλά που είχε αγγίξει κατά τη νομισματική κρίση του Αυγούστου του 2018.
Σε μια προσπάθεια να διατηρήσει τη σταθερότητα της λίρας, η κεντρική τράπεζα της χώρας, υπό την επιρροή του AKP, έχει ήδη χρησιμοποιήσει μεγάλα ποσά από τα αποθεματικά της, τα οποία εκτιμάται πως μειώθηκαν από τα 40 δισ. δολάρια τον Ιανουάριο στα 17-26 δισ. δολάρια τον Απρίλιο.
Εν τω μεταξύ, οι ευρωπαίοι εμπορικοί εταίροι της Τουρκίας –που αντιπροσωπεύουν το ήμισυ όλων των εξαγωγών της χώρας- προσπαθούν τώρα να διαχειριστούν τις δικές τους οικονομικές υφέσεις που προκλήθηκαν από την πανδημία, με αποτέλεσμα να συρρικνώνονται ακόμα περισσότερο οι ευκαιρίες της τουρκικής αγοράς στην Ευρώπη.
Και η στρατηγική της Αγκυρας για μετά το lockdown, όμως, προμηνύεται μια μακρά και επώδυνη ανάκαμψη. Το σχέδιο τεσσάρων φάσεων της κυβέρνησης για μια «ομαλοποίηση» θα διαρκέσει έως το 2021, δημιουργώντας μια πολιτική πρόκληση για το AKP εν όψει των εθνικών εκλογών του 2023.
Και, εάν η νομιμοποίηση του κόμματος αποδυναμωθεί αρκετά, μπορεί να αντιμετωπίσει μια εσωτερική ρήξη στις τάξεις του που θα είναι αρκετά ισχυρή για να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές.
Αμβλύνοντας το πλήγμα
Έτσι, η εθνική ατζέντα της Τουρκίας τους επόμενους μήνες θα καθοδηγείται από τις πολιτικές επιτακτικές ανάγκες ενός κόμματος που βρίσκεται σε «λειτουργία επιβίωσης». Η επιρροή του AKP στην κεντρική τράπεζα και στη Βουλή θα επιτρέψουν στο κόμμα να χρησιμοποιήσει τα τελευταία αποθεματικά που απομένουν όπως νομίζει.
Όμως αντί να σταθεροποιήσει την οικονομία, το κόμμα θα χρησιμοποιήσει τα κεφάλαια αυτά στις προσπάθειες να αμβλυνθούν οι κοινωνικές πιέσεις και να αντισταθμιστούν οι πολιτικές πιέσεις.
Καθώς η απώλεια εσόδων εν μέσω της κρίσης της Covid-19 συνεχίζει να «αποστραγγίζει» τα αποθέματα της κυβέρνησης, το AKP θα μπαίνει σε όλο και μεγαλύτερο πειρασμό να στηριχθεί στις ιδιωτικές τράπεζες και να επιβάλει μορφές capital controls για να προσπαθήσει να διατηρήσει τη φερεγγυότητα της λίρας, επιβαρύνοντας περαιτέρω την εσωτερική κατανάλωση και τον δανεισμό, καθώς και το ενδιαφέρον για ξένες επενδύσεις.
Πέραν της επιδείνωσης του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλίματος, η Τουρκία είναι απίθανο να εξασφαλίσει swaps συναλλάγματος με φιλικές δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, που θα διστάσουν να παράσχουν συνάλλαγμα σε μια κεντρική τράπεζα με ένα αμφίβολο ιστορικό ανεξαρτησίας.
Αυτό θα αφήσει το AKP με τη δυσάρεστη επιλογή να στραφεί σε έναν θεσμό όπως το ΔΝΤ για μια πιθανή διάσωση, που οι εθνικιστές υποστηρικτές του κόμματος όπως και ο ίδιος ο Ερντογάν θεωρούν απειλή για τη δημοσιονομική κυριαρχία της Τουρκίας.
Το AKP θα αποφύγει να αποξενώσει τους ψηφοφόρους αυτούς για όσο το δυνατόν περισσότερο, όμως όσο περισσότερο περιμένει το AKP να ζητήσει βοήθεια από το ΔΝΤ, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίεση στην οικονομία –και τόσο μεγαλύτερη η διάβρωση της στήριξης από τους ψηφοφόρους που θα βάλουν την οικονομική ευρωστία στην κορυφή των ανησυχιών τους.
Κάποια στιγμή, πιθανότατα θα γίνει ακόμα μεγαλύτερο μειονέκτημα για το AKP το να αντιστέκεται σε αυτού του είδους τη βοήθεια, αντί να τη λάβει. Στο μεταξύ, όμως, ορισμένες τουρκικές επιχειρήσεις μπορεί να χρεοκοπήσουν, καθώς αρχίζει να ωριμάζει βραχυπρόθεσμο χρέος ύψους 87,7 δισ. δολαρίων του ιδιωτικού τομέα.
Επιστροφή στις ρίζες του AKP
Η τουρκική κυβέρνηση θα επιχειρήσει επίσης να κάνει στροφή προς μια μεγαλύτερη έμφαση στον εθνικισμό, για να συνδέσει το AKP με τον λαό.
Όμως υπάρχουν λίγες περιοχές στον κόσμο όπου η Άγκυρα μπορεί να ενεργήσει ανεξάρτητα και αρκετά επιθετικά για να κερδίσει ένα εθνικιστικό εκτόπισμα, κάτι που θα περιορίσει τη στρατηγική αυτή.
Σε περιοχές που υπάρχουν Τούρκοι στρατιώτες ή σύμμαχοι της Τουρκίας όπως στη Συρία, η Άγκυρα θα αποφύγει να κλιμακώσει τις στρατιωτικές τις επιχειρήσεις υπό τον φόβο πρόκλησης αμερικανικών κυρώσεων ή μιας μεγαλύτερης σύγκρουσης με τη Ρωσία βραχυπρόθεσμα, εν μέσω της εντεινόμενης οικονομικής αβεβαιότητας λόγω της Covid-19.
Το AKP είναι ακόμα πιο απίθανο να ενισχύσει την ήδη μη δημοφιλή επέμβασή του στη Λιβύη, διότι κάτι τέτοιο περισσότερο θα έβλαπτε, παρά θα ωφελούσε την πολιτική θέση του κόμματος στο εσωτερικό.
Αντίθετα, η Τουρκία πιθανότατα θα κλιμακώσει την εθνική της ρητορική σε πιο χαμηλού κινδύνου και χαμηλής επίπτωσης διαμάχες ήπιας δύναμης με χώρες όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Όμως οι Τούρκοι ψηφοφόροι είναι απίθανο να εκλάβουν τέτοιους οριακούς καβγάδες ως οτιδήποτε άλλο πέραν από κινήσεις εντυπωσιασμού, κάτι που σημαίνει πως τέτοιες προσπάθειες είναι απίθανο να έχουν ισχυρή επίπτωση στη συνοχή του AKP.
Το AKP αντιμετωπίζει ένα όλο και πιο αβέβαιο μέλλον. Οι προκλήσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης πιθανότατα θα αυξηθούν καθώς θα εμφανίζονται ρήγματα στην οικονομική νομιμοποίηση του AKP και καθώς η εθνικιστική του στροφή θα είναι περιορισμένη.
Η πιθανότητα πρόωρων εκλογών παραμένει, ιδιαίτερα εάν τα αποσχισθέντα κόμματα καταφέρουν να πείσουν αρκετούς κομματικούς αξιωματούχους στη βουλή να βάλουν τέλος στη μακρά νομοθετική εξουσία του AKP.
Καθώς η πλήρης επίπτωση της Covid-19 θα γίνει αισθητή τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια, το AKP θα «πιάνεται απ’ τα μαλλιά του» για να διατηρήσει την εξουσία.