Η πανδημία έρχεται να υπογραμμίσει πόσο σημαντικές ήταν κατηγορίες εργαζομένων που αντιμετωπίζονταν ως οι αποτυχημένοι της αγοράς εργασίας
Για πολλά χρόνια είχε διαμορφωθεί μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα ως προς το τι συνιστά επαγγελματική επιτυχία: κατά βάση σήμαινε την αποφυγή οποιασδήποτε χειρωνακτικής εργασίας και τη στροφή προς θέσεις «στελέχους» π.χ. στο χρηματοοικονομικό τομέα ή σε άλλους αντίστοιχους κλάδους. Αυτό αποτυπωνόταν στον βαθμό κοινωνικής αποδοχής των επαγγελμάτων, στους όρους μισθολογικής αντιμετώπισής τους, στις επιλογές σταδιοδρομίας ή σπουδών που έκαναν οι νέοι.
Αυτό διαμόρφωνε και μια πολύ έντονη πόλωση ανάμεσα σε διαφορετικές θέσεις εργασίας και επαγγελματικές κατηγορίες. Ακόμη χειρότερα: σε σημαντικό βαθμό το μειωμένο κοινωνικό κύρος που φαίνονταν να απολαμβάνουν διάφορα επαγγέλματα και το οποίο δεν είχε καμία σχέση με την πραγματική κοινωνική χρησιμότητά τους, αξιοποιείτο ως νομιμοποίηση των εξαιρετικά χαμηλών αμοιβών τους και των ιδιαίτερα επισφαλών και ελαστικών εργασιακών σχέσεών τους.
Ποιοι κρατούν τη χώρα όρθια;
Και όμως την ώρα της πανδημίας φαίνεται ποιες είναι οι κατηγορίες εργαζομένων που κυριολεκτικά κρατούν τη χώρα όρθια.
Έχουμε καταρχάς τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που στηρίζουν το σύστημα υγείας. Είναι αλήθεια ότι οι γιατροί απολάμβαναν κοινωνικού κύρους και αναγνώρισης και πριν. Όμως, δεν ίσχυε το ίδιο για τις νοσηλεύτριες και τους νοσηλευτές αλλά και όλο το νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό. Και όμως η εμπειρία έδειχνε και η πραγματικότητα της πανδημίας δείχνει πόσο σημαντικό είναι όλο αυτό το προσωπικό. Χωρίς επαρκή αριθμό νοσηλευτών δεν μπορεί να υπάρξει αύξηση του αριθμού των κλινών σε θαλάμους αλλά και σε ΜΕΘ.
Χωρίς επαρκές προσωπικό καθαριότητας, τραπεζοκόμους, τραυματιοφορείς δεν μπορούν τα νοσοκομεία να χειριστούν με αποτελεσματικότητα και ασφάλεια τα περιστατικά Covid-19 ούτε να εφαρμόσουν πιστά τα αυξημένα πρωτόκολλα απολύμανσης και καθαριότητας.
Ούτε μπορούν να οργανωθούν χωρίς τους νοσηλευτές και το βοηθητικό προσωπικό οι διαδικασίες υποδοχής κρουσμάτων. Και όμως μιλάμε για κατηγορίες εργαζομένων που χρόνια διαμαρτύρονται για τις ελλείψεις αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και όλο το πρόβλημα που είχε υπάρξει με την ανάθεση των υπηρεσιών καθαριότητας, φύλαξης, εστίασης και σίτισης σε εργολάβους με όλα τα προβλήματα που έχουν καταγραφεί ως προς τις εργασιακές σχέσεις εκεί.
Έπειτα έχουμε όλους τους ανθρώπους που δουλεύουν σε αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «εφοδιαστικές αλυσίδες». Για να μπορούμε εμείς να έχουμε τα βασικά προϊόντα που χρειαζόμαστε, όσο «μένουμε σπίτι», υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται ιδιαίτερα σκληρά. Είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν στις μεγάλες αποθήκες και στα κέντρα logistics. Είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν στα δίκτυα διανομής. Είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν στα σούπερ μάρκετ αλλά και τα μίνι μάρκετ που παραμένουν ανοιχτά.
Μιλάμε για ανθρώπους που δουλεύουν κάτω από σκληρές συνθήκες, είναι εκτεθειμένοι στην πανδημία και ταυτόχρονα είναι κατηγορίες εργαζομένων με ιδιαίτερα χαμηλά αμοιβές και συχνά συμβάσεις μερικής απασχόλησης και οι οποίοι ουσιαστικά καλύπτονται απλώς από την ΕΓΣΕΕ και το νομοθετημένο βασικό μισθό.
Έπειτα, έχουμε όλους τους ανθρώπους που εργάζονται σε πρακτικές διανομής κατ’ οίκον. Με το take away να είναι η μόνη επιτρεπτή πρακτική στο χώρο της εστίασης εξαρτιόμαστε σε σημαντικό βαθμό από την εργασία των ανθρώπων που κάνουν delivery, έναν κλάδο με μεγάλα προβλήματα, ούτως ή άλλως επικίνδυνες συνθήκες εργασίας και μεγάλη επισφάλεια, αφού οι αμοιβές είναι χαμηλές, η πίεση μεγάλη και το όποιο εισόδημα διαμορφώνεται από τα φιλοδωρήματα. Και βέβαια για τα πράγματα που παραγγέλνουμε σημαίνει ότι συνεχίζουν να λειτουργούν και μάλιστα εντατικά, σε έναν κλάδο, αυτόν της μαζικής εστίασης, που είχε σημαντικά προβλήματα και χαμηλές αμοιβές.
Το ίδιο ισχύει και όλους τους εργαζομένους που εργάζονται σε ταχυδρομικές υπηρεσίες. Με την ηλεκτρονική παραγγελία να έχει γίνεις ο μόνος τρόπος για να αγοράσουμε προϊόντα που θα βρίσκαμε στα εμπορικά καταστήματα, εξαρτόμαστε αναγκαστικά από την εργασία των διανομέων, έναν κλάδο εργαζομένων που ούτως ή άλλως αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα και που σήμερα έχει και μεγάλο φόρτο εργασίας και σημαντική έκθεση στον κίνδυνο.
Την ίδια στιγμή εξαρτιόμαστε σε πάρα πολλά πράγματα που κάνουμε από τις τηλεπικοινωνίες και ειδικά το διαδίκτυο. Αυτό σημαίνει ότι εξαρτιόμαστε από τους εργαζόμενους σε αυτούς τους κλάδου, τόσο των τεχνικών που πρέπει να εξασφαλίζουν ότι αντιμετωπίζονται βλάβες αλλά και των τηλεφωνικών κέντρων εξυπηρέτησης που ανταποκρίνονται στα αιτήματά μας.
Και βέβαια, ας μην υποτιμήσουμε ότι την ίδια στιγμή εξακολουθούν να λειτουργούν υπηρεσίες όπως η καθαριότητα των δήμων, ένας κλάδος που μπορεί να ανήκει στο δημόσιο, όμως οι εργαζόμενοι εκεί συχνά είναι συμβασιούχοι και σε διαρκή ανασφάλεια. Άλλωστε, ειδικά ο κλάδος των εργαζομένων σε συνεργεία καθαριότητας κτιρίων και εγκαταστάσεων, με πολλά και μεγάλα προβλήματα εργοδοτικής αυθαιρεσίας (ας θυμηθούμε πώς τα είχε φέρει στο προσκήνιο η επίθεση στην Κωνσταντίνα Κούνεβα το 2008, που παρ’ ολίγο να της κοστίσει τη ζωή), είναι κυριολεκτικά στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά της πανδημίας αφού συμβάλλουν αποφασιστική στη μείωση της διασποράς.
Η εργασία δίνει τη μάχη και ζητά αξιοπρέπεια
Τα παραπάνω παραδείγματα, στα οποία θα μπορούσαν να προστεθούν πολλά ακόμη (για παράδειγμα οι εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς) έρχεται να θυμίσει την πραγματική χρησιμότητα της εργασίας ανθρώπων που συχνά αντιμετωπίζονταν ως οι «αποτυχημένοι» μιας αγοράς εργασίας, αυτοί που δεν μπορούσαν να έχουν μια θέση σε ένα γραφείο, έναν πιο εντυπωσιακό «τίτλο» ή το χαρακτηρισμό της «μεσαίας τάξης». Για να μην αναφερθούμε στο πώς όσοι από αυτούς βρίσκονταν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα αντιμετωπίστηκαν κυρίως ως δημοσιονομικό κόστος ή περιττό φορτίο.
Και όμως τώρα συνειδητοποιούμε όλοι πόσο σημαντικοί είναι όλοι αυτοί οι εργαζόμενοι. Ανακαλύπτουμε ότι δεν αποτελούν απλώς μια στατιστική παράμετρο της αγοράς εργασίας, ούτε και μπορούν να αντιμετωπίζονται πρωτίστως ως απλό «κόστος εργασίας» που πάντα θα μπορεί να μειωθεί. Διαπιστώνουμε ότι χωρίς αυτούς δεν μπορεί να υπάρξει η κοινωνική ζωή, με τον ίδιο τρόπο που διαπιστώνουμε ότι είναι ιδιαίτερα φτωχή η κοινωνική ζωή χωρίς όλους εκείνους τους ανθρώπους που εργάζονται στους κλάδους που σήμερα έχουν κλείσει και οι παρέχουν αγαθά, υπηρεσίες ή διευκολύνσεις που σήμερα μας λείπουν.
Όλες αυτές, όμως, οι διαπιστώσεις μικρή σημασία έχουν εάν μείνουν απλώς σε ένα επίπεδο συμβολικής αναγνώρισης, όσο σημαντικό και εάν είναι ότι αυτές τις μέρες όλοι αυτοί οι άνθρωποι αποκτούν την ορατότητα εκείνη που δεν είχαν πριν, ακόμη και τους συναντούσαμε καθημερινά.
Όλα αυτά θα αποκτήσουν αξία εάν ο ρόλος αυτών των ανθρώπων αναγνωριστεί. Εάν τα αιτήματα που με αγωνία διατύπωναν πριν την πανδημία εισακουστούν. Εάν οι αμοιβές και οι εργασιακές τους σχέσεις είναι ανάλογες της προσφοράς τους και δεν αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμο υλικό. Εάν οποιαδήποτε συζήτηση για την επόμενη μέρα βάλει στο επίκεντρό της την εργασία και τα δικαιώματά της. Εάν, τελικά, μιλήσουμε για την ανάπτυξη όχι με όρους «δεικτών» αλλά με όρους πραγματικών αναγκών και των ανθρώπων που τις καλύπτουν.