Ζητούμενο στη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη η άμεση κατάπαυση του πυρός και η δέσμευση των εμπολέμων για σχηματισμό νέας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, αφού πρώτα αφοπλιστούν τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα
Με την Ελλάδα «παροπλισμένη», σε ρόλο θεατή, λόγω της απουσίας της αλλά με διπλωματική αντεπίθεση τα τελευταία 24ωρα, δείχνοντας ότι, όχι μόνο δεν θα παραμείνει αδρανής στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο ως παράγοντας σταθερότητας σε μία κρίσιμη περιοχή, όλα τα βλέμματα στρέφονται στο Βερολίνο. Εκεί όπου, το μεσημέρι της Κυριακής, θα λάβει η Διάσκεψη για τη Λιβύη.
Παρουσία των άμεσα εμπλεκόμενων πλευρών στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης, δηλαδή του επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Τρίπολης, Φαγέζ Αλ Σάρατζ, καθώς και του στρατάρχη του Εθνικού Λιβικού Στρατού, Χαλίφα Χαφτάρ, δυνάμεις οι οποίες έχουν λόγο για την επόμενη ημέρα της Λιβύης, όπως η Ρωσία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ, και άλλες οι οποίες επιδιώκουν με κάθε τρόπο να εδραιωθούν ως εγγυητές της ειρήνευσης και να αποκτήσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη βορειοαφρικανική χώρα –βλέπε Τουρκία– θα δώσουν το παρών στην πολυαναμενόμενη Διάσκεψη Κρυφής με στόχο τον τερματισμό των συγκρούσεων.
Η σύνοδος αυτή αποτελεί την τελευταία προσπάθεια να αποκατασταθεί η σταθερότητα και η ειρήνη στη Λιβύη, η οποία έχει διαταραχθεί ιδιαιτέρως μετά την ανατροπή και τον θάνατο του πρώην ηγέτη Μουαμάρ Καντάφι κατά τη διάρκεια εξέγερσης, το 2011.
Μετά το διπλωματικό «φιάσκο» στη Μόσχα με πρωτοβουλία της Ρωσίας και της Τουρκίας, τα στοιχήματα τα οποία καλείται να κερδίσει η διεθνής κοινότητα είναι πολλά. Αρχής γενομένης από το πώς Σάρατζ και Χαφτάρ θα μπορέσουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να διεξάγουν συνομιλίες, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι στη ρωσική πρωτεύουσα καμιά από τις δύο πλευρές δεν αποδέχτηκε κατ’ ιδίαν συνάντηση.
Η προσωπική αντιπάθεια που θρέφει ο ένας για τον άλλον καθιστά αδύνατη τη συνύπαρξή τους στην ίδια αίθουσα έστω και με τους ισχυρούς του κόσμου σε ρόλο γεφυροποιού.
Ασφαλώς, πρόκειται για ζήτημα ουσίας, το οποίο θα πρέπει να λύσει η οικοδέσποινα γερμανίδα καγκελάριος, Ανγκελα Μέρκελ, ενδεχομένως και με τη βοήθεια των υψηλών φιλοξενουμένων της, όπως του Βλαντιμίρ Πούτιν ή του Μάικ Πομπέο. Στη δύσκολη αυτή προσέγγιση πάντως, αυτός που θα έχει ρόλο κομπάρσου είναι ο τούρκος πρόεδρος.
Η παρουσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποτελεί από μόνη της «κόκκινο πανί» για τον στρατάρχη Χαφτάρ. Και όχι αδίκως, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι τα τελευταία 24ωρα πριν τη Διάσκεψη η τουρκική πλευρά ήταν η μόνη από τις άμεσα εμπλεκόμενες χώρες που επιχείρησε να δυναμιτίσει το κλίμα τόσο σε λεκτικό επίπεδο -με συνεχείς εμπρηστικές δηλώσεις- όσο και επιχειρησιακό. «Η Τουρκία στέλνει στρατό στη Λιβύη προκειμένου να διασφαλίσει τη σταθερότητα της κυβέρνησης της Τρίπολης» ανακοίνωσε την Πέμπτη ο τούρκος πρόεδρος.
Η κατάπαυση του πυρός και ο ρόλος της Τρίπολης
Αν υποθέσουμε, λοιπόν, ότι το παραπάνω πρόβλημα θα λυθεί, εκεί που θα στοχεύσουν όλες οι πλευρές είναι η μετατροπή της προσωρινής κατάπαυσης του πυρός σε μόνιμη εκεχειρία και εγκαθίδρυση μηχανισμού ελέγχου και παρακολούθησης της εκεχειρίας, ενδεχομένως με τη συμμετοχή στρατιωτών από ευρωπαϊκές χώρες.
Στην προκειμένη περίπτωση αυτός που αποτελεί κυρίως ερωτηματικό είναι ο στρατάρχης Χαφτάρ, τον οποίο θα πρέπει να ικανοποιούν οι όροι της εκεχειρίας.
Διπλωματικές πηγές που μίλησαν στο πρακτορείο Reuters ξεκαθάρισαν ότι η διάσκεψη του Βερολίνου δεν θα επιχειρήσει να εξεύρει συμβιβασμό ανάμεσα στην κυβέρνηση της Τρίπολης και στις δυνάμεις του στρατάρχη Χαφτάρ. Η έμφαση θα δοθεί στο να πειστεί ο Χαφτάρ να εγκαταλείψει τα σχέδια για κατάληψη της Τρίπολης, κρατώντας τις θέσεις που έχει ήδη κατακτήσει στην Ανατολική Λιβύη αλλά και γύρω από τη λιβυκή πρωτεύουσα.
Σε αυτό το μήκος κύματος, η ιταλική Repubblica γράφει ότι η Ευρώπη, θέλοντας πάνω απ΄όλα «να αποφύγει τον κίνδυνο αιφνιδιαστικής επίθεσης των δυνάμεων του Χαφτάρ στην Τρίπολη», επιδιώκει στη διάσκεψη του Βερολίνου την εξασφάλισ της εκεχειρίας στη Λιβύη ώστε να ακολουθήσει «αποστολή στρατιωτικού προσωπικού σε μια δεύτερη φάση».
Η εκεχειρία πρέπει να είναι διαρκής ώστε να επιτύχει η στρατιωτική αποστολή στο έργο της, το οποίο θα είναι η εφαρμογή του εμπάργκο όπλων και ο αφοπλισμός των πολιτοφυλακών με σκοπό τη δημιουργία «κυβέρνησης εθνικής ενότητας».
Στο πλαίσιο αυτό, ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, Ζοζέπ Μπορέλ, δήλωσε σε συνέντευξη στο περιοδικό Spiegel ότι σε περίπτωση που στο Βερολίνο επιτευχθεί συμφωνία, η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να συνεισφέρει στην τήρησή της «ενδεχομένως και με στρατιώτες, για παράδειγμα στο πλαίσιο κάποιας αποστολής της ΕΕ».
Η επόμενη ημέρα
Εφόσον η διεθνής κοινότητα καταφέρει να επιβάλει τους όρους της για την επόμενη ημέρα στη Λιβύη, η ΕΕ αναμένεται τη Δευτέρα κιόλας να παρουσιάσει στους υπουργούς Εξωτερικών τις επιλογές για την πολιτική και στρατιωτική αποστολή.
Μια πρώτη επιλογή θα είναι η ανάπτυξη μη στρατιωτικής αποστολής στη Λιβύη μέσα σε λίγες εβδομάδες. Στην περίπτωση αυτή, το ευρωπαϊκό προσωπικό θα παρεμβληθεί μεταξύ των εμπολέμων και θα επιβάλει κατάπαυση πυρός.
Η δεύτερη επιλογή προβλέπει στρατιωτική αποστολή, η οποία όμως απαιτεί χρόνο, ψήφισμα του ΟΗΕ και κοινοβουλίων εμπλεκομένων χωρών. Και στις δύο περιπτώσεις πάντως, ο αριθμός των στελεχών που θα αποσταλούν στη Λιβύη θα είναι περιορισμένος.
Η συμφωνία Ερντογάν – Σάρατζ και η ανησυχία της Αθήνας
Αυτό που απασχολεί, ωστόσο, την ελληνική πλευρά από τη Διάσκεψη του Βερολίνου είναι η συμφωνία που υπέγραψε προ μηνών για τον καθορισμό θαλάσσιων συνόρων στην Ανατολική Μεσόγειο ο Ταγίπ Ερντογάν με τον Φαγέζ Αλ Σάρατζ.
Παρ’ ότι, όπως έχουν διαμηνύσει τόσο το Βερολίνο όσο και η ΕΕ, το ζήτημα δεν πρόκειται να τεθεί επί τάπητος -εξ’ ου και οι «δικαιολογίες της Γερμανίας περί μη κλήσης της Αθήνας στη Διάσκεψη- ο φόβο της Αθήνας είναι ο εξής: εφόσον στο Βερολίνο δεν τεθεί ζήτημα ακυρότητας των δυο μνημονίων, τότε ακόμη κι αν εμπράκτως το μνημόνιο για τη στρατιωτική συνεργασία με την Τουρκία αδρανοποιηθεί, το άλλο μνημόνιο για τις θαλάσσιες ζώνες θα διατηρηθεί με το επιχείρημα ότι υπάρχει «συνέχεια» του κράτους και το μνημόνιο υπογράφτηκε από de jure και διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της χώρας.
Ως προς αυτό το σενάριο, οι διπλωματικές επαφές της Αθήνας τις τελευταίες ημέρες -με αποκορύφωμα την επίσκεψη του Χαλίφα Χαφτάρ που λειτούργησε δυναμικά και καταλυτικά- καθώς και τα μηνύματα που εξέπεμψε στους ευρωπαίους ηγέτες ήταν ενδεικτικά της στάσης που αναμένεται να κρατήσει η ελληνική κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.
Σε κάθε τόνο, εστάλη το μήνυμα πως η χώρα μας θα θέσει βέτο στην Ευρωπαϊκή Ένωση για οποιαδήποτε συμφωνία επί του λιβυκού ζητήματος, που δεν θα λάβει υπ’ όψιν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος και δεν θα ακυρώσει τη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης περί κοινών θαλάσσιων συνόρων τους στην Ανατολική Μεσόγειο.