Αποτελεί ζήτημα προς απόδειξη αν ο στόχος της κυβέρνησης να καταδικάσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ την τουρκική προκλητικότητα θα επιτευχθεί απόψε. Τι ανακατατάξεις κυοφορούνται στο πολιτικό σύστημα ανάλογα με τα αποτελέσματα της συνάντησης Μητσοτάκη - Τραμπ. Η ανάγνωση των αντιδράσεων για τον EastMed για την πρόσδεση με το Ισραήλ στο φόντο της κρίσης ΗΠΑ και Ιράν.
Αποτελεί ζήτημα προς απόδειξη που θα φανεί μετά το τέλος της αποψινής συνάντησης του Ντόναλντ Τραμπ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη το αν –όπως δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας– ο Αμερικανός πρόεδρος θα καταδικάσει αποφασιστικά την τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Απομένει πια η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου -όπως έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών- για να φανεί το βάσιμο ή μη της άποψης που εξέφρασε ο κ. Πέτσας συμπυκνώνοντας και το στόχο του κ. Μητσοτάκη από τη συνάντησή του με τον πλανητάρχη. «Η αμερικανική πλευρά κάνει κάτι διαφορετικό τους τελευταίους μήνες από αυτό που έκανε όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Έχει αφήσει τις ασκήσεις ισορροπίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία και αντιμετωπίζει την τουρκική προκλητικότητα με αποφασιστικότητα. Καταδίκασε το άκυρο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης, χαρακτηρίζοντάς αυτή την ενέργεια προκλητική. Ερχόμαστε, λοιπόν, τώρα -ύστερα από μια σειρά δηλώσεων αξιωματούχων του Στέητ Ντιπάρτμεντ και του Λευκού Οίκου- να συναντηθούμε με τον Αμερικανό Πρόεδρο, για να επιβεβαιωθεί αυτή η στάση» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Διθύραμβοι αντί αυτοσυγκράτησης
Ωστόσο η συνάντηση αυτή πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία με αβέβαιη έκβαση. Προς ώρας πάντως η ελληνική πλευρά μάλλον επιδίδεται σε διθυράμβους για τη «διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας» και αυτό που λείπει φαίνεται να είναι μια μεγαλύτερη και απολύτως αναγκαία αυτοσυγκράτηση, μία δεύτερη ανάγνωση των συνολικών μηνυμάτων που έρχονται από τις ΗΠΑ για τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι έστω και σε επίπεδο συμβολισμών το δεύτερο τετ α τετ του κ. Μητσοτάκη με τον πρόεδρο Τραμπ επίσης έχει ορισμένα «απρόοπτα» που δεν αποτελούν απαραίτητα θετικό μήνυμα για την ελληνική κυβέρνηση. Η ανυπαρξία κοινών δηλώσεων μεταξύ του πρωθυπουργού και του κ. Τραμπ θα μεταφραστεί με συγκεκριμένο τρόπο από την Άγκυρα.
Υπενθυμίζεται δε ότι και τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη η σύντομη συνάντηση που θα είχαν στο περιθώριο της δεξίωσης του προέδρου των ΗΠΑ στους ηγέτες των κρατών που συμμετέχουν στον ΟΗΕ, ακυρώθηκε στο παρά πέντε επειδή ξεκινούσε η έρευνα για τον κ. Τραμπ στη αμερικανική βουλή.
Σε κάθε περίπτωση η συγκυρία της συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ντόναλντ Τραμπ είναι δύσκολη. Το επικίνδυνο μέτωπο που άνοιξαν οι ΗΠΑ με το Ιράν από τη μια πλευρά και το γεγονός ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία «καθαίρεσης» του Αμερικανού προέδρου προβάλλονται ως αιτιολογία για την έλλειψη κοινής συνέντευξης τύπου των δύο ηγετών μετά τη συνάντησή τους.
Ωστόσο εύκολα θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύει την επιδίωξη του κ. Τραμπ να μην εκτεθεί στους Αμερικανούς δημοσιογράφους γι’ αυτά τα θέματα ως υποβάθμιση -στην ιεράρχηση της ατζέντας του Λευκού Οίκου- της αξίωσης της Ελλάδας να καταδικαστεί από τις ΗΠΑ σε επίπεδο προέδρου η τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Σε κάθε περίπτωση η μέχρι τώρα στάση του Ντόναλντ Τραμπ για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι διφορούμενη.
Εξοπλιστικά και βάσεις
Παράλληλα είναι βέβαιο ότι οι ΗΠΑ μάλλον ενδιαφέρονται περισσότερο από την Ελλάδα για την αναβάθμιση της «αμυντικής συνεργασίας» και από πολλές πλευρές στην Αθήνα εκφράζεται προβληματισμός για ανταλλάγματα που δίνει η Ελλάδα χωρίς να λαμβάνει κάτι χειροπιαστό στα δικά της ανοιχτά εθνικά μέτωπα . Για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα εξοπλιστικά σημαίνουν χρήματα και έσοδα. «Θέλουμε να συμμετάσχουμε στο πρόγραμμα των F-35, αρκεί να είναι με όρους τους οποίους μπορούμε να ικανοποιήσουμε δημοσιονομικά, κάτι το οποίο θα συζητήσουμε» σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας.
Ταυτόχρονα η αμερικανική αξίωση για χρήση στρατιωτικών βάσεων και άλλων υποδομών στην Ελλάδα σε συνθήκες όξυνσης ακόμα και του κινδύνου ενός νέου πολέμου στη Μέση Ανατολή δεν είναι και ότι καλύτερο για την ασφάλεια της χώρας μας όσο και της ευρύτερης περιοχής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο Αλέξης Τσίπρας επί των ημερών του οποίου στη διακυβέρνηση της χώρας ο στρατηγικός διάλογος ΗΠΑ και Ελλάδας αναβαθμίστηκε, τώρα μιλάει για μια νέα φάση στην περιοχή και δεν συμμερίζεται εξ’ ολοκλήρου τους χειρισμούς του κ. Μητσοτάκη, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι «κατέθεσε το νομοσχέδιο για αναβάθμιση της αμυντικής μας συνεργασίας με τις ΗΠΑ σε τέσσερις στρατιωτικές εγκαταστάσεις χωρίς να είναι σαφές ποια στάση θα τηρήσει ο πρόεδρος Τραμπ έναντι των τουρκικών απειλών».
Το ΚΚΕ από την πλευρά του είναι εξόχως επιθετικό για το ζήτημα των βάσεων κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι καθιστά την Ελλάδα «μαγνήτη πιθανών επιθέσεων» εντάσσοντας στον αμερικανοΝΑΤΟϊό σχεδιασμό πέραν της Σούδας, τη βάση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Λάρισα, των ελικοπτέρων στο Στεφανοβίκειο Μαγνησίας, καθώς και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης όπου έχουν κάνει «απόβαση» -όπως καταγγέλλει ο Περισσός- στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ.
Πολιτικές ανακατατάξεις;
Υπό την έννοια αυτή η θέση του κ. Μητσοτάκη που μιλάει για αρραγές εθνικό μέτωπο, εξαιρώντας το ΚΚΕ, αλλά εξαίροντας τη συναίνεση του κ. Τσίπρα για τη στρατηγική σύμπλευση Ελλάδας και ΗΠΑ μένει να επιβεβαιωθεί και στο μέλλον. Καθώς, η θέση που εξέφρασε ο κ. Τσίπρας για «επανεξέταση πτυχών αυτής της συνεργασίας» αν δεν είναι σαφής η υποστήριξη του Ντόναλντ Τραμπ στο σχήμα 3+1 και τον αγωγό East Med, είναι πιθανό να οδηγήσει σε ανακατατάξεις και στο ελληνικό πολιτικό σύστημα ανάλογα με την εξέλιξη της αποψινής συνάντησης του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Τραμπ.
Ήδη από τα αριστερά του ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ισχυρή πίεση τόσο από το ΚΚΕ όσο και από το ΜέΡΑ25 που αντιτάσσονται στα σχέδια του αγωγού EastMed και την επί της ουσίας στρατιωτική πρόσδεση της Ελλάδας στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, την ώρα που οι απειλές ενός πολέμου μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν είναι παρούσες.