Το ζητούμενο δεν είναι να επιστρέψει η παράταξη στο σπίτι της, είτε αυτό λέγεται ΚΙΝΑΛ είτε ΠΑΣΟΚ, αλλά να χτίσει άμεσα το δικό της καινούργιο.
Ολοι αναρωτιούνται γιατί όλο και περισσότερα στελέχη από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ το εγκαταλείπουν για τον ΣΥΡΙΖΑ. Λιγότερους απασχολεί το γιατί δεν επέστρεψαν οι παλιοί ψηφοφόροι, όπως μια παλιά εντελώς λανθασμένη ανάλυση υποστήριζε ότι αυτοί θα «γυρίσουν σπίτι», όταν θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια των «αυταπατών» του ΣΥΡΙΖΑ. Οσο μικραίνει ο χώρος τόσο αυξάνουν οι επικλήσεις στο «ΠΑΣΟΚ και τον ήλιο των οραμάτων μας», τόσο οι «παρόντες» ζητούν να λάβουν τα όνειρα εκδίκηση από τους «ριψάσπιδες». Ετσι η «συζήτηση» εγκλωβίζεται σε αυτούς που μένουν και αυτούς που φεύγουν. Κανείς δεν αναρωτιέται για αυτούς που δεν έρχονται. Στις συγκεντρώσεις του Κινήματος Αλλαγής δεν παρευρίσκεται ποτέ έστω κι ένας που δεν είχε παρευρεθεί σε δεκάδες προηγούμενες, είτε του ΠΑΣΟΚ είτε των άλλων μικρών ομάδων που συνθέτουν το ΚΙΝΑΛ. Με τον «ήλιο» βγαίνουν με τον «ήλιο» μπαίνουν, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;
Καταρχήν πρέπει να γίνει ξεκάθαρο πως πριν φύγουν τα στελέχη είχαν αποχωρήσει μαζικά οι ψηφοφόροι. Τα στελέχη ακολούθησαν οπορτουνιστικά τη μαζική φυγή των ψηφοφόρων. Αυτοί οι ψηφοφόροι στην τεράστια πλειοψηφία τους ακολουθούσαν το ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα χρόνια, όχι για τον ήλιο του, ούτε καν για τον Ανδρέα, αλλά γιατί όντως αποκλεισμένοι οι περισσότεροι από την κοινωνική και οικονομική ζωή του τόπου, αναζητούσαν εκείνον που θα υποσχόταν την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία – είτε με πελατειακούς διορισμούς, είτε με επιδόματα, είτε με τη νομή του κράτους. Και αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ένα κόμμα εξουσίας. Σήμερα τέτοια είναι η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η λεγόμενη επιστροφή στο σπίτι σκοντάφτει σε δύο δεδομένα. Το πρώτο αφορά μια αντικειμενική κατάσταση ανεξάρτητα από το ποιος ηγείται στον χώρο. Το ΠΑΣΟΚ για διαφόρους λόγους – οι περισσότεροι υπερβολικοί και άδικοι – ταυτίστηκε με την οικονομική διαφθορά. Και το δεύτερο και σημαντικότερο που απορρέει όμως από τον πρώτο είναι ότι αυτό έπαψε να λειτουργεί ως κόμμα εξουσίας, το οποίο πείθει περισσότερο για τις εγγυήσεις που δίνει για ατομική και οικογενειακή ανοδική κινητικότητα και λιγότερο για τα «σύμβολα» και τα περασμένα μεγαλεία που τα διηγείσαι και κλαις.
Το ερώτημα είναι αν αυτός ο χώρος έχει χάσει πλέον κάθε προωθητική δύναμη ή αν αλλάζοντας μπορεί να επανακάμψει. Να αλλάξει όμως όχι για να παραμείνουν όλα ίδια (Λαμπεντούζα, «Ο γατόπαρδος»), αλλά για να ξεπηδήσει από μέσα του κάτι το εντελώς νέο. Το ζητούμενο δεν είναι να επιστρέψει η παράταξη στο σπίτι της, είτε αυτό λέγεται ΚΙΝΑΛ είτε ΠΑΣΟΚ, αλλά να χτίσει άμεσα το δικό της καινούργιο. Ο,τι δηλαδή έκανε και ο Ανδρέας Παπανδρέου την 3η Σεπτέμβρη του 1974. Οι ιστορικοί γράφουν για το παρελθόν, η ιστορία όμως γίνεται τώρα για το μέλλον.
Γιώργος Σιακαντάρης. Το τελευταίο βιβλίο του «Το πρωτείο της Δημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.