Η ανέγερση της προτομής έγινε με την ευγενική χορηγία του Ευάγγελου Μαρινάκη στη μνήμη του πατέρα του, Μιλτιάδη Μαρινάκη. Ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης τόνισε ότι σε συνεργασία με τον σεβασμιότατο Μητροπολίτη Πειραιά «εκπληρώνουμε ένα χρέος απέναντι στον ήρωα Νικηταρά».
Ο Βαγγέλης Μαρινάκης κατά τον χαιρετισμό του υπογράμμισε: «Είναι μεγάλη τιμή η δωρεά της προτομής του Νικηταρά, ήρωα της Επανάστασης του 1821, στη μνήμη του πατέρα μου, Μιλτιάδη Μαρινάκη, ενός ανθρώπου σφυρηλατημένου με τις διαχρονικές αρχές του ελληνισμού που έτρεφε ταυτόχρονα ανιδιοτελή αγάπη για τον Πειραιά. Αυτές τις αρχές υπηρέτησε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, γεγονός που συνιστά για εμένα προσωπικά μια ανεξάρτητη πηγή έμπνευσης για προσφορά στον τόπο μου και στην πατρίδα μου.
Είναι σημαντικό στην εποχή της οικονομικής κρίσης, που παράλληλα εξελίχθηκε σε μια πρωτοφανή κρίση αξιών να μπορούμε να στρέψουμε το βλέμμα μας στην ένδοξη ιστορία μας και να αντλούμε δύναμη από τους αγωνιστές του ’21 που έδωσαν την ψυχή τους για τις αξίες, τα ιδανικά και υπερασπίστηκαν με αυταπάρνηση το δικαίωμα στην ελευθερία τους. Αυτήν την ιστορική μνήμη της πατρίδας και ιδιαίτερα τα κομμάτια εκείνα, τα οποία συνδέονται άρρηκτα με την πόλη μας θέλαμε να αναβιώσουμε από την πρώτη στιγμή που οι Πειραιώτες εμπιστεύτηκαν το όραμά μας πριν από πέντε χρόνια».
Νωρίτερα, κατά την ομιλία του ο δήμαρχος Πειραιά Γιάννης Μώραλης τόνισε ότι «ως δημοτική αρχή, σε συνεργασία με τη Μητρόπολη Πειραιά και τον σεβασμιότατο μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ εκπληρώνουμε ένα χρέος απέναντι στον ήρωα Νικηταρά».
Αυτήν την ώρα είναι σε εξέλιξη η μεγάλη εκδήλωση του Δήμου Πειραιά και της Ιεράς Μητρόπολης Πειραιώς, στη διάρκεια της οποίας, τιμώντας τη Μνήμη του Ήρωα της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821, θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του.
Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στον αύλειο χώρο του Γηροκομείου Πειραιώς (παραπλεύρως του Ι.Ν.Ευαγγελιστρίας, Γρηγορίου Λαμπράκη 41).
Ποιος ήταν ο Νικήτας Σταματελόπουλους, κατά κόσμον Νικηταράς;
Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς ήταν Έλληνας οπλαρχηγός και ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Γεννήθηκε το 1781 στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα των Πισινών Χωριών του Μυστρά (σημερινή Νέδουσα Μεσσηνίας), στους πρόποδες του Ταϋγέτου, 25 χλμ από την πόλη της Καλαμάτας.
Γονείς του ήταν ο Σταματέλος «Τουρκολέκας», ονομαστός αγωνιστής της περιοχής, και μητέρα του η Σοφία Δημητρίου Καρούτσου, δευτερότοκη θυγατέρα και αδελφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Διωγμένος και επικηρυγμένος ο πατέρας του – καθώς ήταν πολεμικός – από τους Τούρκους, σε ηλικία 16 χρονών πολέμησε στην Πάρο με Ρώσικα στρατεύματα βρίσκοντας καταφύγιο στο χωριό Τουρκολέκα. Ο γιός του Γιάννης (1805) και αδελφός του Νικηταρά θανατώθηκε βάναυσα από τους Τούρκους το 1816 μαζί με τον γερο-Σταματέλο στην Μονεμβασιά και αγιοποιήθηκε αργότερα από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως «Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας».
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι στο μεταξύ τα είχαν καταλάβει με τη συνθήκη του Τίλσιτ.
Ο Νικηταράς συμμετείχε σε πολλές σημαντικές μάχες της Ελληνικής Επανάστασης, όπως στις μάχες του Βαλτετσίου και των Δολιανών, στην άλωση της Τριπολιτσάς και την απόκρουση του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων. Ήταν ικανότατος πολεμιστής, είχε μάλιστα κερδίσει το προσωνύμιο «Τουρκοφάγος».
Σε αυτήν τη μάχη λέγεται ότι ο Νικηταράς έσπασε τέσσερα σπαθιά. Όταν μάλιστα έσπασε και το τέταρτο, το χέρι του έπαθε αγκύλωση και χρειάστηκε γιατρός για να του ανοίξει το χέρι και να βγάλει το σπαθί.
Μετά την εγκαθίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους, προσχώρησε στο κόμμα των Ναπαίων (Ρωσόφιλων) επί Καποδίστρια και Όθωνα. Η Ελληνική Κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο Κόμμα επεδίωκε να αντικαταστήσει τον Βασιλιά Όθωνα με κάποιον Ρώσο Πρίγκιπα, συνέλαβε το Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας.
Τελικά, αθωώθηκε και αποφυλακίστηκε αλλά ο ίδιος ήταν ήδη σε μεγάλη ηλικία και η υγεία του ήταν εξασθενημένη. Έπασχε από ζάχαρο χωρίς να το γνωρίζει, με αποτέλεσμα να χάσει σε μεγάλο βαθμό την όρασή του. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζητιάνευε κάθε Παρασκευή στον Πειραία, κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα ο ναός της Ευαγγελιστρίας. Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849 σε ηλικία 68 ετών.