Η εργασιακή δέσμευση (employee engagement) αναφέρεται στον ενθουσιασμό που δείχνει κάποιος για τη δουλειά του. Οι Ευρωπαίοι έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά διεθνώς και οι Έλληνες ακόμα χαμηλότερα.
Ένας από τους καθιερωμένους όρους στη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού είναι το employee engagement – που μεταφράζεται ως «εργασιακή δέσμευση» ή οργανωσιακή δέσμευση.
Σύμφωνα με έναν κλασικό ορισμό «η εργασιακή δέσμευση αναφέρεται στην προσωπική εμπλοκή (σ.σ. του εργαζομένου), την ικανοποίηση και τον ενθουσιασμό για τη δουλειά του».
Άλλοι ορισμοί διαφοροποιούν την εργασιακή δέσμευση από την εργασιακή ικανοποίηση και τη συνδέουν με την ενσωμάτωση της εταιρικής κουλτούρας, την αφοσίωση του προσωπικού στο εταιρικό όραμα, τον εργασιακό ζήλο. Η εργασιακή δέσμευση, εφόσον θεωρήσουμε ότι είναι πηγαία και όχι προσποιητή ή αποτέλεσμα καταναγκασμού, είναι αυτό που κάνει τους υπαλλήλους μιας επιχείρησης να παραμένουν σε αυτήν, επειδή το θέλουν και να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους.
To άγιο δισκοπότηρο του HR
Στα αυτιά ενός μέσου εργαζόμενου στην Ελλάδα τα παραπάνω ακούγονται από ουτοπικά ως εμετικά και παραπέμπουν στο πρότυπο του σπασίκλα, για να μην χρησιμοποιήσουμε χειρότερες λέξεις, όπως τσάτσος και γλείφτης.
Στο εταιρικό όμως γίγνεσθαι, η εργασιακή δέσμευση αποκαλείται «το άγιο δισκοπότηρο του HR» (Ηuman Resource Management). Είναι η ιδιότητα που πρέπει να εμπνέουν τα σωστά στελέχη στους υφισταμένους τους και να την προάγει ένα εργασιακό περιβάλλον που ευνοεί την επαγγελματική εξέλιξη του εργαζομένου, χωρίς να του στερεί χρόνο από την προσωπική και οικογενειακή του ζωή.
Δεν χρειάζεται κανείς να έχει διαβάσει για τη θεωρία της αλλοτρίωσης του Μαρξ, για να είναι δύσπιστος απέναντι σ’ αυτά τα μανατζερίστικα κόλπα. Αν η δουλειά προκαλούσε τόσο κέφι και χαρά δεν θα τη λέγανε δουλειά – που κάνει συνήχηση με το δουλεία – αλλά δημιουργικότητα. Η εργασιακή δέσμευση είναι η άλλη όψη στα εργασιακά δεσμά. Και αν πιστεύουμε ακόμα ότι οι προλετάριοι δεν έχουν τίποτα να χάσουν παρά τις αλυσίδες τους, οι δεσμευμένοι εργαζόμενοι δε νιώθουν ότι έχουν αλυσίδες, αλλά χρυσό μπρασελέ.
Τι συμβαίνει στην Ευρώπη και στην Ελλάδα
Το engagement των εργαζομένων είναι πλέον κάτι που μετριέται, αξιολογείται και αναλύεται σε διεθνείς έρευνες, όπως η ετήσια έκθεση της εταιρείας δημοσκόπησης Gallup για το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό.
Έτσι έχει προκύψει ότι οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι έχουν τη χαμηλότερη εργασιακή δέσμευση από όλους, με μόνο 13% να «επενδύουν» συναισθηματικά και προσωπικά στη δουλειά τους (έναντι 23% του παγκόσμιου μέσου όρου). Το 72% δεν πολυτρελαίνεται για το αντικείμενο της εργασίας του ή για τον οργανισμό στον οποίο δουλεύει, έχοντας χαμηλό βαθμό δέσμευσης – έναντι 62% παγκοσμίως. Τέλος, το 16% των εργαζομένων στην Ευρώπη και το 15% παγκοσμίως νιώθουν «ενεργά αποδεσμευμένοι». Έχουν ξενερώσει με τη δουλειά τους, και απλώς επαναλαμβάνουν μηχανικά τις χειρωνακτικές και διανοητικές κινήσεις που απαιτούνται.
Στην Ελλάδα μόνο το 12% των εργαζομένων νιώθουν εργασιακή δέσμευση, Έχουν επίσης τα υψηλότερα ποσοστά άγχους στην ΕΕ, ενώ οι τέσσερις στους δέκα ψάχνουν ενεργά ή απλώς έχουν το νου τους για άλλη δουλειά. Πάντως η εργασιακή δέσμευση δε συνδέεται απαραίτητα με τους καλούς μισθούς και τις συνθήκες εργασίας, όσο με την ανάγκη για δουλειά. Οι Ρουμάνοι και οι Αλβανοί εμφανίζουν υπερδιπλάσια ποσοστά εργασιακής δέσμευσης από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ οι Γάλλοι, που έχουν κερδίσει το 35ωρο, είναι οι λιγότερο «δεσμευμένοι». Η αντίστροφη ανάγνωση είναι ότι ακριβώς επειδή οι Γάλλοι δεν ταυτίζονται με τον εργοδότη τους, έχουν ακόμα ισχυρά συνδικάτα και είναι συγκριτικά σε καλύτερη θέση διαπραγμάτευσης από άλλες χώρες.
Σε ιστορικά χαμηλά η εργασιακή δέσμευση στις ΗΠΑ
Στην καλύτερη περίπτωση το employee engagement φτάνει το 33% του εργατικού δυναμικού, ποσοστό που συναντάται στις ΗΠΑ και στον Καναδά.
Να όμως που η παραδοσιακή «εργασιομανία» των Αμερικανών – συνδεδεμένη με την προτεσταντική ηθική έχει αρχίζει να ξεφτίζει.
«Η εργασιακή δέσμευση στις ΗΠΑ έχει κατρακυλήσει σε χαμηλό δεκαετίας», διαπιστώνει με θλίψη το Gallup, έχοντας πέσει στο 31%. Αντίστοιχα η εργασιακή αποδέσμευση – αυτοί που συναισθηματικά γράφουν τη δουλειά εκεί που δεν πιάνει μελάνι, ακόμα και αν είναι ικανοί εργαζόμενοι, έχει ανέβει στο 17% του εργατικού δυναμικού – επίσης το υψηλότερο σημείο εδώ και δέκα χρόνια.
Γενικά η εργασιακή δέσμευση βαίνει μειούμενη εδώ και 25 χρόνια, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως. Για την Αμερική πάντως ακόμα και η πτώση μιας ποσοστιαίας μονάδας αφορά εκατομμύρια εργαζόμενους, ενώ οι αλλαγές των τελευταίων χρόνων ισοδυναμούν με αύξηση των «αποδεσμευμένων» εργαζομένων σχεδόν όση ο πληθυσμός της Ελλάδας.
«Ξενερώνουν» και οι διευθυντές
Σύμφωνα με το Forbes το φαινόμενο της «εργασιακής αποσύνδεσης» έχει άμεσες αρνητικές συνέπειες στην ευρωστία των επιχειρήσεων, την παραγωγικότητα, την κερδοφορία, ενώ συνδέεται ακόμα και με την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων.
Το περίεργο δεν είναι ότι οι εργαζόμενοι χάνουν τον ενθουσιασμό για τη δουλειά – κάτι που συνδέεται και με το κύμα της «μεγάλης παραίτησης». Είναι ότι το χάνουν πλέον και τα ανώτατα διευθυντικά στελέχη. Έρευνες του οργανισμού Τhe Conference Board, που εκπροσωπεί εταιρείες σε 60 χώρες, δείχνουν ότι η εμπιστοσύνη των CEOs στις ίδιες τους τις επιχειρήσεις υποχώρησε στο τέλος του 2024, με τις προσδοκίες για το 2025 να είναι λιγότερο αισιόδοξες.
Οικονομικό περιβάλλον
Εννοείται ότι όλα τα παραπάνω δεν συμβαίνουν εν κενώ. Οι προκλήσεις στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και στην αγορά εργασίας είναι καθοριστικές. Στις ΗΠΑ οι κενές θέσεις εργασίας υπερβαίνουν τον ρυθμό των προσλήψεων, αλλά λιγότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι είναι καλή εποχή για να βρεις δουλειά. Παράλληλα οι αποχωρήσεις είναι ελαφρώς λιγότερες από την περίοδο του 2021-22, στο ζενίθ του κύματος της «μεγάλης παραίτησης», αλλά παραμένουν σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από ό,τι πριν την πανδημία.
Μολαταύτα, η παραγωγικότητα της εργασίας συνεχίζει και αυξάνεται, αν και με χαμηλότερους ρυθμούς. Μια εξήγηση γι’ αυτό, σύμφωνα με την Gallup, είναι ότι η μέτρηση της παραγωγικότητας ως αναλογία της αξίας του παραγόμενου προϊόντος ανά ώρα εργασίας – δεν λαμβάνει υπόψιν την ποιότητα της εργασίας. Επιπλέον η παραγωγικότητα αυξάνεται και ως αποτέλεσμα τεχνολογικών εξελίξεων, την αύξηση της αξίας της διανοητικής ιδιοκτησίας ή τις επενδύσεις κεφαλαίων.