Έφυγε σήμερα από τη ζωή ο Βαρδής Βαρδινογιάννης. Το Νοέμβριο του 1990 είχε δεχθεί επίθεση από τους τρομοκράτες της «17Ν». Είχε διασωθεί χάρη στο «θηρίο», το θωρακισμένο αυτοκίνητό του
Πέθανε σε ηλικία 91 ετών, σήμερα Τρίτη, ο επιχειρηματίας Βαρδής Βαρδινογιάννης . Μια από τις στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή του Βαρδή Βαρδινογιάννη, αλλά και την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, ήταν η απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του.
Ηταν 20 Νοεμβρίου 1990, στις 9 και 20 το πρωί όταν ο 57χρονος τότε κορυφαίος επιχειρηματίας βρισκόταν στο αυτοκίνητό του και περνούσε από την πλατεία Διλβόη στη Νέα Ερυθραία.
Εκεί που η τρομοκρατική οργάνωση «17 Νοέμβρη» του είχε στήσει καρτέρι για να τον σκοτώσει χρησιμοποιώντας τρεις ρουκέτες.
Οι τρομοκράτες είχαν επίσης τοποθετήσει βόμβα σε σταθμευμένο αυτοκίνητο η οποία όμως δεν πυροδοτήθηκε ταυτόχρονα.
Οι ρουκέτες εκτοξεύτηκαν επιτυχώς, αλλά το θωρακισμένο αυτοκίνητο του Βαρδή Βαρδινογιάννη άντεξε και ο επιχειρηματίας δεν έπαθε ούτε γρατζουνιά.
Το αυτοκίνητο το είχε παραλάβει λίγες μέρες νωρίτερα, το κυκλοφορούσε ακόμη με κόκκινες πινακίδες «zoll”. Μέσα στο αυτοκίνητο, ο οδηγός και ένας άνδρας της προσωπικής του ασφαλείας, πίσω ακολουθούσε η συνοδεία με ένα μαύρο Mercedes SEL 450, με ακόμη τρεις συνοδούς ασφαλείας.
Βαρδής Βαρδινογιάννης εξήλθε από το Mercedes από την πόρτα του οδηγού ενώ εξέρχονται υπό σοκ οι άνδρες ασφαλείας του Βαρδή Βαρδινογιάννη από το συνοδευτικό όχημα, κρατώντας τα πιστόλια τους. Ένας αιμορραγούσε στο λαιμό.
Δίπλα στα δύο Mercedes, τα υπολείμματα του Mitsubishi Galant, όπως αποδείχθηκε αργότερα κλεμμένο λίγες βδομάδες πριν από το Γαλάτσι. Ήταν παγιδευμένο με εκρηκτικά, ενω υπήρχαν και τρεις αντιαρματικές ρουκέτες, τοποθετημένες σε ισάριθμες αυτοσχέδιες τρύπες καμουφλαρισμένες με στόκο που είχαν ανοίξει στις αριστερές πόρτες του οι τρομοκράτες.
Τη στιγμή διέλευσης του οχήματος του Βαρδή Βαρδινογιάννη ακριβώς στο ίδιο ύψος με το παγιδευμένο, πυροδοτήθηκε με τηλεχειρισμό η βόμβα και οι ρουκέτες ενεργοποιήθηκαν πλήττοντας το θωρακισμένο Mercedes το οποίο άντεξε στο ωστικό κύμα της έκρηξης. Μια απ’ τις ρουκέτες έπληξε στην πίσω αριστερή πλευρά του προφυλακτήρα, πάνω από το ρεζερβουάρ της Mercedes, η δεύτερη βρέθηκε αργότερα άθικτη κάτω από το αυτοκίνητο, η τρίτη εκτινάχθηκε σε απόσταση περίπου πενήντα μέτρων και καρφώθηκε στη βεράντα ενός διώροφου σπιτιού η μόνη που εξερράγη. Όπως παρέθεταν στη συνέχεια οι πυροτεχνουργοί, οι ρουκέτες για να εκραγούν πρέπει να διανύσουν απόσταση τουλάχιστον είκοσι μέτρων. Τις συγκεκριμένες ρουκέτες των 2,36 και 3,4 ιντσών είχαν απαλλοτριώσει οι τρομοκράτες τη νύχτα των Χριστουγέννων του 1989 από το στρατόπεδο Συκουρίου στη Λάρισα.
Γύρω από την πλατεία Διλβόη και σε ακτίνα 100 μέτρων, κομμάτια του Galant. Ο ουρανός του εκτινάχτηκε στην ταράτσα παρακείμενης πολυκατοικίας, ένα άλλο τμήμα του πέρασε πάνω από τα καλώδια της ΔΕΗ και κατέστρεψε μια κολόνα, ένα άλλο τμήμα του οχήματος “χώθηκε” στον κορμό παρακείμενου ευκαλύπτου σε απόσταση περίπου σαράντα μέτρων από το σημείο της έκρηξης. Καταστροφές σε σπίτια και μαγαζιά με σπασμένες τζαμαρίες, γείτονες, και περίοικοι στο δρόμο με πρόσωπα τρομαγμένα.
Επί τόπου έφτασαν δεκάδες περιπολικά και μοτοσικλέτες, αλλά οι δράστες είχαν εξαφανιστεί προς άγνωστη κατεύθυνση. Στο σημείο μεταβαίνει ο αδερφός του Βαρδή, Γιώργος Βαρδινογιάννης, από την Εκάλη, περικυκλωμένος από τους άνδρες της συνοδείας του. Οδήγησε ο ίδιος, έφτασε στην πλατεία Διλβόη μαζί με τη σύζυγό του Αγάπη, άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και επιβίβασε το Βαρδή, τον οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν περιθάλψει οι περίοικοι της Νέας Ερυθραίας.
Στο χώρο μετέβη οι (τότε) Υπαρχηγός της ΕΛΑΣ Αντιστράτηγος Κώστας Τασάκος, ο Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής Αστυνομίας Αττικής, Υποστράτηγος Σίμων Παπαδογεώργος, ο Διευθυντής της Κρατικής Ασφάλειας του Υπουργείου Δημοσίας Τάξης, Υποστράτηγος Χρηστός Μουτσώκος, Αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, συνεργεία της Εγκληματολογικής Υπηρεσίας, πυροτεχνουργοί, λίγο αργότερα και ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης Γιάννης Βασιλειάδης.
Η απολογία Ξηρού
Στην ομολογία του το 2002, ο συλληφθείς Χριστόδουλος Ξηρός παραδέχθηκε τη συμμετοχή του ίδιου στην απόπειρα δολοφονίας του Βαρδινογιάννη, όπως και τριών ακόμη μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Είχε πει τότε: «Συμμετείχα στην ενέργεια εκτόξευσης τριών ρουκετών κατά του Βαρδινογιάννη, στην Εκάλη. Μαζί μου ήταν ο αδελφός μου ο Σάββας, ο Λουκάς (σ.σ.: Κουφοντίνας) και πιθανόν ο “Χάρης” (σ.σ.: Ηρακλής Κωστάρης). […] Στη συγκεκριμένη περίπτωση το μπουτόν το πάτησε ή ο Σάββας ή ο Λουκάς».
«Το μεγάλο κτύπημα με το οποίο είχε απειλήσει η τρομοκρατική οργάνωση “17 Νοέμβρη”, στις τελευταίες προκηρύξεις της, πραγματοποιήθηκε χθες το πρωί με μια καλοστημένη επιχείρηση που στόχο είχε τον επιχειρηματία κ. Βαρδή Βαρδινογιάννη. Τα μέλη της “17Ν” προσπάθησαν να δολοφονήσουν τον κ. Βαρδινογιάννη, με έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου μέσα στο οποίο, για μεγαλύτερη “σιγουριά”, είχαν εγκαταστήσει σύστημα εκτοξευόμενων ρουκετών. Παρά τη φοβερή έκρηξη η θωρακισμένη Μερσεντές του επιχειρηματία άντεξε ενώ οι τρεις ρουκέτες δεν βρήκαν, ευτυχώς, τον στόχο τους.» Αυτά έγραψαν τότε οι εφημερίδες με τον Βαρδινογιάννη να λέει στην κατάθεσή του ότι δεν μπορεί να είχαν πολιτικά κίνητρα οι τρομοκράτες και ότι δεν γνώριζε γιατί έγινε στόχος της «17Ν».
Ο Βαρδινογιάννης, σε συνομιλία με τον φίλο του Αντώνη Λιβάνη είχε πει τότε την απίστευτη ατάκα που έμεινε στην ιστορία «Ψυχραιμία. Σούταρε πέναλτι ο Σαραβάκος και βρήκε δοκάρι».
Λίγες ημέρες αργότερα η «17Ν» δημοσιοποίησε πολυσέλιδη προκήρυξη αναλαμβάνοντας την ευθύνη και εξηγώντας ότι απέτυχε λόγω του «θωρακισμένου θηρίου» που μετέφερε τον επιχειρηματία.
Τον Βαρδινογιάννη τον είχε φωτογραφίσει στις προκηρύξεις της, ενώ προειδοποιούσε/απειλούσε ονομαστικά και στο Μίνωα Κυριακού, τον Αριστείδη Αλαφούζο, τον τότε Διοικητή της Εθνικής Τράπεζας, Δημ. Γερμίδη, τον τότε Δήμαρχο Αθηναίων Μιλτιάδη Έβερτ, το Σπύρο Λάτση, το Βαρδή Βαρδινογιάννη.
Στην προκήρυξη μετά το χτύπημα της πλατείας Διλβόη, κατονόμασε για πρώτη φορά τις γερμανικές εταιρείες Siemens και Lufthansa που από τότε είχαν μπει στο παιχνίδι της εγχώριας αγοράς (κυρίως προβληματικών επιχειρήσεων), στρέφετο ξεκάθαρα εναντίον της επεκτατικής πολιτικής των Γερμανών χαρακτηρίζοντάς τους ‘4ο Ράιχ’, που ήθελε να εξαγοράσει τις ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ χρωστούσε ακόμη τις αποζημιώσεις από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στο πολυσέλιδο κείμενο, η 17Ν εξήγησε και γιατί διάλεξε ως στόχο τον Βαρδή Βαρδινογιάννη και γιατί δεν τα κατάφερε. Αναφέρει πώς ξεκίνησαν οι Βαρδινογιάννηδες, με ποιον τρόπο ανήλθαν στην ελίτ, ποια μέσα χρησιμοποίησαν, παραθέτοντας μια μακροσκελή ανάλυση γεμάτη άγνωστα στοιχεία και αναλύοντας τις συνθήκες ανάπτυξης του εφοπλιστικού κυκλώματος γενικότερα. Την αποτυχία της απόπειρας δολοφονίας του Βαρδή τη ‘χρεώνει’ στο θωρακισμένο θηρίο που μετέφερε τον επιχειρηματία, “ένα κινητό φρούριο πέντε χιλιάδων κυβικών που κόστισε 95 εκατομμύρια δραχμές” όπως ανέφερε.
Ο διάλογος με τον Κουφοντίνα
Τρομερός είναι ο διάλογος μεταξύ του Κουφοντίνα και του Βαρδή Βαρδινογιάννη στη δίκη των τρομοκρατών
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η Πολιτική Αγωγή.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Τρεις ερωτήσεις θα κάνω μόνο: Κύριε Βαρδινογιάννη, αμέσως μετά την επίθεση είχατε δηλώσει ότι «σούταρε πέναλτι ο Σαραβάκος και βρήκε το δοκάρι».
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Αυτό το είπα σ’ ένα φίλο μου, πού το ξέρετε εσείς;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Το έγραψαν οι εφημερίδες. Με αυτή την έκφραση, δείχνατε καθαρά ότι αποδέχεστε τους κανόνες του παιχνιδιού και του πέναλτι, την οποία οι δημοσιογράφοι τη χαρακτηρίζουν την εσχάτη των ποινών μάλιστα. Δε νομίζω ότι είναι κάτι πιο φυσικό και το παραδέχεστε κι εσείς μ’ αυτή τη δήλωση, εσείς που είστε ένας από τους επιφανέστερους κεφαλαιοκράτες, ένας από τους επιφανέστερους καπιταλιστές της Ελλάδας…
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: (Μιλάει μακριά από το μικρόφωνο)
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (Μιλάει μακριά από το μικρόφωνο)
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: (Μιλάει μακριά από το μικρόφωνο)
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Σας παρακαλώ κύριε, θα μου μιλάτε στον πληθυντικό όταν σας μιλάω. Δε θα μιλήσουμε αυτή τη γλώσσα που ξέρετε. Αν αυτή τη γλώσσα ξέρετε, εγώ δεν την ξέρω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούστε, αυτά, «αυτή τη γλώσσα που ξέρετε» κτλ. … σας παρακαλώ.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: «Σιγά τα λάχανα» σε υπερασπιστή κ. Πρόεδρε; Αν είναι δυνατόν!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Κουφοντίνα κάνετε την ερώτησή σας;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θα κάνω την ερώτηση. Απλώς εξερράγη η κα συνήγορος, γιατί δεν το ακούσατε εσείς, είπε «σιγά το μούτρο» για την κα Κούρτοβικ. Δείχνει πώς σέβεται τους θεσμούς ο κύριος αυτός. Τι λάχανα, τι μπρόκολα, τι μούτρο, για σας, για το λόγο σας είναι το ίδιο… Αυτό που θα ρωτήσω είναι: Με αυτή τη δήλωση αποδέχεται ως φυσικό αυτός ο οποίος αποτελεί έναν από τους επιφανέστερους κεφαλαιοκράτες της χώρας, να γίνει στόχος μιας αντικαπιταλιστικής Επαναστατικής Οργάνωσης. Αυτό δείχνει αυτή του η δήλωση.
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ είπα ένα καλαμπούρι για να δώσω έναν καλαμπουρίστικο τόνο στην επίθεση που μου έγινε και το είπα τηλεφωνικά σ’ ένα φίλο μου, στον Αντώνη Λιβάνη, να πω και σε ποιον το είπα. Και δε δείχνει τίποτα. Ούτε παραδέχομαι ποτέ ότι αυτοί οι κύριοι που δικάζονται τώρα εδώ πέρα είχαν δικαίωμα να αντλήσουν από τους εαυτούς τους να κάνουν αυτά τα οποία έκαναν, τους θανάτους που έκαναν. Εγώ τη γλίτωσα, αλλά δεν τη γλίτωσαν οι άλλοι, ούτε ο Μπακογιάννης ούτε οι άλλοι τη γλίτωσαν. Άλλη ερώτηση έχετε;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Άλλες δύο έχω. Δηλώσατε και εδώ, δηλώσατε και στην πρώτη δίκη, ότι «εγώ δύο χρόνια την ερεύνησα την υπόθεση με δικά μου μέσα. Έφερα ξένους εδώ αλλά δεν είχα κανένα αποτέλεσμα. Έψαχνα να τους βρω, δεν τους βρήκα. Ήμουν άτυχος εγώ για να τους βρω και τυχεροί αυτοί που δεν τους βρήκα». Θα ήθελα να μου πείτε πρώτα πρώτα, τι είναι αυτοί οι ξένοι ειδικοί που φέρατε. Ανήκαν σε κανένα ευαγές ίδρυμα, σε κανένα συνδικάτο; Τι ήταν αυτοί οι ειδικοί τέλος πάντων;
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν απαντώ σε τέτοιες ερωτήσεις εγώ.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Μάλιστα. Λέτε μετά ότι «ήταν τυχεροί που δεν τους βρήκα». Τι τύχη θα είχαν δηλαδή αυτοί; Μήπως θα είχαν την τύχη του νεαρού σοσιαλιστή Κοινοτάρχη Γιάννη Κουτσάκη που δολοφονήθηκε γκαγκστερικά; Αυτή την τύχη θα είχαμε;
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν ξέρω τι σχέση έχει το ένα με το άλλο.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θα τα καταθέσουμε αυτά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ μην απαντάτε. Άλλη ερώτηση.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Γνωρίζετε το Γιώργο Λευκαδίτη και το Νίκο Σταματιάδη;
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Δε θυμάμαι.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Δε μπορεί να μη τους θυμάστε. Ήταν δύο από τους εργάτες, ο ένας μάλιστα πατέρας δύο ανήλικων παιδιών που δολοφονήθηκαν στο γκαζάδικό σας, επειδή για να κερδίσετε λεφτά δεν είχατε κάνει τον καθαρισμό του χώρου. Και δολοφονήσατε δυο εργάτες, μαυροφορεθήκανε δυο οικογένειες στο βωμό των κερδών σας.
Β. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, πώς του δίνετε το δικαίωμα να μιλάει έτσι; Πώς του επιτρέπετε αυτού του αλήτη να μιλάει έτσι;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Δε δολοφονήθηκαν; Δεν είναι γεγονός ότι δολοφονήθηκαν δυο εργάτες για να κερδίσει μερικές ψωροδεκάρες ο κ. Βαρδινογιάννης;
Α. ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: Εσείς δολοφονούσατε, οι άλλοι δε δολοφονούσαν. Εσείς είστε οι δολοφόνοι, κανένας άλλος! Κι όχι η Αριστερά την οποία επικαλείστε! Η Αριστερά δε δολοφονούσε έτσι!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, 4 μήνες φάγανε για το ΣΑΜΙΝΑ, 82 πνίξανε! Αυτή είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για λίγη ώρα.
ΔΙΑΚΟΠΗ.
Πηγή: in.gr