Tρεις κύριοι και δύο βοηθητικοί σταθµοί άµεσης επέµβασης σε στρατηγικά σηµεία υψηλού κινδύνου
Λίγες μέρες μετά την ασύλληπτη τραγωδία στην Βαλένθια με τους εκατοντάδες νεκρούς, τρέμουν ανάλογο κίνδυνο και στην Αττική. Σχεδόν 220.000 άνθρωποι διαµένουν στην Αττική σε σηµεία υψηλού πληµµυρικού κινδύνου, ενώ στις ίδιες περιοχές υπάρχουν περίπου 46.650 κτίρια, 293 σχολεία και 21 δοµές υγείας.
Σε αυτά τα κτίρια, 19.319 κατοικίες, καταστήµατα και εργαστήρια είναι ισόγεια, οπότε σε περίπτωση πληµµύρας ο κίνδυνος για τους ανθρώπους που θα βρίσκονται σε αυτά µε την έναρξη σφοδρών βροχοπτώσεων είναι άµεσος. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία τα οποία συγκέντρωσε και επεξεργάστηκε η Πολιτική Προστασία του υπουργείου Κλιµατικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας στο πλαίσιο του νέου σχεδιασµού για τη διαχείριση φυσικών καταστροφών, αποφασίστηκε η δηµιουργία και ο εξοπλισµός τριών σταθµών άµεσης επέµβασης και δύο ακόµη βοηθητικών σε στρατηγικά σηµεία για την αντιµετώπιση ενδεχόµενων πληµµυρικών φαινοµένων στην Αττική.
Οι τρεις κύριοι σταθµοί βάσης, που θα συνιστούν τις υπηρεσίες πρώτης απόκρισης σε περίπτωση πληµµυρικών φαινοµένων, θα έχουν έδρα την 1η Ειδική Μονάδα ∆ασικών Επιχειρήσεων στη Μαγούλα για όλη τη ∆υτική Αττική, τον 1ο Πυροσβεστικό Σταθµό Πειραιά (Ρέντης) για την περιοχή του Κηφισού και του Μοσχάτου και την Πυροσβεστική Υπηρεσία Αχαρνών (Ολυµπιακό Χωριό) που αφορά τα βόρεια προάστια. Οι δύο επικουρικοί σταθµοί θα βρίσκονται στον 12ο Πυροσβεστικό Σταθµό στην Παλλήνη για τη Νέα Μάκρη και την Ανατολική Αττική και στον 8ο Πυροσβεστικό Σταθµό στο Ελληνικό για τα νότια προάστια.
Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης
Ο νέος στρατηγικός σχεδιασµός για την αντιµετώπιση ενδεχόµενων πληµµυρικών φαινοµένων στην Αττική καταρτίστηκε φέτος στο υπουργείο Κλιµατικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας µε πρωτοβουλία του αρµόδιου υπουργού Βασίλη Κικίλια, έτσι ώστε να είναι δυνατή η όσο το δυνατόν άµεση επέµβαση σε περίπτωση ραγδαίων βροχοπτώσεων. Οι σταθµοί θα είναι πλήρως στελεχωµένοι από το Πυροσβεστικό Σώµα, αλλά θα διαθέτουν και εξοπλισµό για την αντιµετώπιση των εκτάκτων καταστάσεων και αναγκών που ανακύπτουν κατά τη διάρκεια των φαινοµένων.
«Εντός της Αττικής υπάρχει ένα πυκνό δίκτυο πυροσβεστικών σταθµών που έχει έναν τοµέα ευθύνης του. Μπορούµε να παρέµβουµε σε περιστατικά όπως κλήσεις για υπόγεια, διασώσεις σε γέφυρες κ.λπ. έως έναν βαθµό. Επειτα όµως από όσα συµβαίνουν µε την κλιµατική κρίση αποφασίσαµε να δηµιουργήσουµε πέντε σταθµούς βάσης, τρεις κύριους και δύο εφεδρικούς, που θα έχουν µεικτή στελέχωση και από το Πυροσβεστικό Σώµα και από τις Ενοπλες ∆υνάµεις και από τους οργανισµούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης», λέει στην «Κ» ο Θεόδωρος Βάγιας, αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώµατος.
Κάθε σταθµός θα έχει από την Πυροσβεστική επιχειρησιακούς αξιωµατικούς, βοηθητικά οχήµατα, αντλίες για την άντληση υδάτων, ερπυστριοφόρο όχηµα της ΕΜΑΚ, ενώ θα υπάρχουν από την Ειδική Μονάδα ∆ασικών Επιχειρήσεων δασοκοµάντος για να βοηθήσουν ανθρώπους που ενδεχοµένως θα αντιµετωπίσουν πρόβληµα από την πληµµύρα, καθώς και λέµβοι από την ΕΜΑΚ. Επίσης από τις Ενοπλες ∆υνάµεις θα υπάρχει µηχάνηµα έργου, λέµβοι και αξιωµατικός σύνδεσµος. «Θα είναι ένας σταθµός που θα έχει εργαλεία, µηχανήµατα και ό,τι χρειάζεται για να αντιµετωπιστούν οι συνέπειες µιας πληµµύρας», συµπληρώνει ο κ. Βάγιας. Παράλληλα θα υπάρχει και στη Νέα Πέραµο µια βάση των Ενόπλων ∆υνάµεων στην οποία θα υπάρχουν επιπλέον µηχανήµατα και θα λειτουργεί εφεδρικά για όπου χρειαστεί.
Οι σταθµοί αυτοί έχουν καθοριστεί, έχει καταρτιστεί το επιχειρησιακό σχέδιο και θα ενεργοποιούνται άµεσα από το υπουργείο µόλις υπάρχει σχετική πρόβλεψη των µετεωρολόγων για ακραία καιρικά φαινόµενα.
Ο στόχος είναι, όπως αναφέρει ο κ. Κικίλιας, η όσο το δυνατόν καλύτερη απόκριση και διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών και η συνεργασία µε εθελοντές που θα µπορούν ανάλογα τη διαθεσιµότητά τους να στελεχώσουν αυτές τις µονάδες.
Ο κ. Κικίλιας έχει πολλές φορές αναφερθεί στην ανάγκη να αντιµετωπιστεί το θέµα της δόµησης σε ρέµατα και περιοχές πέριξ αυτών και στην ανάγκη εκτέλεσης αντιπληµµυρικών έργων. Οµως, όλα αυτά αποτελούν πρωτοβουλίες που χρειάζονται χρόνο –ή χρόνια– για να εφαρµοστούν. Η προσπάθεια αυτή τη στιγµή εστιάζεται στην καλύτερη δυνατή προετοιµασία σε επιχειρησιακό επίπεδο κατά το πρότυπο που ακολουθήθηκε στην αντιµετώπιση των πυρκαγιών, αναφέρουν στην «Κ» στελέχη του υπουργείου Κλιµατικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.