Οι συνθήκες που προηγούνται μιας μεγάλης πολεμικής σύγκρουσης είναι πιο οξυμμένες σήμερα από ό,τι ήταν πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, προειδοποιεί το Ινστιτούτο Οικονομικών και Ειρήνης
Ο κλιμακούμενος πόλεμος στη Μέση Ανατολή επισκίασε τις εργασίες της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη. Τα ευχολόγια του «Συμφώνου για το Μέλλον» που εγκρίθηκαν μια μέρα νωρίτερα – παρά τις διαφωνίες της Ρωσίας – δεν αρκούν για να κρύψουν τις ανησυχίες που φουντώνουν ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται στο χείλος μιας νέας διεθνούς κλίμακας πολεμικής ανάφλεξης.
Δεν είναι μόνο τα τρία μεγάλα μέτωπα σε Μέση Ανατολή, Ουκρανία και Σουδάν, αλλά οι δεκάδες συγκρούσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλο τον πλανήτη: 56 σύμφωνα με το Ινστιτούτο για τα Οικονομικά και την Ειρήνη (Institute for Economics and Peace – IEP), πάνω από 110 σύμφωνα με την Ακαδημία της Γενεύης που προσμετράει και άλλες μορφές στρατιωτικής εμπλοκής, όπως η παράνομη κατοχή εδαφών. Σύμφωνα μάλιστα με το ΙEP οι πολεμικές συγκρούσεις που σημειώνονται σήμερα στον πλανήτη είναι οι περισσότερες που έχουν καταγραφεί από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Διαβάστε επίσης: Ολυμπιακός: Χωρίς ΜακΚίσικ στο Λαύριο
Πόλεμος και ειρήνη
«Ο κόσμος μας εκτροχιάζεται, οι ένοπλες συγκρούσεις μαίνονται και πολλαπλασιάζονται (…) και δεν φαίνεται τέλος στον ορίζοντα», παραδέχθηκε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρεζ, διαπιστώνοντας το προφανές. Η τραγική ειρωνία είναι ότι λίγα 24ωρα πριν το ματοκύλισμα στο Λίβανο, με τους 500 νεκρούς απο ισραηλινούς βομβαρδισμούς σε μια μόνο ημέρα, ο ΟΗΕ «γιόρτασε» (αν μπορούμε να μιλάμε για γιορτή) την «Παγκόσμια Ημέρα Ειρήνης».
Το φάντασμα του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου
Την ίδια ώρα που ο ΟΗΕ δεσμευόταν, μέσω ψηφίσματος «να καλλιεργήσει μια κουλτούρα ειρήνης», ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι, ταξιδεύοντας στις ΗΠΑ απειλούσε ότι αν δεν στηρίξουν ακόμα πιο ενεργά την Ουκρανία, το επόμενο βήμα είναι ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος.
Δεν είναι ο μόνος που κραδαίνει ως φόβητρο μαζί το φάντασμα του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Ντόναλντ Τραμπ αρέσκεται να επαναλαμβάνει ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα του Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου και ότι είναι ο μόνος που μπορεί να τον αποτρέψει. Η Ρωσία από την πλευρά της δεν παύει να υπενθυμίζει ότι η εμπλοκή της Δύσης και των ΗΠΑ στον πόλεμο στην Ουκρανία μας φέρνει πιο κοντά σε παγκόσμια πολεμική σύρραξη, και ότι ένας Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος (τον οποίο κατά τα άλλα απεύχεται), δεν θα περιοριζόταν στην Ευρώπη αλλά θα ήταν ολέθριος και για τις ΗΠΑ.
Δημοσκοπήσεις για νέο πόλεμο
Παράλληλα δημοσκοπήσεις, όπως αυτή της εταιρείας YouGov, δείχνουν ότι η πλειονότητα των κατοίκων των ΗΠΑ (61%) πιστεύουν ότι ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος είναι πιθανόν ή πολύ πιθανόν να ξεσπάσει την επόμενη δεκαετία. Από αυτούς οι 8 στους 10 θεωρούν ότι οι ΗΠΑ θα εμπλακούν σε έναν Γ’ Παγκόσμιο, με βασικούς συμμάχους την Μεγάλη Βρετανία, το Ισραήλ και την Ουκρανία, και εχθρούς τη Ρωσία, την Κίνα και τα κράτη που θα συμμαχήσουν με αυτές. Aντίστοιχα, το 52% των Βρετανών θεωρούν πιθανόν να ξεσπάσει ο Γ’ Παγκόσμιος τα επόμενα πέντε ως δέκα χρόνια.
Πώς μετριέται η ειρήνη
Το Ινστιτούτο για την Οικονομία και την Ειρήνη (Institute for Economics and Peace – IEP), συντάσσει σε ετήσια βάση τον «Παγκόσμιο Δείκτη Ειρήνης» (Global Peace Index – GPI), μετρώντας με βάση 23 υποδείκτες τα επίπεδα «ειρηνικότητας» 163 ανεξάρτητων κρατών χωρών και εδαφών, που καλύπτουν το 99,7% του παγκόσμιου πληθυσμού. Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ειρήνης, που (δεν) γιορτάστηκε στις 21 Σεπτεμβρίου, αξίζει να αναδείξουμε επί μέρους πλευρές της ετήσιας έρευνας.
Η πιθανότητα μιας νέας μεγάλης πολεμικής σύγκρουσης είναι η υψηλότερη που έχει καταγραφεί από το 2008
Ο ανεξάρτητος οργανισμός που συμβουλεύει μεταξύ άλλων την Παγκόσμια Τράπεζα, τον ΟΟΣΑ και τον ΟΗΕ, συνθέτει τον GPI, αναλύοντας ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα για τρεις βασικούς τομείς: Το επίπεδο της κοινωνικής ασφάλειας και προστασίας, την έκταση των συνεχιζόμενων εγχώριων και διεθνών συγκρούσεων και τον βαθμό στρατιωτικοποίησης.
Πιο οξυμμένες οι συνθήκες από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Η έκθεση διαπιστώνει ότι πολλές από τις συνθήκες που προηγούνται μεγάλων συγκρούσεων είναι πιο οξυμμένες σήμερα από ό,τι ήταν πριν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 56 ενεργές εμπόλεμες συγκρούσεις, οι περισσότερες που έχουν καταγραφεί από το τέλος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Παράλληλα, όλο και λιγότερες συγκρούσεις επιλύονται, είτε στρατιωτικά είτε μέσω ειρηνευτικών συμφωνιών.
Ο αριθμός των συγκρούσεων που έληξαν με νίκη της μίας πλευράς, μειώθηκε από 49% τη δεκαετία του 1970 σε 9% τη δεκαετία του 2010, ενώ οι συγκρούσεις που έληξαν μέσω ειρηνευτικών συμφωνιών μειώθηκαν από 23% σε 4% κατά την ίδια περίοδο.
Επικίνδυνα κοντά ένας νέος μεγάλος πόλεμος
Οι συγκρούσεις γίνονται επίσης όλο και πιο διεθνοποιημένες, με 92 χώρες να εμπλέκονται πλέον σε μια σύγκρουση εκτός των συνόρων τους, τις περισσότερες από την έναρξη μέτρησης του GPI το 2008. Αντίστοιχα, οι διαπραγματευτικές διαδικασίες για ειρηνευτικές λύσεις που θα έχουν διάρκεια, γίνονται πιο δύσκολες, και οι συγκρούσεις παρατείνονται.
Η διεθνοποίηση των συγκρούσεων, σημειώνει το Ινστιτούτο οφείλεται στον αυξημένο ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων και στην άνοδο των δυνάμεων μεσαίου επιπέδου, οι οποίες γίνονται πιο ενεργές στις περιοχές τους. Η πιθανότητα μιας νέας μεγάλης πολεμικής σύγκρουσης είναι η υψηλότερη που έχει καταγραφεί από το 2008, όταν ξεκίνησε η μέτρηση του Διεθνούς Δείκτη Ειρήνης.
Τα φετινά αποτελέσματα διαπίστωσαν ότι το μέσο επίπεδο παγκόσμιας «ειρηνικότητας» – όπως μετριέται από τον δείκτη GPI, επιδεινώθηκε κατά 0,56%. Πρόκειται για τη 12η επιδείνωση του Δείκτη τα τελευταία 16 χρόνια, με 65 χώρες να βελτιώνουν και 97 να επιδεινώνουν την «ειρηνικότητά» τους. Πρόκειται για τον υψηλότερο αριθμό χωρών που επιδεινώθηκε η «ειρηνικότητά» τους σε ένα μόνο έτος από την έναρξη του δείκτη.
Η Ελλάδα στην 40η θέση του Δείκτη Ειρήνης
Η Ισλανδία παραμένει η πιο ειρηνική χώρα στον κόσμο, θέση που κατέχει από το 2008. Στη δεύτερη θέση, ακολουθεί η Ιρλανδία, η οποία έχει αφήσει μακράν πίσω της την εποχή των «Tαραχών» (Τhe Troubles), και στην τρίτη θέση η Αυστρία, μια χώρα με μακρά παράδοση ουδετερότητας. Την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν η Νέα Ζηλανδία και η Σιγκαπούρη. Πρόκειται για χώρες που φιγουράρουν στις κορυφές του Παγκόσμιου Δείκτη Ειρήνης εδώ και 16 χρόνια.
Από την ανάποδη, η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη για τις χώρες που βρίσκονται στον «πάτο» της κατάταξης. Στην τελευταία θέση βρίσκεται φέτος για πρώτη φορά η Υεμένη, ακολουθούμενη από το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν, το Αφγανιστάν και την Ουκρανία.
Mεγαλώνουν οι «ανισότητες της ειρήνης»
Το χάσμα μεταξύ των περισσότερο και των λιγότερο ειρηνικών χωρών στον κόσμο είναι τώρα μεγαλύτερο από ό,τι ήταν ποτέ τα τελευταία 16 χρόνια. Σε σύγκριση με το 2008, οι 25 πιο ειρηνικές χώρες βελτίωσαν το δείκτη GPI κατά 1% το 2024, ενώ οι 25 λιγότερο ειρηνικές χώρες κατρακύλησαν κατά -7,5 ποσοστιαίες μονάδες. Το Ινστιτούτο αποκαλεί την τάση αυτή «ανισότητα της ειρήνης». Η σύγκρουση στη Γάζα είχε πολύ αρνητικό αντίκτυπο στο Παγκόσμιο Δείκτη Ειρήνης, με το Ισραήλ και την Παλαιστίνη να έχουν την πρώτη και την τέταρτη μεγαλύτερη επιδείνωση της ειρηνικότητας αντίστοιχα.
Η Ελλάδα, που βρίσκεται στην 40 θέση διεθνώς, κατέγραψε σημαντική άνοδο του δείκτη Ειρήνης, μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Nικαράγουα.
Η πιο ειρηνική περιοχή παραμένει η Ευρώπη
Η Ευρώπη είναι η πιο ειρηνική περιοχή στον κόσμο και φιλοξενεί οκτώ από τις δέκα πιο ειρηνικές χώρες. Η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής (MENA) παρέμεινε η λιγότερο ειρηνική περιοχή στον κόσμο. Η Βόρεια Αμερική κατέγραψε τη μεγαλύτερη επιδείνωση του μέσου όρου όλων των περιφερειών, με σημαντική πτώση της ειρηνικότητας τόσο στον Καναδά όσο και στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, παρά την επιδείνωση αυτή παραμένει η τρίτη πιο ειρηνική περιοχή παγκοσμίως, μετά την Ευρώπη και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.
Ο παγκόσμιος οικονομικός αντίκτυπος της ένοπλης βίας το 2023 ήταν 19,1 τρισεκατομμύρια δολάρια ή 2.380 δολάρια ανά άτομο. Πρόκειται για αύξηση κατά 158 δισεκατομμύρια δολάρια, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση κατά 20% των απωλειών του ΑΕΠ από τις συγκρούσεις. Οι δαπάνες για την οικοδόμηση της ειρήνης και τη διατήρηση της ειρήνης ανήλθαν σε 49,6 δισεκατομμύρια δολάρια, αντιπροσωπεύοντας λιγότερο από το 0,6% των συνολικών στρατιωτικών δαπανών.