Το Ιράν έδειξε ότι μπορεί να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού στη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή
Η πυραυλική επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ, στο φόντο των συνεχιζόμενων πολεμικών επιχειρήσεων των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων στη Γάζα και της πρώτων βημάτων μιας εισβολής στο Λίβανο, είναι σαφές ότι αλλάζει τα δεδομένα.
Σε αντίθεση με όσα κατά καιρούς λέγονται ούτε η στρατιωτική επιχείρηση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023 ήταν ένα κατά βάση ιρανικό σχέδιο, ούτε όσα συμβαίνουν έχουν να κάνουν με αυτό που πολλές φορές έχει περιγραφεί ως ένας «πόλεμος δι’ αντιπροσώπων μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ.
Διαβάστε επίσης: Μεντιλίμπαρ: «Μαζί με τον κόσμο μας θα τα δώσουμε όλα για τη νίκη» (vid)
Καταρχάς οι προτεραιότητες του Ιράν και επί προεδρίας Ραϊσί και επί προεδρίας πλέον Πεζεσκιάν ήταν κυρίως η εσωτερική ανασυγκρότηση, η προσπάθεια για αναζήτηση εναλλακτικών οικονομικών σχέσεων σε ένα πλαίσιο ας πούμε σχηματικά BRICS και η απαλλαγή από το βάρος των κυρώσεων, παρά η προσπάθεια πολεμικής εμπλοκής.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σχέσεις με τα κινήματα που εντάσσονται στον Άξονα της Αντίστασης ή υποστήριξη σε διάφορα επίπεδα. Όμως, δεν ήταν ότι πρωτίστως επεδίωκε μια πολεμική σύγκρουση με το Ιράν παρότι παραμένει η πιο ισχυρή δύναμη στην περιοχή με σαφώς αντιισραηλινή τοποθέτηση.
Αντίστοιχα, τα κινήματα που έχουν σχέσεις με το Ιράν έχουν το δικό τους σχεδιασμό. Είτε αυτό αφορούσε την επιλογή της Χαμάς για την επιχείρηση της 7ης Οκτωβρίου, πιθανώς σε μια προσπάθεια να ακυρωθεί η διαδικασία «εξομάλυνσης» των σχέσεων των πιο συντηρητικών αραβικών κρατών με το Ισραήλ η οποία συνέπεσε με την ακόμη πιο επιθετική στροφή της ισραηλινής κυβέρνησης που θεώρησε ότι αυτή ήταν η ευκαιρία να ξεμπερδεύει με τη Χαμάς μέσα από μια στρατιωτική επιχείρηση που μέχρι τώρα έχει κοστίσει πάνω από 40.000 νεκρούς, κυρίως αμάχους. Είτε αυτό αφορούσε τη Χεζμπολάχ που επέλεξε να διατηρήσει ανοιχτό ένα μέτωπο στα σύνορα με το Ισραήλ κυρίως για να το υποχρεώσει να διατηρεί στρατιωτικές δυνάμεις εκεί (αντί να πάνε στη Γάζα). Είτε αυτό αφορούσε τους Χούθι, που στο πλαίσιο της δικής τους νικηφόρας προσπάθειας στην Υεμένη επέλεξαν να εκφράσουν με συστηματικό τρόπο τη δική τους αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη.
Άλλωστε, σε πείσμα των παρωπίδων που συχνά συνοδεύουν το χαρακτηρισμό τέτοιων κινημάτων ως «τρομοκρατικών οργανώσεων», στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με ισχυρά κινήματα, με χαρακτήρα περισσότερο αντίστασης και ιδιαίτερη γείωση στις κοινωνίες στις οποίες παρεμβαίνουν. Ο χαρακτηρισμός τους μάλιστα ως «τρομοκρατικών» παραπέμπει μάλλον σε απροθυμία να συζητηθούν σοβαρά αυτές οι «ανοιχτές πληγές» στο διεθνές τοπίο, παρά σε αυτό που όντως είναι.
Το ίδιο το Ιράν έδειξε το προηγούμενο διάστημα ότι δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε μια πολεμική επιχείρηση. Ακόμη και όταν επέλεξε, τον περασμένο Απρίλιο, να απαντήσει στις σαφείς Ισραηλινές προκλήσεις σε βάρος του, που περιλάμβαναν τον βομβαρδισμό της Ιρανικής Πρεσβείας στη Δαμασκό και το θάνατο δύο στρατηγών, η επίθεση ήταν σαφώς προειδοποιημένη, ενώ και η ισραηλινή ήταν μάλλον μετρημένη.
Αυτό στηριζόταν σε μια εκτίμηση ότι αυτό που κάνει το Ισραήλ στη Γάζα, με τον τρόπο που ακυρώνει κάθε ενδεχόμενο αναβάθμισης σχέσεων με αραβικά κράτη αλλά και με τον τρόπο που παρατείνει το κόστος του πολέμου για την ισραηλινή κοινωνία, στο τέλος σημαίνει μια διαρκή φθορά, μεγαλύτερη απομόνωση στην περιοχή και προετοιμασία επόμενων επιχειρήσεων.
Όμως, τώρα τα πράγματα δείχνουν να είναι κάπως διαφορετικά. Καταρχάς φαίνεται ότι το Ισραήλ ταλαντεύεται ανάμεσα στην προσπάθεια όντως για μια περιφερειακή σύγκρουση, που θα εξασφάλιζε μεγαλύτερη δυτική υποστήριξη άρα και νομιμοποίηση για την επιχείρηση στη Γάζα και συνολικότερα τη μαζική εξώθηση των Παλαιστινίων και την προσπάθεια κατά βάση να εξασφαλίσει μια εικόνα στρατιωτικής κατίσχυσης κατά αντιπάλων ως προάγγελο ενός μελλοντικού «παγώματος» της σύγκρουσης.
Βεβαίως το παράδοξο είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις περιλαμβάνονται πολεμικές επιχειρήσεις στον Λίβανο ενάντια στη Χεζμπολάχ. Καθώς για την Ισραηλινή κυβέρνηση αποτελεί μόνιμο πονοκέφαλο παράταση του εκτοπισμού των κατοίκων των περιοχών κοντά στα βόρεια σύνορα για λόγους ασφαλείας.
Όμως, με αυτόν τον τρόπο το Ισραήλ ολοένα και περισσότερο ασκούσε πίεση και στο Ιράν. Και γιατί απειλούσε τους όρους ύπαρξης των δυνάμεων που είναι οι σύμμαχοι του Ιράν, και γιατί προχωρούσε σε πλήγματα που ξεπερνούσαν κόκκινες γραμμές και γιατί έδινε την εικόνα ότι το Ιράν δεν «παρεμβαίνει».
Σε αυτό το φόντο η πυραυλική επίθεση του Ιράν ήταν μια σαφής προειδοποίηση. Η επίθεση ήταν μεγάλη και έδειξε ότι το Iron Dome από έναν αριθμό πυραύλων και πάνω δεν μπορεί να ανταποκριθεί και κάποιοι περνάνε. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί το απόθεμα πυραύλων του Ιράν είναι πολύ μεγάλο. Έπειτα χτυπήθηκαν κυρίως στρατιωτικοί στόχοι, και ιδίως αεροπορικής βάσεις, δηλαδή το κλειδί της ισραηλινής υπεροπλίας στην περιοχή, πράγμα που σημαίνει και ικανότητα επιλογής στόχων και απειλή για τις υποδομές του Ισραήλ. Και βέβαια ήταν «υπολογισμένη» ως προς την κλίμακα ώστε να δείχνει την ικανότητα απάντησης και ταυτόχρονα να αφήνει μια έξοδο διαφυγής. Γιατί είναι προφανές ότι εάν η απάντηση του Ισραήλ είναι να πλήξει κρίσιμες υποδομές του Ιράν, τότε η επόμενη ιρανική επίθεση θα είναι πολύ μεγαλύτερη αυτής της 1ης Οκτωβρίου.
Άλλωστε, γνωρίζει και τη συνολικότερη ταλάντευση του Ισραήλ σε σχέση με την επιχείρηση στον Λίβανο που είναι ακριβώς ότι ενώ η Χεζμπολάχ προφανώς δεν μπορεί να απαντήσει στο είδος μαζικών βομβαρδισμών που έκανε το Ισραήλ, που δεν δίστασε να ισοπεδώσει πλήθος κτιρίων για να εξοντώσει την ηγεσία του κινήματος, εντούτοις είναι πολύ πιο ικανή και αποφασισμένη να απαντήσει σε εισβολή και αυτό φάνηκε από το κόστος σε ζωές ήδη την ισραηλινή πλευρά.
Με αυτή την έννοια το βασικό μήνυμα της Ιρανικής ηγεσίας και προς το Ισραήλ είναι ότι εάν χρειαστεί μπορεί να χτυπήσει και να χτυπήσει σκληρά. Το μήνυμα είναι και προς την δυτική πλευρά, καθότι φαίνεται ότι οι ΗΠΑ επέλεξαν να μην ανταποκριθούν σε διάφορα ανοίγματα που έκανε η Ιρανική πλευρά σε σχέση με το θέμα των κυρώσεων και της συμφωνίας για τα πυρηνικά. Σημειώνουμε εδώ ότι παρότι ο Πεζεσκιάν – που εκλέχτηκε με μια πιο σαφή πλειοψηφία από ό,τι ο Ραϊσί που εκλέχτηκε εν μέσω μαζικής αποχής – είναι εκ των «μετριοπαθών» που προτάσσουν την αναβάθμιση των σχέσεων με τη Δύση, εντούτοις φαίνεται ότι υπάρχει σαφής συμπόρευση με τον Χαμενεΐ και την ηγεσία των Φρουρών της Επανάστασης.
Αυτό σημαίνει ότι πίσω από όλη τη ρητορική των δυτικών κυβερνήσεων που έσπευσαν να δηλώσουν πλήρη υποστήριξη στο Ισραήλ και καταδίκη των ιρανικών επιθέσεων (καταδίκη που δεν επεφύλασσαν ούτε για τις δεκάδες χιλιάδες νεκρούς της Γάζας ούτε για του βομβαρδισμούς στο Λίβανο), υπάρχει μια βαθύτερη αμηχανία, που αντιστοιχεί και στην ταλάντευση του Ισραήλ. Γιατί είναι σαφές ότι μεγαλύτερη εμπλοκή του Ιράν στη σύγκρουση σημαίνει έναν άλλο συσχετισμό δύναμης και προφανώς ένα τέλος σε αυτή την αίσθηση ότι κυρίως είναι το Ισραήλ που καταφέρνει πλήγματα. Αμηχανία που επιτείνεται από το ότι στην πραγματικότητα ενώ στην πραγματικότητα αυτή ανοίγει δρόμο για μια έξοδο από τον φαύλο κύκλο των πολεμικών επιχειρήσεων, δύσκολα μπορούν να το συνδυάσουν με την τρέχουσα ρητορική τους.