H χειρότερη τρομοκρατική επίθεση που έπληξε τη Ρωσία τα τελευταία 20 χρόνια υπογράμμισε τα τρωτά σημεία του καθεστώτος Πούτιν και την ψευδαίσθηση της ασφάλειας στη Μόσχα
Η χειρότερη τρομοκρατική επίθεση που έπληξε τη Ρωσία τα τελευταία 20 χρόνια την Παρασκευή (22/03) στο Crocus City Hall της Μόσχας και είχε σαν αποτέλεσμα τουλάχιστον 137 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους, έφερε στο προσκήνιο την αποτυχία των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας να την αποτρέψουν, δείχνοντας παράλληλα πόσο ευάλωτη ήταν τελικά απέναντι σε ένα τέτοιο περιστατικό η ρωσική πρωτεύουσα.
Μάλιστα όπως σημειώνει σε άρθρο γνώμης του στους The Moscow Times, o Τζέρεμι Μόρις, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Άαρχους της Δανίας, η επίθεση φάνηκε «σοκαριστικά εύκολη», παρά το γεγονός ότι η ρωσική πρωτεύουσα θεωρείται μια από τις πιο καλά επιτηρούμενες και φυλασσόμενες πόλεις στον κόσμο.
Διαβάστε επίσης: Τσιώλης: «Αυτό είναι το κλειδί για την πρόκριση στη Γεωργία»
Η αιματοχυσία έφερε ξανά στο προσκήνιο μνήμες από μια εποχή που ο Πούτιν πίστευε ότι είχε αφήσει προ πολλού πίσω του
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά: «η επίθεση υπογραμμίζει την παρωδία και την ψευδαίσθηση σχετικά με την ασφάλεια στη Μόσχα. Η πιο ασφαλής από κάθε άλλη μεγάλη πόλη στην Ευρώπη, η Μόσχα είναι μάλλον πιο ευάλωτη στην τρομοκρατία από ποτέ και όπως έδειξαν ξεκάθαρα τα γεγονότα η επιφανειακή επίδειξη ισχύος δεν κρατάει τους ανθρώπους ασφαλείς».
Το πρόβλημα με το να υπάρχουν φύλακες παντού
Μετά τις πολυάριθμες θανατηφόρες τρομοκρατικές επιθέσεις κατά τη διάρκεια των πολέμων της Τσετσενίας, οι Ρώσοι έχουν συνηθίσει να βλέπουν ένστολους φρουρούς με ανιχνευτές μετάλλων στις εισόδους των συγκοινωνιακών κόμβων, μεγάλων χώρων όπως Crocus City, ακόμη και μικρών σταθμών του μετρό.
«Συνήθως, πρέπει να περάσετε μέσα από έναν ανιχνευτή και το προσωπικό θα σκανάρει τη μεγάλη σας τσάντα. Αλλά το να βάζετε παντού αστυνομικούς και φρουρούς απενοχοποιεί εντελώς το κοινό και οδηγεί σε απόλυτη αδιαφορία και πλήξη εκ μέρους του προσωπικού ασφαλείας», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Μάλιστα όπως επισημαίνει υπάρχουν φύλακες σχεδόν παντού, κάτι που δημιουργήσει έλλειψη επαγγελματισμού, καθώς «η έλλειψη εκπαίδευσης και κινήτρων, μαζί με τις χαμηλές αμοιβές και την πλήξη, σημαίνει ότι πολλές φορές ο έλεγχος και η έρευνα δεν αποκαλύπτουν καν πραγματικές παραβάσεις».
Τι είπε ο Πούτιν
Όταν ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν αποφάσισε να μιλήσει σε τηλεοπτικό του διάγγελμα το Σάββατο για την επίθεση, παρέπεμψε στην κραυγαλέα αποτυχία του κράτους ασφαλείας του να αποτρέψει την επίθεση, ενώ παρά το γεγονός πως το Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση, ο ίδιος δεν έκανε καμία αναφορά στο ISIS, το οποίο είχε καταγγείλει επανειλημμένα ως εχθρό καθ’ όλη τη διάρκεια της μακράς στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας στη Συρία.
Αντ’ αυτού, ο Πούτιν χρησιμοποίησε το πεντάλεπτο διάγγελμά του για να κάνει αναφορές σε εμπλοκή της Ουκρανίας, καθώς όπως υποστήριξε τέσσερις δράστες «κινούνταν προς την Ουκρανία» όταν συνελήφθησαν και ότι «τους ετοιμάστηκε ένα παράθυρο από την ουκρανική πλευρά για να περάσουν τα κρατικά σύνορα». Ωστόσο δεν κατηγόρησε ευθέως την Ουκρανία, η οποία έχει αρνηθεί οποιαδήποτε ανάμειξη.
Όμως η επίθεση που πραγματοποιήθηκε μόλις πέντε ημέρες μετά τη θριαμβευτική νίκη του Βλαντίμιρ Πούτιν, η οποία ανανέωσε για ακόμα έξι χρόνια την προεδρική του θητείας, διέλυσε τις όποιες προσπάθειές του να παρουσιάσει τη Ρωσία ως ισχυρή, ενωμένη και ανθεκτική.
«Το καθεστώς Πούτιν δείχνει αδυναμία σε κρίσιμες καταστάσεις»
Αναλυτές, πρώην αξιωματούχοι ασφαλείας των ΗΠΑ και μέλη της ρωσικής ελίτ δήλωσαν ότι η επίθεση υπογράμμισε τα τρωτά σημεία του πολεμικού καθεστώτος του Πούτιν, τα οποία ήταν εμφανή από το περασμένο καλοκαίρι όταν ο Γιεβγκένι Πριγκόζιν οδήγησε τους μισθοφόρους του Βάγκνερ σε μια σύντομη ανταρσία με στόχο την απομάκρυνση κορυφαίων αξιωματούχων τον Ιούνιο.
«Το καθεστώς δείχνει την αδυναμία του σε τέτοιες κρίσιμες καταστάσεις, όπως ακριβώς έκανε κατά τη διάρκεια της ανταρσίας του Πριγκόζιν», δήλωσε στη Washington Post ο Αντρέι Κολέσνικοφ, ανώτερος συνεργάτης του Κέντρου Ευρασίας Carnegie Russia. Παρόλο που ο Πριγκόζιν εγκατέλειψε την εξέγερση, η ζημιά ήταν σαφής και μάλιστα τότε όπως και τώρα ο Πούτιν δεν εμφανίστηκε για ώρες πριν επιτέλους αντιμετωπίσει την κατάσταση.
«Σε δύσκολες στιγμές, ο Πούτιν πάντα εξαφανίζεται», προσέθεσε.
Όταν η Ρωσία είχε πληγεί από τρομοκρατικές επιθέσεις στο παρελθόν, ο Πούτιν συχνά κατηγορούσε τη Δύση ότι τις υποδαύλιζε, κυρίως μετά την πολιορκία του σχολείου Μπεσλάν το 2004, η οποία άφησε πίσω της περισσότερους από 330 ομήρους νεκρούς. Τότε, υποστήριξε ότι η επίθεση είχε σχεδιαστεί από εκείνους που ήθελαν να αποδυναμώσουν τη Ρωσία και στόχευαν στη «διάλυσή» της.
Αμερικανοί πρώην αξιωματούχοι και αναλυτές δήλωσαν ότι η ρητορική του Πούτιν να κατηγορεί την Ουκρανία και τη Δύση είναι πιθανό να συνεχιστεί και θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω καταστολές, την ώρα που προσπαθεί να κινητοποιήσει το έθνος του για έναν παρατεταμένο πόλεμο.
«Υπάρχει έλλειψη ευθύνης για την ασφάλεια σε μεγάλες δημόσιες εκδηλώσεις»
Άλλοι είπαν ότι η αιματοχυσία έφερε ξανά στο προσκήνιο μνήμες από μια εποχή που ο Πούτιν πίστευε ότι είχε αφήσει προ πολλού πίσω του. Κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων θητειών του ως πρόεδρος τη δεκαετία του 2000, όταν η Ρωσία μαστιζόταν από θανατηφόρες τρομοκρατικές επιθέσεις, τις οποίες χρησιμοποίησε αργότερα για να δικαιολογήσει τις σκληρές αντιδράσεις του στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας και να ενισχύσει την εξουσία του. Παράλληλα επισήμαναν την προφανή έλλειψη επαρκούς ασφάλειας στο Crocus City.
«Το Crocus City είναι ένα γιγαντιαίο μέρος με πολλές αίθουσες συναυλιών», δήλωσε ένας επιχειρηματίας της Μόσχας, σημειώνοντας ότι τα γραφεία της περιφερειακής κυβέρνησης της Μόσχας βρίσκονται κοντά. «Θα έπρεπε να υπάρχει σοβαρή ασφάλεια και να υπάρχει πολλή αστυνομία», προσέθεσε.
«Υπάρχει έλλειψη ευθύνης για την ασφάλεια σε μεγάλες δημόσιες εκδηλώσεις», δήλωσε ακόμα ο επιχειρηματίας, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Σχεδόν το ίδιο πράγμα συνέβη πριν από 20 χρόνια κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του θεάτρου Nordost, και τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε», είπε, αναφερόμενος στην κρίση ομηρίας του 2002 που άφησε περισσότερους από 115 νεκρούς μετά την κατάληψη ενός θεάτρου στο κέντρο της Μόσχας από Τσετσένους τρομοκράτες.
Ένας Ρώσος ακαδημαϊκός με στενούς δεσμούς με ανώτερους διπλωμάτες της Μόσχας έδωσε μια παρόμοια εκτίμηση για την αποτυχία της Ρωσίας να αποτρέψει την επίθεση της Παρασκευής. «Είναι σαφές ότι θα ψάξουμε για ουκρανικά αποτυπώματα και πιθανώς αυτά των δυτικών υπηρεσιών ασφαλείας», δήλωσε ο ακαδημαϊκός, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Αλλά πιθανότατα κάθε έρευνα θα βρει αποτυχίες των υπηρεσιών ασφαλείας μας».
«Οι αποτυχίες της ρωσικής ασφάλειας δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα»
Οι υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας έχουν διοχετεύσει τεράστιους πόρους στην παρακολούθηση των κινήσεων των αντιπάλων του καθεστώτος Πούτιν, ωστόσο, η παροχή επαρκούς ασφάλειας στους πολίτες έναντι απειλών που προέρχονται από γνωστές τρομοκρατικές ομάδες φαίνεται να έχει υποχωρήσει στη λίστα των προτεραιοτήτων, ανέφεραν αναλυτές, παρά το γεγονός ότι η χώρα αντιμετωπίζει σταθερά τρομοκρατικές επιθέσεις κατά τη διάρκεια των ετών, συμπεριλαμβανομένων δύο που υπήρξε ανάληψη ευθύνης ή αποδόθηκαν στο Ισλαμικό Κράτος το 2019.
«Παντού υπάρχει η αίσθηση ότι ζούμε σε ένα αστυνομοκρατούμενο κράτος που παρακολουθεί στενά κάθε πολίτη», δήλωσε ο Κολέσνικοφ. «Οι άνθρωποι τώρα συχνά σταματούν και ελέγχονται στην είσοδο του μετρό. Στα αεροδρόμια, η ασφάλεια έχει γίνει πολύ πιο αυστηρή. Υπάρχει πραγματικά ένα ερώτημα πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό το πράγμα», προσέθεσε.
Ωστόσο άλλοι σημειώνουν ότι οι αποτυχίες της ρωσικής ασφάλειας δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα. «Εκτός αν πρόκειται για ένα πραγματικά υψηλού προφίλ δημόσιο γεγονός, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες ή όπου εμπλέκεται ο Πούτιν … η φρουρά της Ρωσίας για σοβαρή ασφάλεια παίρνει πάντα χαμηλό βαθμό», δήλωσε ένας πρώην ανώτερος αξιωματούχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Χρειάζεται πραγματικά ένα περίτεχνο σύστημα που να εστιάζει σε τέτοιου είδους απειλές, και έχουν επικεντρωθεί αλλού».
«Το στοιχείο του ISIS στην Κεντρική Ασία είχε πάντα ως στόχο τη Ρωσία»
Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης, ωστόσο, μετέδωσαν πλάνα από την ανάκριση τουλάχιστον δύο από τους φερόμενους ως δράστες της επίθεσης, μεταξύ των οποίων και ένα στο οποίο ο ύποπτος μιλούσε τατζικικά, τη γλώσσα του Τατζικιστάν, μιας χώρας της Κεντρικής Ασίας που συνορεύει με το Αφγανιστάν.
Οι Αμερικανοί πρώην αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η πιθανή τρομοκρατική απειλή που προέρχεται από την Κεντρική Ασία είχε γίνει ένα τυφλό σημείο του καθεστώτος Πούτιν, ενώ επικεντρώθηκε στην καταδίωξη πολιτικών εχθρών στη Ρωσία και στις απειλές που προέκυψαν από την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και των διασυνοριακών επιθέσεων.
«Δεν έχουν δώσει προτεραιότητα στην απειλή από το ISIS που περιλαμβάνει πολλούς Κεντροασιάτες», δήλωσε ο Ντάγκλας Λόντον, πρώην ανώτερος αξιωματικός της CIA, ο οποίος έχει ειδικευτεί στην αντιτρομοκρατία και την Κεντρική Ασία και υπηρετεί ως αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Εξωτερικών Υπηρεσιών του Πανεπιστημίου Georgetown. «Χιλιάδες πολίτες της Κεντρικής Ασίας εντάχθηκαν στο Ισλαμικό Κράτος και πολλοί επέστρεψαν από τη Συρία και το Ιράκ μετά την απώλεια του χαλιφάτου. Πολλοί από αυτούς ανέβηκαν σε πολύ υψηλόβαθμες θέσεις και προέρχονταν είτε από τον στρατό, είτε από την αστυνομία, είτε από τις υπηρεσίες πληροφοριών πολλών κρατών της Κεντρικής Ασίας», υπογράμμισε.
«Το στοιχείο του ISIS στην Κεντρική Ασία είχε πάντα ως στόχο τη Ρωσία. Δεν νομίζω ότι υπάρχει σοκ και έκπληξη στις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες ότι υπήρχε θέμα. Απλώς δεν ήταν αρκετά ψηλά στην ατζέντα τους», προσέθεσε ο Λόντον.
«Ένας υφιστάμενος δεν πρέπει ποτέ να παίρνει πρωτοβουλίες και να παραμένει πάντα παθητικός στην ιεραρχία του»
Ακόμα όπως σημειώνει ο Μόρις, η Ρωσία πάσχει από έλλειψη ευαισθητοποίησης του κοινού σε θέματα ασφάλειας και από μια κουλτούρα που θεωρεί ότι δεν είναι καν υπόθεση των απλών ανθρώπων. «Ζούσα στη Μόσχα το 1999, όταν έγιναν οι βομβιστικές επιθέσεις σε διαμερίσματα, και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, όταν σημειώθηκαν πολλές επιθέσεις σε δημόσιους χώρους στη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Μου έκανε πάντα εντύπωση το πώς το ευρύ κοινό στη Ρωσία βρίσκεται στη λήθη όταν υπάρχουν προφανείς κίνδυνοι. Ήταν σαν οι άνθρωποι να προσπαθούσαν να αγνοήσουν ό,τι μπορούσαν, κοιτάζοντας τη δουλειά τους».
Επίσης αναφέρει πως τα υπουργεία ασφαλείας της χώρας υποδεικνύουν περισσότερο από οπουδήποτε αλλού τη ρωσική αντίληψη ‘Εγώ είμαι το αφεντικό’, κάτι που εκφράζει το πώς ένας υφιστάμενος δεν πρέπει ποτέ να παίρνει πρωτοβουλίες και να παραμένει πάντα παθητικός στην ιεραρχία του.
«Δεν πρέπει ποτέ να αμφισβητούν τις εντολές που τους δόθηκαν, ούτε καν να ζητούν διευκρινίσεις», προσθέτει και συμπληρώνει πως: «Η ηγεσία έχει να κάνει με τη διατήρηση της απόστασης και της ατιμωρησίας. Η κουλτούρα της εξουσίας σημαίνει ότι το άτομο με τη μεγαλύτερη ευθύνη προσπαθεί να αποφύγει οποιοδήποτε καθήκον μέσω της ανάθεσης με τον πιο αντιεπαγγελματικό και άχρηστο τρόπο. Καταφέρνει να καλύψει τα νώτα του και να επιστρέψει σε αυτό που πραγματικά είναι η δουλειά του – να αποφύγει την πλήξη και να βρει τρόπους να βγάλει χρήματα».
Ακόμα αναφέρει ότι όπως και κατά τη διάρκεια της αντίδρασης στην ανταρσία του Πριγκόζιν, «μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί τη μία υπηρεσία ασφαλείας που βρίσκεται τοπικά στο Crocus City Hall να στέκεται άπραγη, θεωρώντας ότι η ανταπόκριση ήταν δουλειά της αστυνομίας και μη θεωρώντας ότι άξιζε να συντονιστούν ή έστω να επικοινωνήσουν αποτελεσματικά».