Ο προϋπολογισμός έρχεται με μια σειρά αβεβαιοτήτων που καθιστούν αμφίβολη την εκτέλεσή του, όμως η κυβέρνηση δείχνει υπεραισιόδοξη. Υπό πίεση η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών ενώ ο υπουργός Οικονομικών πανηγυρίζει.
Είναι η Ελλάδα η «χώρα της χρονιάς»; H χώρα βρίσκεται στην κορυφή της ετήσιας κατάταξης του Economist για τις οικονομίες του ανεπτυγμένου κόσμου το 2023. Το δημοσίευμα κάνει μια βουτιά στο χρόνο όταν η Ελλάδα «πριν από 10 χρόνια είχε παραλύσει από μια κρίση χρέους» και έρχεται στο σήμερα «ύστερα από χρόνια επώδυνης αναδιάρθρωσης» που έχει βγει «από το χείλος της κατάρρευσης».
Πράγματι, οι οικονομικοί δείκτες έχουν βελτιωθεί αισθητά όμως τα δεδομένα παραμένουν ανησυχητικά. Η αστάθεια στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον, ο ανηφορικός δρόμος να μπει ένα φρένο στην ξέφρενη πορεία του πληθωρισμού και η προσπάθεια να υποταχθεί η ακρίβεια δεν έχουν αποδώσει τους απαιτούμενος καρπούς.
Διαβάστε επίσης: Μπέρνλι – Λίβερπουλ 0-2: Νούνιεζ και Ζότα επέστρεψαν στα γκολ – Κορυφή για τους «Ρεντς»
Κατά τη ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού (2024) ο υπουργός Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, εμφανίστηκε περιχαρής γιατί «μας συγχαίρουν για τα αποτελέσματα της οικονομικής μας πολιτικής οι διεθνείς παράγοντες» και «οι Έλληνες πολίτες», καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως «η ελληνική οικονομία αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτική σε συνεχείς κρίσεις».
Για το 2024 είπε «θα προχωρήσουμε με την ίδια βασικά συνταγή» και έδωσε το μήνυμα για επιτάχυνση του βηματισμού θέτοντας ως στόχο «τη δημοσιονομική σταθερότητα, την υλοποίηση αναπτυξιακών πολιτικών, την εισαγωγή τολμηρών μεταρρυθμίσεων, και την επίδειξη κοινωνικής ευαισθησίας στην πράξη».
Υπό πίεση η αγοραστική δύναμη του καταναλωτή
Εν αναμονή της νέας χρονιάς και με τον πήχη των προσδοκιών να έχει ανέβει ο φόβος για ανώμαλη προσγείωση παραμένει ορατός και κάποια στοιχεία τον ενισχύουν.
Όπως σημειώνει μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Θάνος Μαύρος, Εταίρος της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Τομέα Καταναλωτικών Προϊόντων και Λιανεμπορίου της ΕΥ στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, η πίεση που ασκούν στην αγοραστική δύναμη και την ψυχολογία των καταναλωτών ο συνδυασμός οικονομικής ύφεσης και πληθωρισμού, αποτυπώνεται καθαρά στα αποτελέσματα της ετήσιας έρευνας της EY Future Consumer Index.
Συγκεκριμένα, ποσοστό 56% των συμμετεχόντων ανησυχούν πάρα πολύ για το αυξημένο κόστος ζωής, 53% για τα οικονομικά τους και 40% για την οικονομία γενικά, ενώ δυο στους τρεις (69%) εκτιμούν ότι το πρόβλημα του αυξημένου κόστους ζωής θα ενταθεί τους επόμενους μήνες.
Η διάθεση για περιορισμό των εορταστικών αγορών, δεν καθοδηγείται μόνο από την πίεση του πληθωρισμού
Εστιάζοντας στις χριστουγεννιάτικες αγορές, ο κ. Μαύρος επισημαίνει ότι πριν ένα χρόνο, η έρευνα έδειξε ότι το 89% των καταναλωτών σκόπευαν να ξοδέψουν λιγότερα ή να μην αυξήσουν τις δαπάνες τους για τις οικογένειές τους στη διάρκεια των εορτών, ενώ το 41% θα ξόδευαν λιγότερα σε δώρα για φίλους. «Με δεδομένο ότι ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός, εκτιμούμε ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει αισθητά φέτος» υπογραμμίζει.
Ωστόσο, τονίζει ότι η διάθεση για περιορισμό των εορταστικών αγορών, δεν καθοδηγείται μόνο από την πίεση του πληθωρισμού, αλλά και από μια εντεινόμενη διάθεση για πιο υπεύθυνη και πιο φιλική προς το περιβάλλον κατανάλωση. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, 44% των καταναλωτών θα χρησιμοποιούσαν λιγότερο εορταστικό φωτισμό και διακόσμηση στο σπίτι, ενώ 45% δήλωναν ότι ενδιαφέρονται περισσότερο για τη χρησιμότητα των προϊόντων που αγοράζουν.
Οι χώρες όπου ο μεγαλύτερος αριθμός πληθυσμού αναμένεται να δαπανήσει λιγότερα
Και στην τελευταία Έκθεση Ευρωπαϊκών Καταναλωτικών Πληρωμών Intrum που δημοσιεύτηκε από την Ισπανική Συνομοσπονδία Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (CEPYME) τα συμπεράσματα είναι παρόμοια.
Η Ελλάδα (79%), η Ιταλία (77%) και η Πορτογαλία (72%) είναι οι χώρες όπου ο μεγαλύτερος αριθμός πληθυσμού αναμένεται να δαπανήσει λιγότερα, ενώ η Γερμανία και η Φινλανδία, με 60% και η Δανία (το 58%) αντιπροσωπεύει αυτούς που θα μειώσουν λιγότερο τις δαπάνες τους τα Χριστούγεννα.
Στην Ευρώπη, ο μέσος όρος βρίσκεται στο 65%.
Ειδικότερα, η έρευνα φανερών πως οι Έλληνες θα είναι πιο συγκρατημένοι όταν πρόκειται να κάνουν τα χριστουγεννιάτικα ψώνια τους και η Ελλάδα είναι η χώρα με τους περισσότερους πολίτες που σκοπεύουν να μειώσουν τα έξοδά τους αυτή την εορταστική περίοδο.
Η αύξηση του πληθωρισμού και οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, μεταξύ άλλων, είναι μερικοί από τους παράγοντες που οδήγησαν σε μια πιο προσεκτική στάση όσον αφορά τις δαπάνες κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών.
Η χρονιά μας αποχαιρετά με… λιτότητα διαρκείας
Λίγο πριν πέσει η αυλαία του 2023, δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις της Capital Economics για τα επόμενα χρόνια στη Ευρωζώνη αλλά και στη χώρα μας, με τον οίκο αναλύσεων να προβλέπει πολύ μεγάλη λιτότητα η οποία θα διαρκέσει χρόνια.
Τα υψηλά χρέη χωρών τις καταδικάζουν σε χρόνια λιτότητας ενώ οι φτωχές προοπτικές ανάπτυξης αναμένεται να προκαλέσουν σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής του μπλοκ και κατ’ επέκταση ακόμη βαρύτερες οικονομικές διαβρώσεις στο εσωτερικό των συγκεκριμένων κρατών-μελών της ΕΕ.
Ο οίκος αναλύσεων προειδοποιεί ότι ο κόσμος θα αρχίσει να βιώνει τις καθυστερημένες επιπτώσεις της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, ενώ, όσον αφορά στο 2024, προβλέπει πτώση της ανάπτυξης, ειδικά εάν επαληθευτεί η τεράστια λιτότητα που εκτιμάται.
Η εν λόγω ασφυκτική κατάσταση επιδρά αρνητικά στις προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης, επισημαίνει η Capital Economics, συμπληρώνοντας ότι και στην περίπτωση της Ελλάδας, ο οίκος αναλύσεων υπολογίζει ότι απαιτείται πολύ πιο σφικτή δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να μειωθεί το χρέος στον στόχο του 60% του ΑΕΠ.
Ανάπτυξη αλλά χαμηλότερη από την προβλεπόμενη
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η Τράπεζα της Ελλάδας, «χαμήλωσε» τον πήχη της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο 2,5% (από 3%) για το 2024. Παράλληλα, προχωρά στην ανησυχητική πρόβλεψη ότι ο πληθωρισμός δε θα «πέσει» κάτω από το όριο που θέτει η ΕΚΤ (2%) μέχρι το 2026!
Σύμφωνα με τις τρέχουσες προβλέψεις της ΤτΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2023 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,4%, να αυξηθεί οριακά στο 2,5% το 2024 και το 2025 και να υποχωρήσει ελαφρά στο 2,3% το 2026. Συνεπώς, η ελληνική οικονομία προβλέπεται να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς σε σύγκριση με την ευρωζώνη.
Η προς τα κάτω αναθεώρηση του ρυθμού μεγέθυνσης για το 2024 σε σχέση με την πρόβλεψη του Ιουνίου (3,0%) αντανακλά την προς τα κάτω αναθεώρηση του ρυθμού μεγέθυνσης στην ευρωζώνη και την αναμενόμενη διατήρηση των επιτοκίων νομισματικής πολιτικής σε υψηλό επίπεδο για μεγαλύτερο διάστημα.
Βασικές κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας τα επόμενα έτη θα συνεχίσουν να είναι η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και οι εξαγωγές, ενώ η καθαρή συμβολή του εξωτερικού τομέα θα είναι οριακά αρνητική.
Σταδιακή υποχώρηση του πληθωρισμού και σύγκλιση προς το στόχο της ΕΚΤ
Ο πληθωρισμός, βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει την καθοδική του πορεία. Το 2023 αναμένεται να υποχωρήσει σε 4,1%, από 9,3% το 2022, αντανακλώντας τη μεγάλη μείωση των τιμών των ενεργειακών αγαθών.
Μέχρι το τέλος της περιόδου πρόβλεψης (2026), ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2%). Στην καθοδική πορεία του πληθωρισμού θα συμβάλουν όλες οι συνιστώσες του. O πυρήνας του πληθωρισμού προβλέπεται στο 5,3% το 2023, ενώ θα μειωθεί έντονα το 2024 και στη συνέχεια θα αποκλιμακώνεται σταθερά.
Φτωχοποίηση και ανησυχία από τους δείκτες
Αν και η κυβέρνηση πανηγυρίζει για ορισμένους οικονομικούς δείκτες, εντούτοις φαίνεται να της διαφεύγει το γεγονός της εκτεταμένης φτωχοποίησης που επικρατεί στη χώρα. Η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλά σε όλους ανεξαιρέτως τους δείκτες φτώχειας, υλικής στέρησης και κοινωνικής δυστυχίας στην Ε.Ε. των 27, με την όποια πρόοδο να είναι εξαιρετικά αργή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο στην Ε.Ε. (81,6%) -δηλαδή μόνο με απολυτήριο Γυμνασίου- που θεωρούνται φτωχά. Ακολουθούν η Βουλγαρία (67,9%) και η Σλοβακία (53,3%). Τα χαμηλότερα νούμερα καταγράφονται στη Φινλανδία (7,3%), στο Λουξεμβούργο (10%) και στη Σουηδία (11,3%). Λιγότερο από ένας στους τρεις Ευρωπαίους με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο θεωρείται υποκειμενικά φτωχός το 2022, έναντι τεσσάρων στους πέντε Έλληνες.
Τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε. ατόμων με μεσαίο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο που θεωρούνται υποκειμενικά φτωχά
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο της μελέτης είναι πως στην Ελλάδα καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά στην Ε.Ε. ατόμων με μεσαίο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο που θεωρούνται υποκειμενικά φτωχά, με ποσοστά 70% και 49% αντιστοίχως. Η κατηγορία «Μεσαίο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο» περιλαμβάνει όσους έχουν αποκτήσει τουλάχιστον απολυτήριο Λυκείου, οι οποίοι αποτελούν τη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού πληθυσμού. Τα περισσότερα από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ανέφεραν σημαντικές διαφορές ως προς τα ποσοστά φτώχειας μεταξύ των ομάδων πληθυσμού με υψηλή και χαμηλή εκπαίδευση. Η διαφορά ήταν τουλάχιστον 20 ποσοστιαίες μονάδες σε 12 χώρες.
Ακρίβεια με τη… σφραγίδα του ευρωβαρόμετρου
Η τελευταία έρευνα που έρχεται να εντείνει τον προβληματισμό είναι αυτή του ευρωβαρόμετρου. Γνωρίζοντας πως οι πολίτες αναδεικνύουν την ακρίβεια ως το βασικότερο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία η έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει πως ναι μεν τα νούμερα της ελληνικής οικονομίας έχουν πάρει την ανιούσα, αλλά από την άλλη οκτώ από τους δέκα πολίτες δεν μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.
Σε ερώτηση σχετικά με το προσωπικό βιοτικό επίπεδο και την οικονομική δυνατότητα των Ελλήνων, το 87% πιστεύει ότι το βιοτικό επίπεδο θα υποβαθμιστεί τον επόμενο χρόνο, το 12% δεν αναμένει κάποια αλλαγή ή επίπτωση στο βιοτικό επίπεδο, ενώ το 1% θεωρεί ότι το βιοτικό επίπεδο έχει βελτιωθεί.
Ακολούθως, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 73% πιστεύει πως το βιοτικό επίπεδο θα υποβαθμιστεί του χρόνου, το 24% πιστεύει πως δεν αναμένεται να υπάρξει ούτε αλλαγή, ούτε επίπτωση στο βιοτικό του επίπεδο, το 2% θεωρεί ότι το βιοτικό του επίπεδο έχει βελτιωθεί και το 1% δεν έδωσε καμία απάντηση.
Σε ερώτηση σχετικά με το αν οι Έλληνες αντιμετωπίζουν, το τελευταίο έτος, δυσκολίες στην πληρωμή των λογαριασμών, το 50% απαντά ότι κατά καιρούς δεν μπορεί να πληρώσει τους λογαριασμούς, το 36% λέει τις περισσότερες φορές, το 14% απαντά ότι δεν συναντά δυσκολίες στην εξόφληση των λογαριασμών.