Οι καταναγκαστικές απομακρύνσεις πληθυσμών στο όνομα των λεγόμενων συμφωνιών «συμφιλίωσης» στη Συρία αποτελούν έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, εκτιμά η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της που δημοσιοποιεί σήμερα. Στην έκθεση, την οποία τιτλοφορεί «Φεύγουμε ή πεθαίνουμε», η ΜΚΟ εξετάζει τέσσερις από αυτές τις τοπικές συμφωνίες, που αποτελούν ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί συχνότερα το καθεστώς […]
Οι καταναγκαστικές απομακρύνσεις πληθυσμών στο όνομα των λεγόμενων συμφωνιών «συμφιλίωσης» στη Συρία αποτελούν έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, εκτιμά η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της που δημοσιοποιεί σήμερα.
Στην έκθεση, την οποία τιτλοφορεί «Φεύγουμε ή πεθαίνουμε», η ΜΚΟ εξετάζει τέσσερις από αυτές τις τοπικές συμφωνίες, που αποτελούν ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί συχνότερα το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ για να αίρονται πολιορκίες και να σταματούν οι βομβαρδισμοί· οι συμφωνίες εξαναγκάζουν πάντα τους αντικαθεστωτικούς, άμαχους ή ένοπλους, να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους.
Οι συμφωνίες αυτές, οι οποίες συνήφθησαν μεταξύ του Αυγούστου του 2016 και του Μαρτίου του 2017, είχαν αποτέλεσμα των εκτοπισμό χιλιάδων κατοίκων έξι περιοχών στη Συρία. Τέσσερις πολιορκούνταν από τα στρατεύματα του καθεστώτος και τους συμμάχους τους: η Νταράγια, το ανατολικό τμήμα της πόλης του Χαλεπιού, η αλ Ουάερ της επαρχίας Χομς και η Μαντάγια. Ενώ δύο σιιτικές κοινότητες στην επαρχία Ιντλίμπ ήταν περικυκλωμένες από αντάρτες: η Κεφράγια και η Φούα.
Τα τελευταία πέντε χρόνια «η συριακή κυβέρνηση και, σε μικρότερο βαθμό, ένοπλες οργανώσεις της αντιπολίτευσης έθεσαν παράνομα υπό πολιορκία αμάχους» και «διέπραξαν παράνομες επιθέσεις εναντίον εξαιρετικά πυκνοκατοικημένων περιοχών», γράφει η Αμνηστία, καταγγέλλοντας μια κατάφωρη «παραβίαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου».
Η κυνική αξιοποίηση από τη συριακή κυβέρνηση «της τακτικής “φεύγετε ή πεθαίνετε από πείνα” μεταφράστηκε σε πολιορκίες και βομβαρδισμούς με εξαιρετικά καταστροφικές συνέπειες. Αυτές εντάσσονται σε μια συστηματική ευρείας κλίμακας επίθεση εναντίον των αμάχων που ισοδυναμεί με εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», σημείωσε ο Φίλιπ Λούθερ, διευθυντής ερευνών της Διεθνούς Αμνηστίας.
Μετά την έρευνά της για 10 επιθέσεις εναντίον συνοικιών του Χαλεπιού μεταξύ του Ιουλίου και του Δεκεμβρίου του 2016, η Αμνηστία τονίζει ότι «με βάση την ανάλυση δορυφορικών εικόνων», οι επιθέσεις αυτές «διαπράχθηκαν μακριά από τις γραμμές των μετώπων και χωρίς να υπάρχουν στις περιοχές όπου έγιναν εμφανείς στρατιωτικοί στόχοι», με αποτέλεσμα «να καταστραφούν εκατοντάδες κτίρια, συμπεριλαμβανομένων κατοικιών, μιας αγοράς και νοσοκομείων».
«Ένοπλες οργανώσεις της αντιπολίτευσης επίσης σκότωσαν και τραυμάτισαν εκατοντάδες άμαχους, όταν βομβάρδισαν αδιακρίτως τις πολιορκημένες πόλεις Κεφράγια και Φούα, κάνοντας χρήση οβίδων με εκρηκτική γόμωση και ευρεία ακτίνα δράσης». Και αυτές οι επιθέσεις «παραβιάζουν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και, σε πολλές περιπτώσεις, συνιστούν εγκλήματα πολέμου», επισημαίνει η ΜΚΟ.
Η Διεθνής Αμνηστία απευθύνει έκκληση στη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει και να διαθέσει πόρους στον διεθνή μηχανισμό που έχει δημιουργήσει ο ΟΗΕ για να διευκολύνει τις έρευνες για τις σοβαρότερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Συρία.
Ο πόλεμος στη Συρία έχει στοιχίσει τη ζωή σε τουλάχιστον 330.000 ανθρώπους, ενώ μετέτρεψε σε εσωτερικά εκτοπισμένους και πρόσφυγες εκατομμύρια άλλους από το 2011.
Πηγή: Unfollow.gr