Έρχεται μία νέα χρονιά και οι προοπτικές για το 2024 είναι θετικές, ειδικά ως προς τα κρατικά ταμεία και τα εισοδήματα. Υπάρχει, όμως, ένα «αλλά»…
Μετά την υγειονομική κρίση το 2020-2021, την ενεργειακή καταιγίδα και το κύμα ακρίβειας το 2022-2023, έρχεται μία νέα χρονιά και οι προοπτικές για το 2024 είναι θετικές, ειδικά ως προς τα κρατικά ταμεία και τα εισοδήματα. Υπάρχει, όμως, ένα «αλλά».
Ο αβέβαιος παράγοντας ο οποίος μπορεί να εκτροχιάσει τα οικονομικά μεγέθη και να φέρει μία ακόμα (διεθνή) κρίση, είναι οι θεομηνίες εξαιτίας μιας κλιματικής αλλαγής που ήδη παίρνει τα χαρακτηριστικά διαρκούς κλιματικής καταστροφής.
Δεν παύουν οι εκτιμήσεις να καλύπτονται, όμως, από ένα πέπλο αβεβαιότητας, με κύριες πηγές την κλιματική κρίση και το ασανσέρ των διεθνών ενεργειακών τιμών.
Σημαντική παράμετρος για την επίτευξη των μακροοικονομικών στόχων, σύμφωνα με το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2024, είναι η γρήγορη αποκατάσταση της παραγωγικής δραστηριότητας. Έμφαση δίνεται στην αγροτική παραγωγή, αλλά και των υποδομών, των περιοχών που επλήγησαν από τις πρόσφατες πλημμύρες.
Έτσι, προς αυτή την κατεύθυνση, έχουν προβλεφθεί οι δημοσιονομικοί πόροι, χρησιμοποιώντας ευρωπαϊκές πηγές χρηματοδότησης.
Το ζήτημα των έντονων φαινομένων δεν είναι πρόβλημα μόνο του κράτους. Η κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με έρευνα της Metron Analysis, θεωρείται από τους Έλληνες πολίτες το σημαντικότερο πρόβλημα που απασχολεί τον πλανήτη σήμερα.
Μια δημοσκόπηση, η οποία διενεργήθηκε για λογαριασμό της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης, αποτυπώνει την αγωνία.
Στην πρώτη θέση των αναφορών βρίσκεται η κλιματική αλλαγή με 29% , ως το μείζον ζήτημα που απασχολεί τον πλανήτη σήμερα και ακολουθεί, με αυξημένο ποσοστό, η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος (21%), ενώ όλες οι λοιπές αναφορές κινούνται σε μονοψήφιο νούμερο. Από την άλλη, στο ερώτημα ποια θεωρείτε ότι είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα , την πρώτη θέση καταλαμβάνει η ακρίβεια (30%) και ακολουθεί η οικονομία (21%), ενώ η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος καταλαμβάνει την τρίτη θέση με 9%.
Ο κρατικός προϋπολογισμός, ο οποίος κατατέθηκε στη Βουλή, αναφέρει: η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί ένα παροδικό φαινόμενο και συνεχίζει για αυτόν τον σκοπό η Κυβέρνηση λαμβάνει επιπρόσθετα μέτρα και πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις, μέσω εθνικών και συγχρηματοδοτούμενων πόρων, σε τέσσερα επίπεδα:
(α) στην κλιματική μετάβαση και απανθρακοποίηση,
(β) στην ανάπτυξη υποδομών ανθεκτικών σε επιδεινούμενα καιρικά φαινόμενα,
(γ) στη σημαντική ενίσχυση της πολιτικής προστασίας και της πρόληψης
και
(δ) στη θωράκιση της εθνικής οικονομίας από τις συνέπειες φυσικών καταστροφών, μέσω της πρόβλεψης σχετικών μόνιμων κονδυλίων στον προϋπολογισμό, την ενίσχυση της ασφάλισης καθώς και της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της κρατικής αρωγής.
Οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι
Σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη διαμόρφωση του ρυθμού ανάπτυξης τόσο για το 2023 όσο και για το 2024 συνοψίζονται:
-στην επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας,
– στις δυσμενείς διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, στη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλότερα του αναμενομένου επίπεδα,
-στην όξυνση της ενεργειακής κρίσης, σε ακραία κλιματικά φαινόμενα,
-στη συνεχιζόμενη περιοριστική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ και στην εξέλιξη της απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης
Από την πλευρά της; η έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου -επί των μακροοικονομικών προβλέψεων του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού- αναφέρει τις αβεβαιότητες που σχετίζονται με τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές. Υπογραμμίζει επίσης και την ανάγκη διατήρησης της δημοσιονομικής σταθερότητας στην προσπάθεια αντιμετώπισής τους. Στη λίστα μπαίνουν και οι τις εξωγενείς επιδράσεις προς το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα και το νέο Ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο που μπορεί να θέσουν προκλήσεις στην υλοποίηση του μακροοικονομικού σεναρίου του 2024.
Το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπει σειρά παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών των φυσικών καταστροφών, συνεπεία της κλιματικής κρίσης.
Οι κυριότερες παρεμβάσεις είναι οι εξής:
- άμεση κάλυψη των αναγκών για την καταβολή αποζημιώσεων (πρώτη αρωγή και αγροτικές αποζημιώσεις) καθώς και επισκευές και βελτιώσεις υποδομών. Η χρηματοδότηση των σχετικών
δαπανών διασφαλίζεται με την ψήφιση συμπληρωματικού προϋπολογισμού, συνολικού ύψους 600 εκατ. ευρώ (450 εκατ. ευρώ στο εθνικό σκέλος του ΠΔΕ και 150 εκατ. ευρώ στον τακτικό προϋπολογισμό, άρθρο 36 του ν.5053/2023), ενώ παράλληλα θα αξιοποιηθούν οι πόροι του ΕΣΠΑ 2014 – 2020, του ΤΑΑ, το οποίο αναθεωρείται εκ νέου, και του ΕΣΠΑ 2021 – 2027 για την
αποκατάσταση των υποδομών, - προϋπολογίζονται από το 2024 και εφεξής πόροι ύψους 600 εκατ. ευρώ στο εθνικό ΠΔΕ, ώστε να καλύπτονται σε μόνιμη βάση οι δαπάνες κρατικής αρωγής έναντι φυσικών καταστροφών,
αυξάνοντας το ύψος διαθέσιμων κονδυλίων για αυτόν τον σκοπό κατά 300 εκατ. ευρώ, για να καλυφθούν τόσο οι υπόλοιπες αποζημιώσεις της τρέχουσας καταστροφής αλλά και πιθανές
μελλοντικές καταστροφές τα επόμενα έτη. Για τον σκοπό αυτό, επιβάλλεται τέλος αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, συμπληρωματικά του φόρου διαμονής, στα τουριστικά καταλύματα και στη βραχυχρόνια μίσθωση, - από το 2024 καθίσταται υποχρεωτική η ιδιωτική ασφάλιση σε επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2 εκατ. ευρώ. Η ασφάλιση θα πρέπει να καλύπτει πλημμύρες, σεισμούς και πυρκαγιές και να αφορά στο κτήριο, στα μηχανήματα, στον εξοπλισμό και στα αποθέματα.
Παγκόσμια οικονομία: Υποβαθμίζονται οι προβλέψεις για το 2024
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεδριάζει στις 26 Οκτωβρίου στην Αθήνα, ενώ η Federal Reserve λίγες ημέρες νωρίτερα στις 31 Οκτωβρίου με 1η Νοεμβρίου.
Παρά το γεγονός ότι οι αναλυτές είναι διχασμένοι, φαίνεται ότι όλοι συμφωνούν ότι το «τελευταίο μίλι» στην προσπάθεια χαλιναγώγησης του πληθωρισμού θα είναι δύσκολο. Η ανησυχία αυτή αποτυπώθηκε και από τον ο αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Λουίς ντε Γκίντος, ο οποίος απέρριψε τις συζητήσεις για μειώσεις των επιτοκίων ως «πρόωρες».
Προβλέψεις της εταιρείας συμβούλων Consensus Economics, που δημοσιεύουν οι Financial Times, δείχνουν ότι η ανάπτυξη το 2024 θα διαμορφωθεί στο 2,1% υποχωρώντας από 2,4% που εκτιμάται για φέτος. Η ευρωπαϊκή οικονομία κινήθηκε, επίσης, φέτος «κάπως καλύτερα από ό,τι φοβόταν», εκτός από τη Γερμανία, πράγμα που σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Τράπεζα της Αγγλίας πιθανότατα θα διατηρήσουν τα επιτόκια υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Η ΕΚΤ αύξησε το επιτόκιο καταθέσεων από μείον 0,5% τον Ιούνιο του 2022 στο σημερινό 3,75% και δεν αναμένεται να αρχίσει να μειώνει για το μεγαλύτερο μέρος του επόμενου έτους. Η BoE αναμένεται να αυξήσει το κόστος δανεισμού κατά άλλη μισή ποσοστιαία μονάδα στο 5,75% μέχρι το τέλος του έτους και δεν θεωρείται πιθανό να ξεκινήσει τη μείωση μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2024.
Η οικονομική επιβράδυνση της Κίνας, η οποία ακολούθησε την ανάκαμψη μετά την πανδημία συνέβαλε επίσης στην απαισιοδοξία των οικονομολόγων για το 2024. Ο Κρίστιαν Κέλερ, επικεφαλής της οικονομικής έρευνας στη Barclays, περιέγραψε την επιβράδυνση της χώρας ως «δομική». «Η κατεύθυνση για το 2024 φαίνεται ξεκάθαρα για περαιτέρω παγκόσμια επιβράδυνση», πρόσθεσε ο Κέλερ.