Διεθνείς αναλυτές «μαντεύουν» το μέλλον του ΝΑΤΟ.
Αν κάτι πέτυχε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι ότι έδωσε ανάσα ζωής στο ΝΑΤΟ.
Ποιος δεν θυμάται άλλωστε ότι λίγο καιρό πριν έρθουν τα πάνω κάτω στην Ευρώπη, ο Εμανουέλ Μακρόν είχε χαρακτηρίσει τη Βορειοατλαντική Συμμαχία «εγκεφαλικά νεκρή», δείχνοντας με το δάχτυλο την Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, που απειλούσε ακόμη τότε ανοιχτά την Ελλάδα, επίσης μέλος του ΝΑΤΟ, με εισβολή ένα βράδυ έτσι ξαφνικά.
Διαβάστε επίσης: Ο Χίγκινς, ο Ιτούδης και η «καραμπόλα» με Ντόρσεϊ και Ολυμπιακό
Έκτοτε η στρατιωτική επιχείρηση των ρωσικών δυνάμεων στα ουκρανικά εδάφη κατέστησε αυτό το απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου ξανά σχετικό για τις διεθνείς εξελίξεις, ενώ οι δύο ισχυροί γειτονικοί… σεισμοί ανάγκασαν την Άγκυρα να ρίξει τους τόνους απέναντι στην Αθήνα.
Σήμερα πια, η Φιλανδία αποτελεί την τελευταία προσάρτηση της Συμμαχίας, η Σουηδία βγήκε μόλις χθες από την αίθουσα της αναμονής αφού εξασφάλισε την… τουρκική κάρτα εισόδου, ενώ η Ουκρανία περιμένει τα αποτελέσματα της συζήτησης για τη δική της ένταξη στην ιστορική σύνοδο του ΝΑΤΟ που ξεκίνησε σήμερα στο Βίλνιους της Λιθουανίας.
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω
Κι ενώ διάφοροι αναλυτές συνέδεσαν την τρέχουσα σύνοδο με την αντίστοιχη του 2008 στο Βουκουρέστι, οπότε και χαιρετίστηκαν οι ΝΑΤΟϊκές φιλοδοξίες του Κιέβου χωρίς όμως να υπάρξει κάποιο σχέδιο ένταξης, σχετικό άρθρο του Foreign Policy ξεκαθαρίζει ότι το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.
Με απλά λόγια, ακόμη κι αν η σημερινή αναβίωση της Συμμαχίας φέρνει στην επιφάνεια τη νοσταλγία για την ενότητα και τους σκοπούς που καθόρισαν την πορεία της Δύσης την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, τώρα πια λειτουργεί σε έναν διαφορετικό κόσμο, στον οποίο η Μόσχα είναι μόνο μια από τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει.
Γιατί τόσο η Κίνα όσο και το Ιράν, και οι δυο τους σύμμαχοι της Ρωσίας, επηρεάζουν άμεσα την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ενώ οι απειλές εξ ανατολής πληθαίνουν συνεχώς.
Με το ρολόι για την ολοκλήρωση αύριο της συνόδου στη Λιθουανία να μετράει αντίστροφα, το αμερικανικό περιοδικό εξετάζει ποια μπορεί να είναι η πορεία του ΝΑΤΟ τα επόμενα δέκα χρόνια.
Εγγυήσεις ασφαλείας για την ένταξη
Η απόφαση για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι ένα από τα κρίσιμα ζητήματα ασφαλείας της Ευρώπης. Οι υποστηρικτές της λένε ότι τα κράτη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, ανάμεσα τους η Πολωνία και η Ουγγαρία, που απολαμβάνουν δεκαετίες ασφαλείας και εδαφικής ακεραιότητας αποδεικνύουν ότι μόνο μέσα στη Συμμαχία η Ουκρανία θα είναι πραγματικά ασφαλής.
Οι πολέμιοι της είναι ξεκάθαροι στο ότι μια τέτοια εξέλιξη εν καιρώ πολέμου θα δέσμευε αυτοστιγμεί το ΝΑΤΟ να υπερασπιστεί το νέο εταίρο απέναντι στη Ρωσία. Στην ομάδα των πρώτων ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, εξηγεί στο αμερικανικό περιοδικό ότι το καλύτερο σενάριο είναι μια διαδρομή προς την ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία με τρεις στάσεις:
1) την επιβεβαίωση ότι έχει προσκληθεί, ώστε να ακολουθήσει τον γοργό βηματισμό της Φιλανδίας και της Σουηδίας 2) τη διαβεβαίωση ότι θα εξεταστεί η διεύρυνση του ΝΑΤΟ στα 75α γενέθλια του στην Ουάσιγκτον τον επόμενο χρόνο και 3) τη δημιουργία ενός συμβουλίου με αποστολή την προετοιμασία των συνθηκών, που θα επιτρέψουν στην Ουκρανία να ενταχθεί στη Συμμαχία κάποια στιγμή στο μέλλον. Σύμφωνα με τον Ράμσουσεν, τα παραπάνω βήματα θα στείλουν στον Βλαντιμίρ Πούτιν το ξεκάθαρο μήνυμα ότι αργά ή γρήγορα η Ουκρανία θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να εμποδίσει αυτή την εξέλιξη.
Επειδή η Συμμαχία, αλλά και η ΕΕ, είναι ο τελικός προορισμός, χρειάζεται σύμφωνα με τον πρώην Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ ένα επιπλέον βήμα, η ενίσχυση εγγυήσεων ασφαλείας εδώ και τώρα, δηλαδή μια δέσμευση ανοιχτής διάρκειας για την παροχή όπλων, κοινή στρατιωτική εκπαίδευση, μοίρασμα πληροφοριών και επενδύσεις στην στρατιωτικο-βιομηχανική βάση της Ουκρανίας.
Το νέο δυνατό μπλοκ του ΝΑΤΟ
Μία από τις πιο σημαντικές συνέπειες του πολέμου της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας είναι ότι το ΝΑΤΟ γίνεται ολοένα και πιο ισχυρό στη βορειοανατολική Ευρώπη, δηλαδή στο μακρύ τόξο από τις σκανδιναβικές χώρες στα κράτη της Βαλτικής μέχρι την Πολωνία.
Αυτή η αλλαγή ισχύος θα μεταμορφώσει τη συμμαχία την επόμενη δεκαετία, καθιστώντας την περισσότερο ικανή να αποτρέψει τη ρωσική απειλή, σχολιάζει στο Foreign Policy η Κρίστι Ράικ, διευθύντρια του Διεθνούς Κέντρου για την Άμυνα και την Ασφάλεια. Η αύξηση των αμυντικών δυνατοτήτων στα βορειοανατολικά του ΝΑΤΟ θα βοηθήσει την Ευρώπη να γίνει πιο σοβαρός σύμμαχος των ΗΠΑ, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για τη μείωση της αμερικανικής συμβολής στην ευρωπαϊκή ασφάλεια στο μέλλον.
Η Πολωνία, συγκεκριμένα, χτίζει έναν από τους πιο ισχυρούς στρατούς στην Ευρώπη. Εκτός του ότι έχει ρίξει το βάρος της στην αύξηση των σχετικών προμηθειών, σχεδιάζει να δαπανήσει το 4% του ΑΕΠ της για την άμυνα το 2023. Τα κράτη της Βαλτικής έχουν αποφασίσει επίσης σημαντικές αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες τους, με στόχο το 3% του ΑΕΠ τους τα επόμενα χρόνια.
Η ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας θα σηματοδοτήσει μια ακόμη μεγαλύτερη στρατηγική αλλαγή, φέρνοντας νέες δυνάμεις στο ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των εξαιρετικά ικανών χερσαίων δυνάμεων της Φινλανδίας και των αποδεδειγμένα ξεχωριστών θαλάσσιων δυνατοτήτων της Σουηδίας. Τα δύο νέα αυτά μέλη θα προσθέσουν στρατηγικό βάθος στην άμυνα της περιοχής της Βαλτικής, και αντί αυτή να είναι το αδύναμο σημείο του ΝΑΤΟ και ένας πιθανός μαγνήτης για τη ρωσική επιθετικότητα, θα μετεξελιχθεί σε εικονικό οχυρό του ΝΑΤΟ. Να σημειωθεί ότι ποτέ άλλοτε στην ιστορία όλες αυτές οι χώρες ήταν μέλη στην ίδια στρατιωτική συμμαχία.
Αντιμετώπιση του χάους στη Ρωσία
Η -πρώτα από όλα- ύποπτη και σίγουρα βραχύβια ανταρσία του Γεβγκένι Πριγκόζιν και του μισθοφορικού στρατού της Wagner εναντίον της ρωσικής κυβέρνησης, υπενθύμισε στον κόσμο ότι οι απολυτάρχες εμφανίζονται παντοδύναμοι, μέχρι που κάποια μέρα απλά παύουν να είναι.
Για να προετοιμαστεί το ΝΑΤΟ απέναντι στην πιθανότητα μιας ασταθούς και απρόβλεπτης Ρωσίας, όταν ο Πούτιν δεν θα κρατά πλέον το τιμόνι της, θα πρέπει να ενθαρρύνει τα μέλη του να ενισχύσουν τις αμυντικές τους ικανότητες, ιδιαίτερα τα κράτη της Βαλτικής, που λόγω γεωγραφικής θέσης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και την Πολωνία.
Αυτό αφορά συμβατικά στρατιωτικά όπλα και κυβερνοάμυνα, αλλά και ομοφωνία στην αντιμετώπιση ενός πυρηνικού χτυπήματος από ένα ακέφαλο Κρεμλίνο. έτοιμο να κάνει σκόνη και θρύψαλα τον κόσμο ολόκληρο, λέει στο αμερικανικό περιοδικό η Άντζελα Στεντ, συγγραφέας του βιβλίου «Putin’s WorldQ Russia Against the West and With the Rest».
Το καλύτερο σενάριο για το ΝΑΤΟ είναι η Ρωσία μετά τον Πούτιν να έχει μια ηγεσία μακριά από τις απολυταρχικές συμπεριφορές του Κρεμλίνου σήμερα, που θα είναι έτοιμη να αρχίσει ξανά το διάλογο για τη στρατηγική σταθερότητα και την πυρηνική ασφάλεια. Επειδή όμως η παγκόσμια ασφάλεια δεν βασίζεται σε εξαίσιες προσδοκίες ή ψευδαισθήσεις, η άμεση πρόκληση για το ΝΑΤΟ σε κάθε περίπτωση είναι ο περιορισμός αυτής της πιθανής αστάθειας εντός των συνόρων της Ρωσίας.
Η πρόκληση της Κίνας για τη Συμμαχία
Η Στρατηγική Αντίληψη (Strategic Concept) του ΝΑΤΟ για το 2022 έκανε ένα σημαντικό πρώτο βήμα αναγνωρίζοντας την Κίνα ως πρόκληση ασφάλειας. Τώρα όμως η Συμμαχία πρέπει να μεταφράσει αυτή την αναγνώριση σε συγκεκριμένες ενέργειες, λέει στο αμερικανικό περιοδικό ο Α. Γουές Μίτσελ, διευθυντής του Marathon Initiative, παραδεχόμενος ότι δεν πρόκειται για ένα εύκολο έργο.
Η Κίνα δεν αποτελεί μια από τις συνηθισμένες πηγές ανησυχίας του ΝΑΤΟ και οι σύμμαχοι διαφέρουν στους τρόπους αντιμετώπισης της. Ωστόσο η χάραξη μιας συλλογικής προσέγγισης έχει νόημα και ουσία, αφενός για να βελτιώσει τις δυτικές αντιστάσεις απέναντι στην κινεζική επέλαση, και αφετέρου για την ενίσχυση της ικανότητας των ΗΠΑ να αποτρέψουν και -αν κριθεί απαραίτητο- να πολεμήσουν έναν πόλεμο στον Ινδο-Ειρηνικό.
Σύμφωνα με τον προαναφερθέντα, το ΝΑΤΟ θα πρέπει 1) να αναπτύξει σχέδια έκτακτης ανάγκης για το τι θα έκανε σε περίπτωση πολέμου ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και πως θα διασφάλιζε τη συνέχιση της κανονικότητας με την ΕΕ 2) να εξασφαλίσει τα εργαλεία που θα εμπόδιζαν τις κινεζικές ενέργειες να πλήξουν τη στρατιωτική του αποστολή, όπως είναι οι απειλές στις υποδομές του ή στις τηλεπικοινωνίες και 3) να καταστεί περισσότερο ικανό να υπερασπιστεί την ευρωατλαντική περιοχή του.