Τα ατού και τα μειονεκτήματα ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ
Πώς δίνουν τη μάχη τα κόμματα 25 ημέρες πριν από τις εκλογές; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και ποια τα μειονεκτήματα για ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ; Σε ποια κοινά απευθύνονται και τι μπορούν να κερδίσουν; Τελικά ποιο ή ποια κόμματα θα είναι κερδισμένα στις δεύτερες «άδειες» κάλπες της 25ης Ιουνίου;
Είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που έχουν οι πολίτες οι οποίοι παρακολουθούν μια νέα, σκληρή αντιπαράθεση των κομμάτων. Εχοντας, ωστόσο, ένα νωπό εκλογικό αποτέλεσμα, μια μεγάλη νίκη της Νέας Δημοκρατίας, μια συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ κι ένα ικανοποιητικό και ελπιδοφόρο ποσοστό για το ΠΑΣΟΚ, το παιχνίδι έχει διαφορετική αφετηρία και χαρακτηριστικά.
Διαβάστε επίσης: Αυτούς θα βρει ο Ολυμπιακός στον δρόμο για τους ομίλους του Europa League
Ρωτήσαμε τρεις επικοινωνιολόγους, τον Γρηγόρη Τσιμογιάννη, τον Τάσο Βασιλείου και τον Γιώργο Τράπαλη, πώς βλέπουν τις νέες εκλογές. Ποια είναι η στρατηγική των κομμάτων για να γεμίσουν τις άδειες κάλπες και τι τελικά θα κρίνει το αποτέλεσμα της 25ης Ιουνίου.
Οι απόψεις τους λίγο – πολύ ταυτίζονται σχετικά με την τακτική των κομμάτων και τα στοιχήματα που έχουν βάλει οι κ. Μητσοτάκης, Τσίπρας και Ανδρουλάκης.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιμογιάννη, η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να παρουσιάζει το «θετικό αφήγημά» της που την οδήγησε στο 40% στις προηγούμενες εκλογές. Τονίζει δε ότι μπορεί η ενισχυμένη αναλογική να δυσκολεύει την αυτοδυναμία φαινομενικά, ωστόσο μπορεί να αποδειχθεί και πλεονέκτημα καθώς της επιτρέπει να απευθύνεται πειστικά στο εκλογικό σώμα λέγοντας να επαναλάβουν την ψήφο τους γιατί το ενδεχόμενο ακυβερνησίας είναι υπαρκτό.
Για το ΠΑΣΟΚ αναφέρει ότι δίνει ένα διμέτωπο ενώ χαρακτηρίζει «μάχη επιβίωσης» τον αγώνα του μεγάλου ηττημένου, του κ. Τσίπρα ενώ αναφέρεται στους ψηφοφόρους που προσπαθεί να επαναπροσεγγίσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Βασιλείου από την πλευρά του αναφέρει ότι ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται να έχει καταλάβει καλά τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων και γι’ αυτό επιτίθεται στο ΠΑΣΟΚ. Επισημαίνει ότι η στοχοποίησή του από την ΝΔ που βλέπουμε να εξελίσσεται τις τελευταίες ημέρες ξυπνάει μνήμες του παλαιού δικομματισμού και αναδεικνύει το ΠΑΣΟΚ σαν τον βασικό της αντίπαλο ενώ για τον ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι αναζητά τον βηματισμό του και χρειάζεται να προσπαθήσει πολύ για να βρει το αφήγημα που θα τον «γειώσει» με την εκλογική του βάση και να μιλήσει με τα κοινά που θα στοχεύσει.
Ο κ. Τράπαλης από την πλευρά του επισημαίνει ότι η επιτυχημένη διαχείριση κρίσεων από τον κ. Μητσοτάκη και η ηρεμία που εξέπεμπε η κυβέρνηση της ΝΔ ήταν αυτά που έφεραν τη νίκη ενώ συνεχίζει την «αφαίμαξη» του κεντρώου χώρου.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ τονίζει ότι θα δώσουν μεταξύ τους τη μάχη των ηττημένων, κοιτώντας τις επόμενες εκλογές και ελπίζοντας στις επόμενες γενιές, ενώ κρούει τον κώδωνα για την άνοδο της ακροδεξιάς.
Ας δούμε αναλυτικά τις απόψεις τους:
Γρηγόρης Τσιμογιάννης
Σύμβουλος Στρατηγικής Επικοινωνίας – Precise Strategy
Το αφήγημα της ΝΔ, ο διμέτωπος ΠΑΣΟΚ και η μάχη επιβίωσης ΣΥΡΙΖΑ
Οι εκλογές της 25 Ιουνίου πρόκειται να διεξαχθούν με άδειες κάλπες, όπως ορθώς αρέσκονται να επαναλαμβάνουν όλα τα κομματικά επιτελεία, εκφράζοντας μύχιους φόβους και επιθυμίες. Και αυτό γιατί μπορεί μεν τα όρια συστολής και διαστολής των ποσοστών που έλαβαν τα κόμματα λίγες ημέρες πριν να μην είναι μεγάλα μπορούν όμως να είναι καταλυτικά. Το αν θα έχουμε 5,6 ή 7 κόμματα στη νέα Βουλή μπορεί να κριθεί για εκατοστά της μονάδας και με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις των κομμάτων.
Η Νέα Δημοκρατία εξακολουθεί να βαδίζει στο θετικό της αφήγημα για το μέλλον και στην ανάγκη μιας ισχυρής διακυβέρνησης που θα προσφέρει ασφάλεια και σταθερότητα. Η θριαμβευτική της επικράτηση ενισχύει το ρεύμα της ως νικήτριας δύναμης, δημιουργεί όμως και αντίρροπες δυνάμεις.
Από την μια δεν πρέπει να φοβίσει ως η ηγεμονεύουσα δύναμη και από την άλλη να μην επιτρέψει διαρροές ούτε από τα δεξιά της ούτε από το κέντρο της. Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, ενώ ο νέος νόμος της ενισχυμένης αναλογικής την δυσκολεύει, καθώς απαιτεί σχετικά υψηλό ποσοστό για τη συγκρότηση αυτοδύναμης κυβέρνησης, ταυτόχρονα τη διευκολύνει για να μην υπάρξει χαλαρότητα καθώς της επιτρέπει να απευθύνεται πειστικά στο εκλογικό σώμα λέγοντας να επαναλάβουν την ψήφο τους γιατί το ενδεχόμενο ακυβερνησίας είναι υπαρκτό.
Σε αυτό το πλαίσιο γίνεται κατανοητή η τακτική που έχει επιλέξει και εκδηλώνεται σε δύο μέτωπα: από την μια, επιχειρώντας να απομείωση την επιρροή των μικρότερων δεξιών και ακροδεξιών σχηματισμών και από την άλλη προσπαθώντας να αποδομήσει το ΠΑΣΟΚ περιγράφοντας το ως αντίγραφο του ΣΥΡΙΖΑ.
Στο δεύτερο σκέλος η στόχευση είναι διπλή αφενός για να αποτρέψει ένα μέρος των ψηφοφόρων της να επιστρέψουν στο ΠΑΣΟΚ και αφετέρου καθιστώντας το ως κεντρικό αντίπαλο για να το ενισχύσει στην προσπάθειά του να κυριαρχήσει έναντι του ΣΥΡΙΖΑ ως ο κύριος εκφραστής της κεντροαριστεράς.
Διμέτωπος είναι και ο αγώνας του ΠΑΣΟΚ που διεκδικεί να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τα ποσοστά του στοχεύοντας στην κατάληψη της δεύτερης θέσης – επιδίωξη εξαιρετικά δύσκολη – τουλάχιστον στην μείωση της διαφοράς του με τον ΣΥΡΙΖΑ έτσι ώστε στο παιχνίδι της επόμενης μέρας αυτόν διεξαχθεί επίσης όροις.
Με αυτή την παραδοχή επιχειρεί να σταθεί ως υπεύθυνη και αξιόμαχη αντιπολίτευση απευθυνόμενο πρωτίστως στους παλιούς του ψηφοφόρους που «μετοίκησαν» στη Νέα Δημοκρατία και το ΣΥΡΙΖΑ καλώντας τους να επαναπατριστούν στον φυσικό τους χώρο.
Η μεγάλη δυσκολία είναι ότι πρόκειται για διαφορετικά κοινά, με εντελώς διαφορετικές αντιλήψεις και ανάγκες παρά την κοινή ιστορική τους καταγωγή. Ό,τι έλκει τους μεν, απωθεί τους δε. Και η έμφαση σε προγραμματικές δεσμεύσεις δυσκολεύει ακόμα περισσότερο αυτή την προσπάθεια. Δεν μπορείς να «ψαρεύεις» σε δύο παραλίες ταυτόχρονα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη είναι ο μεγάλος ηττημένος των προηγούμενων εκλογών. Στις εκλογές του Ιουνίου καλείται να δώσει την πιο κρίσιμη μάχη, τη μάχη της επιβίωσης. Οι λόγοι της ήττας έχουν υπεραναλυθεί, με μεγάλη ακρίβεια. Και εκ των υστέρων αρχίζουν να γίνονται αντιληπτοί, τουλάχιστον από τον κύριο Τσίπρα, οποίος όμως φέρει και την κυρία ευθύνη για την μη κατανόηση τους στο σωστό χρόνο. Εδώ η άσκηση είναι ακόμη υψηλότερου βαθμού δυσκολίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δείξει ότι κατάλαβε, ότι έμαθε, ότι άλλαξε και να πείσει για όλα αυτά:
- Τους απογοητευμένους ψηφοφόρους του για να τον ξαναψηφίσουν και να μην κινηθούν σε άλλες επιλογές είτε προς το ΠΑΣΟΚ είτε προς τα αριστερά.
- Τους ψηφοφόρους της Αριστεράς για να μην είναι είναι η Νέα Δημοκρατία χωρίς ισχυρό αντίλογο.
- Τους ψηφοφόρους που πήγαν στο ΠΑΣΟΚ να βρουν ένα λόγο για να επιστρέψουν.
- Και φυσικά να διατηρήσει την αδιαφιλονίκητη και καθαρή θέση στην αξιωματική αντιπολίτευση. Το εγχείρημα από μόνο του μοιάζει με… τους άθλιους του Ηρακλή. Η διατήρηση του ποσοστού ή και η οριακή άνοδός του θα συνιστά μεγάλη επιτυχία.
Είναι σαφές ότι στις λεπτομέρειες θα κριθεί η μάχη. Στις τρεις εβδομάδες που απομένουν κάθε λάθος κίνηση και κάθε λάθος έκφραση θα στοιχίζει ακριβά. Όλοι κινούνται σε ένα τεντωμένο σκοινί ισορροπίες και κάθε ταλάντωση είναι επικίνδυνη.
Μετά από πολύ καιρό, έστω και προσωρινά, τα κόμματα είναι υπό την κρίση των πολιτών και όχι οι πολίτες σε νευρική κρίση. Και ποτέ άλλοτε δεν είναι δεδομένοι για κανέναν.
Συνεπώς η σοβαρότητα, η συναίσθηση των κοινωνικών και οικονομικών διεργασιών και η συγκροτημένη και διαρκής προσπάθεια κατανόησης και διασύνδεσής τους με τις απαιτήσεις του εκλογικού σώματος χωρίς τις ευκολίες και τους αυτοματισμούς του παρελθόντος, συνιστούν έτσι κι αλλιώς μια θετική εξέλιξη.
————————————————————————
Τάσος Βασιλείου
Διευθυντής της εταιρείας ερευνών κοινής γνώμης PRORATA
Η κάλπη θα αναδείξει πολλούς νικητές
Οι πρώτες ημέρες μετά την εκ νέου προκήρυξη εκλογών, μας δίνουν την εικόνα της έντονης αντιπαράθεσης που πρόκειται να ακολουθήσει. Παρατηρείται βέβαια μια ουσιαστική αλλαγή. Η μάχη δίνεται περισσότερο μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στην αναζήτηση «προεκλογικού βηματισμού». Ας τα δούμε όμως βήμα-βήμα.
Η Νέα Δημοκρατία έχοντας την μεγαλύτερη δεξαμενή ψηφοφόρων μπορεί να έχει απώλειες προς πολλές πλευρές, δεδομένων των μετακινήσεων που υπήρξαν τον Μάιο. Βασικό της αίτημα παραμένει η αυτοδυναμία συνεχίζοντας εκεί που έμεινε μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου.
Βέβαια παρά το σχεδόν 41% που έλαβε δεν φαίνεται να εφησυχάζει. Επιχειρούν να διατηρήσουν στις τάξεις των ψηφοφόρων τους όλους τους κεντρώους και κεντροαριστερούς που τους στήριξαν στην πρώτη κάλπη, προτάσσοντας ζητήματα από την κοινωνική ατζέντα, με την δημόσια υγεία, να χαρακτηρίζεται σαν προτεραιότητα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν μένει όμως μόνο εκεί.
Η μάχη που επιλέγει να δώσει απέναντι στο ΠΑΣΟΚ για το θέμα της φορολογίας περιχαρακώνει ένα κοινό που παραδοσιακά διάκειται φιλικά απέναντί της, δημιουργώντας στεγανά. Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να έχει καταλάβει καλά τις δημοσκοπήσεις. Αξιοποιεί ένα εργαλείο που δείχνει τις τάσεις και τις προσλήψεις της κοινωνίας σε βασικά ζητήματα πολιτικής, όταν οι περισσότεροι μένουν να κοιτούν την πρόθεση ψήφου.
Το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να αξιοποιήσει το θετικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί και να το μετατρέψει σε άνοδο του ποσοστού του. Το πρόγραμμά του, τώρα αρχίζει να συζητείται και έχει την ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να αποτελέσει την αντιπολίτευση απέναντι στην Νέα Δημοκρατία. Η στοχοποίησή του από την ΝΔ που βλέπουμε να εξελίσσεται τις τελευταίες ημέρες ξυπνάει μνήμες του παλαιού δικομματισμού και αναδεικνύει το ΠΑΣΟΚ σαν τον βασικό της αντίπαλο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ την δεδομένη στιγμή προσπαθεί να κερδίσει χρόνο για την ανασύνταξή του. Επιχειρεί αλλαγές τόσο στο επίπεδο της επικοινωνίας όσο και στην στρατηγική. Μέχρι τώρα δίνει την εικόνα ότι αυτό που διακυβεύεται στις επερχόμενες εκλογές, έχει να κάνει με την ύπαρξη του ίδιου του κόμματος και του αρχηγού του, γεγονός ωστόσο που δεν αφορά την κοινωνία.
Φαίνεται ότι χρειάζεται να προσπαθήσει πολύ για να βρει το αφήγημα που θα τον «γειώσει» με την εκλογική του βάση και να μιλήσει με τα κοινά που θα στοχεύσει. Παράλληλα χρειάζεται να ορίσει και τον εκλογικό του στόχο καθαρά.
Η εικόνα που διαμορφώνεται δείχνει πως κάθε ένα από τα παραπάνω κόμματα έχει να δώσει πολύ διαφορετική μάχη ενόψει των εκλογών σε τρεις εβδομάδες. Ωστόσο μόνο η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να διεκδικεί την ψήφο των πολιτών έχοντας κυβερνητικό αφήγημα. Ένα κόμμα θα είναι πρώτο αλλά πιθανότητα θα δούμε περισσότερους «νικητές» την ημέρα των εκλογών.
———————————————————————————————-
Γιώργος Τράπαλης
Διευθυντής Δεδομένων της Good Affairs
Τα καταστροφικά λάθη του ΣΥΡΙΖΑ και ο φόβος Μητσοτάκη από τα δεξιά
«Άσπρη γάτα μαύρη γάτα αρκεί να πιάνει τα ποντίκια» είχε πει ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ. Στις εκλογές της 21ης Μαίου, με ολίγον από Taleb, απεδείχθη πως «Άσπρος κύκνος, μαύρος κύκνος, ο Μητσοτάκης κερδίζει εκλογές».
Η θετική αποτίμηση της διαχείρισης διαδοχικών κρίσεων από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και το αίσθημα ασφαλείας και ηρεμίας που πέρασε μέσω της καμπάνιας του – μόλις δύο μήνες μετά την τραγωδία των Τεμπών, ένα απρόσμενο γεγονός που θα μπορούσε να καταστρέψει κάθε πρωθυπουργό- υπερίσχυσαν του αισθήματος φόβου που προσπάθησε να καλλιεργήσει η αξιωματική αντιπολίτευση, θεωρώντας πως απέναντι της είχε την Δεξιά της ΕΡΕ.
Η δήλωση Κατρούγκαλου – και η σαφής εκμετάλλευση της από την πλευρά της ΝΔ- ήταν η αφορμή να φανεί η καταστροφική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία στηρίχτηκε σε μια λανθασμένη ανάγνωση της πραγματικότητας, γεγονός που αποτέλεσε και την πραγματική αιτία της πανωλεθρίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο νικητής και ο ηττημένος πλέον έχουν προκαθοριστεί από τις εκλογές που έγιναν.
Η ΝΔ έχοντας πετύχει την αφαίμαξη του κεντρώου χώρου – η πανηγυρική εκλογή εκπροσώπων του στις πρώτες θέσεις στο σύνολο της Αττικής το αποδεικνύει- θα προσπαθήσει να διατηρήσει την πρωτιά με διαφορά, προσδοκώντας στην αύξηση των ποσοστών της και από την αναμενόμενη – λογικά – άνοδο της αποχής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ θα δώσουν μεταξύ τους τη μάχη των ηττημένων, κοιτώντας τις επόμενες εκλογές και ελπίζοντας στις επόμενες γενιές. Πάντως ο συγκεκριμένος χώρος δεν «χωράει» δύο κόμματα εξουσίας.
Το πρώτο στοίχημα του χώρου αυτού είναι οι αυτοδιοικητικές εκλογές, όπου η προσδοκώμενη όσμωση πρέπει να βρει ένα αφήγημα με το βλέμμα στο μέλλον, να απαντήσει στα ερωτήματα της νέας γενιάς για την αναδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους, τον τρόπο που επηρεάζει η τεχνολογία την αγορά εργασίας με την τεχνητή νοημοσύνη ante portas και να αφήσει στην άκρη συνθήματα άλλων εποχών, ώστε να καταστεί ξανά κυρίαρχη δύναμη στην χώρα.
ΥΓ: Η θέληση του Κυριάκου Μητσοτάκη να επανατοποθετήσει το κόμμα του στο κέντρο του πολιτικού χάρτη, αφήνει χώρο στην ακροδεξιά να δράσει.
Μπορεί τώρα ο κίνδυνος του Κασιδιάρη να αποσοβήθηκε, το στοίχημα ωστόσο της νέας κυβέρνησης, η οποία θα έχει λάβει καθαρή εντολή, οφείλει να είναι οι πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Αλλιώς και αυτή θα μπει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, με το αυγό του φιδιού έτοιμο να επωαστεί εκμεταλλευόμενο μια επόμενη κρίση…