Οι ξένες επενδύσεις έχουν κάνει φτερά και δύσκολα θα γυρίσουν πίσω, γράφουν οι Financial Times.
Μετά τις εκλογές στην Τουρκία, έρχεται το χάος στην οικονομία της.
Όποιος και να κερδίσει παραλαμβάνει καμένη γη και θα υποχρεωθεί σε δύσκολες αποφάσεις, προειδοποιεί ανάλυση των Financial Times, μια εβδομάδα και μια ημέρα πριν το άνοιγμα των καλπών στη γειτονική χώρα.
Οι διαχειριστές κεφαλαίων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι θα είναι «εξωφρενικά δύσκολο» έργο να ανοικοδομηθεί η τουρκική οικονομία και να ανακτηθεί η αξιοπιστία στα μάτια των ξένων επενδυτών, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα κερδίσει την αναμέτρηση της ερχόμενης Κυριακής.
Ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο υποψήφιος της 6κοματικής αντιπολίτευσης, έχει δεσμευτεί σε σαρωτικές μεταρρυθμίσεις για να προσελκύσει τα ξένα κεφάλαια που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα την τελευταία δεκαετία, εάν ανατρέψει τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα
Παρότι οι διαχειριστές κεφαλαίων παραδέχονται ότι η αλλαγή είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη, κάποιοι μεταξύ αυτών προειδοποιούν ότι, ακόμη και αν κερδίσει η αντιπολίτευση, οι επενδυτές θα παραμείνουν στο περιθώριο μέχρι ο συνασπισμός να δείξει ότι μπορεί να επιφέρει αποτελέσματα με διάρκεια.
Η Τουρκία έχει «ένα σωρό μεταβλητές που βρίσκονται στη λάθος πλευρά και θα είναι τρομερά δύσκολο να τις φέρει στη σωστή θέση», δήλωσε στη βρετανική εφημερίδα ο Πολ ΜακΝαμάρα, διευθυντής επενδύσεων με επίκεντρο τις αναδυόμενες αγορές στη GAM με έδρα το Λονδίνο. «Είναι τα λεφτά εκεί έξω; Απολύτως ναι. Θα βιαστεί πολύ ο κόσμος να τα βάλει; Δεν το νομίζω», είπε χαρακτηριστικά ο ίδιος.
Το επιφυλακτικό αίσθημα των επενδυτών έρχεται καθώς ο Ερντογάν δίνει τον πιο σκληρό αγώνα για την επανεκλογή του μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια στην πρώτη γραμμή της εξουσίας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Κιλιτσντάρογλου και ο Ερντογάν βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής, με τους ψηφοφόρους να επισημαίνουν την οικονομία ως σημαντικό παράγοντα για την ετυμηγορία της κάλπης.
Οι αντισυμβατικές οικονομικές πολιτικές του Ερντογάν, συμπεριλαμβανομένης της μακροχρόνιας αντίρρησης του για αύξηση των επιτοκίων, οδήγησαν στο να εκτοξευθεί ο πληθωρισμός πάνω από το 85% τον Οκτώβριο, ενώ η λίρα έχει πέσει σχεδόν 60% τα τελευταία δύο χρόνια σε ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου.
Όπου φύγει-φύγει οι επενδυτές
Οι ανησυχίες για την οικονομική πορεία της Τουρκίας και ο διαρκώς αυξανόμενος αριθμός μέτρων για την ανακούφιση της πίεσης στη λίρα έχουν προκαλέσει τη φυγή των επενδυτών. «Πρόκειται για μια αγορά που έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί εντελώς από τους ξένους», δήλωσε ο Εμρέ Άκακμακ, ανώτερος σύμβουλος στην East Capital.
Λιγότερο από το 1% του εγχώριου δημόσιου χρέους της Τουρκίας ανήκει σε ξένους, έναντι 25% πριν από μια δεκαετία. Το τραπεζικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων των εγχώριων τραπεζών και των τουρκικών θυγατρικών ξένων τραπεζών, κατέχει τώρα σχεδόν το 80% του κρατικού χρέους έναντι κάτω του 50% το 2013, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών.
Μια παρόμοια τάση έχει επικρατήσει στην τουρκική αγορά μετοχών, όπου οι διεθνείς επενδυτές έχουν πουλήσει τίτλους αξίας 7.3 δισ. δολάρια την τελευταία δεκαετία, όπως επιβεβαιώνει η Goldman Sachs. «Οι θέσεις των επενδυτών στην Τουρκία σπάνια ήταν χαμηλότερες», δήλωσε από την πλευρά του ο Κίεραν Κέρτις της Abrdn με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Τουρκία πλησιάζει σε ένα «σημείο καμπής» υπό τις τρέχουσες πολιτικές, ιδιαίτερα από τη στιγμή που τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας έχουν «σχεδόν εξαντληθεί», εξηγεί ο ίδιος.
Φτερά έχουν κάνει τα αποθεματικά
Η κεντρική τράπεζα έχει «εξανεμίσει» τα αποθεματικά, λένε οι οικονομολόγοι, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της γειτονικής χώρας προσπάθησαν να στηρίξουν τη λίρα. Τα καθαρά ξένα περιουσιακά στοιχεία είναι μείον 10 δισεκατομμύρια δολάρια, όπως δείχνουν τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας και εκθέσεις Goldman Sachs.
Ορισμένοι αναλυτές περιμένουν ότι ο Ερντογάν θα μπορούσε να στραφεί προς μια πιο συμβατική οικονομική πολιτική εάν κερδίσει τις εκλογές. Αυτή την προσδοκία έχει καλλιεργήσει το πρόσφατο φλερτ του Τούρκου προέδρου προς τον Μεχμέτ Σιμσέκ, πρώην αναπληρωτή πρωθυπουργό της Τουρκίας που χαίρει της εκτίμησης των ξένων επενδυτών και εγκατέλειψε την τουρκική κυβέρνηση το 2008 όταν ο Ερντογάν διόρισε τον γαμπρό του υπουργό Οικονομικών της χώρας.
«Εάν (ο Ερντογάν) αλλάξει την άποψή του και υιοθετήσει μια πιο συμβατική πολιτική, θα γίνει πολύ καλά αποδεκτό», δήλωσε ένας υψηλόβαθμος τραπεζίτης, προσθέτοντας ότι εάν κερδίσει ο Τούρκος πρόεδρος και αυτή την αναμέτρηση, μπορεί να «συνειδητοποιήσει ότι τώρα είναι η στιγμή που μπορεί να κάνει στροφή και να προσελκύσει εκ νέου ξένα κεφάλαια». «Για τις αγορές δεν έχει σημασία ποιος χαράζει την πολιτική, το ουσιαστικό είναι να κάνει αυτό που πρέπει», συμπλήρωσε ο Κέρτις.
Οικονομικά ζόρια ενόψει
Ο Κιλιτσντάρογλου είπε στους Financial Times τον περασμένο μήνα ότι μία από τις προτεραιότητές του θα ήταν η αναστροφή της οικονομίας της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης μιας ανεξάρτητης κεντρικής τράπεζας αντί του τρέχοντος συστήματος όπου ο Ερντογάν ελέγχει την νομισματική πολιτική.
Οι επενδυτές ανησυχούν ότι μια μεγάλη προσαρμογή της πολιτικής, αν και σημαντική μακροπρόθεσμα, θα είναι επώδυνη βραχυπρόθεσμα. Ο Κέρτις τόνισε ότι πολλοί επενδυτές αναμένουν ότι το επιτόκιο αναφοράς της Τουρκίας θα χρειαστεί να αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου από 8,5% σήμερα σε έως και 40% για να φανεί ότι η χώρα καταβάλλει αξιόπιστη προσπάθεια να τιθασεύσει τον πληθωρισμό.
Μια αύξηση των επιτοκίων αυτού του μεγέθους θα πυροδοτούσε ένα μεγάλο ξεπούλημα στην εγχώρια αγορά ομολόγων της Τουρκίας, πρόσθεσε ο ίδιος, «κάτιο που θα ήταν τρομερό για τις επενδύσεις από το εξωτερικό» το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. «Πρέπει να υπάρξει υπομονή», προσέθεσε ο ΜακΝαμάρα εξηγώντας ότι αυτή η διαδικασία θα σήμαινε επίσης πόνο στις εγχώριες τράπεζες, καθώς τώρα κατέχουν ένα τόσο μεγάλο μερίδιο κρατικών ομολόγων.
Η κυβέρνηση του Ερντογάν βασίζεται επίσης όλο και περισσότερο σε άλλα εργαλεία για τη σταθεροποίηση της λίρας, συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής ειδικών λογαριασμών ταμιευτηρίου το 2021 που αποζημιώνουν τους καταθέτες εάν η λίρα αποδυναμωθεί έναντι των ξένων νομισμάτων. Αυτοί οι λογαριασμοί έχουν συμβάλει στο να μην μετατρέπουν οι κάτοικοι τους λογαριασμούς τους σε δολαριακούς και πολλοί αναλυτές και επενδυτές λένε ότι αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο η λίρα ήταν γενικά σταθερή τους τελευταίους μήνες.
Χωρίς εύκολες λύσεις
Οι συγκεκριμένοι λογαριασμοί έχουν 102 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την τουρκική ρυθμιστική αρχή τραπεζών, και οι οικονομολόγοι λένε ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μεγάλο κίνδυνο για τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης εάν η λίρα υποτιμηθεί γρήγορα, καθώς οι καταθέτες θα αποζημιωθούν σε περίπτωση πτώσης του νομίσματος.
Ομοίως, το κλείσιμο αυτών των λογαριασμών θα μπορούσε να αποδειχθεί δύσκολο, επειδή οι κάτοχοι θα μπορούσαν να επιλέξουν να αγοράσουν μαζικά δολάρια και ευρώ, γεγονός που θα οδηγούσε τη λίρα σε μεγαλύτερη πτώση.
«Όλα τα βήματα που (θα) ακολουθούσε η αντιπολίτευση (για την αποκατάσταση της οικονομίας) θα δημιουργήσουν ανωμαλίες στον δρόμο», σημείωσε ο Άκακμακ, προσθέτοντας ότι οι επενδυτές «περιμένουν σημεία αλλαγής στην οικονομία και την οικονομική διαχείριση» προτού αποφασίσουν να βγουν από το περιθώριο.
«Ότι κι αν συμβεί, θα είναι μια δύσκολη περίοδος για την Τουρκία», κατέληξε ο Κέρτις.