Στον ένα και πλέον χρόνο της ρωσικής εισβολής, η διεθνής ζήτηση για παρένθετες μητέρες στην εμπόλεμη χώρα αυξάνεται και πάλι, όπως και ο ανταγωνισμός
«Έχουμε μεγαλύτερη ζήτηση από ποτέ» λέει ο Ίχορ Πετσένοχα, ιατρικός διευθυντής της εταιρείας BioTexCom στην εμπόλεμη Ουκρανία: ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα παρένθετης μητρότητας τον κόσμο.
Η έδρα του βρίσκεται στα περίχωρα του Κιέβου. Ο πόλεμος φαίνεται να επηρέασε μόνο στην αρχή τη λειτουργία του, μόλις για τρεις μήνες.
Φέτος, ένα και πλέον χρόνο από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, τα δεδομένα έχουν αλλάξει.
«Μέχρι πέρυσι πολλοί άνθρωποι δεν γνώριζαν τίποτα για την Ουκρανία και πίστευαν ότι ήμασταν μια τριτοκοσμική χώρα», λέει ο Πετσένοχα στο ισπανικό περιοδικό La Marea.
«Θέλουμε να ανακτήσουμε τους ρυθμούς που είχαμε πριν από τον πόλεμο: περίπου 450 μωρά το χρόνο», αναφέρει για την εταιρεία του, καθώς η διεθνής πελατεία έχει αυξηθεί. Κυρίως από την Ευρώπη…
«Βιομηχανία» βρεφών
Ως παρένθετη μητρότητα αναφέρεται η πρακτική κατά την οποία μια γυναίκα αναλαμβάνει να κυοφορήσει και να γεννήσει ένα παιδί για ένα άλλο άτομο ή ζευγάρι.
Ανάλογα τις περιπτώσεις και τις χώρες, η διαδικασία μπορεί να γίνει με συνεισφορά ή όχι γενετικού υλικού από την παρένθετη μητέρα, που θα κυοφορήσει.
Είναι επίσης πιθανό να μην χρησιμοποιηθεί γενετικό υλικό ούτε από τους συμβαλλόμενους γονείς.
Απουσία ενός διεθνούς ρυθμιστικού πλαισίου, οι νόμοι ως προς την παρένθετη μητρότητα διαφέρουν πολύ από χώρα σε χώρα ή ακόμη και ανά πολιτεία, όπως ισχύει π.χ. στις ΗΠΑ.
Η πρακτική δεν επιτρέπεται παντού.
Αλλού εφαρμόζεται υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις. Αλλού γίνεται εντός πολύ χαλαρού πλαισίου.
Μπορεί να είναι αλτρουιστική ή εμπορική, τουτέστιν επί πληρωμή.
Σε ανεπτυγμένα κράτη όπου η παρένθετη μητρότητα είναι νόμιμη, συνήθως απαγορεύεται κάθε οικονομικό αντάλλαγμα.
Σε υπανάπτυκτες χώρες, όπου επιτρέπεται η εμπορική παρένθετη μητρότητα και εξελίσσεται για πολλές γυναίκες σε δίοδο διαφυγής από τη φτώχεια, μπορεί συχνά να εξελιχθεί σε «βρόμικες», παράνομες business.
Η Ταϊλάνδη, η Ινδία και το Νεπάλ απαγόρευσαν την πρακτική λόγω καταγγελιών για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατάχρηση παρένθετων μητέρων και εμπορία ανθρώπων.
Σε χώρες όπως π.χ. η Ουκρανία, η Ρωσία και η Γεωργία, επιτρέπονται θεωρητικά και οι δύο πρακτικές, αλτρουϊστική και εμπορική.
Κυρίως εφαρμόζεται η δεύτερη. Βασικοί λόγοι που αναφέρονται από γυναίκες, οι οποίες υποβάλλονται σε αυτή τη διαδικασία, είναι ο βιοπορισμός, η κάλυψη οικογενειακών εξόδων -συμπεριλαμβανομένης της ανατροφής τέκνων- μέχρι και η αγορά σπιτιού.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, εν μέσω της εισβολής στην Ουκρανία, η Ρωσία απαγόρευσε με νόμο σε αλλοδαπούς να αναζητήσουν λύσεις για παρένθετη μητρότητα στα εδάφη της.
«Έτσι θα μπορέσουμε να εμποδίσουμε το εμπόριο των παιδιών μας, να προστατεύσουμε τα μικρά παιδιά από το να καταλήξουν σε ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρια ή να πέσουν θύματα εγκληματικών πράξεων, κυρίως εμπορίας οργάνων», ανέφερε ο πρόεδρος της Δούμας Βιάτσεσλαβ Βολοντίν.
Περιφερειακός ανταγωνισμός
Μέχρι και πριν από τον πόλεμο, η Ουκρανία ήταν διεθνής κόμβος για την παρένθετη μητρότητα -δεύτερη μεγαλύτερη «αγορά» μετά τις ΗΠΑ- με περίπου 2.000 έως 2.500 γεννήσεις κάθε χρόνο.
Έχει πολλές κλινικές, χαμηλές τιμές και ευνοϊκό πλαίσιο για τους διεθνείς πελάτες, αναγνωρίζοντάς τους ως νόμιμους γονείς από τη στιγμή της σύλληψης επί του ουκρανικού εδάφους.
«Καμία συμμαχία δεν μπορεί να αναγκάσει μια χώρα να αλλάξει τους νόμους της», απάντησε ο Ίχορ Πετσένοχα, όταν ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο η Ουκρανία να πρέπει να αυστηροποιήσει το ρυθμιστικό της πλαίσιο κατά την ενταξιακή πορεία της στην ΕΕ.
Η χώρα του «δεν θα εγκαταλείψει αυτά τα προγράμματα» ανέφερε κοφτά.
Ο περιφερειακός ανταγωνισμός εν τω μεταξύ εντείνεται.
«Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, άνθρωποι από όλο τον κόσμο αναζητούν παρένθετη μητρότητα εδώ στη Γεωργία», λέει ο Business Insider ο Κετεβάν Ρομπάκιτς, ιδρυτής της εταιρείας «Διεθνής Υπηρεσία Παρένθετης Μητρότητας και Δωρεάς Ωαρίων», με έδρα την Τιφλίδα.
Συνολικά δεκαπέντε κλινικές προσφέρουν προγράμματα παρένθετης μητρότητας στην πρώην αυτή σοβιετική δημοκρατία του Καυκάσου.
Η ζήτηση έχει αυξηθεί σημαντικά και πλέον «είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεις αρκετές παρένθετες μητέρες, σε μια χώρα 3,5 εκατομμυρίων κατοίκων», λέει ο Ρομπάκιτς.
Παρά τη συνεπαγόμενη αύξηση των τιμών, το κόστος της παρένθετης μητρότητας στη Γεωργία παραμένει χαμηλό έναντι άλλων χωρών.
Μέσες άκρες, φτάνει τα 22.000 δολάρια ανά παιδί, ενώ στο Μεξικό κυμαίνεται μεταξύ 60.000 και 70.000 δολαρίων.
Σε πολιτείες των ΗΠΑ, όπου επιτρέπεται η εμπορική πρακτική, μπορεί να ξεπεράσει τα 150.000 δολάρια.
Στην Ουκρανία εκτιμάται ότι προπολεμικά οι τιμές κυμαινόνταν μεταξύ 35.000 και 55.000 δολαρίων.
Ως επιπλέον κίνητρο, η Γεωργία προβάλλει το νομικό της πλαίσιο, που δίνει στους γονείς αυτόματα δικαιώματα επί του παιδιού με τη γέννησή του.
Και εδώ ωστόσο αποκλείονται τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας.
«Χρυσές» δουλειές, «σκοτεινές» πτυχές
Σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων έρευνας αγοράς Global Market Insights, η παγκόσμια εμπορική βιομηχανία παρένθετης μητρότητας έφτασε περίπου τα 14 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022 -αν και οι ακριβείς αριθμοί είναι δύσκολο να επαληθευτούν.
Μέχρι το 2032 ο αριθμός αυτός προβλέπεται να φτάσει τα 129 δισεκατομμύρια δολάρια, καθώς τα προβλήματα υπογονιμότητας αυξάνονται, όπως και ο αριθμός ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγαριών και ανύπαντρων ατόμων που καταφεύγουν σε αυτή την πρακτική για να αποκτήσουν απογόνους.
Η ζήτηση προέρχεται κυρίως από πλούσια, δυτικά κράτη.
Για πολλούς από τους μελλοντικούς αυτούς γονείς επί πληρωμή, η αναζήτηση εναλλακτικών εκτός συνόρων μπορεί να υπαγορεύεται από απαγορεύσεις στις χώρες τους ή και από το κόστος.
«Πρόκειται για έναν κλάδο που είναι βαθιά προβληματικός, για μια σειρά από λόγους», επισημαίνει σε άρθρο της για το Αυστραλιανό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων η Δρ Φιόνα Γκιλ, Ανώτερη Λέκτορας Κοινωνιολογίας και Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
«Τα Ηνωμένα Έθνη, μεταξύ άλλων φορέων, έχουν χαρακτηρίσει την εμπορική παρένθετη μητρότητα ως άκρως προβληματική λόγω της πιθανότητας ορισμένες συμφωνίες να χαρακτηριστούν ως πώληση παιδιού και ορισμένες παρένθετες γυναίκες να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο πλαίσιο δουλοκτησίας», αναφέρει.
«Ακόμα και χωρίς το ενδεχόμενο καταναγκαστικής εργασίας και τους ισχυρούς δεσμούς με την εμπορία ανθρώπων», επισημαίνει, «γεγονός είναι ότι, σε πολλές τέτοιου είδους συμφωνίες, η βάση της εμπορικής παρένθετης μητρότητας βασίζεται στην οικονομική ανισορροπία μεταξύ των υποψήφιων γονέων και της παρένθετης μητέρας».
Ο δε πόλεμος στην Ουκρανία, προσθέτει, έχει τώρα εγείρει πρόσθετα «δυσάρεστα ερωτήματα σχετικά με τη διεθνή παρένθετη μητρότητα και τα δικαιώματα των ευάλωτων γυναικών σε εμπόλεμες ζώνες».