Το ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης παγκοσμίως θα είναι ελλειμματικό νωρίτερα από το αναμενόμενο, λένε οι αναλυτές.
Άλμα στις τιμές του πετρελαίου ακολούθησε την ανακοίνωση της Σαουδικής Αραβίας και κάποιων άλλων χωρών της συμμαχίας ΟΠΕΚ+ για μείωση της σχετικής παραγωγής, παρά τις προηγούμενες διαβεβαιώσεις τους για σταθερή προσφορά.
Οι νέες αυτές εθελοντικές περικοπές, κατά περισσότερο από 1 εκατ. πετρελαίου βαρέλια την ημέρα, αθροιστικά με τη μείωση της παραγωγής της Ρωσίας κατά 500.000 βαρέλια την ημέρα, περικόπτουν από την παγκόσμια ημερήσια διαθεσιμότητα πάνω από 1,16 εκατ. βαρέλια, καταφέρνοντας καίριο χτύπημα στη μάχη των κεντρικών τραπεζών να περιορίσουν τον πληθωρισμό.
100 δολάρια το βαρέλι;
Κορυφαίοι αναλυτές πετρελαίου εξέδωσαν εκτιμήσεις για άνοδο του «μαύρου χρυσού» στα 100 δολάρια το βαρέλι μετά την απόφαση, με ορισμένους να αναμένουν ότι το ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης παγκοσμίως θα είναι ελλειμματικό νωρίτερα από το αναμενόμενο.
Η αντίδραση της Ουάσιγκτον στα παραπάνω υπήρξε άμεση, με τον Λευκό Οίκο να δηλώνει ότι «δεν πιστεύουμε ότι οι περικοπές είναι σκόπιμες αυτήν τη στιγμή, δεδομένης της αβεβαιότητας της αγοράς – και το έχουμε καταστήσει σαφές».
Υπενθυμίζεται ότι ο Τζο Μπάιντεν έχει επικρίνει επανειλημμένα το καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών χωρών για τις περικοπές παραγωγής, επικαλούμενος την επιβάρυνση των τιμών για τα νοικοκυριά και αφήνοντας αιχμές για ευθυγράμμιση με τη Ρωσία.
Ακόμη κι έτσι, η μείωση της παραγωγής βάζει στοίχημα ότι η ισχυρότερη ζήτηση από την Κίνα – όπου η οικονομία ανακάμπτει από το αυστηρό lockdown της – θα αντισταθμίσει την επιβράδυνση της ζήτησης στη Δύση. Πρόκειται για ένα σαφές σημάδι ψύχρανσης των σχέσεων ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Ριάντ, αφού οι Σαουδάραβες προχώρησαν στην εθελοντική περικοπή της παραγωγής τους, παρά την έντονη αντίθεση της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν.
Θα διατηρηθούν οι υψηλές τιμές;
Αυτή είναι η ερώτηση των 64εκατ. δολαρίων. Στο παρελθόν, ο ΟΠΕΚ+ είχε ανακοινώσει περικοπές στην παραγωγή και στη συνέχεια δεν είχε καταφέρει να τηρήσει τις δεσμεύσεις του.
Οι έμποροι θα ψάξουν ενδελεχώς για αποδείξεις κατάρρευσης των ποσοστώσεων αυτή τη φορά. Αλλά ακόμα κι αν δεν υπάρξει εξαπάτηση, η σημερινή άνοδος της τιμής του πετρελαίου στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο θα παραμείνει μόνο εάν η παγκόσμια οικονομία μπορέσει να αγνοήσει τον αντίκτυπο της μειωμένης ενέργειας. Εάν δεν τα καταφέρει, οι τιμές θα δεχτούν πτωτικές πείσεις. Ο Ιπεκ Οσκαρντέσκαγια, ανώτερος αναλυτής της Swissquote Bank, λέει ότι είναι πιθανό, «αλλά δύσκολο», οι τιμές του πετρελαίου να φτάσουν τα 100 δολάρια το βαρέλι.
«Εάν η αύξηση των τιμών του πετρελαίου χτυπήσει τις προοπτικές της παγκόσμιας ζήτησης σε μια αρκετά δύσκολη στιγμή για την παγκόσμια οικονομία (λόγω της τραπεζικής κρίσης) και εντείνει επιπλέον τις ανησυχίες για ύφεση, υπάρχει η πιθανότητα το ράλι στις τιμές του πετρελαίου να σβήσει γρήγορα».
Τι σημαίνει αυτό για τον πληθωρισμό και τη Δύση;
Η αιφνιδιαστική κίνηση του ΟΠΕΚ+ ήρθε στη χειρότερη δυνατή στιγμή για τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ, που παλεύουν να μειώσουν το αυξανόμενο κόστος ζωής.
Αν και οι δυτικές οικονομίες έχουν λιγότερες πετρελαϊκές ανάγκες από ό,τι όταν ο ΟΠΕΚ έγινε γνωστός για πρώτη φορά πριν από 50 χρόνια, το κόστος του αργού εξακολουθεί να έχει σημασία. Οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου καθιστούν την παραγωγή και τις μεταφορές πιο ακριβές και μειώνουν τη δύναμη για δαπάνες των καταναλωτών.
Οι κεντρικές τράπεζες ανέμεναν σημαντική πτώση του πληθωρισμού τον φετινό χρόνο, με το σκεπτικό ότι δεν θα υπάρξει επανάληψη της περσινής αύξησης του ενεργειακού κόστους, που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η κίνηση του ΟΠΕΚ+ απειλεί να κάνει την πτώση του πληθωρισμού μια περισσότερο μακρόχρονή ιστορία.
Τι σημαίνει για τα επιτόκια;
Θεωρητικά, οι κεντρικές τράπεζες δεν θα ανταποκριθούν αμέσως στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου και θα το κάνουν μόνο εάν υπάρχουν αρνητικά αποτελέσματα, δηλαδή επιχειρήσεις που αυξάνουν τις τιμές τους ή προσφέρουν πιο γενναιόδωρα αμοιβές στους εργαζομένους τους.
Πρακτικά, οι υψηλότερες τιμές του πετρελαίου στη σημερινή χρονική συγκυρία θα καταστήσουν σχεδόν σίγουρα την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, την Τράπεζα της Αγγλίας και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα περισσότερο επιφυλακτικές.
Εάν –και παραμένει μεγάλο το εάν– ο ΟΠΕΚ+ καταφέρει να ανεβάσει μόνιμα τις τιμές του πετρελαίου, το αποτέλεσμα θα είναι τα επιτόκια να παραμείνουν υψηλότερα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Με απλά λόγια, αυτό θα αυξήσει τον κίνδυνο ύφεσης…