20 χρόνια «σοκ και δέος» – Η εισβολή στο Ιράκ και η τοξική «κληρονομιά» των Αμερικανών

20 χρόνια «σοκ και δέος» – Η εισβολή στο Ιράκ και η τοξική «κληρονομιά» των Αμερικανών

Οι ΗΠΑ, η εισβολή στο Ιράκ και η τοξική «κληρονομιά» στο φόντο του πολέμου στην Ουκρανία

Η κωδική ονομασία της ήταν «Επιχείρηση Ιρακινή Ελευθερία». Μια τραγικά ειρωνική επιλογή, όπως καταδεικνύει η σημερινή χαοτική κατάσταση στο ίδιο το Ιράκ και το γεγονός ότι η εξαπόλυσή της στο όνομα των δημοκρατικών αξιών από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τους παρατρεχάμενους της περιώνυμης «συμμαχίας των προθύμων» ήταν μια παράνομη μονομερής ενέργεια, κατά παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Δικαίου.

Όμως για τους νεοσυντηρητικούς κύκλους της Ουάσιγκτον, η επέμβαση στο Ιράκ το 2003 -που άρχισε το βράδυ της 19ης Μαρτίου εκείνης της χρονιάς με σαρωτικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς στη Βαγδάτη- δεν ήταν παρά η τελική πράξη μιας σύγκρουσης που είχε αρχίσει ουσιαστικά με την ιρακινή εισβολή στο Κουβέιτ και τον Πόλεμο του Κόλπου το 1991.

Διαβάστε επίσης: Οι σκέψεις του Μίτσελ για την επικίνδυνη αποστολή του Ολυμπιακού στον Βόλο

Εξελίχθηκε σε ένα οιονεί «κληροδότημα» της εξωτερικής πολιτικής του τότε Αμερικανού προέδρου Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου στον γιό του και μετέπειτα επίσης πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζορτζ Γ. Μπους (2001-2009), έπειτα από την οκταετία πολιτική «σφήνα» της προεδρίας του Δημοκρατικού Μπιλ Κλίντον (1993-2001).

Στη δωδεκαετία που μεσολάβησε μεταξύ των δύο πολέμων, το Ιράκ -που παρέμενε υπό την δυναστική ηγεμονία του Σαντάμ Χουσεΐν- είχε γίνει στόχος περιοδικών αεροπορικών επιδρομών και εξοντωτικών οικονομικών κυρώσεων, που οδήγησαν στον θάνατο ή σε περαιτέρω εξαθλίωση μεγάλο τμήμα του άμαχου πληθυσμού του.

Πριν από την εισβολή του 2003 εν τω μεταξύ οι ΗΠΑ είχαν βιώσει το εθνικό σοκ από τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 και είχαν πια παραδοθεί στη δική τους ηγεμονική ζέση, χωρίς ουσιαστικό γεωπολιτικό αντίπαλο.

Είχαν ήδη ηγηθεί μιας -πύρρειου, όπως τελικά αποδείχθηκε το 2021- στρατιωτικής νίκης επί των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, στα τέλη του 2001.

Μέχρι και το 2003 δεν είχαν ωστόσο ακόμη πετύχει τον πρωταρχικό στόχο τους: την εξάρθρωση της αλ Κάιντα και τη σύλληψη του ηγέτης της και «εγκεφάλου» των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, του Σαουδάραβα Οσάμα Μπιν Λάντεν.

Πόλεμος για… αγρίους

Παρόλο που το ιρακινό καθεστώς δεν συνδεόταν με τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις ΗΠΑ, ούτε με την αλ Κάιντα, κατηγορήθηκε από τις ΗΠΑ ως απειλή για την εθνική τους ασφάλεια και επελέγη ως ο επόμενος στόχος.

Το είχε στοχοποιήσει άλλωστε από τον Ιανουάριο του 2002 ο τότε πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο νεότερος, εντάσσοντας το Ιράκ σε αυτό που ο ίδιος ονόμασε «άξονα του κακού», συμπεριλαμβάνοντας το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα.

Εν μέσω ρήξης μεταξύ του ΟΗΕ και της Βαγδάτης για το θέμα της συνέχισης των διεθνών επιθεωρήσεων στο ιρακινό οπλοστάσιο  -από το οποίο είχε ήδη πιστοποιηθεί το «ξήλωμα» του προγράμματος βιολογικών όπλων, μετά την ήττα του 1991- η Ουάσιγκτον, με τη στήριξη του Λονδίνου, υιοθέτησε ένα κατασκευασμένο αφήγημα για τα «όπλα μαζικής καταστροφής» του Σαντάμ.

Τα -ψευδή, όπως μετέπειτα προέκυψε- στοιχεία που παρουσίασε ο Αμερικανός τότε ΥΠΕΞ, Κόλιν Πάουελ, στο Συμβούλιο Ασφαλείας δεν έπεισαν τον ΟΗΕ να δώσει έγκριση στην «προληπτική επέμβαση» των ΗΠΑ.

Όταν έπειτα έναν και πλέον μήνα στρατιωτικού «σοκ και δέους» στο Ιράκ και την ανατροπή του καθεστώτος Χουσεΐν το 2003 δεν εντοπίστηκαν όπλα μαζικής καταστροφής, το αφήγημα των ΗΠΑ άλλαξε και η κατοχή μιας χώρας -που τερματίστηκε επίσημα το 2011- επιχειρήθηκε να ενδυθεί μια ηθική διάσταση, ως πορεία εκδημοκρατισμού.

Στο όνομά του σκοτώθηκαν -πέρα από στρατιώτες και αντάρτες- εκατοντάδες χιλιάδες άμαχοι. Έγιναν συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τους κατακτητές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα βασανιστήρια στις φυλακές κολαστήριο του Άμπου Γκράιμπ.

Το δε Ιράκ βυθίστηκε στο χάος, λειτουργώντας ως πρόσφορο έδαφος για να αναδυθεί μια νέα τρομοκρατική απειλή, αυτή του «Ισλαμικού κράτους» (ISIS).

Στην πραγματικότητα οι πολεμικές επιχειρήσεις στα ιρακινά εδάφη δεν τελείωσαν παρά με την ήττα των τζιχαντιστών, το 2017, αφού πρώτα αυτοί είχαν επεκταθεί στη Συρία και σε άλλα μέρη του κόσμου, εξαπολύοντας αιματηρά τρομοκρατικά χτυπήματα, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.

Η τραγωδία μιας «απελευθέρωσης»

Από τον πόλεμο και την κατοχή το Ιράκ βγήκε διαλυμένο, στο φόντο μιας ευρύτερης περιφερειακής γεωπολιτικής αποσταθεροποίησης.

Η χώρα βίωσε κύματα εμφυλίων, παλαιότερα μεταξύ σουνιτών και σιιτών, πιο πρόσφατα -ακόμη και πέρυσι- μεταξύ διαφορετικών ομάδων των πλειοψηφούντων σιιτών σε έναν πόλεμο εξουσίας, στο φόντο της αυξημένης πια επιρροής του Ιράν στη χώρα.

Ακανθώδες σημείο παραμένει το πολιτικό σύστημα που «εμφύτευσαν οι ΗΠΑ» για την κατανομή της εξουσίας μεταξύ σουνιτών, σιιτών και Κούρδων, που έχει οδηγήσει σε χρόνια πολιτική αναταραχή, κοινοβουλευτική παράλυση και αναποτελεσματική διακυβέρνηση.

Η διαφθορά παραμένει ενδημική. Οι ανισότητες κραυγαλέες. Σε μια από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγούς χώρες του κόσμου, το ένα τέταρτο των 43 εκατομμυρίων κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.

Οι υποδομές και οι υπηρεσίες έχουν καταρρεύσει, με την ηλεκτροδότηση της χώρας να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το γειτονικό Ιράν.

Η ανεργία καλπάζει, κυρίως στις τάξεις των νέων. Το λαθρεμπόριο ανθίζει, με την χώρα να έχει γίνει πλέον κόμβος διακίνησης ναρκωτικών.

Ο στρατός παραμένει σε μια υβριδική δομή, με την εγκόλπωση και σιιτικών πολιτοφυλακών, που διατηρούν δεσμούς με το Ιράν.

Για την εκπαίδευσή του εν τω μεταξύ στη χώρα παραμένουν περίπου 2.500 Αμερικανοί στρατιώτες.

Την ίδια ώρα, στον βορρά, οι εντάσεις αυξομειώνονται κατά διαστήματα με την Τουρκία, που ενισχύει διαρκώς τη στρατιωτική παρουσία της και εντείνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της κατά του PKK στο πετρελαιοπαραγωγό Ιρακινό Κουρδιστάν.

Πρόκειται για μερικά μόνο κομμάτια ενός δυστοπικού «παζλ».

Εάν δε προσθέσει κανείς και τα «κομμάτια» από τον καταστροφικό, και δη ατελέσφορο 20ετή πόλεμο που οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους διεξήγαγαν με τραγική κατάληξη στο Αφγανιστάν -όπου οι Ταλιμπάν είναι ξανά οι απόλυτοι κυρίαρχοι- η πολυθρύλητη πολιτική περί «οικοδόμησης εθνών» και «εξαγωγής Δημοκρατίας» μέσω πολέμων αποδεικνύεται περίτρανα ως ύβρις.

Θολό τοπίο

«Το αποτέλεσμα είναι η απουσία ελέγχων και ισορροπιών στη Ρωσία και η απόφαση ενός ανθρώπου να ξεκινήσει μια εντελώς αδικαιολόγητη και βάναυση εισβολή στο Ιράκ», είπε τον περασμένο Μάιο ο Τζορτζ Γ. Μπους, σε ένα γλωσσικό ολίσθημα μιας ομιλίας που στόχο είχε να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Με ένα κούνημα του κεφαλιού, διόρθωσε το όνομα της χώρας. «Εννοώ στην Ουκρανία», τόνισε, αποδίδοντας το λάθος στο γεγονός ότι ηλικιακά οδεύει πια προς τα 80.

Ήταν μια αμήχανη στιγμή, που -χωρίς αυθαίρετους συμψηφισμούς- υπενθύμισε σε πολλούς πόσο έωλο είναι το αφήγημα, ένθεν κακείθεν, περί «προληπτικών πολέμων» με την επίκληση δημοκρατικών και ηθικών αξιών για τη νομιμοποίησή τους.

Το έκαναν το 2003 στο Ιράκ οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Το κάνει σήμερα η Ρωσία στην Ουκρανία, επιχειρώντας να αντλήσει με τη σειρά της νομιμοποίηση από παλαιότερες δυτικές επεμβάσεις κατά κυρίαρχων κρατών, συμπεριλαμβανομένης εκείνης του ΝΑΤΟ στην πρώην Γιουγκοσλαβία.

Με τον ΟΗΕ σε διπλωματική «αγκύλωση», σήμερα κάθε μια από τις αντίπαλες πλευρές του νεο-ψυχροπολεμικού πεδίου επικαλούνται  κατά το δοκούν την πολυσυζητημένη «διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες» είτε για τη διατήρησή της -παρά τις συστηματικές παραβιάσεις- είτε για την αναμόρφωσή της.

Ένα μέρος της προβληματικής σημερινής κατάστασης, παρατηρεί η Washington Post, αποτελεί το γεγονός ότι «η κληρονομιά του Ιράκ υπονομεύει τη ρητορική» της σημερινής κυβέρνησης των ΗΠΑ, που περί υπεράσπισης των δημοκρατικών αξιών και της διεθνούς νομιμότητας στα εδάφη της Ουκρανίας, αλλά και πέρα από αυτά.

Ηθικά διδάγματα

Για πολλές χώρες της Μέσης Ανατολής και όχι μόνο, «η αμερικανική εισβολή των ΗΠΑ είναι το πιο πρόσφατο κραυγαλέο επεισόδιο σε μια μακρά ιστορία δυτικών παρεμβάσεων και υποκρισίας των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή», σχολιάζει ο αρθρογράφος της αμερικανικής εφημερίδας, Ισάν Θαρούρ.

Σε αυτό το πλαίσιο, προσθέτει, για την Κίνα και τη Ρωσία «ο πόλεμος στο Ιράκ είναι ένα εύκολο προηγούμενο για να αντικρούσουν τα λεγόμενα της Ουάσινγκτον, όσο ιδιοτελές και κυνικό μπορεί να είναι αυτό».

Ο δε Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν «φαίνεται να πιστεύει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δίνει στις ΗΠΑ χώρο να ξεπεράσουν την κληρονομιά του Ιράκ, επιτρέποντάς του να κάνει πράξη τον επαναλαμβανόμενο ισχυρισμό του ότι «η Αμερική επέστρεψε»», σχολιάζει σε άρθρο του ο Αντριου Μπάτσεβιτς: πρώην συνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού, νυν Ομότιμος Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.

Χαρακτηρίζει πάντως «αυταπάτη» κάθε θεώρηση ότι «ο πόλεμος μπορεί να χρησιμεύσει ως μέσο λύτρωσης». Η ιστορία δείχνει ότι το ίδιο ισχύει για τους απανταχού αυτόκλητους «απελευθερωτές» και την λεγόμενη πολιτική περί «οικοδόμησης εθνών».

Ακολουθήστε στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Αθλητικές Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, από

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ