Ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης στην Τουρκία προσπαθεί να χειριστεί το ενδεχόμενο συνεργασίας με το φιλοκουρδικό αριστερό κόμμα HDP
Στην πολιτική υπάρχουν οι ιδεολογίες και τα πολιτικά προγράμματα, υπάρχουν και τα εκλογικά μαθηματικά. Και κάποιες φορές τα τελευταία παίρνουν το πάνω χέρι. Με αυτή την πραγματικότητα είναι αντιμέτωπη η τουρκική αντιπολίτευση, που έστω και με αρκετή δυσκολία κατάφερε να ξεπεράσει τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις της και να συμφωνήσει στην κοινή υποψηφιότητα του ηγέτη του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου για την προεδρία της Τουρκίας.
Και αυτό γιατί ο σίγουρος τρόπος για να μπορέσει να βάλει ένα τέλος στην πολυετή κυριαρχία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι να συμμαχήσει με το αριστερό και φιλοκουρδικό HDP που παραμένοντας βασικός αποδέκτης της κουρδικής ψήφου, εξακολουθεί να έχει ποσοστό άνω του 10%. Γιατί μπορεί να υπάρχει μια φθορά του Ερντογάν, συμπεριλαμβανομένης της επίπτωσης που είχαν οι πρόσφατοι καταστροφικοί σεισμοί, όμως αυτό δεν σημαίνει «αυτόματα» και μια νίκη της αντιπολίτευσης.
Ούτως ή άλλως η εκλογική βαρύτητα της ψήφου που επηρεάζει το HDP φάνηκε και το 2019 στις εκλογές στην Κωνσταντινούπολη, όταν η επιλογή του HDP να μην κατεβάσει δικό του υποψήφιο, συνέβαλε αποφασιστικά στο να εκλεγεί ο Εκρέμ Ιμάμογλου, υποψήφιος της αντιπολίτευσης, δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, αφού οι ψηφοφόροι κουρδικής καταγωγής (που είναι σημαντικό μέρος του πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης) σε μεγάλο βαθμό στράφηκαν προς αυτόν.
Από ορισμένες απόψεις η συνεργασία αυτή έχει βάση, καθώς ένα από τα βασικά σημεία που έχει αναδείξει η τουρκική αντιπολίτευση τα τελευταία χρόνια, είναι ακριβώς η σύγκρουση με την ολοένα και αυταρχική πρακτική των κυβερνήσεων του AKP σε συνεργασία με τους ακροδεξιούς εθνικιστές του MHP. Άλλωστε, πλάι στα στελέχη του HDP, που διώκονται, με αποκορύφωμα τη συνεχιζόμενη φυλάκιση του πρώην συν-επικεφαλής του Σελαχατίν Ντεμιρτάς, υπάρχουν και στελέχη του CHP που διώκονται, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον ίδιο τον Ιμάμογλου.
Ωστόσο, υπάρχει και ένα εμπόδιο. Το HDP κατηγορείται πάντα για σχέσεις με το παράνομο – και για την Άγκυρα «τρομοκρατικό» – Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν (PKK). Ο Ερντογάν, παρότι και ο ίδιος θέλει να διεκδικήσει την κουρδική ψήφο, είναι έτοιμος να στιγματίσει την αντιπολίτευση για οποιαδήποτε απόπειρα συνεργασίας με το HDP. Ούτως ή άλλως, ο Τούρκος πρόεδρος και μέσα από τη συνεργασία του με το εθνικιστικό MHP, το ρεύμα των «Γκρίζων Λύκων» δηλαδή, έχει προσπαθήσει να αναβαθμίσει το εθνικιστικό προφίλ και επενδύει στο ότι και η αντιπολίτευση καλείται να δείξει ότι είναι αρκούντως εθνικιστική και η ίδια.
Οι αντιφάσεις της αντιπολίτευσης
Όλα αυτά επικαθορίζονται και από την αντιφατικότητα του ίδιου του συνασπισμού της αντιπολίτευσης. Θυμίζουμε ότι το περασμένο διάστημα η αντιπολίτευση είδε να κλονίζεται η συνοχή της γύρω από την επιμονή του CHP να είναι υποψήφιος ο Κιλιντσάρογλου. Ο λόγος είναι ότι διάφοροι εκτιμούσαν ότι άλλα στελέχη της αντιπολίτευσης, όπως οι δημοφιλείς δήμαρχοι της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου και της Άγκυρας Μανσρούρ Γιαβάς, θα ήταν προτιμότεροι ως υποψήφιοι. Μάλιστα, το θέμα έθεσε πιο αποφασιστικά και η επικεφαλής του δεύτερου σε δύναμη κόμματος της αντιπολίτευσης, η Μεράλ Ακσενέρ, επικεφαλής του «Καλού Κόμματος», μια διάσπαση του MHP, φτάνοντας μέχρι του σημείου να δηλώσει αποχώρηση από τη συμμαχία στις 3 Μαρτίου, για να επανέλθει στις 6 Μαρτίου όταν βρέθηκε ένα συμβιβασμός, σύμφωνα με τον οποίο οι Ιμάμογλου και Γιαβάς θα καταλάβουν θέσεις αντιπροέδρων.
Αυτό είχε να κάνει και με το γεγονός ότι η Ακσενέρ, που αυτή τη στιγμή κυριαρχεί στον εθνικιστικό πολιτικό χώρο, έχοντας πολύ καλύτερα ποσοστά από το MHP στις δημοσκοπήσεις, ταλαντεύτηκε σε σχέση με τα ανοίγματα που έγιναν από τη μεριά του AKP που θα προτιμούσε να προσθέσει την Ακσενέρ στον κυβερνητικό συνασπισμό, για να τον ενισχύσει και ταυτόχρονα να μειώσει τη βαρύτητα του Μπαχτσελί. Ωστόσο, φαίνεται ότι σε αυτή τη φάση πρόκρινε την παραμονή στο συνασπισμό της αντιπολίτευσης, εξ ου και η θεατρικότητα της σύντομης αποχώρησης και ταχύτατης επιστροφής.
Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς
Τα ανοίγματα προς το HDP και οι ταλαντεύσεις της αντιπολίτευσης
Το ίδιο το HDP είναι επίσης πιεσμένο. Μπορεί να διατηρεί μια συμπαγή πολιτική επιρροή, καθώς ταυτόχρονα εκπροσωπεί και το κουρδικό στοιχείο, αλλά και ένα τμήμα της τουρκικής Αριστεράς, εντούτοις εξακολουθεί να βρίσκεται διαρκώς στο στόχαστρο, έχει έναν πολύ μεγάλο αριθμό στελεχών του που διώκονται ή είναι στη φυλακή, οι δήμαρχοί του έχουν καθαιρεθεί και είναι σε εξέλιξη προσπάθεια να τεθεί εκτός νόμου. Το να υπάρξει μια μεγάλη πολιτική αλλαγή στην Τουρκία και ένα τέλος στην «εποχή Ερντογάν» (που ξεκίνησε με διάθεση να βρεθούν λύσεις στο κουρδικό και κατέληξε στην πολιτική συμπόρευση με τους «Γκρίζους Λύκους»), είναι κάτι που φαίνεται να το εξετάζει σοβαρά.
Ούτως ή άλλως, από τον Σεπτέμβριο του 2021 το HDP είχε διατυπώσει τα έντεκα σημεία της έκκλησής του για δικαιοσύνη, δημοκρατία και ειρήνη και ουσιαστικό μετασχηματισμό του σημερινού «προεδρικού συστήματος» και τα οποία περιλαμβάνουν ανάμεσα στα άλλα την ισχυροποίηση των δημοκρατικών θεσμών, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, τη δημοκρατική επίλυση του κουρδικού ζητήματος, την ειρηνική εξωτερική πολιτική, τη χειραφέτηση και ισότητα των γυναικών καθώς και τη διαμόρφωση ενός δημοκρατικού συντάγματος.
Ο συν-επικεφαλής του HDP Μιτχάτ Σανκάρ άφησε στις 6 Μαρτίου ανοιχτό το ενδεχόμενο να υποστηρίξουν την υποψηφιότητα Κιλιντσάρογλου για τις προεδρικές εκλογές στην Τουρκία, δηλώνοντας ότι επανεξετάζουν τη στάση τους αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να στηρίξουν έναν κοινό υποψήφιο. Μάλιστα προσκάλεσε τον Κιλιντσάρογλου σε συζήτηση στα γραφεία του HDP.
Ωστόσο, υπήρχε το ερώτημα ποια θα ήταν η αντίδραση του συνασπισμού της αντιπολίτευσης και ιδίως της Ακσενέρ. Και αυτό γιατί προέρχεται από τον εθνικιστικό χώρο που παραδοσιακά έχει τις πιο σκληρές αντι-κουρδικές τοποθετήσεις. Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ότι στις 7 Μαρτίου η Ακσενέρ δήλωσε ότι μπορεί βέβαια οι ψηφοφόροι του δικού της κόμματος «να μην είναι χαρούμενοι με τις συζητήσεις με το HDP», όμως συμπλήρωσε ότι «κάθε κόμμα πρέπει να σέβεται τις σχέσεις μεταξύ άλλων κομμάτων» και ότι «εμείς μέχρι τώρα το σεβαστήκαμε». Ωστόσο, κυρίως η Ακσενέρ επέμεινε ότι δεν θα πρέπει να τεθεί κανένα ζήτημα να πάρει το HDP υπουργική θέση σε περίπτωση συνεργασίας.
Στην Ακσενέρ και τις επιφυλάξεις της ανέλαβε να απαντήσει με ανοιχτή επιστολή στις 8 Μαρτίου ο ίδιος ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς. Ανάμεσα στα άλλα στην επιστολή του υπενθυμίζει ότι η ίδια δεν αρνήθηκε τις ψήφους του HDP για την εκλογή δημάρχων της αντιπολίτευσης, όπως και ότι ενώ το HDP δεν ζήτησε υπουργείο, το να λέγεται με έμφαση «να μη δοθεί υπουργείο στο HDP, ήταν κάπως μειωτικό για τους ψηφοφόρους του κόμματος, ενώ επέμεινε ότι οι βασικοί όροι που θέτει το HDP αφορούν τον εκδημοκρατισμό της χώρας, όμως δεν μπορεί να δεχτεί μια διαπραγμάτευση που θα το βάζει εξαρχής σε υποδεέστερη θέση.
Όλα αυτά αποτυπώνουν και τα όρια γύρω από τα οποία θα χαραχτεί η όποια συμπόρευση. Από τη μια η Ακσενέρ θέλει έναν τρόπο να μπορέσει να πείσει το δικό της εθνικιστικό κοινό για τη συμπόρευση με το HDP. Από την άλλη, το HDP ζητάει μια αναγνώριση ότι είναι συνομιλητής της αντιπολίτευσης και όχι απλώς ένας εκλογικός αιμοδότης.
Πάντως ο Κιλιντσάρογλου, που είναι Αλεβίτης Ζάζα Κούρδος, με καταγωγή από την επαρχία Τουντζελί (που κάποτε λεγόταν Ντερσίμ, εξ ου και η «Εξέγερση του Ντερσίμ» που σφαγιάστηκε από τον Τουρκικό Στρατό το 1937-1938), δείχνει να επιμένει στο να αναζητηθεί μια συμπόρευση με το HDP.
Το νέο τοπίο και τα παλιά διλήμματα
Όλα αυτά αποτυπώνουν δύο δυναμικές που ταυτόχρονα αποτυπώνονται στην Τουρκία. Από τη μια, είναι σαφές ότι οι σεισμοί άνοιξαν ένα πραγματικό ρήγμα στην κοινωνία και διαμόρφωσαν έντονη τάση απονομιμοποίησης του Ερντογάν και του μοντέλου διακυβέρνησης που αυτός διαμόρφωσε. Αυτό οδηγείς σε διάφορες μετατοπίσεις ή διλήμματα σε επίπεδο πολιτικού σκηνικού.
Από την άλλη, παρότι είναι σαφές ότι τμήμα της αντίθεσης στον Ερντογάν αφορά ακριβώς τον τρόπο που υπονόμευσε τη δημοκρατία, την ίδια στιγμή γύρω από ένα άλλο όριο του εκδημοκρατισμού της Τουρκίας, δηλαδή την ανοιχτή πληγή του Κουρδικού, εξακολουθούν να υπάρχουν ισχυρές τάσεις, όχι μόνο στην κυβερνητική παράταξη αλλά και στην αντιπολίτευση, που επιμένουν στα αδιέξοδα μιας «κατασταλτικής γραμμής», ακόμη και όταν οι εκλογικοί υπολογισμοί κατατείνουν προς μια άλλη κατεύθυνση. Άλλη μια ένδειξη του πώς οι επερχόμενες εκλογές της 14ης Μαΐου συνιστούν ένα πραγματικό ιστορικό σταυροδρόμι.