Ιδιωτικοί στρατοί διαδραματίζουν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στα μέτωπα της Ουκρανίας, ένθεν κακείθεν
Σε αυτή τη φάση του ατέρμονου και διαρκώς μεταβαλλόμενου πολέμου στην Ουκρανία, «μητέρα όλων των μαχών» θεωρείται εκείνη στο στρατηγικής σημασίας Μπαχμούτ.
Σε αυτό το νέο επίκεντρο του πολέμου στο ανατολικό μέτωπο του Ντονέτσκ, ωστόσο, οι μάχες μαίνονται όχι μόνο μεταξύ των συμβατικών στρατών Ρώσων και Ουκρανών, αλλά και μεταξύ των ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών (PMC), «θολώνοντας» ακόμη περισσότερο το τοπίο στην «ομίχλη» του πολέμου.
Στη ρωσική πλευρά την πρωτοκαθεδρία διεκδικεί η παραστρατιωτική oμάδα Wagner, με τον ιδρυτή και επικεφαλής της, Γεβγκένι Πριγκόζιν μάλιστα να κλιμακώνει την κριτική του στην ηγεσία του ρωσικού στρατού και του υπουργείου Άμυνας.
Στρατολογώντας κατάδικους που χρησιμοποιεί ως «τροφή για τα κανόνια», η Wagner πανηγύρισε προ ημέρων την κατάληψη της πόλης Σολεντάρ: μια σπάνια εδώ και μήνες για τη Μόσχα νίκη.
Όμως στο δρόμο για το Μπαχμούτ φαίνεται ότι οι μαχητές της Wagner έχουν βάλει έναν νέο εχθρό στο στόχαστρό τους.
Από τον περασμένο Νοέμβριο ο Πριγκόζιν έγραψε στο Telegram για την Mozart Group, κατονομάζοντάς τα μέλη της «μισθοφόρους των ΗΠΑ» και υποστηρίζοντας ότι έχουν αναλάβει τη διοίκηση ταξιαρχίας των ουκρανικών δυνάμεων στην περιοχή.
Ο ιδρυτής της ομάδας και πρώην μέλος των Ειδικών Δυνάμεων των ΗΠΑ, Άντι Μίλμπερν, το αρνείται.
«Μας αποκαλούν PMC γιατί αυτό είναι το μόνο που έχουν ως πλαίσιο αναφοράς», δήλωσε πρόσφατα στο περιοδικό Newsweek, υποστηρίζοντας ότι η Mozart Group είναι εγγεγραμμένη στις ΗΠΑ ως ΜΚΟ, που «βοηθά στην εκπαίδευση των ουκρανικών στρατευμάτων και στην εκκένωση αμάχων από τις γραμμές του μετώπου, μεταξύ άλλων γύρω από το Μπαχμούτ»…
Όμως μέχρι και οι New York Times περιγράφουν την ομάδα του ως «μία από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες στην Ουκρανία».
Ο πολυσχιδής κος Μίλμπερν
Αμερικανός υπήκοος, γεννημένος στη Βρετανία, ο Άντι Μίλμπερν αποχώρησε το 2019 από το Σώμα Πεζοναυτών των ΗΠΑ με τον βαθμό του συνταγματάρχη.
Έχει περισσότερες από τρεις δεκαετίες υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων αποστολών στο Ιράκ, στη Σομαλία και στο Αφγανιστάν.
Υπήρξε μάλιστα αναπληρωτής διοικητής της Κεντρικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ (SOCCENT, μέρος της Κεντρικής Διοίκησης USCENTCOM), η οποία σχεδιάζει αποστολές στη Μέση Ανατολή και στην Κεντρική Ασία.
Σχεδόν ένα μήνα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Μίλμπερν μετέβη στο Κίεβο ως «freelancer δημοσιογράφος», δημοσιεύοντας έξι ανταποκρίσεις μέχρι τον περασμένο Μάιο στον αμερικανικό ιστότοπο αμυντικών θεμάτων Task & Purpose.
Στο μεσοδιάστημα, είχε ήδη κάνει μια πρώτη δημόσια αναφορά στο Mozart Group με ένα tweet στις 3 Απριλίου.
«Αποτελείται από πρώην προσωπικό SOF [ειδικές δυνάμεις επιχειρήσεων] των ΗΠΑ», έγραψε, «παρέχοντας κρίσιμα απαιτούμενες ικανότητες σε μονάδες πρώτης γραμμής στο Ουκρανία».
«Οι δραστηριότητες του Ομίλου συνίστανται κυρίως στην παροχή συμβουλών, στην εκπαίδευση και στον εξοπλισμό των μονάδων SOF και της Αντίστασης της Ουκρανίας»…
Μόλις ένα 24ωρο αργότερα, πανηγύριζε ότι κατάφερε να συγκεντρώσει με την πρώτη προσπάθεια το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσό σε δωρεές μέσω PayPal, ύψους 20.000 δολαρίων.
Τα μισά από αυτά κατέβαλε η Obsidian Solutions Group, μια ιδιωτική εταιρεία «ευρέος φάσματος παροχής συμβουλών και τεχνολογίας» όπως αναφέρει, που έχει έδρα τη Βιρτζίνια και συνεργάζεται με το αμερικανικό δημόσιο.
Σε άρθρο του εκείνη την εποχή στο Newsweek, o Μίλμπερν υποστήριξε ότι η δουλειά του ως ανταποκριτής του φαινόταν «επιπόλαια» την ώρα που μαινόταν γύρω του ένας πόλεμος.
Η απόφασή του να οργανώσει την ομάδα Mozart, ανέφερε, ελήφθη αφού του ζητήθηκε βοήθεια «από άτομα που γνώριζα από προηγούμενες επισκέψεις και τώρα είναι στον ουκρανικό στρατό»…
Στήνοντας την αντι-Wagner;
Η επιλογή του επιθέτου του σπουδαίου μουσουργού Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ για την επωνυμία της ομάδας του Άντι Μίλμπερν αποτελεί προφανώς ένα συμβολικό αντιστάθμισμα στην ονομασία της εταιρείας του Πριγκόζιν από τον Βίλχελμ Ρίχαρντ Βάγκνερ.
Κατά τα λοιπά, η αμερικανική Mozart Group είναι στα χαρτιά μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα το Ουαϊόμινγκ, εγγεγραμμένη ως φιλανθρωπική οργάνωση, που μπορεί να λαμβάνει αφορολόγητες δωρεές αφορολόγητες μέσω της Task Force Sunflower.
Επισήμως, τα μέλη της δεν φέρουν όπλα και δεν εμπλέκεται άμεσα σε μάχες -εκτός από περιπτώσεις αυτοάμυνας- προς συμμόρφωση με την αμερικανική νομοθεσία που απαγορεύει σε πολίτες των ΗΠΑ να ενταχθούν σε ξένους στρατούς ή να συμμετέχουν σε μάχες εναντίον χωρών που δεν βρίσκονται σε πόλεμο με τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον ιδρυτή της ομάδας, τα λειτουργικά της έξοδα ανέρχονται σε τουλάχιστον 170.000 δολάρια το μήνα. Ωστόσο «οι Ουκρανοί στρατιώτες που εκπαιδεύουμε αμείβονται περισσότερο από τους άντρες μας», υποστηρίζει ο Μίλμπερν.
Επιμένει πάντως ότι το ποσό αυτό καλύπτεται μέχρι στιγμής με δωρεές, για τις οποίες απευθύνει έκκληση τακτικά μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα.
Η ομάδα Mozart δεν λαμβάνει καμία δυτική χρηματοδότηση, ανέφερε τον περασμένο μήνα στο Newsweek, αν και -όπως τόνισε- θα το επιθυμούσε…
Στις αρχές αυτής της εβδομάδας, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα.
Δήλωσε ότι θέλει να δει την «επιδέξια και εξειδικευμένη» ομάδα των βετεράνων του «να βοηθά στη διοίκηση και στον έλεγχο σε επιχειρησιακά κέντρα» στην Ουκρανία, καθώς και «να συνδράμει “ομάδες πυρός”, που χρησιμοποιούν πυροβολικό και άλλα μέσα, όπως μη επανδρωμένα αεροσκάφη».
Αυτά, μιλώντας στην Daily Telegraph, στο πλαίσιο έρευνας της βρετανικής εφημερίδας για τις «σκιώδεις ομάδες βετεράνων του δυτικού στρατού που δρουν στην Ουκρανία, σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτα».
Σχέδια… επέκτασης, αλλά μετ’ εμποδίων
Τη δράση της Mozart φαίνεται εν τω μεταξύ να έχουν σε… ιδιαίτερη εκτίμηση κύκλοι στη Δύση.
Πηγή ασφαλείας αναγνώρισε προ ημερών στην εφημερίδα The National του Άμπου Ντάμπι την «πρόσθετη αξία» που έχει δώσει η «σκιώδης» ομάδα του Μίλμπερν στο αξιόμαχο των ουκρανικών δυνάμεων έναντι των Ρώσων εισβολέων.
Κατά την Intelligence Online η Mozart μάλιστα σκοπεύει να μετεξελιχθεί επίσημα σε «συμβατικό κερδοσκοπικό ιδιωτικό στρατιωτικό εργολάβο, επεκτείοντας τη δράση του και σε άλλες χώρες που έχουν πληγεί από πολέμους».
Ο δε επιχειρησιακός διευθυντής της Mozart και πρώην αξιωματικός των πεζοναυτών, Μάρτιν Βετεράουερ επιβεβαίωσε -αναφέρεται- ότι η ομάδα «αναζητά νέους πελάτες, σε άλλες τοποθεσίες ανά τον κόσμο».
Μια από αυτές φέρεται μάλιστα να είναι η Αρμενία. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από μήνυση σε βάρος του Άντι Μίλμπερν, που κατέθεσε πριν από λίγες ημέρες στο Ουαϊόμινγκ ένας Αμερικανός πρώην πεζοναύτης, ονόματι Άντι Μπέιν.
Επιχειρηματίας στο Κίεβο από τη δεκαετία του 2000, λέει ότι ήταν αυτός που πήρε την πρωτοβουλία για τη δημιουργία της ομάδας Mozart, στην αρχή της ρωσικής εισβολής, «αναγνωρίζοντας την απόλυτη ανάγκη της Ουκρανίας για βασική στρατιωτική εκπαίδευση».
«Κανόνισα τη χρηματοδότηση», αναφέρει χωρίς λοιπές διευκρινήσεις, «με στόχο την παροχή εκπαίδευσης και υποστήριξης, όπως απαιτείται για τον πόλεμο».
«Ιδρύθηκε ως εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, δεδομένου ότι ορισμένες από τις δραστηριότητές της δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν φιλανθρωπικές δραστηριότητες σύμφωνα με τη νομοθεσία των ΗΠΑ».
Δηλώνει κάτοχος του 51% της Mozart, με το υπόλοιπο 49% να αναφέρει ότι ανήκει στον Μίλμπερν, τον οποίο τώρα θέλει να πετάξει έξω από την εταιρεία.
Δηλώνει μάλιστα ξεκάθαρα ότι δεν είναι ο μόνος.
Συμμαχικό…. «μαλλιοτράβηγμα»
Προς τούτο «ζήτησαν τη βοήθειά μου επίσης Ουκρανοί αξιωματούχοι -αν και δεν ήθελαν να φανεί ότι αποφεύγουν την υποστήριξη των ΗΠΑ», αναφέρει ο Μπέιν σε ανάρτησή του στο LinkedIn.
«Με στήριξαν δίνοντάς μου πληροφορίες που υπάρχουν στην αγωγή», επισημαίνει.
Βάσει και αυτών, λοιπόν, κατηγορεί τον ιδρυτή της Mozart για παραβίαση των αμερικανικών κανονισμών για τη μεταφορά όπλων, για οικονομική απάτη, διάρρηξη, απόπειρα δωροδοκίας, ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά και απειλή κατά Αμερικανού στρατηγού εν αποστρατεία.
Απαντώντας σε ερώτηση του αμερικανικού ειδησεογραφικού ιστότοπου The Intercept, ο μηνυόμενος χαρακτήρισε τις κατηγορίες «εντελώς γελοίες». Ενώ με ένα σερί αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατηγόρησε τον ενάγοντα ότι έχει «επενδύσεις στη Ρωσία» και ότι έχει στόχο να σταματήσει τη δράση της Mozart στα ουκρανικά εδάφη, επιχειρώντας μέχρι και να πουλήσει τον παραστρατιωτικό επί της ουσίας όμιλο στους… Ταλιμπάν.
Ισχυρισμούς, που ο Μπέιν απορρίπτει.
Η υπόθεση εκτιμάται ότι έχει πολλές αθέατες «ουρές» και παραμένει άγνωστο εάν θα έρθουν στο φως της δημοσιότητας μέσω της δικαστικής οδού.
Σε κάθε περίπτωση, παρατηρεί η Telegraph, αυτή η διαμάχη «μπορεί να έχει καταστήσει τη Mozart τελειωμένη, πριν αρχίσει καλά-καλά τη δράση της».
Θέτει, δε, ένα καίριο ερώτημα για τη δράση «σκιωδών δυτικών ομάδων» στα εδάφη της Ουκρανίας, εν μέσω πακτωλού όπλων και χρημάτων που καταφθάνει ως διεθνής βοήθεια, στρατιωτική και οικονομική.
«Πόσο άνετα», διερωτάται, «νιώθουν οι δυτικές κυβερνήσεις» με αυτό;
Άλλα… μέτρα και σταθμά
Για τη Δύση, οι ήδη λεπτές ισορροπίες γίνονται ολοένα και πιο ρευστές.
«Η παρουσία δυτικών μαχητών στην Ουκρανία έρχεται σε αντίθεση με τη συντονισμένη προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν και των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ να αποφύγουν την άμεση εμπλοκή στον πόλεμο της Ρωσίας», αναφέρει η Washington Post.
Από την άλλη πλευρά, η ισχύς που έχει αρχίσει να αποκτά ο Πριγκόζιν με τη Wagner δεν περνά απαρατήρητη ούτε από το Κρεμλίνο.
Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνουν οι πρόσφατες ανακατατάξεις στην ηγεσία της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» -όπως επιμένει να ονομάζει η Μόσχα τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία- τα «ηνία» της οποίας έχει πια ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας, στρατηγός Βαλέρι Γκερασίμοφ.
«Ο Πούτιν φαίνεται να έχει αποφασίσει να απομακρυνθεί από το να βασίζεται στον Πριγκόζιν και τις παραστρατιωτικές δυνάμεις του και να εμπιστευτεί τον Γερασίμοφ, τον [υπουργό Άμυνας] Σόιγκου και τον συμβατικό ρωσικό στρατό για άλλη μια φορά», επισημαίνει σε ανάλυση το Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου (ΙSW).
Έτσι «περιθωριοποιεί την ομάδα Βάγκνερ και την κλίκα των siloviki», ήτοι επιχειρηματιών, πολιτικών και αξιωματούχων που σχετίζονται με το στρατιωτικό κατεστημένο ή τις μυστικές υπηρεσίες.
Αυτό πάντως -τονίζει το ISW- δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουν «να συμβάλλουν στις ρωσικές πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία».
Ο Ρώσος Πούτιν άλλωστε «χρειάζεται ακόμη τους μισθοφόρους του Wagner για να καλύψει τα κενά», γράφει στο περιοδικό The Spectator η Άννα Αρουτουνιάν, Ρωσοαμερικανίδα συγγραφέας και συνεργάτιδα της δεξαμενής σκέψης Wilson Center.
Επίσης «χρειάζεται τον Πριγκόζιν για έναν άλλο, πιο πολιτικό λόγο – τον ίδιο που πάντα βασιζόταν σε μη κρατικούς παράγοντες», συμπληρώνει.
«Μπορεί να απολαύσει τη λάμψη τους όσο παρουσιάζουν κέρδη, αλλά να τους επιρρίψει την ευθύνη μιας συνολικής αποτυχίας, κρατώντας μακριά από αυτήν την κυβέρνησή του, το υπουργείο Άμυνας και, τελικά, τον εαυτό του».