Η Συμμαχία του ΝΑΤΟ παραμένει ισχυρή στην Ουκρανία. Αλλά εμφανίζονται ρήγματα.
Τα δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα όπλα για την Ουκρανία που ανακοινώθηκαν αυτό το μήνα – συμπεριλαμβανομένων βρετανικών αρμάτων μάχης, αμερικανικών οχημάτων μάχης και οβιδοβόλων από τη Δανία και την Σουηδία – αποτελούν απόδειξη της αποτυχίας του προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, να διχάσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ μετά από σχεδόν ένα χρόνο πολέμου.
Ωστόσο, τα μικρά αλλά σημαντικά ρήγματα γίνονται πλέον πολύ μεγάλα για να κρυφτούν, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times, σημειώνοντας πως οι διαφορές αφορούν στη στρατηγική για το επόμενο έτος και το πιο άμεσο ζήτημα του τι χρειάζεται η Ουκρανία τους επόμενους μήνες, καθώς και οι δύο πλευρές του πολέμου προετοιμάζονται για μεγάλες επιθέσεις την άνοιξη.
Και ενώ οι περισσότερες από αυτές τις συζητήσεις γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες, η ανυπομονησία της Βρετανίας με τον τρέχοντα ρυθμό βοήθειας και η άρνηση της Γερμανίας να παράσχει άρματα μάχης Leopard 2 στην Ουκρανία βγήκαν στη δημοσιότητα αυτή την εβδομάδα.
Όταν ο νέος Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Τζέιμς Κλίβερλι, επισκέφθηκε την Ουάσιγκτον αυτή την εβδομάδα, συγκέντρωσε δημοσιογράφους για γεύμα και υποστήριξε ότι είναι δυνατόν η Ουκρανία να πετύχει μια «νίκη» στον πόλεμο φέτος, αν οι σύμμαχοι κινηθούν γρήγορα για να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες της Ρωσίας. Αξιωματούχοι στην Πολωνία, τις χώρες της Βαλτικής και την Φινλανδία συμφώνησαν σε μεγάλο βαθμό με τη βρετανική εκτίμηση.
«Να κρατήσουμε εφεδρείες»
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι αντέδρασαν, λέγοντας ότι είναι κρίσιμο να δοθεί με ρυθμό η βοήθεια και να μην πλημμυρίσει η Ουκρανία με εξοπλισμό, που τα στρατεύματά της δεν μπορούν ακόμη να χειριστούν.
Και υποστηρίζουν ότι σε έναν κόσμο με περιορισμένους πόρους, θα ήταν σοφό να κρατήσουμε κάτι σε εφεδρεία γι’ αυτό που το Πεντάγωνο πιστεύει ότι πιθανότατα θα είναι μια παρατεταμένη σύγκρουση, κατά την οποία η Ρωσία θα προσπαθήσει να φθείρει την Ουκρανία, με ανελέητους βομβαρδισμούς και τακτικές που θυμίζουν τον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την Παρασκευή, κατά την ολοκλήρωση της συνάντησης στη Γερμανία δεκάδων εθνών που προμηθεύουν την πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας, ο πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, επανέλαβε την εκτίμηση που έχει κάνει από το φθινόπωρο.
«Για φέτος θα ήταν πολύ, πολύ δύσκολο να εκδιωχθούν στρατιωτικά οι ρωσικές δυνάμεις», είπε. Το καλύτερο που θα μπορούσε να ελπίζει κανείς είναι να πιέσει τη Ρωσία σε μια διπλωματική διαπραγμάτευση – ο τρόπος με τον οποίο τελειώνουν οι περισσότεροι πόλεμοι – αν και ανώτεροι Αμερικανοί διπλωμάτες λένε πως έχουν χαμηλές προσδοκίες ότι ο Πούτιν θα μπει σε σοβαρές συνομιλίες.
Στη συνέχεια, ήρθε η πιο άμεση «έκρηξη» με τη γερμανική κυβέρνηση του καγκελάριου Όλαφ Σολτς, λόγω της άρνησής του να στείλει αυτό που πολλοί στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι θα μπορούσε να είναι ένα αποφασιστικό όπλο στα χέρια της Ουκρανίας – τα γερμανικής κατασκευής άρματα μάχης Leopard 2.
Άκαρπες οι αμερικανικές προσπάθειες να πείσουν τον Σολτς
Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, πέρασε αρκετές μέρες προσπαθώντας να πείσει τους Γερμανούς να τα στείλουν ή τουλάχιστον να επιτρέψουν στην Πολωνία και σε άλλα έθνη που χρησιμοποιούν τα άρματα να τα επανεξάγουν.
Αλλά όταν τελείωσε η συνάντηση με δεκάδες συμμάχους, ο Γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, ανέφερε ότι δεν είχε επιτευχθεί καμία συμφωνία, αν και είπε ότι θα έπαιρναν μια απόφαση «το συντομότερο δυνατό». Ο ίδιος και ο Όστιν προσπάθησαν να εστιάσουν στην ενότητα της προσπάθειας αντιμετώπισης της Ρωσίας και όχι στο προφανές ρήγμα για τα όπλα.
Συνήθεις οι διαφωνίες σε καιρό πολέμου
Οι διαφορές στρατηγικής μεταξύ των συμμάχων σε καιρό πολέμου είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξαν μεγάλες συζητήσεις σχετικά με το αν θα έπρεπε να επικεντρωθούν πρώτα στην ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και να στραφούν στην Ιαπωνία – η οποία είχε πράγματι επιτεθεί σε αμερικανικό έδαφος – μετά.
Παρόμοιες συζητήσεις έγιναν κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, του Βιετνάμ και των πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν τον κύριο όγκο των μαχητικών δυνάμεων, συνήθως επικράτησαν.
Αλλά από συνεντεύξεις με Αμερικανούς, Βρετανούς και άλλους Ευρωπαίους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων ανώτερων στρατιωτικών ηγετών, είναι σαφές ότι η Ουκρανία είναι διαφορετική.
Μόνο οι Ουκρανοί βρίσκονται στη γραμμή και κανείς δεν θέλει να τους πει πώς να δώσουν μια μάχη, στην οποία οι δυνάμεις τους, οι μόνες που εμπλέκονται στην καθημερινή κτηνωδία, έχουν δείξει τόσο κότσια, όσο και αποφασιστικότητα.
Το «σημείο καμπής» για την Ουκρανία
Αλλά με την Ρωσία και την Ουκρανία να σχεδιάζουν νέες επιθέσεις, η συζήτηση για τη στρατηγική και τα όπλα έχει φτάσει σε αυτό που ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ αποκάλεσε «σημείο καμπής».
Οι Ουκρανοί δεν έχουν κρύψει ότι όσο κι αν εκτιμούν την υποστήριξη των συμμάχων τους, αυτό που λαμβάνουν δεν είναι αρκετό. Όταν η Βρετανία ανακοίνωσε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι θα έστελνε άρματα μάχης Challenger 2, ο υπουργός Εξωτερικών και οι υπουργοί Άμυνας της Ουκρανίας εξέδωσαν κοινή δήλωση με την οποία ευχαρίστησαν τη βρετανική κυβέρνηση, προσθέτοντας όμως ότι «δεν είναι επαρκής για την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων».
Ο ηγέτης της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ήταν χαρακτηριστικά ωμός. Αφού ευχαρίστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη συνεισφορά όπλων ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, είπε: «Εκατοντάδες ευχαριστίες δεν είναι εκατοντάδες τανκς».
Αντίστοιχα, σε εμφάνισή του στη γερμανική τηλεόραση, δήλωσε: «Οι ευχαριστίες για την ειρήνη είναι πολύ σημαντικές: Αν έχετε Leopard, τότε δώστε τα σε εμάς».
Γιατί οι ΗΠΑ δεν στέλνουν τα δικά τους άρματα;
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ήταν σαφώς απογοητευμένοι μετά τις διαπραγματεύσεις τους με τη γερμανική κυβέρνηση αυτή την εβδομάδα. Η Γερμανία είχε ξεκινήσει λέγοντας ότι θα έστελνε άρματα μάχης Leopard, και θα επέτρεπε και σε άλλους να το κάνουν, αν οι ΗΠΑ έστελναν και το άρμα μάχης M-1 Abrams.
Η Ουάσιγκτον αρνήθηκε, λέγοντας ότι το άρμα είναι τόσο κοστοβόρο και απαιτεί τέτοια γραμμή τροφοδοσίας για να συνεχίσει να λειτουργεί, ώστε δεν θα ήταν χρήσιμο στο περιβάλλον της Ουκρανίας.
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι, πάντως, απέφυγαν τις ερωτήσεις σχετικά με το γιατί ένα άρμα τόσο δύσκολο να λειτουργήσει στα ευρωπαϊκά πεδία μάχης βρίσκεται στο αμερικανικό οπλοστάσιο.
Τα βρετανικά Challengers και τα γερμανικά Leopard είναι πιο ευέλικτα και ευκολότερα στη λειτουργία τους. Αλλά δημοσίως, ο Όστιν και άλλοι απέφυγαν να επικρίνουν τον Σολτς, ο οποίος, κατά την άποψή τους, διαχειρίστηκε αρκετά επιδέξια τη μεγαλύτερη ανατροπή της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής – αρχής γενομένης από την αναστολή δύο αγωγών που φέρνουν φυσικό αέριο από την Ρωσία.
Οι φόβοι από το ναζιστικό παρελθόν της Γερμανίας
Η πραγματική ανησυχία του Όλαφ Σολτς – υποψιάζονται – είναι ότι δεν πιστεύει πως ο κόσμος είναι έτοιμος να δει γερμανικά τανκς κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, μια υπενθύμιση της ναζιστικής εισβολής στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένας ανώτερος Αμερικανός αξιωματούχος δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι αν ο Σολτς και το γερμανικό κοινό ανησυχούν γι’ αυτό, υπό αυτές τις συνθήκες «είναι οι μόνοι που ανησυχούν».
Ενώ η Γερμανία δεν είπε «ναι» στην αποστολή αρμάτων μάχης Leopard αυτή την εβδομάδα, δεν είπε ούτε όχι – τουλάχιστον όχι ακόμα. Αλλά η Ουκρανία έχει ένα πολύ στενό χρονικό περιθώριο για να ξεκινήσει μια δυνητικά αποφασιστική εαρινή επίθεση πριν από τους Ρώσους, και τα άρματα αποτελούν βασικό μέρος αυτής της προσπάθειας.
Πριν από αυτή την επίθεση, η Ουκρανία πρέπει να συγκεντρώσει χιλιάδες στρατιώτες σε ετοιμότητα μάχης, να παραλάβει νέα προηγμένα όπλα από τη Δύση και να εκπαιδεύσει τους στρατιώτες της στη χρήση και τη συντήρηση αυτών των όπλων.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η καθυστέρηση της Γερμανίας στην έγκριση των αρμάτων μάχης ήταν τόσο απογοητευτική για τον Όστιν και άλλους κορυφαίους δυτικούς αξιωματούχους, οι οποίοι προσπαθούσαν όλη την εβδομάδα να καταλήξουν σε συμφωνία με τους Γερμανούς ομολόγους τους για την παροχή όσων χρειάζεται τώρα η Ουκρανία για να ανακτήσει εδάφη.
«Αν σταματήσουμε τώρα ή την περιορίσουμε ή την μειώσουμε, όλα θα έχουν πάει χαμένα», δήλωσε ο Wopke Hoekstra, ο Ολλανδός υπουργός Εξωτερικών, σε συνέντευξή του. «Πρέπει να το διπλασιάσουμε. Δεν υπάρχει υποκατάστατο της νίκης στο πεδίο της μάχης».
Το «ημερολόγιο» δεν είναι με το μέρος του Κιέβου
Μιλώντας για την τρέχουσα γερμανική θέση, ένας Βρετανός αξιωματούχος δήλωσε ότι η δέσμευση του Λονδίνου να στείλει άρματα μάχης Challenger είχε ως στόχο να ενθαρρύνει και άλλα έθνη να πράξουν το ίδιο και ότι η βρετανική κυβέρνηση εξακολουθεί να ελπίζει πως θα το πράξουν.
Σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνάντηση της Παρασκευής, ο Όστιν προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία των αρμάτων μάχης Leopard και να τονίσει τι έχει παράσχει η Γερμανία – οχήματα μάχης, αεράμυνα και πεδία εκπαίδευσης για τους Ουκρανούς στρατιώτες – ελπίζοντας αναμφίβολα ότι το Βερολίνο τελικά θα ικανοποιήσει το κύριο αίτημα της Ουκρανίας.
«Δεν πρόκειται πραγματικά για μία μόνο πλατφόρμα», είπε ο Όστιν, περιστρέφοντας γρήγορα το θέμα, για να σημειώσει ότι η Ουκρανία εξακολουθεί να λαμβάνει περισσότερα από 100 οχήματα μάχης Bradley και σχεδόν 90 οχήματα μάχης Stryker από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το ισοδύναμο «δύο ταξιαρχιών μάχης».
Παρόλα αυτά, ο Αμερικανός υπουργός σηματοδότησε ότι το ημερολόγιο δεν είναι με το μέρος της Ουκρανίας. «Έχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας εδώ, από τώρα μέχρι την άνοιξη», είπε. «Αυτό δεν είναι μεγάλο χρονικό διάστημα».
Κίνηση πρσέγγισης προς την Ρωσία;
Η αποτυχία συμφωνίας για την παροχή γερμανικών αρμάτων μάχης στην Ουκρανία στέλνει επίσης ένα σημαντικό μήνυμα πρόθεσης συναίνεσης του ΝΑΤΟ προς την Ρωσία, η οποία έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει κατά της παροχής στρατιωτικής βοήθειας από το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, σημειώνει ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης, ειδικός σε θέματα Γεωπολιτικής, Ισλάμ και Μέσης Ανατολής, μιλώντας στην ΕΡΤ.
Και τονίζει πως η Ρωσία θεωρεί εδώ και καιρό οποιαδήποτε στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία ως άμεση απειλή για την ασφάλειά της, γι’ αυτό και η έλλειψη ενότητας εντός του ΝΑΤΟ σχετικά με αυτό το ζήτημα μπορεί να θεωρηθεί ως πρόθεση διπλωματικής προσέγγισης, αλλά και ως ένδειξη αδυναμίας, από τη ρωσική κυβέρνηση.