Οίκοι αξιολόγησης αναφέρουν ότι η παγκόσμια οικονομία διατρέχει έναν πολύ μεγάλο κίνδυνο, την αύξηση του χρέους στα 300 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Πολλοί αναλυτές έχουν προβλέψει πως το 2023 η ύφεση θα πλήξει την παγκόσμια οικονομία. Βασικότερο αίτιο της είναι η συνεχής άνοδος του πληθωρισμού. Η διάρκεια και η ένταση της ύφεσης θα εξαρτηθεί από τα μέτρα που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες των κρατών.
Σύμφωνα με την Standard and Poor’s, ο πλανήτης κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος πέρα από την ύφεση και με μία μεγάλη οικονομική κρίση, καθώς κυβερνήσεις, νοικοκυριά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα συσσωρεύουν συνεχώς χρέη.
Διαβάστε επίσης: Τζο Μπάιντεν: Ζητά την έγκριση των F16 στην Τουρκία
Στα 300 τρις το παγκόσμιο χρέος
Ο οίκος αξιολόγησης προειδοποιεί ότι η συσσώρευση χρεών θα μπορούσε να ωθήσει τη συνολική μόχλευση στο 366% του παγκόσμιου ΑΕΠ έως το 2030. Με την σειρά του, αυτό θα σήμαινε μια απότομη αύξηση από το επίπεδο του 349% στο οποίο βρισκόταν ο λόγος του παγκόσμιου χρέους προς το ΑΕΠ τον Ιούνιο του 2022, όταν το συνολικό χρέος σε όλη την υφήλιο ανερχόταν στα $300 τρισ.
Σε έκθεση του οίκου αξιολόγησης που υπογράφουν Τέρι Τσαν και Αλεξάντρα Ντιμιτρίγεβιτς, επισημαίνεται ότι η μόχλευση αυξάνεται ελαφρώς πιο γρήγορα για τις ανεπτυγμένες οικονομίες από τις αναδυόμενες. «Η ζήτηση για χρέος – για να βοηθηθούν οι καταναλωτές με τον πληθωρισμό, να μετριαστεί η κλιματική αλλαγή και να ανοικοδομηθούν οι υποδομές, για παράδειγμα – θα συνεχιστεί» γράφουν.
Υψίστης σημασίας η εξισορρόπηση μεταξύ δαπανών και αποταμίευσης
«Για να μετριαστεί ο κίνδυνος μιας οικονομικής κρίσης, μπορεί να χρειαστεί να γίνει μια εξισορρόπηση μεταξύ δαπανών και αποταμίευσης». Η αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες κατά τον περασμένο χρόνο έχουν καταστήσει το βάρος του χρέους μεγαλύτερο.
Αν δεχτούμε ότι περίπου το 35% του παγκόσμιου χρέους έχει κυμαινόμενο επιτόκιο το οποίο είναι ευαίσθητο στη νομισματική πολιτική, ο περσινός κύκλος αύξησης των επιτοκίων πρόσθεσε άλλα 3 τρισ. δολάρια στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, σύμφωνα με την S&P.
«Δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να κρατηθεί η παγκόσμια μόχλευση χαμηλά» προειδοποιούν οι αναλυτές της S&P.
Επί ποδός «πολέμου» οι παγκόσμιες τράπεζες
Fed, ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο έχουν προβεί σε αυξήσεις των επιτοκίων προκειμένου να μειώσουν τον πληθωρισμό που έχει σπάσει κάθε παγκόσμιο ρεκόρ. Ο αγώνας αυτός για την μείωση του πληθωρισμού, αλλά και άλλες οικονομικές εξελίξεις προκαλούν συνεχείς διακυμάνσεις στην Wall Street.
Ακολούθως, σύμφωνα με το Forbes, οι πέντε μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών είδαν τα έσοδά τους να πέφτουν κατά σχεδόν 50%, ποσοστό που αντιπροσωπεύει περίπου 19 δισεκατομμύρια δολάρια κατά τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2022. Η μείωση των συγχωνεύσεων, των εξαγορών, των δραστηριοτήτων σύναψης συμφωνιών και των αρχικών δημόσιων προσφορών έκανε τη διοίκηση να επανεξετάσει την καταβολή μεγάλων μπόνους.
Όταν τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν, υπήρξαν αναφορές πως οι νεαροί εργαζόμενοι δούλευαν περισσότερες ώρες χωρίς οι υπερωρίες να έχουν συνοδευτεί από αύξηση μισθών. Οι CEO των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών κατέληξαν στο συμπέρασμα πως θα πρέπει να προβούν σε μείωση απολύσεων και μπόνους στα στελέχη και στους μετόχους.
Τον χορό των απολύσεων ξεκίνησαν, η Citigroup και η Barclays, απολύοντας τραπεζίτες που υποτίθεται ότι είχαν χαμηλή απόδοση. Η JPMorgan είχε ανακοινώσει τον Σεπτέμβριο πως θα προβεί σε απολύσεις προς το τέλος του έτους, ενώ θα εφάρμοζε και χαμηλότερες πληρωμές μπόνους.
Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η κρίση
Η ανθεκτικότητα, η προαιρετικότητα και η δυνατότητα να λαμβάνεις γρήγορα αποφάσεις είναι όλα ζωτικής σημασίας. Η ανθεκτικότητα, ή η ικανότητα ανάκαμψης από πισωγυρίσματα, συχνά εξαρτάται από ισχυρούς ισολογισμούς, αντοχή και ακεραιότητα. Η προαιρετικότητα, η οποία επιτρέπει την αλλαγή της πορείας με χαμηλό κόστος, υποστηρίζεται από την ανοιχτόμυαλη διάθεση που προέρχεται από την ποικιλομορφία ως προς το φύλο, τη φυλή, τον πολιτισμό ή την εμπειρία. Και η ικανότητα γρήγορης αντίδρασης στις μεταβαλλόμενες συνθήκες εξαρτάται από την ηγεσία και τη διακυβέρνηση που επιτρέπουν τολμηρές κινήσεις σε στιγμές μεγαλύτερης σαφήνειας.
Για τις εθνικές κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες, στόχος θα πρέπει να είναι η ελαχιστοποίηση των ατυχημάτων κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού και η βελτίωση των πιθανοτήτων ότι ο καθένας θα βρεθεί σε ένα καλύτερο μέρος.
Όσο περισσότερο τα νοικοκυριά, οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να αναγνωρίσουν και να ανταποκριθούν στις διαρθρωτικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο παγκόσμιο οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να μετριαστούν οι κίνδυνοι και να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που συνδέονται με αυτές τις αλλαγές. Ο κόσμος δεν βρίσκεται απλώς στο χείλος μιας άλλης ύφεσης. Βρίσκεται εν μέσω μιας βαθιάς οικονομικής και χρηματοπιστωτικής αλλαγής