Για το Qatargate και την εμπλοκή της Εύας Καϊλή μίλησε ο διευθυντής της βελγικής εφημερίδας «Le Soir».
Για το σκάνδαλο Qatargate, που συγκλονίζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μίλησε στον Alpha ο Κριστόφ Μπερτί, διευθυντής της βελγικής εφημερίδας «Le Soir», η οποία έχει προχωρήσει σε μια σειρά αποκαλύψεις το προηγούμενο διάστημα.
Ο Μπερτί έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην εμπλοκή της Εύας Καϊλη στο σκάνδαλο, ενώ επισήμανε ποια ήταν η κίνηση που την «έκαψε», οδηγώντας την στις φυλακές του Χάρεν παρά τη βουλευτική ασυλία της που είναι πολύ ισχυρή στο Βέλγιο.
Διαβάστε επίσης: Κορωνοϊός: Στη ΜΕΘ διασωληνωμένος 11χρονος
Εμπλέκονται τόσο το Κατάρ όσο και το Μαρόκο
Ο διευθυντής της βελγικής εφημερίδας υποστήριξε ότι στο σκάνδαλο εμπλέκονται τόσο το Κατάρ όσο και το Μαρόκο. Ο Κριστόφ Μπερτί τόνισε ότι το πρόβλημα των βελγικών Αρχών με την ασυλία της Ελληνίδας ευρωβουλευτή ξεπεράστηκε και αυτό είναι πολύ σημαντικό για την πορεία της υπόθεσης. Όπως έχουν υποστηρίξει και άλλοι αναλυτές, αυτό που «έκαψε» την Εύα Καϊλή ήταν το τηλεφώνημα στον πατέρα της για να απομακρύνει τη βαλίτσα με τα χρήματα.
Αυτό το στοιχείο ήταν που οδήγησε την ευρωβουλευτή στη φυλακή, καθώς και ότι δεν μπόρεσε να δώσει πειστικές εξηγήσεις για το πώς βρέθηκαν τόσα χρήματα στο σπίτι της.
«Η Εύα Καϊλή δεν θα ήταν φυλακή αν δεν είχε κάνει το λάθος να δώσει την βαλίτσα στον πατέρα της και να προσπαθήσει να τα απομακρύνει», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Κριστόφ Μπερτί.
Ο ίδιος σημείωσε ότι η Εύα Καϊλή βρέθηκε μπλεγμένη στο κύκλωμα μέσω του συντρόφου της Φραντσέσκο Τζόρτζι, ο οποίος ήταν το «δεξί χέρι» του φερόμενου ως εγκεφάλου στην όλη υπόθεση.
«Χρησιμοποιήθηκε»
«Για τον Παντσέρι, ήταν σημαντικό για τη “δουλειά του” για τη βοήθεια του Κατάρ και του Μαρόκου. Θεωρώ ότι η Εύα Καϊλή χρησιμοποιήθηκε, πιθανώς, από τον σύντροφό της και τον Παντσέρι», υποστήριξε ο Μπερτί.
Ο διευθυντής της βελγικής εφημερίδας θεωρεί ότι το «ξέπλυμα» Κατάρ και Μαρόκου ήταν σημαντικά για το κύκλωμα, με αποτέλεσμα οι θετικές τοποθετήσεις στο Ευρωκοινοβούλιο από τους Σοσιαλιστές για αυτά τα κράτη να αποδεικνύονται «χρυσές», όπως και οι ψήφοι υπέρ τους σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.