Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται για 312 ημέρες, αλλά το 2023 μπορεί να φέρει ακόμα περισσότερες συγκρούσεις σε μια σειρά «καυτά» σημεία του πλανήτη.
Για τις συγκρούσεις που μπορεί να ακολουθήσουν ή να ξεσπάσουν παράλληλα με τον πόλεμο στην Ουκρανία μέσα στο 2023, γράφει ο Σάιμον Τίσνταλ στον Guardian.
Η Ταϊβάν, η Βόρεια Κορέα, το Ιράν και η Παλαιστίνη είναι περιοχές που μπορούν να στρέψουν τα μάτια της Δύσης πέρα από τις μάχες ανάμεσα στις ουκρανικές και τις ρωσικές δυνάμεις, υποστηρίζει ο αναλυτής του γνωστού βρετανικού Μέσου.
Διαβάστε επίσης: Λογαριασμοί ρεύματος: Ποιοι καταναλωτές θα δουν μειώσεις τον Ιανουάριο
Ο Τίσνταλ σημειώνει ότι συγκρούσεις που θα έπρεπε να απασχολούν προσέλκυσαν σχετικά λιγοστό και και επιπόλαιο διεθνή έλεγχο. Ο ίδιος χαρακτηρίζει ως ζώνες κρίσης του πλανήτη τη Μιανμάρ, την Υεμένη, το Μάλι, τη Νικαράγουα, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, το Αφγανιστάν, το Τιγκράι και τη Γουατεμάλα.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Ο βασικός λόγος που υπήρξε τέτοια αβλεψία, γράφει ο Τίσνταλ, είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία, η μεγαλύτερη σύγκρουση στην Ευρώπη από το 1945. Στη συνέχεια αναφέρεται σε μια «σκληρή αλήθεια», όπως τη χαρακτηρίζει, το δυτικό ενδιαφέρον για τις συγκρούσεις στον αναπτυσσόμενο κόσμο είναι γενικά περιορισμένο.
Ωστόσο, η Ουκρανία, όπως το βλέπουν στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, και επισκιάζοντας άλλες στρατηγικές και ανθρωπιστικές κρίσεις, έχει μονοπωλήσει την προσοχή της πολιτικής και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τις προσπάθειες βοήθειας και συνδρομής και τη λαϊκή φαντασία σε πρωτοφανή βαθμό. Η αύξηση του κόστους ζωής εξασφάλισε ότι ο πόλεμος έπληξε τα νοικοκυριά στη Δύση, σημειώνει ο Τίσνταλ.
Τα τρία «καυτά» σημεία
Ωστόσο, άλλες διεθνείς κρίσεις, πραγματικές ή διαφαινόμενες, θα απαιτήσουν αυξημένη προσοχή και πόρους το 2023. Τρία γεωπολιτικά πεδία μάχης ειδικότερα μπορεί να είναι πιο δύσκολο να αγνοηθούν, γράφει ο αναλυτής του Guardian. Η κυριαρχική συμπεριφορά της Κίνας στην ανατολική Ασία, το τέλμα στη Μέση Ανατολή και οι εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης.
Το κατά πόσο τα εξωγενή γεγονότα και η μετατόπιση των προτεραιοτήτων θα υπονομεύσουν τελικά την ικανότητα της Ουκρανίας να αντισταθεί και να νικήσει τη Ρωσία είναι άγνωστο σε αυτό το σημείο, υπογραμμίζει ο Τίσνταλ. Αν συμβεί αυτό, θα είναι σίγουρα η μεγαλύτερη ελπίδα του Βλαντιμίρ Πούτιν. Παρ’ όλο το αξιοθαύμαστο θάρρος τους, γράφει ο αναλυτής του Guardian, οι Ουκρανοί εξαρτώνται περισσότερο από ποτέ από την αμέριστη δυτική, κυρίως αμερικανική, υποστήριξη, μπαίνοντας στο δεύτερο έτος του πολέμου.
Θα μπορούσαν (σ.σ. οι Ουκρανοί) να βρεθούν σταδιακά στο περιθώριο, ιδίως αν ο πόλεμος οδηγηθεί σε παρατεταμένο αδιέξοδο; Οι αυξανόμενες στρατιωτικές εντάσεις στην ανατολική Ασία απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, όπως καταδεικνύει η εντυπωσιακή απόφαση της Ιαπωνίας να διπλασιάσει περίπου τις αμυντικές δαπάνες, τονίζει ο Σάιμον Τίσνταλ.
Η Ιαπωνία είναι ένατη στον κόσμο σε στρατιωτικές δαπάνες. Προοπτικά τώρα ανεβαίνει στην τρίτη θέση, πίσω από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Πιο σημαντικά, η μετατόπιση αυτή σηματοδοτεί μια απότομη ρήξη, αν όχι το τέλος, με την ειρηνιστική παράδοση της Ιαπωνίας μετά το 1945, η οποία απαγόρευε, για παράδειγμα, την εμπλοκή σε υπερπόντιες συγκρούσεις. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ισχυρή δημόσια υποστήριξη.
Ένας κοινός φόβος
Τι οδηγεί σε αυτή την αλλαγή; Οι ίδιοι παράγοντες που ώθησαν τη Νότια Κορέα και άλλες περιφερειακές χώρες να ανεβάσουν το στρατιωτικό τους επίπεδο, ώθησαν στον σχηματισμό του Aukus (το σύμφωνο ασφαλείας της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ) και τροφοδοτούν τη βαθύτερη συνεργασία στο πλαίσιο της Quad (ΗΠΑ, Ινδία, Ιαπωνία και Αυστραλία), απαντάει στο ερώτημά του ο Τίσνταλ.
Όλες αυτές οι χώρες μοιράζονται έναν κοινό φόβο: την Κίνα. Το Πεκίνο επεκτείνει επιθετικά την περιφερειακή στρατιωτική του εμβέλεια. Συνεχίζει να έχει παλιές εδαφικές διαφορές με γείτονες, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας και της Ινδίας, και δημιουργεί νέες στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Την περασμένη εβδομάδα, οι δυνάμεις του πολιόρκησαν και πάλι από αέρος την Ταϊβάν, υπενθυμίζει ο Τίσνταλ.
Οι βάσιμες ανησυχίες ότι η Κίνα θα μπορούσε να επιχειρήσει, το 2023, να κάνει πράξη την απειλή του Σι Τζινπίνγκ να καταλάβει την Ταϊβάν με τη βία, απασχολούν το Πεντάγωνο. Θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να αναμετρηθούν ρεαλιστικά τόσο με την Κίνα όσο και με τη Ρωσία, υπερασπιζόμενες αποτελεσματικά την Ταϊβάν και την Ουκρανία ταυτόχρονα, αναρωτιέται ο Σάιμον Τίσνταλ.
Όταν ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, επικεφαλής του αμερικανικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, πρότεινε πρόσφατα στην Ουκρανία να εξετάσει το ενδεχόμενο ειρηνευτικών συνομιλιών, αυτό το εφιαλτικό σενάριο του πολέμου σε δύο μέτωπα ήταν ενδεχομένως στο μυαλό του. Ίσως, όπως και η Ιαπωνία, να σκεφτόταν επίσης έναν τρίτο πιθανό αντίπαλο – τη Βόρεια Κορέα και τους πολλαπλασιαζόμενους πυραύλους, καθώς και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της που διαθέτουν πυρηνικές ικανότητες.
Για τη Μέση Ανατολή
Η Μέση Ανατολή, επί δεκαετίες στο επίκεντρο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, έχει παραμεληθεί σχετικά μετά την πανωλεθρία του Τζορτζ Μπους στο Ιράκ και τις υπεκφυγές του Μπάρακ Ομπάμα για τη Συρία. Ωστόσο, το 2023 θα μπορούσε να είναι το έτος κατά το οποίο θα κορυφωθούν μια σειρά από προβλήματα που προκύπτουν από αυτή την αμερικάνικη αποστασιοποίηση, υποστηρίζει ο Τάισνταλ.
Ο Μπένι Γκαντς, ο απερχόμενος υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, προέβλεψε την περασμένη εβδομάδα περαιτέρω αιματηρή κλιμάκωση στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη ως αποτέλεσμα της απόφασης του πρωθυπουργού Μπένιαμιν Νετανιάχου να δώσει υπουργικές αρμοδιότητες για την περιοχή στους αντι-αραβικούς εταίρους του συνασπισμού του. Η βία στην οποία εμπλέκονται ο ισραηλινός στρατός, Εβραίοι έποικοι και Παλαιστίνιοι έφθασε σε επίπεδα ρεκόρ το 2022.
Για το Ιράν
Το Ιράν βρίσκεται επίσης κοντά στο σημείο βρασμού, λόγω των σαρωτικών αντικυβερνητικών διαδηλώσεων και επειδή οι πυρηνικές συνομιλίες με τη Δύση αντιμετωπίζουν επικείμενη κατάρρευση. Ακόμα και αν το Ιράν κάνει δραματικές παραχωρήσεις, είναι δύσκολο να δούμε τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, να συνάπτει συμφωνία με ένα καθεστώς που δολοφονεί και βασανίζει τις νεαρές γυναίκες του.
Η μετωπική (σε αντίθεση με την κρυφή) στρατιωτική σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν θα μπορούσε να είναι ένα αποτέλεσμα της τελικής ρήξης της Δύσης με την Τεχεράνη. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να προσελκύσει το Ιράκ και τη Συρία – άλλες εκκρεμότητες των ΗΠΑ – καθώς και τη Ρωσία. Εν τω μεταξύ, ο αμφισβητούμενος λόγω των επερχόμενων εκλογών ηγέτης της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μπορεί να επιτεθεί ξανά στους Κούρδους της Συρίας – για να αποσπάσει την προσοχή από τις εγχώριες γκάφες του, σημειώνει ο Τίσνταλ.
Αυξανόμενη δυσαρέσκεια
Οι Ουκρανοί που αναρωτιούνται τι μπορεί να φέρει το 2023 έχουν επίσης λόγους να ανησυχούν για την αμερικανοευρωπαϊκή ενότητα και την αντοχή. Οι διαιρέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία μπορεί να διευρυνθούν όσο ο πόλεμος συνεχίζεται. Επίσης, υπάρχει αυξανόμενη δυσαρέσκεια στην Ουάσινγκτον για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ αναλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος των κινδύνων στην Ουκρανία και πληρώνουν τη μερίδα του λέοντος του κόστους (48 δισ. δολάρια και πλέον), ενώ οι Ευρωπαίοι θεωρούν ότι εκείνοι σηκώνουν το βάρος.
Γενικότερα, οι διατλαντικές σχέσεις δοκιμάζονται εκ νέου από τα προστατευτικά στοιχεία της νομοθεσίας ορόσημο του Μπάιντεν για το εμπόριο και την τεχνολογία, τα οποία έχουν εξοργίσει τις Βρυξέλλες. Ένα πιο θεμελιώδες, εντυπωσιακό ερώτημα, καθώς οι προεδρικές εκλογές του 2024 πλησιάζουν, αφορά την ευρωστία και την ακεραιότητα της αμερικανικής δημοκρατίας στην εποχή του Ντόναλντ Τραμπ.
Ποιος ξέρει; Ίσως ο Πούτιν να εκθρονιστεί ατιμωτικά, γράφει ο αναλυτής του Guardian. Ίσως ο Μπάιντεν και ο Σι να φιληθούν και να συμφιλιωθούν. Ίσως η ειρήνη στην Παλαιστίνη να μην είναι τελικά μια οφθαλμαπάτη. Ένα πράγμα είναι βέβαιο το 2023. Η Ουκρανία θα εξακολουθεί να λαμβάνει περισσότερη υποστήριξη και προσοχή από ό,τι το Αφγανιστάν και δεκάδες φτωχότερες, παρόμοια ταλαιπωρημένες, λιγότερο σημαντικές από στρατηγική άποψη χώρες μαζί, καταλήγει ο Τίσνταλ.
Καθώς οι μεγάλες δυνάμεις δίνουν τις παγκόσμιες μάχες τους, η δυστυχία και το χάος σε αυτά τα λιγότερο ευνοημένα έθνη θα συνεχίσουν να υφίστανται, σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτα και απαρατήρητα. «Καλή χρονιά», εύχεται ο Τίσνταλ στο τέλος της ανάλυσής του…