Οι αριθμοί στο μεταναστευτικό φτάνουν και πάλι στα επίπεδα της κρίσης του 2015 και είναι πιθανό να αυξηθούν περαιτέρω. Θα δράσει όμως η ΕΕ εγκαίρως;
Δεν χρειάζεται να απομακρυνθεί κανείς από τις τεράστιες κατασκευές από μπετόν και γυαλί, που στεγάζουν τα μονολιθικά θεσμικά όργανα της ΕΕ, για να έρθει αντιμέτωπος με το πιο διχαστικό ζήτημα του μπλοκ: τη μετανάστευση, σημειώνει το Politico.
Μερικά χιλιόμετρα από την έδρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες, δεκάδες άνδρες κοιμούνται κάθε βράδυ στους δρόμους, περιμένοντας την ευκαιρία να υποβάλουν μία αίτηση ασύλου και ελπίζοντας να βρουν καταφύγιο.
Πρόσφατα, ακόμη και παιδιά αναγκάστηκαν να περάσουν τις νύχτες τους έξω. «Οι άνθρωποι δεν με αφήνουν να κοιμηθώ μπροστά από τις πόρτες ή τα καταστήματά τους, οπότε κάθε βράδυ το σημείο μου αλλάζει», δήλωσε ο Sabahoon, ένας 21χρονος Αφγανός πρόσφυγας που έφτασε στο Βέλγιο πριν από περίπου ένα μήνα. «Δεν έχω καταφύγιο, ούτε γιατρό, ούτε φαγητό».
Η απελπιστική κατάσταση που αντιμετωπίζει ο Sabahoon στους δρόμους των Βρυξελλών αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη κρίση, που περνά σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητη σε ολόκληρη την περιοχή.
Οι αριθμοί φθάνουν την κρίση του 2015
Σε όλη την ΕΕ, οι αριθμοί των αιτούντων άσυλο αυξάνονται φέτος, φθάνοντας σε μηνιαίες κορυφές που δεν είχαν παρατηρηθεί μετά την συγκλονιστική προσφυγική κρίση του 2015.
Σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη, τα συστήματα επεξεργασίας αρχίζουν να δυσκολεύονται από την πίεση. «Η πίεση κατανέμεται σε λιγότερες χώρες από ό,τι το 2015», δήλωσε στο Politico η Βελγίδα υφυπουργός Ασύλου και Μετανάστευσης Nicole de Moor, η οποία πιέζει για ευρωπαϊκή δράση.
Εάν συνεχιστεί η τρέχουσα τάση των αφίξεων, η Αυστρία θα λάβει φέτος τόσες αιτήσεις ασύλου όσες και στην κορύφωση της κρίσης του 2015. Η κυβέρνηση έχει αρχίσει να φιλοξενεί πρόσφυγες σε σκηνές, για να αναπληρώσει την έλλειψη στέγασης. Το μέτρο αυτό καταγγέλθηκε από ΜΚΟ ως «απάνθρωπο» και «απολύτως αποφευκτέο».
Ωστόσο, το θέμα έχει μόλις και μετά βίας καταγραφεί στην κεντρική πολιτική συζήτηση του 2022. Οι κυβερνήσεις, αντίθετα, είναι απασχολημένες με τις οικονομικές επιπτώσεις από την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Βρισκόμαστε σε μια προσφυγική κρίση, αλλά δίνεται λιγότερη προσοχή σε αυτήν, επειδή συμβαίνουν ταυτόχρονα δύο με τρεις άλλες κρίσεις», δήλωσε ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Αλεξάντερ Ντε Κρου.
Η επικράτηση της Δεξιάς στην ΕΕ έκανε πιο δύσκολα τα πράγματα
Μπορεί να υπάρχει και άλλος λόγος για την έλλειψη προσοχής. Από το 2015, το πολιτικό τοπίο έχει αλλάξει. Οι νόμοι σε ορισμένες χώρες έχουν γίνει πιο περιοριστικοί, υπό την πίεση των δεξιών αντιμεταναστευτικών κομμάτων.
Ως εκ τούτου, οι αιτούντες άσυλο συγκεντρώνονται όλο και περισσότερο σε μικρότερο αριθμό χωρών στη Δυτική Ευρώπη, εν μέρει επειδή χώρες όπως η Δανία προσπαθούν ενεργά να τους αποτρέψουν.
Η Κοπεγχάγη, παραδοσιακά δημοφιλής προορισμός για τους αιτούντες άσυλο, έχει αυτοανακηρυχθεί σε περιοχή με πολιτική μηδενικού ασύλου. Πέρυσι, μόνο 2.099 άτομα ζήτησαν άσυλο στη Δανία, σε σύγκριση με 21.315 το 2015.
Η νέα σουηδική κυβέρνηση, η οποία χρειάζεται την κοινοβουλευτική υποστήριξη των ακροδεξιών Σουηδών Δημοκρατών, σχεδιάζει επίσης να μειώσει τον αριθμό των αιτούντων άσυλο που επιτρέπεται να εισέλθουν.
Αυτές οι αυστηρότερες πολιτικές ασκούν πρόσθετη πίεση στα συστήματα καταγραφής και φιλοξενίας των υπόλοιπων δυτικών χωρών, ορισμένα από τα οποία καταργήθηκαν σταδιακά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
«Πριν από πέντε χρόνια, είχαμε τόσους πολλούς ανθρώπους και μπορούσαμε να τους αντιμετωπίσουμε», δήλωσε ο David Vogel από τη ΜΚΟ «Γιατροί Χωρίς Σύνορα» (MSF). Υποστήριξε ότι το πρόβλημα στους δρόμους των Βρυξελλών δεν είναι ο αυξανόμενος αριθμός των αιτούντων άσυλο, αλλά ο τρόπος με τον οποίο η βελγική κυβέρνηση χειρίζεται την κρίση.
Και δεν έχουν υπολογίσει ακόμη τους Ουκρανούς πρόσφυγες
Το Βέλγιο δεν αποτελεί μοναδική περίπτωση. Μεμονωμένες ιστορίες φρίκης μπορεί κανείς να βρει και αλλού στην περιοχή.
Στην Ολλανδία, ο θάνατος ενός μωρού τριών μηνών σε κέντρο καταγραφής αιτούντων άσυλο συγκλόνισε τη χώρα. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η κυβέρνηση συμφώνησε να κατανείμει περισσότερο τη στέγαση των μεταναστών σε όλη τη χώρα, αλλά αρκετές τοπικές κοινότητες αρνήθηκαν να αναλάβουν το μερίδιό τους.
Αφού η ύφεση στις αφίξεις απομάκρυνε την ένταση του ζητήματος κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το αντιμεταναστευτικό συναίσθημα αυξάνεται και πάλι μαζί με τους αριθμούς.
Στην Αυστρία, η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από τους πολιτικούς τής αντιπολίτευσης κατά των μεταναστών, καθώς τα κράτη αγωνίζονται να παράσχουν καταλύματα για τον αυξανόμενο αριθμό των αιτούντων προστασία.
Τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι τον Ιούλιο οι αιτήσεις ασύλου στην ΕΕ ξεπέρασαν τις 70.000 για τρίτο διαδοχικό μήνα, παρόμοια με την προσφυγική κρίση του 2015, σύμφωνα με τον Οργανισμό Ασύλου της ΕΕ.
Έκτοτε, αρκετές μεμονωμένες χώρες της ΕΕ ανέφεραν ακόμη μεγαλύτερους αριθμούς. Αυτά έρχονται να προστεθούν στα 4,31 εκατομμύρια Ουκρανούς πρόσφυγες που έχουν καταγραφεί στην ΕΕ από το ξέσπασμα του πολέμου και οι οποίοι δεν χρειάζεται να περάσουν από την ίδια διαδικασία ασύλου.
Περισσότεροι Ουκρανοί είναι επίσης πιθανό να αναζητήσουν καταφύγιο στην ΕΕ αυτό τον χειμώνα, καθώς οι συνθήκες επιδεινώνονται, σύμφωνα με έγγραφο που συνέταξε η Τσεχική Δημοκρατία, η οποία ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ.
«Η κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική στα σύνορα είναι οι απωθήσεις»
Μπορεί να γίνει κάτι προτού να είναι πολύ αργά, ή οι Βρυξέλλες θα δώσουν προσοχή μόνο όταν η ΕΕ βρεθεί και πάλι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης;
Οι προσπάθειες σχεδιασμού μιας ενιαίας απάντησης της ΕΕ έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτύχει. Οι βόρειες και δυτικές χώρες ανησυχούν για τη μετακίνηση των μεταναστών από τα παράκτια κράτη όπου φθάνουν, ενώ αυτές οι μεσογειακές χώρες επιμένουν σε ένα υποχρεωτικό σύστημα ανακατανομής των αιτούντων άσυλο που αποβιβάζονται στις ακτές τους, σημειώνει το Politico.
Η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Αυστρία, εν τω μεταξύ, αντιτίθενται σθεναρά σε κάθε είδους υποχρεωτική μετεγκατάσταση.
Όταν η υποστηριζόμενη από τη δεξιά σουηδική κυβέρνηση αναλάβει την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου από τους Τσέχους στις αρχές του επόμενου έτους, είναι απίθανο να προωθήσει μέτρα που θα διασφαλίζουν ότι όλες οι χώρες θα λάβουν το μερίδιο που τους αναλογεί.
Το Βέλγιο δεν θα καταφέρει να βάλει το μεταναστευτικό στην ατζέντα της ΕΕ, «επειδή πολλές χώρες θέλουν να το κρατήσουν μακριά», δήλωσε ο Theo Francken, πρώην υφυπουργός Ασύλου και Μετανάστευσης του Βελγίου, ο οποίος είναι τώρα μέλος της αντιπολίτευσης. «Ο μόνος τρόπος για να αλλάξει αυτό είναι όταν η Γερμανία θα βρεθεί ξανά αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα».
Η αρμόδια υπουργός του Βελγίου, De Moor, ωστόσο, υποστήριξε ότι υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση επείγοντος για το μεταναστευτικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι αποφασισμένη να πιέσει για αλλαγή.
«Ορισμένες χώρες ήδη ενισχύουν τους ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα», δήλωσε. «Αυτό γίνεται από καθαρή απελπισία. Εν τω μεταξύ, τραγωδίες διαδραματίζονται στα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης. Αν δεν πετύχουμε τη μεταρρύθμιση της μετανάστευσης, είμαι πολύ απαισιόδοξη για το μέλλον».
Άλλοι συμμερίζονται αυτή την απαισιοδοξία. Ο Gerald Knaus, Αυστριακός εμπειρογνώμονας σε θέματα μετανάστευσης, ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στην κατάρτιση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τους πρόσφυγες, που υπογράφηκε το 2016, δήλωσε: «Η κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική στα σύνορα είναι οι απωθήσεις».
Πολλές χώρες της ΕΕ το κάνουν χωρίς κανείς να διαμαρτύρεται, υποστήριξε, και η συνολική εικόνα είναι πιθανό να χειροτερέψει με τη νέα εισροή προσφύγων από την Ουκρανία. «Κανείς στην Ευρώπη δεν προετοιμάζεται γι’ αυτό».
Η ΕΕ καταρτίζει σχέδιο για εθελοντική κατανομή των μεταναστευτικών ροών
Προς το παρόν, η ΕΕ συζητά μια πρόταση με τις χώρες – μέλη, που προβλέπει να μετεγκαθιστούν εθελοντικά τουλάχιστον 5.000 ή 10.000 μετανάστες ετησίως, σύμφωνα με σχέδιο εγγράφου που ήρθε σε γνώση του Politico.
Η πρόταση επεξεργάζεται από την Τσεχία, η οποία ασκεί επί του παρόντος την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ.
Με ημερομηνία 20 Οκτωβρίου, το λεγόμενο «έγγραφο συζήτησης» έχει ως στόχο να βολιδοσκοπήσει τη θέση των χωρών – μελών της ΕΕ, αλλά δεν έχει φθάσει ακόμη στους πρεσβευτές στις Βρυξέλλες. Μπορεί όμως να αποτελεί μια πιθανή συμβιβαστική προσέγγιση σε ένα θέμα που ταλαιπωρεί εδώ και καιρό τα μέλη της ΕΕ.
Πράγματι, η μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για το άσυλο αποτελεί ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα του μπλοκ, μετά το μεταναστευτικό κύμα του 2015. Και μια σημαντική πηγή τριβής ήταν ο τρόπος μετεγκατάστασης των αιτούντων άσυλο που φτάνουν στα σύνορα της ΕΕ.
Προηγούμενες προσπάθειες για τη δημιουργία ενός συστήματος υποχρεωτικής κατανομής δεν προχώρησαν ποτέ, κυρίως λόγω της αντίθεσης χωρών της Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία.
Στο έγγραφο με τίτλο «Πορεία προόδου σχετικά με την αλληλεγγύη της ΕΕ στον τομέα της μετανάστευσης και τον μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων», η τσεχική προεδρία γράφει ότι τα κράτη – μέλη «καλούνται να εξετάσουν» ένα ελάχιστο ετήσιο όριο για τις εθελοντικές μετεγκαταστάσεις.
Και προτείνει 5.000 ή 10.000 ως πιθανές επιλογές – αλλά αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ανεβάσει τον αριθμό ακόμη υψηλότερα.
Πάλι θα σηκώνουν το βάρος οι μεσογειακές χώρες
Σημειώνει, ωστόσο, ότι οι δεσμεύσεις θα είναι εθελοντικές (σ.σ. κάτι που δεν θα εισφέρει και πολλά, αφού οι χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης θα παραμείνουν στη λογική των κλειστών συνόρων και όλο το βάρος θα συνεχίσουν να σηκώνουν οι χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Παρεμπιπτόντως, η Ιταλία προ… Τζόρτζιας Μελόνι!).
Η πρόταση, σημειώνει το Politico, εντάσσεται στο πλαίσιο της «ευέλικτης αλληλεγγύης», επιτρέποντας σε κάθε χώρα να αποφασίσει αν θα υποδεχθεί αιτούντες άσυλο ή θα προσφέρει οικονομική βοήθεια σε χώρες που αντιμετωπίζουν μεταναστευτικές ροές.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι αιτούντες άσυλο υποχρεούνται να υποβάλουν την αίτησή τους στην πρώτη χώρα της ΕΕ στην οποία πατούν το πόδι τους. Εάν στη συνέχεια μετακινηθούν εντός της ΕΕ, οι μετανάστες αυτοί μπορούν να σταλούν πίσω στην πρώτη χώρα υποδοχής.
Εξετάζονται εξαιρέσεις για την επιστροφή στην πρώτη χώρα υποδοχής
Ωστόσο, ήδη εξετάζονται εξαιρέσεις για χώρες που αντιμετωπίζουν μεγάλο μεταναστευτικό κύμα. Και το έγγραφο διατηρεί ανοιχτό το ενδεχόμενο να εισαχθούν αυτές οι εξαιρέσεις, εάν η Κομισιόν δεν μπορεί να βρει αρκετούς εθελοντές για να δεχτεί το επιθυμητό επίπεδο αιτούντων άσυλο.
Μέχρι στιγμής, οι μεσογειακές χώρες, το κύριο σημείο πρόσβασης στην ΕΕ για τους μετανάστες που φθάνουν από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή, έχουν χαιρετίσει την τσεχική πρόταση, σύμφωνα με αξιωματούχο της ΕΕ.
Αλλά χώρες όπως το Βέλγιο ή η Ολλανδία – που αποτελούν επιθυμητά σημεία για να μετακινηθούν οι μετανάστες, μόλις βρεθούν εντός της ΕΕ – είναι λιγότερο θετικές.
Οι τεχνικές συζητήσεις επί του εγγράφου θα συνεχιστούν μέχρι το τέλος Νοεμβρίου, όταν οι αξιωματούχοι θα αποφασίσουν αν θα αναβαθμίσουν την πρόταση.