Η εισβολή στην Ουκρανία και ο αναθεωρητισμός του Κρεμλίνου διαταράσσουν τον βαθμό επιρροής της Ρωσίας στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία
«Ξέρουμε ότι η Δύση εκπονεί σενάρια για να υποδαυλίσει νέες συγκρούσεις στον χώρο της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών», τόνισε τις προάλλες ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, μιλώντας μέσω βιντεοκλήσης στους επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας της γνωστής και ως ΚΑΚ.
Ενός περιφερειακού οργανισμού πολιτικής και οικονομικής συνεργασίας μεταξύ εννέα πρώην σοβιετικών δημοκρατικών, στην οποία δεν συμμετέχει ως πλήρες μέλος το Τουρκμενιστάν, ενώ έχουν αποχωρήσει η Ουκρανία και η Γεωργία, στη σκιά των πολέμων με τη Ρωσία. Επιλογή, που πλέον εξετάζει σοβαρά λόγω της ρωσικής επιθετικότητας και η Μολδαβία.
«Αρκεί να δούμε τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αυτό που συμβαίνει στα σύνορα ορισμένων χωρών της ΚΑΚ. Όλα αυτά, φυσικά, είναι αποτελέσματα της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ», υποστήριξε ο Ρώσος πρόεδρος. Τώρα «η μονοπολική ηγεμονία καταρρέει αμείλικτα», διακήρυξε, προβλέποντας μια «πιο δίκαιη παγκόσμια τάξη».
Όμως σε μια περίοδο εμβάθυνσης των γεωπολιτικών ρηγμάτων, στη νότια «αυλή» της Ρωσίας έχουν αρχίσει να γίνονται αισθητοί οι κραδασμοί.
Από τον Καύκασο έως την Κεντρική Ασία, οι πάλαι ποτέ σοβιετικές δημοκρατίες πλέον επιχειρούν να μετριάσουν την εξάρτηση από τη Μόσχα, παίρνοντας αποστάσεις… ασφαλείας από τον διογκούμενο αναθεωρητισμό του Πούτιν.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και οι πρόσφατες ήττες του ρωσικού στρατού, συνδυαστικά με τις δυτικές κυρώσεις κατά της Μόσχας, φαίνεται ότι ενισχύουν αυτή την τάση.
Και δη σε μια στρατηγικής σημασίας περιοχή, πλούσια σε (πολύτιμους όσο ποτέ για την Ευρώπη) ενεργειακούς πόρους και κομβική στον νέο εμπορικό «Δρόμο του Μεταξιού» της Κίνας.
Άσπονδοι… σύμμαχοι
Από τις εννέα χώρες της ΚΑΚ, μόνο η Λευκορωσία του επονομαζόμενου «τελευταίου δικτάτορα της Ευρώπης», Αλεξάντερ Λουκασένκο, έχει υποστηρίξει αναφανδόν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Διαφορετική στάση τήρησαν μέχρι και το Καζακστάν, η Αρμενία, το Τατζικιστάν και το Κιργιστάν, που μαζί με τη Ρωσία και την Λευκορωσία συμμετέχουν συγκροτούν τον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO), μια περιφερειακή στρατιωτική συμμαχία.
Ειδικά το Καζακστάν, που τον περασμένο Ιανουάριο βίωσε τις πιο αιματηρές ταραχές της μετασοβιετικής περιόδου, ασκεί πλέον ανοιχτά δριμεία κριτική στη Μόσχα.
Ο πρόεδρος Τοκάγιεφ -που έχει στο μεσοδιάστημα συσφίξει τους δεσμούς με την Κίνα και τις εμπορικές σχέσεις με την Ε.Ε.- αρνήθηκε να υποστηρίξει την εισβολή και να βοηθήσει τη Ρωσία να παρακάμψει τις κυρώσεις.
Έχει δηλώσει δημόσια ότι δεν αναγνωρίζει την κατοχή ουκρανικών εδαφών, ούτε και τις νέες προσαρτήσεις στη Ρωσική Ομοσπονδία. Στις αρχές της εβδομάδας απέρριψε ακόμη και το αίτημα της Μόσχας να απελάσει τον Ουκρανό πρέσβη στην Αστάνα.
Επιπλέον, έχει ποινικοποιήσει τη συμμετοχή πολιτών του στον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Μέτρο που έχουν επίσης υιοθετήσει το Κιργιστάν, αλλά και το Ουζμπεκιστάν, που μετά τη χαοτική αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν και μέχρι πρότινος εξέταζε την επιστροφή του στον CSTO. Όχι πλέον…
Είναι πάντως η στάση της Αστάνα αυτή έχει εξοργίσει περισσότερο τη Μόσχα. Ορισμένοι αξιωματούχοι έφτασαν στο σημείο να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του Καζακστάν -σχετική ανάρτηση του αντιπροέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, περί «τεχνητού κράτους» αποδόθηκε τελικά σε επίθεση χάκερς και διεγράφη.
Άλλοι κατηγόρησαν τον Τοκάγιεφ για «αχαριστία», μετά και τη συνδρομή της υπό ρωσική ηγεσία CSTO στην καταστολή της πολιτικής αναταραχής στο Καζακστάν στις αρχές του χρόνου.
Ορισμένοι έθεσαν θέμα «προστασίας» του ρωσόφωνου πληθυσμού στον καζακικό βορρά, με δημοτικό σύμβουλο της Μόσχας να ζητά να συμπεριληφθεί η κεντροασιατική χώρα στη «ζώνη αποναζιστικοποίησης και αποστρατιωτικοποίησης». Όροι που χρησιμοποίησε η Μόσχα για την εισβολή στην Ουκρανία…
Εντάσεις και φυγόκεντρες τάσεις
Όμως το Καζακστάν δεν είναι παρά ένα μόνο παράδειγμα συμμαχικών μετατοπίσεων στον γεωπολιτικά κομβικό χώρο της Ευρασίας.
Η συγκυρία της τελευταίας ανάφλεξης στον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ για παράδειγμα κάθε άλλο παρά ήταν τυχαία.
Ενόσω η Ρωσία μετρούσε βαριές ήττες στο βορειοανατολικό μέτωπο του πολέμου στην Ουκρανία, αναλυτές εκτιμούν ότι το (υποστηριζόμενο από την Τουρκία) Αζερμπαϊτζάν έδειξε να δοκιμάζει τα όρια της Μόσχας και τις αντοχές της συμμαχίας της με την Αρμενία.
Πράγματι, τα συνεχή αιτήματα του Γερεβάν για στρατιωτική υποστήριξη από τον CSTO έπεσαν στο κενό, παρά το γεγονός ότι το Αζερμπαϊτζάν δεν αποτελεί πια μέλος του οργανισμού (αποχώρησε το 1999, μαζί με τη Γεωργία).
Πέρα από τη διατήρηση καλών σχέσεων με το Μπακού, το Κρεμλίνο δείχνει να εστιάζει στην αποδυνάμωση του φιλοδυτικού πρωθυπουργού της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν.
Στον απόηχο μάλιστα της πρόσφατης επίσκεψης στο Γερεβάν της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι, η Αρμενία (στα εδάφη της οποίας λειτουργεί ρωσική στρατιωτική βάση) άφησε ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο διάρηξης των δεσμών με τον CSTO. Προοπτική που μεταξύ πολλών άλλων αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο της προγραμματισμένης για την Κυριακή επίσκεψης του προέδρου της αρμενικής Βουλής στη Μόσχα.
Βλέποντας εν τω μεταξύ τη ρωσική απροθυμία για παρέμβαση της CSTO ως παράθυρο ευκαιρίας για την επίλυση των δικών τους εδαφικών διαφορών, το Τατζικιστάν και το Κιργιστάν (δύο χώρες-μέλη της εν λόγω στρατιωτικής συμμαχίας, οι οποίες επίσης φιλοξενούν ρωσικές βάσεις στα εδάφη τους), ενεπλάκησαν πρόσφατα σε πολύνεκρες μεθοριακές συγκρούσεις, που τερματίστηκαν με μια επίσης εύθραυστη εκεχειρία.
Ρευστές ισορροπίες
«Βλέπουμε την κατάρρευση της φήμης της Ρωσίας ως προστάτη ασφαλείας, η οποία συμβαίνει τόσο σε υλικό επίπεδο με τη μαζική συγκέντρωση δυνάμεων στην Ουκρανία, όσο και υποκειμενικά ως προς την υπόληψη των ρωσικών εγγυήσεων ασφαλείας», λέει στον Guardian ο Λόρενς Μπρουρς, ειδικός αναλυτής-συνεργάτης του ινστιτούτου Chatham House.
«Πολλές χώρες της Κεντρικής Ασίας βλέπουν ότι η Ρωσία τις χρειάζεται περισσότερο από ποτέ», συμπληρώνει ο Τεμούρ Ουμάροφ, συνεργάτης της δεξαμενή σκέψης CEIP, «και τώρα προσπαθούν να το αξιοποιήσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό».
Την επόμενη εβδομάδα εν τω μεταξύ έχει προγραμματιστεί ψηφοφορία στη 193μελή Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών επί νέου καταδικαστικού ψηφίσματος για τη Ρωσία. Το ψήφισμα -το οποίο προώθησαν οι ΗΠΑ και η Αλβανία αρχικά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, προσκρούοντας όπως αναμενόταν στο ρωσικό βέτο- απορρίπτει τα πρόσφατα «παράνομα δημοψηφίσματα» στις ουκρανικές περιφέρειες Λουγκάνσκ, Ντονέτσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια και την «απόπειρα παράνομης προσάρτησής τους».
Απαιτεί επίσης από τη Μόσχα «άμεσα, πλήρως και άνευ όρων να αποσύρει όλες τις στρατιωτικές δυνάμεις της από το έδαφος της Ουκρανίας κι εντός των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της… για να επιτρέψει την ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης… μέσω πολιτικού διαλόγου, διαπραγματεύσεων, διαμεσολάβησης και άλλων ειρηνευτικών μέσων».
Η Ρωσία τώρα ζητά η ψηφοφορία να διεξαχθεί μυστικά και όχι δημόσια, ως είθισται. Σε εξασέλιδη επιστολή -που περιήλθε σε γνώση του πρακτορείου Associated Press- επικαλείται μεταξύ άλλων ως λόγο την «τεράστια πίεση» που θα ασκήσουν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους σε άλλες χώρες για να ψηφίσουν υπέρ.
Κάνει, δε, λόγο για «μια ξεκάθαρα πολιτικοποιημένη και προκλητική εξέλιξη, με στόχο την εμβάθυνση του χάσματος» μεταξύ των κρατών-μελών του ΟΗΕ.
Προφανώς στο υπό διαμόρφωση νεο-ψυχροπολεμικό τοπίο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, αν και νομικά μη δεσμευτικό, θα έχει βαρύνουσα σημασία. Και δη εν μέσω ρωσικών πυρηνικών απειλών, που σηματοδοτούν την πιο επικίνδυνη περίοδο για την παγκόσμια ασφάλεια μετά την κρίση των πυραύλων στην Κούβα, το 1962.