Τι θέλει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος στρατιωτικής σύρραξης;
Για ποικίλους λόγους, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καταφέρεται σχεδόν καθημερινά εναντίον της Ελλάδας, ίσως περισσότερο από ποτέ. Το ίδιο μοτίβο ακολουθούν κορυφαίοι Τούρκοι αξιωματούχοι, ενώ τούρκοι… αναλυτές δεν παύουν να μιλούν -και να παρουσιάζουν(!)- τρόπους εισβολής των τουρκικών στρατευμάτων στη χώρα μας.
Μπορεί η συζήτηση για μια πιθανή ελληνοτουρκική σύρραξη να διεξάγεται εδώ και πάρα πολλά χρόνια, με κυμαινόμενη ένταση, ωστόσο γίνεται αντιληπτό πως σήμερα έχει φουντώσει, με φόντο μάλιστα την -αρχικά απροσδόκητης για πολλούς- ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Τι συμβαίνει; Τι θέλει ο Ερντογάν και πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος στρατιωτικής σύρραξης; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει σε ανάλυσή του στο δίκτυο AEI o Michael Rubin.
Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο
Ο κατάλογος των χωρών που υποφέρουν από την τουρκική επιθετικότητα είναι μακρύς. Η Τουρκία κατέχει το ένα τρίτο της Κύπρου. Έχει χρησιμοποιήσει τα F-16 και τις ειδικές δυνάμεις της εναντίον των Αρμενίων. Ιρακινοί αξιωματούχοι λένε ότι η Τουρκία έχει πλέον εγκαταστήσει 68 φυλάκια στο έδαφός του -από μικρούς χώρους σε επίπεδο διμοιρίας μέχρι κανονική βάση. Η τουρκική πολεμική αεροπορία βομβαρδίζει το Ιράκ κάθε βράδυ. Η Τουρκία «εξαφανίζει» ολόκληρες περιοχές στη βόρεια Συρία.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εντεινόμενες απειλές του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά της Ελλάδας θα πρέπει να μας ανησυχήσουν.
Πράγματι, η ένταση μεταξύ των δύο μελών του ΝΑΤΟ δεν είναι κάτι καινούργιο και προϋπήρχε του ασταθούς κυβερνήτη της Τουρκίας για δεκαετίες. Τέσσερις παράγοντες, ωστόσο, καθιστούν την τρέχουσα κρίση διαφορετική.
Πρώτον, ο Ερντογάν είναι ρεβανσιστής. Επιδιώκει να αναθεωρήσει -πάντα υπέρ της Τουρκίας- την αιωνόβια Συνθήκη της Λωζάνης που καθόρισε τα σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Ισχυρίζεται ψευδώς ότι η Ελλάδα παραβιάζει τις συμφωνίες αποστρατιωτικοποίησης, ενώ οι τούρκοι πολιτικοί -μέχρι και τον εταίρο του Ερντογάν στον κυβερνητικό συνασπισμό και ηγέτη του εθνικιστικού κόμματος Ντεβλέτ Μπαχτσελί και τον υπουργό Άμυνας Χουλουσί Ακάρ- υποστηρίζουν επιπλέον ότι θα πρέπει να κατέχουν όλα τα νησιά ανατολικά μιας μέσης γραμμής στο Αιγαίο Πέλαγος.
Η Τουρκία δεν περιορίζει αυτές τις προκλήσεις σε χάρτες. Τουρκικά αεροσκάφη παραβιάζουν τακτικά τον εναέριο χώρο ελληνικών νησιών, όπως το Καστελόριζο. Οι δηλώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ -που τηρεί ίσες αποστάσεις- κάνουν τα πράγματα χειρότερα.
Με απλά λόγια, η Τουρκία παραβιάζει τον ελληνικό εναέριο χώρο και καταλαμβάνει κυπριακό έδαφος, όχι το αντίστροφο. Ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν θα πρέπει να το καταστήσει αυτό σαφές. Η ηθική ισοδυναμία και τα ψέματα δεν αποτελούν βάση για ειρήνη και δικαιοσύνη.
Δεύτερον, η οικονομία της Τουρκίας καταρρέει. Ο Ερντογάν ανέβηκε στην εξουσία πριν από δύο δεκαετίες με φόντο τη διάχυτη δυσαρέσκεια για τον πληθωρισμό, την αδυναμία της τουρκικής λίρας και τη διαφθορά της άρχουσας ελίτ. Σήμερα, ο πληθωρισμός ξεπερνά το 80%, η τουρκική λίρα έχει χάσει πάνω από το 80% της αξίας της τα τελευταία πέντε χρόνια και ο Ερντογάν και η οικογένειά του έχουν γίνει δισεκατομμυριούχοι.
Από τη στιγμή που ο τούρκος πρόεδρος κυβερνά με δικτατορικές πρακτικές, έχοντας εκδιώξει, φυλακίσει ή περιθωριοποιήσει κάθε είδους αντιπολιτευτική φωνή, δεν μπορεί να αποποιηθεί την ευθύνη για τη δεινή κατάσταση της Τουρκίας. Αντ’ αυτού, αναζητά μια κρίση για να αποσπάσει την προσοχή. Η κατάληψη ελληνικών νησιών και η πρόκληση της Αθήνας να δράσει θα ήταν ο τέλειος αντιπερισπασμός.
Η ίδια δυναμική ισχύει και τώρα που η Τουρκία οδεύει προς τις εκλογές. Μέσα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπάρχει μια τάση για ευσεβείς πόθους: Πολλοί μεροληπτικοί στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας αναγνωρίζουν πόσο προβληματικός μπορεί να είναι ο Ερντογάν, αλλά ελπίζουν ότι οι ψηφοφόροι που έχουν κουραστεί από τις υπερβολές του απλώς θα τον εκδιώξουν στις εκλογές του επόμενου έτους. Χρησιμοποιούν αυτή την ελπίδα για να περιορίσουν οποιεσδήποτε κινήσεις θα καταστήσουν την Τουρκία υπόλογη.
Το πρόβλημα εδώ, ωστόσο, είναι ότι υποθέτουν πως ο Ερντογάν -ο οποίος έχει περιγράψει τον εαυτό του ως υπηρέτη της σαρίας και ιμάμη της Κωνσταντινούπολης- θα συναινέσει στη λαϊκή βούληση.
Η πραγματικότητα είναι η εξής: Αν ο Ερντογάν πιστέψει ότι επίκειται ήττα ήττα στις κάλπες με μια διαφορά που θα καθιστά αδύνατη την όποια… παρέμβαση, τότε θα πυροδοτήσει μια κρίση και θα κηρύξει εθνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χρησιμοποιώντας τη ως δικαιολογία για να αποφύγει τις εκλογές. Για τον Ερντογάν, ένας πόλεμος με την Ελλάδα θα ήταν το τέλειο φάρμακο.
Τέλος, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει κάνει λάθος χειρισμούς. Ενώ ο αμερικανός πρόεδρος ανέλαβε καθήκοντα όντας πιο… ανθεκτικός από τους προέδρους Τζορτζ Μπους, Μπαράκ Ομπάμα ή Ντόναλντ Τραμπ στις επιθέσεις γοητείας του Ερντογάν , το επιτελείο του έχει κάνει ένα σημαντικό βήμα προς τα πίσω τους τελευταίους μήνες, ιδίως σε ό,τι αφορά στην πώληση F-16 στην Τουρκία.
Ίσως ο Μπάιντεν και ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν πίστευαν ότι αυτό θα καθησύχαζε τον Ερντογάν μετά την απώλεια των F-35 και θα ενθάρρυνε την Τουρκία να βοηθήσει την Ουκρανία. Είχε όμως το αντίθετο αποτέλεσμα: Ο Ερντογάν ερμήνευσε την κίνηση του Μπάιντεν τόσο ως «πράσινο φως» για να εντείνει τις επιθέσεις εναντίον των γειτόνων του όσο και ως μήνυμα ότι η Τουρκία θα μπορούσε να αγοράσει επιπλέον πυραύλους S-400 από τη Ρωσία χωρίς συνέπειες.
Εν τω μεταξύ, η Τουρκία παίζει ένα διπλό παιχνίδι με την Ουκρανία, βοηθώντας τη Ρωσία να ξεφύγει από τις διπλωματικές και οικονομικές συνέπειες των πράξεών της.
Ένας πόλεμος με την Ελλάδα είναι πιθανό να συμβεί, όχι εξαιτίας οποιουδήποτε σφάλματος της Αθήνας, αλλά αντίθετα επειδή ο Ερντογάν προσπαθεί απεγνωσμένα να αποσπάσει την προσοχή από την αποτυχία και τη χρεοκοπία.
Τα ερωτήματα που θα πρέπει πιθανότατα να απαντήσει η κυβέρνηση Μπάιντεν μέσα σε ένα χρόνο είναι τι μπορεί να γίνει για να αποτραπεί η επιθετικότητα της Τουρκίας, τι μπορούν να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου η Ελλάδα να αντιμετωπίσει καλύτερα τα μη επανδρωμένα drone, τα αεροσκάφη και τους πυραύλους της Τουρκίας, και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μείνουν άπραγες σε περίπτωση που ένα μέλος του ΝΑΤΟ επιτεθεί σε έναν πιστό σύμμαχο.