Όποια λύση και αν υιοθετηθεί τελικά από την ΕΕ για την ενεργειακή κρίση, θα πρέπει να αποδείξει γρήγορα την αποτελεσματικότητά της.
Καθώς οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος αυξάνονται κατακόρυφα, λόγω της μείωσης των προμηθειών φυσικού αερίου από την Ρωσία, πληθαίνουν οι εκκλήσεις για ανακούφιση των ευρωπαϊκών νοικοκυριών και επιχειρήσεων – ορισμένες από τις οποίες οδηγούνται στην πτώχευση.
Οι εκκλήσεις ενίοτε εισακούγονται, με τους υπουργούς Ενέργειας της ΕΕ να πραγματοποιούν έκτακτη συνεδρίαση την Παρασκευή, για να συζητήσουν την ευρωπαϊκή αντίδραση στην ενεργειακή κρίση, αλλά – ως συνήθως – να μην καταλήγουν σε συμφωνία.
Κίνδυνος «Lehman Brothers» στην ενεργειακή βιομηχανία
Την περασμένη εβδομάδα, η Ρωσία έκλεισε επ’ αόριστον τον αγωγό Nord Stream 1 προς τη Γερμανία, επιδεινώνοντας την κρίση ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ, σε μια κίνηση που καταγγέλθηκε ως εκβιασμός από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παρά τις διαβεβαιώσεις που έδωσαν οι αρχές σε όλη την Ευρώπη, είναι γεγονός ότι η ενεργειακή κρίση μετατρέπεται πλέον ταχύτατα σε συστημική, με πιθανές επιπτώσεις σε ολόκληρη την οικονομία της ΕΕ, σημειώνει το EURACTIV.
Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, η Φινλανδία και η Σουηδία ανακοίνωσαν σχέδια για την παροχή εγγυήσεων ρευστότητας δισεκατομμυρίων ευρώ σε εταιρείες ενέργειας, που λυγίζουν υπό την πίεση της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου.
«Το κυβερνητικό πρόγραμμα είναι μια τελευταία επιλογή χρηματοδότησης για εταιρείες, που διαφορετικά θα απειλούνταν με αφερεγγυότητα», δήλωσε η πρωθυπουργός της Φινλανδίας Σάνα Μαρίν σε συνέντευξη Τύπου την Κυριακή.
Η Φινλανδή υπουργός Οικονομίας Mika Lintila προχώρησε ακόμη παραπέρα, λέγοντας ότι η εξελισσόμενη κρίση ρευστότητας «είχε τα συστατικά για ένα είδος Lehman Brothers της ενεργειακής βιομηχανίας».
Τέτοιοι παραλληλισμοί είναι πιθανό να προκαλέσουν ανατριχίλα στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε όλη την ΕΕ.
Όταν η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Lehman Brothers χρεοκόπησε το 2008, οι κραδασμοί έγιναν πιο έντονα αισθητοί στην Ευρώπη, όπου οι τράπεζες – και τελικά, τα κράτη της ΕΕ – χρειάστηκε να διασωθούν για να αποτραπεί η ευρύτερη οικονομική κατάρρευση.
Μετά το ενεργειακό σοκ έρχεται το οικονομικό
Ευτυχώς, μια κρίση αυτού του μεγέθους δεν συμβαίνει ακόμη στην Ευρώπη. Αλλά τα σύννεφα μαζεύονται και το παράδειγμα της Φινλανδίας δείχνει ότι το σοκ των τιμών της ενέργειας έχει επιπτώσεις στην ευρύτερη οικονομία.
Στη Γερμανία, οι τοπικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ενέργειας έχουν προειδοποιήσει για μια διαφαινόμενη κρίση ρευστότητας, λόγω της κρίσης του φυσικού αερίου.
Τον Οκτώβριο του 2021, η OTIMA, μια μεσαίου μεγέθους επιχείρηση κοινής ωφέλειας με έδρα κοντά στο Βερολίνο, ήταν ο πρώτος γερμανικός προμηθευτής ενέργειας και φυσικού αερίου που κατέθεσε αίτηση πτώχευσης, μετά την εκτίναξη των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Αυστρία, η Wien Energie, μια τοπική εταιρεία κοινής ωφέλειας, που είναι επίσης η μεγαλύτερη ενεργειακή εταιρεία της χώρας, ζήτησε από την κυβέρνηση μια σωσίβια γραμμή ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό έρχεται μετά τη διάσωση της γερμανικής εταιρείας κοινής ωφέλειας Uniper στο τέλος Ιουλίου, έναντι τιμήματος 15 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Και «τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα», δήλωσε πηγή της δημοτικής επιχείρησης κοινής ωφέλειας στη EURACTIV.
Οι ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες επιβαρύνονται από τις λεγόμενες «απαιτήσεις περιθωρίου» – ή την ανάγκη κεφαλαίων για την εξασφάλιση συναλλαγών στις αγορές ενέργειας – ύψους τουλάχιστον 1,5 τρισεκατομμυρίου δολαρίων, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg, το οποίο επικαλείται στοιχεία της νορβηγικής Equinor.
Η εξελισσόμενη κρίση ασκεί πίεση στις κυβερνήσεις να παρέμβουν σε όλα τα μέτωπα.
Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, το Βερολίνο παρουσίασε ένα πακέτο ανακούφισης, ύψους 65 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την ανακούφιση των οικογενειών και των επιχειρήσεων από την επιβάρυνση που προκαλούν οι τιμές ρεκόρ της ενέργειας. Το γερμανικό μέτρο θα χρηματοδοτηθεί από έναν προσωρινό φόρο στα «έκτακτα κέρδη» των εταιρειών ηλεκτρισμού, οι οποίες επωφελήθηκαν από τις υψηλότερες τιμές του φυσικού αερίου.
Στις καλένδες η ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση
Ο έκτακτος φόρος βρίσκει τώρα ευρεία υποστήριξη σε ολόκληρη την ΕΕ.
Εκτός από την Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες τον εφάρμοσαν πρώτες νωρίτερα φέτος, η ιδέα υποστηρίζεται πλέον επίσημα από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και την πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Ένα «non paper», το οποίο κυκλοφόρησε από την Επιτροπή την περασμένη εβδομάδα, εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο επιβολής φόρου στα υπερκέρδη των «υπερπαραγωγών» ηλεκτροπαραγωγών – όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα πυρηνικά και ο λιγνίτης – οι οποίοι έχουν χαμηλό λειτουργικό κόστος και έχουν επωφεληθεί περισσότερο από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου.
Ωστόσο, δεν βγήκε «λευκός καπνός» από την συνεδρίαση του Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας, παρότι «έπεσαν» στο τραπέζι πολλές προτάσεις, όπως η πρόταση για γενικό πλαφόν στο φυσικό αέριο, η πρόταση για μηχανισμό ανάκτησης εσόδων από τους ηλεκτροπαραγωγούς, η πρόταση για στήριξη των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε προθεσμιακή αγορά και άλλες.
Κατά συνέπεια, κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην ενεργειακή κρίση, για μία ακόμη φορά, δεν έχουμε.
Ωστόσο, όποια λύση και αν υιοθετηθεί τελικά, θα πρέπει να αποδείξει γρήγορα την αποτελεσματικότητά της.
Γιατί αυτό που η Ευρώπη θέλει να αποφύγει πάση θυσία είναι μια ενεργειακή εκδοχή της κατάρρευσης της Lehman Brothers.