Η ανακοίνωση της κυβέρνησης για το άνοιγμα της Βουλής.
Δεκτό έκανε η κυβέρνηση το αίτημα του Αλέξη Τσίπρα να ανοίξει η Βουλή για να συζητηθεί η υπόθεση των υποκλοπών. Αναλυτικότερα, η Βουλή θα ανοίξει στις 22 Αυγούστου, ενώ η Ολομέλεια της Βουλής είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 31 Αυγούστου.
Η ανακοίνωση του υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου:
«Η κυβέρνηση επιδιώκει να γίνει με σοβαρότητα ό,τι απαιτείται σε θεσμικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο για τη διερεύνηση της υπόθεσης της νόμιμης επισύνδεσης στο τηλέφωνο του κ. Ανδρουλάκη. Ο Πρόεδρος της Βουλής ενημέρωσε την κυβέρνηση για το αίτημα του κ. Τσίπρα για τη διακοπή των θερινών διακοπών της Βουλής και τον ορισμό έκτακτης συζήτησης προ ημερησίας διάταξης για το θέμα αυτό στην Ολομέλεια.
Η Κυβέρνηση συμφωνεί στην επίσπευση του ανοίγματος της Βουλής στις 22 Αυγούστου και τον ορισμό της συζήτησης αυτής εντός εκείνης της εβδομάδας. Σημειώνεται ότι η Ολομέλεια της Βουλής είχε αρχικά προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 31 Αυγούστου».
Το αίτημα Τσίπρα
Νωρίτερα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε κάνει επικοινωνία με τον πρόεδρο της Βουλής, Κωνσταντίνο Τασούλα. Στο αίτημά του ο Αλέξης Τσίπρας ανέφερε:
«Η πολιτική ζωή της χώρας βιώνει μια από τις κρισιμότερες στιγμές της στη Μεταπολιτευτική περίοδο. Μετά από ορυμαγδό αποκαλύψεων αναδεικνύεται ότι η υπαγόμενη διοικητικά υπό τον πρωθυπουργό Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, αντί να επικεντρώνεται απολύτως στην αντιμετώπιση των πραγματικών προκλήσεων εθνικής ασφάλειας της χώρας, είχε αναλάβει να φέρει εις πέρας σειρά παρακολουθήσεων μέσω άρσης απορρήτου επικοινωνιών ανθρώπων που αποτελούσαν στόχους με πολιτικό ενδιαφέρον για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Μάλιστα, όχι τυχαία τα ίδια πρόσωπα την ίδια περίοδο έπεσαν θύματα κατασκοπευτικού λογισμικού.
Σήμερα δεν μπορεί κανείς να πει με ασφάλεια πόσοι και ποιοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι ή άλλοι πολίτες, βρέθηκαν στο επίκεντρο του κατασκοπευτικού ενδιαφέροντος και υπέστησαν παρακολούθηση με άρση του απορρήτου τους, ποιοι εκτέλεσαν αυτές τις πράξεις, με τι σκοπό και με ποια ανταλλάγματα.
Ο πρωθυπουργός εκμεταλλευόμενος το ότι διάγουμε περίοδο θερινών διακοπών επιχείρησε να αποφύγει την αναγκαία διαδικασία εκτενούς και δημόσιας λογοδοσίας στο χώρο που είναι το φυσικό περιβάλλον αυτής, δηλ. στη Βουλή και επέλεξε να απευθύνει διάγγελμα μέσω βιντεοσκοπημένης εξαγγελίας με προετοιμασμένο κείμενο.
Εξήγγειλε ΠΝΠ
Παράλληλα, εξήγγειλε νομοθετική πρωτοβουλία που θα στηριχθεί σε Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, προφανώς για να αποφύγει και πάλι, άμεσα, στον πλέον κρίσιμο πολιτικά χρόνο, τον έλεγχο στον οποίο θα τον υπήγαγε η αντιπολίτευση.
Ενόψει του ότι την περίοδο αυτή η Βουλή τελεί σε καθεστώς άτυπης μη λειτουργίας της Ολομέλειας και των Τμημάτων της λόγω θερινών διακοπών και ενόψει του ότι ως ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία επιθυμούμε άμεσα να πέσει φως σε όσα έχουν συμβεί με την ύψιστη διαλογική διαδικασία κριτικού ελέγχου και συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής, σας καλώ να διακόψετε άμεσα τις θερινές διακοπές, προκειμένου να μπορέσει να συνεδριάσει η Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων.
Σας ζήτω να ανταποκριθείτε στο αυτονόητο δημοκρατικό σας καθήκον να διευκολύνετε να ασκηθούν το συντομότερο όλες οι αρμοδιότητές της νομοθέτησης και του κοινοβουλευτικού ελέγχου, και εκτάκτως να ορίσετε συζήτηση προ ημερήσιας διάταξης για το θέμα της παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων από την υπαγόμενη στον πρωθυπουργό ΕΥΠ».
Η δήλωση Μητσοτάκη
Θυμίζουμε ότι ο πρωθυπουργός είχε τοποθετηθεί σε σχέση με το «καυτό» ζήτημα των υποκλοπών με δήλωσή του το μεσημέρι της Δευτέρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι η αντικειμενική πολιτική ευθύνη αναλήφθηκε με την παραίτηση του γενικού γραμματέα του Γρηγόρη Δημητριάδη, ενώ σημείωσε ότι ο ίδιος ως πρωθυπουργός δεν γνώριζε, υπογραμμίζοντας ότι αν γνώριζε δεν θα επέτρεπε ποτέ την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη.
Αναλυτικά η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη:
«Στη Δημοκρατία μας δεν επιτρέπεται να υπάρχουν σκιές. Γι’ αυτό και θέλω να σας μιλήσω ανοιχτά για τις πρόσφατες εξελίξεις.
Πριν από λίγες μέρες, ενημερώθηκα ότι τον Σεπτέμβριο του 2021, και ενόσω ήταν ακόμα Ευρωβουλευτής, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είχε προβεί σε νόμιμη επισύνδεση στο κινητό τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη.
Η διαδικασία είχε την έγκριση ανώτατης εισαγγελέως, όπως ακριβώς ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε το 2018 από την προηγούμενη κυβέρνηση. Διήρκεσε τρεις μήνες και διεκόπη αυτόματα, όπως προβλεπόταν από τον νόμο, λίγες μέρες αφότου εκλέχτηκε ο κ. Ανδρουλάκης πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ.
Παρότι όλα έγιναν νόμιμα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ήταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή. Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, προκαλώντας ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών στις Υπηρεσίες Εθνικής Ασφάλειας.
Απομακρύνθηκε γιατί ο χειρισμός υπήρξε ελλιπής
Γιατί αν και αφορούσε προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο, ο χειρισμός της υπήρξε ελλιπής. Ακριβώς γι’ αυτό απομακρύνθηκε αμέσως ο Διοικητής της ΕΥΠ. Ενώ και ο Γενικός Γραμματέας του Γραφείου του Πρωθυπουργού ανέλαβε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη.
Και επειδή η λέξη ευθύνη προέρχεται από το επίθετο ευθύς, επαναλαμβάνω ευθέως: αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και, προφανώς, δεν θα το επέτρεπα ποτέ!
Έλλειψη πρόσθετων φίλτρων
Η υπόθεση ανέδειξε, ωστόσο, την έλλειψη πρόσθετων «φίλτρων» στη λειτουργία των υπηρεσιών πληροφοριών. Γιατί η παρακολούθηση ενός πολιτικού προσώπου ασφαλώς και προυποθέτει εγγυήσεις πέραν από την κρίση ακόμη και ενός έμπειρου και ικανού δικαστικού λειτουργού.
Από την άλλη πλευρά, όμως, θέλω να είμαι επίσης σαφής: η προσφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών είναι σημαντική. Αποτυπώνεται εμφατικά στην ετοιμότητα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει προκλήσεις όπως αυτές στον Έβρο ή στο Αιγαίο. Στη διαρκή διπλωματική και αμυντική μας θωράκιση. Αλλά και στην καθημερινή μάχη της κοινωνίας με την τρομοκρατία και το έγκλημα.
Έργο με μετρήσιμο εθνικό όφελος
Ένα ολίσθημα, συνεπώς, δεν μπορεί να σκιάσει ένα έργο με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες στον σύνθετο κόσμο στον οποίο ζούμε.
Η υπηρεσία αυτή είναι επιφορτισμένη με την εθνική ασφάλεια και την προστασία της πατρίδας από γεωπολιτικές κινήσεις, αλλά και από ασύμμετρες και υβριδικές απειλές. Γι’ αυτό και στις περισσότερες ευρωπαϊκές Δημοκρατίες ανάλογες δομές υπάγονται στον αρχηγό της κυβέρνησης ή του κράτους, καθώς το εύρος του αντικειμένου τους ξεπερνά τα όρια του ενός Υπουργείου.
Όσο πολύτιμη όμως και αν ήταν η συνεισφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας, άλλο τόσο γίνεται καθαρό ότι απαιτείται όχι μόνο η βελτίωση της επιχειρησιακής της επάρκειας, αλλά και η συνολική επαναξιολόγηση του πλαισίου ελέγχου και εποπτείας της.
Ο νέος Διοικητής είναι ένας από τους πιο έμπειρους Έλληνες διπλωμάτες και διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να φέρει εις πέρας αυτή την αποστολή.
Η κυβέρνηση συμφώνησε σε Εξεταστική Επιτροπή
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση συμφώνησε αμέσως στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, η οποία προφανώς και θα λειτουργήσει υπό συνθήκες που η φύση του αντικειμένου που θα ερευνήσει επιβάλλει.
Γιατί μία τέτοια υπεύθυνη διαδικασία δεν μπορεί, δεν πρέπει να μετατραπεί σε κατασκοπευτικό σήριαλ προς κομματική κατανάλωση. Ούτε, πολύ περισσότερο, να αποτελέσει αιτία υποβάθμισης της εθνικής συμβολής της ΕΥΠ και υπονόμευσης πτυχών της εθνικής ασφάλειας.
Πρέπει η αλήθεια να αναδειχθεί στις διαστάσεις που πραγματικά έχει. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις διαχρονικές παθογένειες της υπηρεσίας πληροφοριών.
Προσωπικά θα είμαι ανοιχτός σε κάθε δημιουργική ιδέα που ενσωματώνει βέλτιστες πρακτικές από το εξωτερικό και θα ενισχύει τους μηχανισμούς λογοδοσίας μιας τόσο κρίσιμης υπηρεσίας για την ασφάλεια της χώρας.
Τέσσερα πεδία αλλαγών
Πρόθυμα, λοιπόν, θα συζητήσω προτάσεις που θα ενισχύουν τη διαφάνεια στη δράση των μυστικών μας υπηρεσιών χωρίς, προφανώς, να εμποδίζουν την αποστολή τους. Ξεκινώντας, σίγουρα, από τις αυστηρότερες δικλίδες σε ό,τι αφορά τις νόμιμες επισυνδέσεις. Αυτό πρέπει να γίνει και θα γίνει αμέσως με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου.
Έτσι, καταθέτω σήμερα 4 πεδία αλλαγών που θα προτείνει η κυβέρνηση:
1ον. Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.
2ον. Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ.
3ον. Θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα.
4ον. Αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της.
Πολλοί εχθροί της πατρίδας θα ήθελαν μια αδύναμη ΕΥΠ
Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας. Υπάρχουν πολλοί εχθροί της πατρίδας που καραδοκούν και θα ήθελαν μία αδύναμη Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Και αν κάποιες σκοτεινές δυνάμεις εκτός Ελλάδας απεργάζονται οποιοδήποτε σχέδιο αποσταθεροποίησης της χώρας, να ξέρουν ότι η Ελλάδα είναι και ισχυρή και θεσμικά θωρακισμένη.
Ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Είμαστε όμως μια Δημοκρατική πολιτεία. Και έχουμε ιερή υποχρέωση να ισορροπούμε ανάμεσα στην ασφάλεια του τόπου και των πολιτών και στην προστασία των θεμελιωδών αρχών που προστατεύουν την ιδιωτική σφαίρα και το απόρρητο των επικοινωνιών.
Διδασκόμαστε από τις αστοχίες
Εδώ και τρία χρόνια, άλλωστε, έχουμε αποδείξει ότι διδασκόμαστε από τις αστοχίες μας για να γινόμαστε καλύτεροι. Εγώ, προσωπικά, δεν κρύφτηκα ποτέ μπροστά σε δυσκολίες ή ευθύνες. Σε μία συχνά μοναχική αλλά σταθερή μάχη αυτοκριτικής και προσπάθειας διαρκούς βελτίωσης.
Χάνοντας, ίσως, προς στιγμήν κάποιες μάχες με χρόνιες παθογένειες. Κερδίζοντας, όμως, τον πόλεμο των μεγάλων στοιχημάτων. Και κυρίως, χωρίς να χάνω ποτέ μα ποτέ τον στόχο μιας ισχυρής, Δημοκρατικής, ευρωπαϊκής και εθνικά αυτοδύναμης Ελλάδας.
Σε αυτόν τον δρόμο θα συνεχίσω να πορεύομαι, ωστε να χτίσουμε όλοι μαζί ακόμη πιο στέρεους και ανθεκτικούς στο χρόνο Δημοκρατικούς θεσμούς».