Απέδειξε ότι μπορεί να είναι «δυσάρεστος» αλλά παραμένει «απαραίτητος»
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κήρυξε τη «νίκη» του στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ πριν καν αυτή ξεκινήσει. Η συμφωνία που υπέγραψαν Τουρκία – Σουηδία – Φινλανδία χαρακτηρίστηκε από την αρχή ως η επιτυχία που είχε ανάγκη ο Ερντογάν στις αποσκευές του για να επιστρέψει θριαμβευτής στην Άγκυρα.
Και η νίκη που θα του έδινε τη δυνατότητα να μην εκτροχιάσει τη Σύνοδο Κορυφής, όπως απειλούσε όλο το προηγούμενο διάστημα. Είτε επιμένοντας στο βέτο για το Ελσίνκι και τη Στοκχόλμη, είτε φέρνοντας στο τραπέζι και την ατζέντα του απέναντι στην Αθήνα.
Για το εσωτερικό του ο Ερντογάν είναι ο μεγάλος νικητής της Συνόδου Κορυφής. Έστω και επικοινωνιακά. Αυτό ήταν το νούμερο ένα ζητούμενο άλλωστε.
Το μνημόνιο που υπογράφτηκε ήταν όντως συμβιβασμός. Κυρίως για τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Ο τούρκος πρόεδρος ζήτησε και πήρε – σημαντικές για αυτόν – δεσμεύσεις για το ζήτημα της τρομοκρατίας, αλλά και σε σχέση με την άρση του εμπάργκο όπλων απέναντι στην Τουρκία. Έκανε και κάποιες υποχωρήσεις. Προφανώς.
Ο ρόλος του Μπάιντεν
Ο αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν είχε ιδιαίτερο ρόλο στη «διαπραγμάτευση», όπως φάνηκε. Το τηλεφώνημα Μπάιντεν – Ερντογάν πριν τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ χαρακτηρίζεται καθοριστικό για τις εξελίξεις.
Καθώς και η συνάντηση των δύο την Τετάρτη. Αφού ο τούρκος πρόεδρος είχε άρει το βέτο. Ο Μπάιντεν φρόντισε να του δώσει και στη συνάντηση αυτό που ήθελε, επαναλαμβάνοντας πολλές φορές τις ευχαριστίες του στον Ερντογάν τόσο για το «ναι» σε Σουηδία και Φινλανδία, όσο και για το ρόλο του στην προσπάθεια να ανοίξει δρόμος ανεφοδιασμού σιτηρών από την Ουκρανία.
Το Αιγαίο και η Συρία
Το αγκάθι ο αμερικανός πρόεδρος το κράτησε για το τέλος. Στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου αναφέρεται, εκτός από τις δηλώσεις που έγιναν μπροστά στις κάμερες, ότι οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης «τη σημασία της διατήρησης της σταθερότητας στο Αιγαίο και τη Συρία».
Από την πλευρά της Αθήνας η αναφορά στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου μπορεί να εκληφθεί ως ένα σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα για την πολιτική της προκλητικότητας που ακολουθεί στο Αιγαίο, σε μία περίοδο που το ΝΑΤΟ απαιτεί ενότητα και αποφυγή επιπλέον εντάσεων. Ένα μήνυμα σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, ενάντια σε κάθε αμφισβήτηση της κυριαρχίας της και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.
Για την Άγκυρα ωστόσο η «σταθερότητα στο Αιγαίο» συνδέεται άμεσα και με την «αποστρατικοποίηση» των νησιών, που ο Ερντογάν δεν έφερε στο τραπέζι του ΝΑΤΟ, ωστόσο διεμήνυε σε όλες τις δηλώσεις του ότι είχε την πρόθεση να θέσει στον Μπάιντεν, μαζί με το ζήτημα των αμερικανικών βάσεων επί ελληνικού εδάφους.
Και συνήθως σε ένα διπλωματικό παιχνίδι ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες που μένει να αποκαλυφθούν τις επόμενες μέρες. Με τις ΗΠΑ να έχουν πάντως μέχρι στιγμής σταθεί στις ανακοινώσεις και τις δηλώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενάντια στην αμφισβήτηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας, της κυριαρχίας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Απαντώντας στις απειλητικές κορώνες της Τουρκίας.
Με το τι ακριβώς ειπώθηκε, σε τι υποχώρησε και τι πήρε ο Ερντογάν σε σχέση με αυτή τη φράση και πώς θα ερμηνευθεί από τον καθένα να μένει να αποδειχθεί.
Δυσάρεστος (;) αλλά αναγκαίος
Ενδεικτικό άρθρο του Foreign Policy της περασμένης εβδομάδας, με την υπογραφή του Μαξιμίλιαν Χις, ο οποίος υπογράμμιζε ότι ο τούρκος πρόεδρος έχει υπονομεύσει την Δημοκρατία στην Τουρκία, έχει χρησιμοποιήσει τους μετανάστες ως όπλο και έχει τρομοκρατήσει την κουρδική μειονότητα, τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας όσο και στη Συρία, ενώ έχει βοηθήσει το Ιράν να παραβιάσει τις κυρώσεις των ΗΠΑ. Τόνιζε δε τις απειλές να μπλοκάρει τις υποψηφιότητες της Φινλανδίας και της Σουηδίας, στο ΝΑΤΟ και αναγνώριζε ότι «θα περάσει πολύ καιρός προτού η Δύση μπορέσει να τον εμπιστευθεί».
Ωστόσο ο Χις υπογράμμιζε – δείχνοντας και την ωμή πραγματικότητα – ότι παρ’ όλα αυτά «η πραγματικότητα είναι ότι η Δύση χρειάζεται τον Ερντογάν περισσότερο από ποτέ».
Κάτι που αποδείχθηκε στην πράξη, με τον «δυσάρεστο και αυταρχικό» Ερντογάν να επιβεβαιώνει ότι η Τουρκία έχει κορυφαίο ρόλο στο ΝΑΤΟ και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να «κουνηθεί φύλλο» στη Συμμαχία.
Όπως λένε συχνά τούρκοι δημοσιογράφοι, τα ελληνοτουρκικά δεν είναι «πουλάνε» όσο νομίζουμε στην Τουρκία και σίγουρα δεν «πουλάνε» όσο το ΡΚΚ και οι νεκροί που μετράνε κάθε μέρα σε αυτό που το τουρκικό κράτος χαρακτηρίζει «πόλεμος με την τρομοκρατία».
Η τέχνη της διαπραγμάτευσης
Ο τούρκος πρόεδρος απέδειξε στο «πεδίο» ότι γνωρίζει πολύ καλά πώς παίζεται το διπλωματικό παιχνίδι, κράτησε τα χαρτιά του κλειστά και κατάφερε να κερδίσει, όταν όλοι νόμιζαν ότι παίζει τα «ρέστα» του.
Απέδειξε ότι μπορεί, λόγω και της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας του, να εργαλειοποιεί την διαπραγμάτευση και κυρίως να διαπραγματεύεται σε διεθνές και όχι εθνικό επίπεδο.
Και απέδειξε ότι δεν είναι απομονωμένος.
Η υποτίμηση του «αντιπάλου» – «συμμάχου» – «γείτονα» σίγουρα δεν ωφελεί, όπως δεν ωφελεί και η υπερεκτίμηση του.
Η «αναδίπλωση» του άλλωστε στο ζήτημα της Φινλανδίας και της Σουηδίας του χάρισε και ένα κλίμα πανηγυρικής υποδοχής στην Σύνοδο Κορυφής.
Κέρδισε να διαπραγματευτεί και να πετύχει κάτι που ο ίδιος θα πουλήσει ως «υποταγή» από δύο από τις πλέον ώριμες δημοκρατίες της Ευρώπης, όπως χαρακτηρίζονται η Φινλανδία και η Σουηδία.
Οι απαιτήσεις
Η Τουρκία έσπευσε να στείλει ήδη την Τετάρτη μία λίστα με 33 ονόματα των οποίων απαιτεί την έκδοση από τη Φινλανδία και τη Σουηδία. Οι οποίοι κατηγορούνται ως μέλη του ΡΚΚ και της οργάνωσης, FETO του Φετουλάχ Γκιουλέν.
«Σε όλες τις εκδόσεις εφαρμόζουμε το σουηδικό και το διεθνές δίκαιο και, φυσικά, εφαρμόζουμε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση σχετικά με τις εκδόσεις», δήλωσε από την πλευρά της η Μαγκνταλένα Άντερσον, πρωθυπουργός της Σουηδίας, που ίσως είναι αυτή που κινδυνεύει να πληρώσει πιο ακριβά το τίμημα της συμφωνίας.
Τα πρώτα ανταλλάγματα;
Πριν καν συναντηθεί με τον Τζο Μπάιντεν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν πήρε και μία νέα δέσμευση από την αμερικανική administration, διά στόματος της Σελέστ Γουαλάντερ, βοηθού ΥΠΑΜ των ΗΠΑ, η οποία δήλωσε in the record πως «οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πλήρως τα σχέδια εκσυγχρονισμού του στόλου των F-16 της Τουρκίας».
Τόνισε δε ότι «αυτά τα σχέδια είναι στα σκαριά και πρέπει να υλοποιηθούν μέσω της διαδικασίας σύναψης συμβάσεων, αλλά οι ΗΠΑ υποστηρίζουν τον εκσυγχρονισμό του στόλου μαχητικών της Τουρκίας, γιατί αυτό συμβάλλει στην ασφάλεια του ΝΑΤΟ… Οι ισχυρές αμυντικές δυνατότητες της Τουρκίας συμβάλλουν σε μια ισχυρή άμυνα του ΝΑΤΟ».
Η απόφαση βέβαια χρειάζεται έγκριση του Κογκρέσου. Μένει να φανεί αν θα την πάρει. «Δεν δώσαμε κανένα αντάλλαγμα στο Ερντογάν» υπογράμμιζε και πάλι αμερικανός αξιωματούχος.
Στα ερωτηματικά που μένουν να φανούν όχι στις δηλώσεις, αλλά στην πορεία των εξελίξεων, είναι τι θα πάρει – αν θα πάρει – ο Ερντογάν στο ζήτημα της βόρειας Συρίας, από τον Μπάιντεν. Σε αυτό οι αμερικανοί επίσης δεν δείχνουν ιδιαίτερα δεκτικοί.
Αν αυτό θα είναι «ικανοποιητικό» ή θα τον οδηγήσει να αναζητήσει μία νέα κρίση στο πεδίο με την Ελλάδα.
Ακόμα συζήτησε– έστω και αν δεν το ανακοινώσει δημόσια – το ζήτημα της αποστρατικοποίησης και της κυριαρχίας των νησιών που συνδέεται άμεσα και με την «Γαλάζια Πατρίδα». Και τι πήρε.
Το μεγάλο παζάρι
Άλλωστε ο τούρκος πρόεδρος γνωρίζει το παιχνίδι της διαπραγμάτευσης. Ξέρει πως για να κερδίσεις πολλά στο παζάρι ζητάς όσα πιο πολλά μπορείς. Και για να βγεις κερδισμένος αρκεί να ξέρεις μέχρι πού μπορείς να υποχωρήσεις. Γιατί το να ρίξεις στην τιμή, είναι μέσα στο παιχνίδι. Για να είναι η συμφωνία «kazan – kazan».